Στον Γέρμα Καστοριάς την παλαιά εποχή, κατά τους μήνες Μάιο και Ιούνιο, πολλοί κάτοικοί του έβγαιναν στις εξοχές του χωριού και μάζευαν με τη σειρά τα εξής βότανα: α) μυτηρίνα (= είδος μυρωδάτης ρίγανης), β) βουζλιάνθ’ (= άνθος βουζουλιάς, κουφοξυλιάς), γ) άρμενον (=χαμομήλι), δ) τσ(ι)άι του βουνού και δ) φλαμούρ’ (= άνθος φλαμουριάς). Τη μυτηρίνα την έριχναν στα φαγητά τους για άρτυμα, ενώ τα υπόλοιπα βότανα τα χρησιμοποιούσαν για την παρασκευή αντίστοιχων αφεψημάτων.
Στη σημερινή εποχή λίγοι Γερμανιώτες βοτανίζουν, συνήθως οι άνω των 60 ετών που έχουν ανάλογα παιδικά βιώματα. Οι υπόλοιποι τ’ αγοράζουν από τη λαϊκή αγορά της Καστοριάς και απ’ τα παντοπωλεία. Δύο απ’ αυτούς που συγκόμισαν εφέτος βότανα (30 Μαΐου 2016), ανέβηκαν στο ασβεστολιθικό βουνό Πάσχος, και συγκεκριμένα στην περιοχή του εξοχικού ναού “Αναστάσεως του Κυρίου”, μάζεψαν το απαραίτητο τσάι, άκουσαν το μαγευτικό κελάηδημα, των πουλιών, θαύμασαν το επιτόπιο δάσος και είδαν και φωτογράφισαν τα πανέμορφα αγριολούλουδα της βουνοπλαγιάς. Μερικές απ’ τις φωτογραφίες που τράβηξαν συνοδεύουν το παρόν κείμενο.
Διάλογος δύο γυναικών του Γέρμα των παλαιών χρόνων.
– Αμόρ’ Γιαννουβιά (= γυναίκα του Γιάννη), έμασις ιφέτους τσιάι;
– Όχ(ι), μωρ΄ κυράκου (= σεβαστή κυρία), μέχρι τώρα δεν άδειασα. Ταχιά του προυί θα πάου να μάσου μι τ’ Χρήστινα (= γυναίκα του Χρήστου). Θα μάσουμι κι άρμινουν.
– Ταχιά θα πάου κι ιγώ να μάσου βουζλιάνθ’ κι μυτηρίνα μι ’ν Κούσιου (= Γλυκερία). Ου θκός μ’ (= ο σύζυγός μου) θ’ ανιβεί μιθαύριου στου λάκκου τ’ς Καλόγριας να μασ’ φλαμούρ’…