Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο προειδοποιεί για παραπλάνηση των καταναλωτών. Τι συμβαίνει με τις ετικέτες στα τρόφιμα στην Ελλάδα και στην ΕΕ.
Σε έκθεση που δημοσίευσε το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ), επισημαίνονται σοβαρά ζητήματα σχετικά με την επισήμανση τροφίμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ ειδική αναφορά γίνεται και στην Ελλάδα. Η χώρα μας, όπως και άλλα κράτη-μέλη, δεν έχει ορίσει ενιαίο φορέα για τον συντονισμό των ελέγχων, παρά τις σχετικές προβλέψεις της ευρωπαϊκής νομοθεσίας.
Επιπλέον, η Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες που δεν έχουν πραγματοποιήσει καμία κοινοποίηση παραβάσεων επισήμανσης τροφίμων μέσω των ευρωπαϊκών συστημάτων διοικητικής συνδρομής.
Η έκθεση επισημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι καταναλωτές βρίσκονται αντιμέτωποι με έναν «λαβύρινθο» ισχυρισμών, λογοτύπων και διαφημιστικών συνθημάτων, γεγονός που όχι μόνο προκαλεί σύγχυση αλλά και ενδέχεται να τους παραπλανήσει.
Παρότι οι ετικέτες τροφίμων έχουν σχεδιαστεί για να παρέχουν κρίσιμες πληροφορίες, όπως το περιεχόμενο και οι ιδιότητες των προϊόντων, συχνά χρησιμοποιούνται για εμπορικούς σκοπούς, υπερτονίζοντας πλεονεκτήματα όπως «υγιεινό», «βιολογικό» ή «χωρίς γλουτένη». Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο διαπιστώνει σημαντικά κενά στη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και ελλείψεις στους ελέγχους και στις κυρώσεις. Ειδικότερα, σημειώνεται ότι τα ευρωπαϊκά νομοθετικά πλαίσια δεν μπορούν να παρακολουθήσουν τη δημιουργικότητα των επιχειρήσεων στη σήμανση, αφήνοντας τους καταναλωτές εκτεθειμένους σε παραπλανητικά μηνύματα.
Οι ισχύουσες ρυθμίσεις δεν επαρκούν για να προστατεύσουν 450 εκατομμύρια καταναλωτές της ΕΕ από συχνά αβάσιμες ή υπερβολικές πληροφορίες. Η ΕΕ επιτρέπει τη χρήση ισχυρισμών διατροφής και υγείας ακόμα και σε προϊόντα πλούσια σε ζάχαρη, λιπαρά ή αλάτι. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι ενεργειακές μπάρες που διαφημίζονται ως «υψηλής περιεκτικότητας σε πρωτεΐνη», παρά την υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη. Παράλληλα, πολλοί ισχυρισμοί σχετικά με φυτικές ουσίες ή «φυτικά προϊόντα» παραμένουν νομικά μη ρυθμισμένοι και συχνά επιστημονικά ατεκμηρίωτοι.
Οι ετικέτες που απευθύνονται σε καταναλωτές με ειδικές διατροφικές ανάγκες, όπως τα άτομα με αλλεργίες, είναι συχνά ασαφείς. Για παράδειγμα, η χρήση προληπτικών επισημάνσεων όπως «μπορεί να περιέχει…» μπορεί να περιορίσει αδικαιολόγητα τις επιλογές τους. Το πρόβλημα είναι ιδιαίτερα έντονο για χορτοφάγους και βίγκαν, καθώς δεν υπάρχει επίσημος ορισμός των σχετικών προϊόντων σε επίπεδο ΕΕ.
Επιπλέον, τα συστήματα διατροφικής επισήμανσης, όπως τα Nutri-Score και NutrInform Battery, παραμένουν ασυντόνιστα μεταξύ των κρατών-μελών, με αποτέλεσμα να προκαλείται σύγχυση αντί να διευκολύνεται η επιλογή υγιεινών τροφίμων. Ο αυξανόμενος αριθμός προαιρετικών ισχυρισμών, όπως «φυσικό» ή «χωρίς αντιβιοτικά», αλλά και πρακτικές «πράσινου ξεπλύματος» με περιβαλλοντικούς ισχυρισμούς, εντείνουν τη σύγχυση. Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο αναγνωρίζει ότι οι ισχύοντες κανονισμοί δεν επαρκούν για να αποτρέψουν τέτοιες παραπλανητικές πρακτικές.
Παράλληλα, η εκπαίδευση των καταναλωτών για την ερμηνεία των ετικετών παραμένει χαμηλή προτεραιότητα. Στο διάστημα 2021-2025, η ΕΕ διέθεσε μόλις 5,5 εκατ. ευρώ για σχετικές εκστρατείες, ενώ οι εθνικές προσπάθειες ενημέρωσης παραμένουν σποραδικές. Η ασαφής σήμανση ημερομηνίας, όπως «ανάλωση έως» ή «ανάλωση κατά προτίμηση πριν από», αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα έλλειψης κατανόησης από τους καταναλωτές.
Στην Ελλάδα, όπως και σε πέντε ακόμα κράτη-μέλη, δεν έχει οριστεί ενιαίος φορέας για τον συντονισμό των ελέγχων, παρότι το απαιτεί η ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η χώρα καταγράφει επίσης μηδενικές κοινοποιήσεις για παραβάσεις επισήμανσης μέσω των ευρωπαϊκών συστημάτων, γεγονός που ενδέχεται να υποδεικνύει έλλειψη ελέγχων ή διαφορετική ερμηνεία των κανονισμών. Ανάλογες αδυναμίες έχουν καταγραφεί και σε άλλες χώρες, με το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο να ζητά καλύτερο συντονισμό για την εφαρμογή των κανόνων.