Η τελευταία γραπτή λέξη - OlaDeka

Η τελευταία γραπτή λέξη

Πρόσφατα, αρχαιολόγοι κατάφεραν να διαβάσουν την πρώτη φράση που γράφτηκε ποτέ με τη χρήση αλφαβήτου. Κάποιοι προβλέπουν ότι σύντομα θα ξέρουμε και την τελευταία. Ο ιστορικός κύκλος του γραπτού λόγου μπορεί και να έχει ήδη αρχίσει να κλείνει. 

Στις αρχές του Νοέμβρη του 2022 γράφτηκε ένα σημαντικό κεφάλαιο της ανθρώπινης Ιστορίας. Για την ακρίβεια, γράφτηκε το πρώτο κεφάλαιο της ανθρώπινης Ιστορίας, αφού μια ομάδα αρχαιολόγων ανακάλυψε την παλαιότερη φράση που αποτυπώθηκε ποτέ με τη χρήση αλφαβήτου. 

Τυπικά, η Ιστορία ενός λαού -κάθε λαού- ξεκινά όταν ανακαλύπτει τη γραφή. Οτιδήποτε δημιούργησε πριν τη γραφή, όλος ο πολιτισμός που πρόλαβε να χτίσει, να αναθεωρήσει ή να γκρεμίσει, περνά αυτομάτως στην προϊστορία από τη στιγμή που καταφέρνει να αποτυπώσει τη γλώσσα του με σύμβολα πάνω σε κάποια φυσική ή τεχνητή επιφάνεια. 

Οι αρχαιολόγοι και οι γλωσσολόγοι συμφωνούν -με βάση τις ανακαλύψεις που έχουν γίνει μέχρι σήμερα- ότι το αρχαιότερο αλφάβητο του κόσμου επινοήθηκε γύρω στο 1800 πΧ από σημιτικές φυλές οι οποίες εξέλιξαν και απλοποίησαν το σύστημα γραπτής επικοινωνίας των αρχαίων Αιγυπτίων. Το περίφημο χαναναϊκό αλφάβητο παρέμεινε σε αποκλειστική χρήση από τους τοπικούς πληθυσμούς για αρκετούς αιώνες, μέχρι την εποχή που το παρέλαβαν οι Φοίνικες και προέβησαν στις τροποποιήσεις που επέτρεψαν τη διάδοσή και την καθιέρωσή του σε όλη τη νοτιοανατολική Μεσόγειο της εποχής του Σιδήρου. Αυτό το αλφάβητο, των Φοινίκων, αποτέλεσε αργότερα τη βάση για το Αραμαϊκό, το Ελληνικό και το Λατινικό αλφάβητο, πάνω στα οποία χτίστηκαν οι περισσότερες ευρωπαϊκές γλώσσες, καθώς και οι αραβικές και μεσανατολικές. 

Στις αρχές του Νοέμβρη, οι αρχαιολόγοι και οι γλωσσολόγοι ανακάλυψαν μια φράση γραμμένη στο αρχαϊκό χαναναϊκό αλφάβητο η οποία κατά πάσα πιθανότητα είναι παλαιότερη απ’ όλες τις άλλες επιγραφές που έχουν έρθει στο φως. Μια φράση που αυτομάτως χαρακτηρίστηκε ως η πρώτη γραπτή πρόταση στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ήταν χαραγμένη πάνω σε μια χτένα και -κακώς ίσως- δεν ήταν αυτή που θα περιμέναμε. 

Οι πρώτες λέξεις

«Είδε αυτός ο χαυλιόδοντας να ξεριζώσει τις ψείρες από τα μαλλιά και τα γένια». Αυτή ήταν η φράση. Ένας Χαναναίος αρκετά εύπορος ώστε να προμηθευτεί μια εισαγόμενη χτένα από ελεφαντοστούν (δεν υπήρχαν ελέφαντες στη Γη Χαναάν την εποχή του Χαλκού) χάραξε πάνω της την αγωνία και την ευχή του: να απαλλαγεί από τις καταραμένες ψείρες που τον ταλαιπωρούσαν. 

Η χτένα έχει μήκος 3.5 εκατοστά και πλάτος 2.5 εκατοστά και ανακαλύφθηκε το 2107 από την ομάδα του καθηγητή αρχαιολογίας Γιόσεφ Γκαρφίνκελ στην ανασκαφή της αρχαίας Λαχίς, της δεύτερης πιο σημαντικής πόλης της Ιουδαίας κατά τη δεύτερη χιλιετία προ Χριστού. Οι προσπάθειες των αρχαιολόγων να τη χρονολογήσουν με άνθρακα 14 απέβησαν άκαρπες, αλλά υπολογίζεται ότι είναι ένα αντικείμενο που κατασκευάστηκε γύρω στο 1700 π.Χ. Τα δόντια της χτένας είναι σπασμένα, αλλά από τις ρίζες τους συμπεραίνουμε ότι είχε έξι μεγάλα και αραιά δόντια στη μία της πλευρά και 14 μικρά και πυκνά στην άλλη, τα οποία χρησίμευαν για την απομάκρυνση των ψειρών και των αυγών τους. Στην επιφάνεια της χτένας, μάλιστα, εντοπίστηκαν υπολείμματα από την εξωτερική μεμβράνη που καλύπτει τις ψείρες όταν ακόμα βρίσκονται στο στάδιο της νύμφης. 

Η επιγραφή παρατηρήθηκε από τους επιστήμονες μόλις τον περασμένο Δεκέμβρη και η μετάφρασή της δημοσιεύθηκε στις αρχές Νοεμβρίου στην Αρχαιολογική Επιθεώρηση της Ιερουσαλήμ. Αποτελείται από επτά λέξεις και σύμφωνα με τον δρ Γκαρφίνκελ, «αποτυπώνει μια πολύ ανθρώπινη κατάσταση. Ας μην ξεχνάμε ότι τότε δεν υπήρχαν σπρέι, φάρμακα και σαμπουάν για τις ψείρες. Η χτένα ήταν το μοναδικό όπλο των ανθρώπων στον πόλεμο με τα παράσιτα της κεφαλής». Για τον Κρίστοφερ Ρόλστον, καθηγητή σημιτικών γλωσσών στο πανεπιστήμιο Τζορτζ Ουάσιγκτον, «το γεγονός ότι η επιγραφή έχει να κάνει με την καθημερινή ζωή είναι πολύ συναρπαστικό. Μας υπενθυμίζει ότι οι ψείρες αποτελούν ένα διαχρονικό πρόβλημα για την ανθρωπότητα και μας διαβεβαιώνει ότι πρόκειται για έναν μπελά που απασχολούσε εξίσου τους πλούσιους και διάσημους του αρχαίου κόσμου. Οι περισσότερες χτένες εκείνης της περιόδου φτιάχνονταν από ξύλο ή κόκκαλα ζώων. Το ελεφαντόδοντο ήταν ένα εισαγόμενο είδος πολυτελείας το οποίο προοριζόταν μόνο για τους προνομιούχους». 

Κάποιοι ίσως διαφωνήσουν με τον καθηγητή Ρόλστον ως προς το πόσο συναρπαστικές είναι οι ψείρες, αλλά η σκέψη ότι απέναντί τους όλοι είμαστε ίσοι θα ανακουφίσει τους περισσότερους. Οι πλούσιοι και οι φτωχοί ξύνονται το ίδιο όταν τα κρανία τους γίνονται ξενιστές για αρθρόποδα, σ’ αυτά δεν χωράνε οπαδικά. Απ’ την άλλη, βέβαια, φαντάζει και κάπως απογοητευτικό το ότι η μήτρα της γραπτής γλώσσας -όλων των γλωσσών-  είναι μια ταπεινή επίκληση ενάντια στις ψείρες. Γι’ αυτό άραγε επινοήθηκε η γραφή; Για να κληροδοτηθούν στην αιωνιότητα ταπεινές, ανάξιες, ενίοτε και άβολες στιγμές της εκάστοτε ασήμαντης καθημερινότητας; Η απάντηση είναι «ναι» ή, εν πάσει περιπτώσει, «και ναι και όχι». Σε κάθε περίπτωση, η γραφή γεννήθηκε για πρακτικούς λόγους. Για να διευκολύνει την επικοινωνία και τις συνεννοήσεις ως επέκταση της ομιλίας, αλλά και για την καταγραφή αγαθών που διακινούνταν μέσω του εμπορίου ή αποθηκεύονταν σε κελάρια και αποταμιευτήρες. Στα σωζόμενα έπη της Μεσοποταμίας για τον Ένμερκαρ, αναφέρεται ότι ο μυθικός Σουμέριος βασιλιάς έγινε ο πρώτος που αποτύπωσε λέξεις σε πηλό, γιατί ο αγγελιοφόρος του δεν μπορούσε να μεταφέρει με ακρίβεια ένα μήνυμά του. 

Τρίγλωσση σφηνοειδής επιγραφή που εντοπίστηκε τέσσερα χιλιόμετρα δυτικά του Βαν και ενημερώνει τους υπηκόους του Ξέρξη για τα κατορθώματά του σε αρχαία Περσικά, Βαβυλωνιακά και Ελαμιτικά. 
By Bjørn Christian Tørrissen – Own work by uploader, http://bjornfree.com/galleries.html, CC BY-SA 3.0, https://commons.wikimedia.org/w/index.php?curid=8296178

Ακόμα και στα συστήματα γραφής που προηγήθηκαν του αλφαβήτου, στα εικονογλυφικά της Μεσοποταμίας, της αρχαίας Αιγύπτου και της Κίνας, οι πρώτες αποτυπώσεις αφορούν αγαθά πρώτης ανάγκης ή προορισμένα για εμπορική συναλλαγή. Οι Κιπού Καμαγιόκ, οι «γραφείς» των πολιτισμών της Μεσοαμερικής, αιώνες πριν την επινόηση των ιερογλυφικών των Ίνκας σημείωναν με κόμπους σε χοντρές κλωστές και κορδόνια τις ποσότητες των σιτηρών και άλλων ειδών που βρίσκονταν αποθηκευμένες σε ναούς και ανάκτορα. 

Ταπεινά, άλλωστε, ήταν και τα κίνητρα της επινόησης της γλώσσας αυτής καθαυτής, του προφορικού δηλαδή λόγου. Αυτό τουλάχιστον έδειξε η πιο εκτενής σχετική μελέτη που πραγματοποιήθηκε το 2013 από το πανεπιστήμιο του Ρέντινγκ. Η μέθοδος που ακολούθησαν οι γλωσσολόγοι του βρετανικού πανεπιστημίου είναι σίγουρα αμφιλεγόμενη, αλλά ποια μέθοδος θα μπορούσε να θεωρηθεί έγκυρη σε μια αναζήτηση για την αρχαιότερη λέξη του προφορικού λόγου; Στο Ρέντινγκ, τέλος πάντων, χρησιμοποίησαν ένα στατιστικό μοντέλο για να συγκρίνουν επτά ομάδες γλωσσών και να εντοπίσουν σ’ αυτές λέξεις που μοιάζουν ηχητικά κι έχουν το ίδιο ή παραπλήσιο νόμημα. Η έρευνα κατέληξε στην καταγραφή 23 «υπερσυντηρημένων» συγγενών λέξεων, οι οποίες εμφανίζονται με παραπλήσια συχνότητα σε τουλάχιστον τέσσερα από τα επτά γλωσσικά συστήματα που μελετήθηκαν. Για τους επιστήμονες, αυτές οι λέξεις είναι πολύ πιθανό να συγκαταλέγονται στις πρώτες που ξεστόμισαν ανθρώπινα όντα. Πρωτακούστηκαν στο τέλος της εποχής των παγετώνων, πριν από 15.000 χρόνια, και η ηχητική τους ομοιότητα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι μπορεί να προέρχονται από μια ενιαία πρωτοευρασιατική γλώσσα.  

Στον κατάλογο των πρώτων αυτών λέξεων υπάρχουν αντωνυμίες, αρνητικά και καταφατικά μόρια, αλλά και μερικές πιο συγκεκριμένες έννοιες όπως η «μητέρα», η «φωτιά», το «μαύρο», το «χέρι», οι «στάχτες». Οι γλωσσολόγοι του Ρέντινγκ συμπέραναν ότι οι πρώτες φράσεις που ειπώθηκαν από ανθρώπινα στόματα, όπως ακριβώς και οι πρώτες που γράφτηκαν από ανθρώπινα χέρια, αφορούσαν λειτουργικά ζητήματα ή προειδοποιήσεις για φωτιά, επίθεση ενός άγριου ζώου ή κάποιου είδος κίνδυνο. Τα έπη, το μέλος, τα επιγράμματα και τα ωραία μεγάλα λόγια μπήκαν στη γραμματεία μας πολύ αργότερα. Εν αρχή ήσαν οι λόγοι επιβίωσης.  

Η τελευταία λέξη

Στα σχεδόν 4000 χρόνια που έχουν παρέλθει από την επινόηση του πρώτου συστήματος γραφής, η γραφή εξελίχθηκε με συναρπαστικούς τρόπους και προς απίθανες κατευθύνσεις και αποτέλεσε το βασικό εργαλείο για τη δημιουργία του πνευματικού πολιτισμού, για την απογείωση του υλικού πολιτισμού, ενώ ευθύνεται αποκλειστικά για τη δημιουργία του συλλογικού συνειδητού της ανθρωπότητας. Είμαστε άνθρωποι γιατί κουβαλάμε την κληρονομιά των ανθρώπων που υπήρξαν πριν από μας. 

“Στα 4000 χρόνια από το πρώτο σύστημα γραφής η γραπτή γλώσσα δεν ακολούθησε γραμμική πορεία και η δική μας εποχή είναι μια ακόμα σοβαρής δοκιμασίας της”

Σε όλο αυτό το διάστημα, η γραπτή γλώσσα δεν ακολούθησε γραμμική πορεία. Πέρασε τα πάνω της και τα κάτω της και γνώρισε περιόδους φοβερής παρακμής ακόμα και μετά τη διάδοση και την καθιέρωσή της ως το απόλυτο εργαλείο επίδειξης της ανθρώπινης σκέψης και ικανότητας. Στον ευρωπαϊκό Μεσαίωνα για παράδειγμα, η φιλολογική και λογοτεχνική παραγωγή ήταν σαφώς μικρότερης έκτασης και μικρότερου ποιοτικού μεγέθους απ’ ό,τι στα κλασικά, στα ελληνιστικά ή στα ρωμαϊκά χρόνια. 

Και η δική μας εποχή είναι απ’ αυτές που υποβάλλουν τον γραπτό λόγο σε σοβαρή δοκιμασία. Η εικόνα κερδίζει συνεχώς έδαφος στο κρίσιμο πεδίο της αφήγησης (το ποτάμι του streaming έχει πλημμυρίσει τα πάντα και δεν φαίνεται να γυρίζει πίσω), ενώ πλέον απειλείται σοβαρά η πρωτοκαθεδρία της γραφής ακόμα και στον θεμελιώδη τομέα της γραπτής επικοινωνίας. Emoji και GIF έχουν ενταχθεί οργανικά στην καθημερινή μας ανταλλαγή μηνυμάτων, ενώ τα φωνητικά μηνύματα έχουν ήδη βολέψει όλους όσοι περνούν πολλές ώρες στο αυτοκίνητό τους ή απλώς βαριούνται να πληκτρολογούν στο κινητό ή το tablet τους. 

Ήδη, αρκετοί διακεκριμένοι γλωσσολόγοι και κοινωνιολόγοι έχουν προειδοποιήσει (κάποιοι και σε δραματικούς τόνους) ότι η γραφή βρίσκεται σήμερα σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Ο Γάλλος φιλόσοφος Νταν Σπερμπέρ τόλμησε να εκτιμήσει μόλις τον Οκτώβρη του 2001, σε συνέδριο που συνδιοργάνωσε η Ευρωπαϊκή Ένωση με το Ίδρυμα Πομπιντού, ότι «η επανάσταση της πληροφορίας και η τεχνολογία των επικοινωνιών ίσως καταστήσουν -σύντομα κιόλας- τη γραφή ένα απολίθωμα του παρελθόντος». Στην εισήγησή του σε εκείνο το συνέδριο, ο Σπερμπέρ υπογράμμισε ότι δεν «προφητεύει» κάποιο μακάβριο τέλος για τη γλώσσα συνολικά, αλλά ότι απλώς προβάλλει στο μέλλον τα στοιχεία που μας παρέχουν τα εργαλεία που έχουν αναπτυχθεί για τη μελέτη των γνωστικών και κοινωνικών επιστημών. 

Άλλοι, όπως ο Ουίλιαμ Κρόσμαν (φιλόσοφος και συγγραφέας του βιβλίου «Η Επερχόμενη Εποχή των Ομιλούντων Υπολογιστών»), προοιωνίζονται το οριστικό τέλος όχι μόνο της γραφής όσο και της ανάγνωσης. «Οι ιστορικοί του μέλλοντος θα αντιμετωπίζουν και τις δύο αυτές πρακτικές σαν μια παρένθεση στην ανθρώπινη Ιστορία», σημειώνει εμφατικά, διευκρινίζοντας πως «Όταν θα μπορούμε όλοι να έχουμε πρόσβαση σε τράπεζες προφορικο-ακουστικών πληροφοριών, οι ομιλούντες υπολογιστές θα καταστήσουν δυνατή την αντικατάσταση του συνόλου της γραπτής γλώσσας από την ομιλούμενη γλώσσα». Το πόνημα του Κρόσμαν εκδόθηκε το 1999, όταν ακόμα δεν υπήρχαν μετατροπείς φωνής σε κείμενο, οπότε κατά τα γραφόμενά του σήμερα έχουμε ήδη κάνει ένα σημαντικό βήμα προς αυτό το άγραφο μέλλον. Όπως περιέγραφε τότε, «σύντομα θα μπορούμε να αποθηκεύουμε και να ανασύρουμε πληροφορίες μιλώντας, ακούγοντας και βλέποντας εικόνες και γραφικά – όχι κείμενα. Όλο αυτό θα μοιάζει με γιγάντιο βήμα προς το παρελθόν, αφού κατά κάποιον τρόπο θα επιστρέψουμε στον προφορικό πολιτισμό, με τη διαφορά ότι αυτός πλέον θα στηρίζεται στα στιβαρά και αποτελεσματικά θεμέλια της τεχνολογίας». 

Ο Γάλλος φιλόσοφος και διαπρεπής ερευνητής στο πεδίο της γνωστικής ανθρωπολογίας, Νταν Σπερμπέρ

Η επιχειρηματολογία όσων διαβλέπουν ένα κοντινό ή μακρινό τέλος της γραφής στηρίζεται στο ότι είναι μια αρκετά δύσκολη επίκτητη ιδιότητα που προϋποθέτει διδασκαλία. Τα παιδιά μαθαίνουν να μιλούν μόνα τους. Δεν χρειάζεται να πάμε στο σχολείο για να κατακτήσουμε την ομιλία, ο προφορικός λόγος ενυπάρχει μέσα μας ως προδιάθεση. Ο γραπτός λόγος, αντίθετα, είναι ένα τεχνητό σύστημα αποτύπωσης της ομιλίας που διέπεται από κανόνες που απαιτούν εκμάθηση, απομνημόνευση και εξάσκηση. Οι άνθρωποι μιλούσαν κι επικοινωνούσαν προφορικά πολλές χιλιετίες πριν την επινόηση της γραφής. Και για αρκετούς αιώνες μετά την επινόησή της, η γραφή (και κατά συνέπεια η ανάγνωση) ήταν κάτι που αφορούσε πολύ λίγους. Την ελίτ, τους προνομιούχους ή τους επαγγελματίες της εξειδικευμένης συντεχνίας: γραφείς, γραμματείς, λειτουργούς του κράτους κλπ. Η καταπολέμηση του αναλφαβητισμού είναι ένας στόχος που τέθηκε πρόσφατα μόλις από τις κοινωνίες και κανείς δεν μπορεί να καυχηθεί ότι έχει επιτευχθεί 100%. Ακόμα και σήμερα υπάρχουν σύγχρονα κράτη, που συγκαταλέγονται στον ανεπτυγμένο κόσμο, με σοκαριστικά ποσοστά αναλφαβητισμού στον πληθυσμό τους.  

Η ιστορική κοινωνιολογία έχει συμπεράνει ότι η γραφή και η ανάγνωση διαδόθηκαν για δύο βασικούς λόγους: Επειδή στο πέρασμα των αιώνων αποδείχθηκε ότι ήταν δεξιότητες που τα οφέλη τους ήταν σημαντικότερα από το κόστος της απόκτησής τους για όλο και περισσότερους ανθρώπους. Κι επειδή το κόστος τους σταματά στην εκμάθηση. Από εκεί και πέρα, η χρήση τους είναι δωρεάν και μπορεί να γίνεται στο διηνεκές, παράλληλα με άλλες δραστηριότητες. Αν αυτός ο λόγος οφέλους – κόστους ανατραπεί ή τείνει να γίνει οριακός, οι άνθρωποι θα αρχίσουν να γράφουν και να διαβάζουν λιγότερο. Αυτό ακριβώς συνέβαινε στην αρχαιότητα, όταν οι επιγραφές χαράσσονταν σε πέτρες ή σε πηλό και αυτό μπορεί να ξανασυμβεί αν οι άνθρωποι αρχίσουν να χρησιμοποιούν λιγότερο τη γραφή: θα παράγονται λιγότερα κείμενα και -συνεπώς- θα λιγοστέψουν και οι αναγνώστες τους. 

Τα φωνητικά μηνύματα είναι ένας τρόπος για να παράγονται λιγότερα κείμενα. Οι μετατροπείς της φωνής σε κείμενο είναι ένας τρόπος να παράγονται πολλά κείμενα, αλλά χωρίς τη διαμεσολάβηση της γραφής. Η υπαγόρευση, ας μην ξεχνάμε, είναι μια προαιώνια πρακτική που επιβιώνει ως τις μέρες μας, είτε για λόγους ταχύτητας, είτε ως επιβολή εξουσίας (ο διευθυντής υπαγορεύει στη γραμματέα του), είτε ως αναγκαιότητα (ο Μίλτον υπαγόρευσε τον αριστουργηματικό «Χαμένο Παράδεισο» όταν πλέον είχε χάσει την όρασή του). Όταν η τεχνολογία μετατροπής της φωνής σε κείμενο και του κειμένου σε φωνή τελειοποιηθεί, τα οφέλη της γραφής θα έχουν πρακτικά εξανεμιστεί. Η μετατρεπόμενη ομιλία θα κάνει όλες τις δουλειές του κειμένου και μάλιστα πιο γρήγορα και χωρίς κόπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν ήδη οι συσκευές που λειτουργούν με φωνητικές εντολές. Είναι απλώς θέμα χρόνου όλα τα μηχανήματα και τα εργαλεία να αποκτήσουν αυτήν τη δυνατότητα.

“Τα είδη γραφής που είναι πιο πιθανό να επιβιώσουν είναι τα δύο άκρα της: η απλοϊκή και η περίπλοκη”

Αυτό που υποστηρίζει ο Σπερμπέρ είναι ότι σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον η γραφή δεν αποκλείεται να καταλήξει μια περιττή δεξιότητα, η απόκτηση της οποίας θα προϋποθέτει πάντα ένα σημαντικό οικονομικό και χρονικό κόστος (διδασκαλία – εκμάθηση). Γραπτά κείμενα βεβαίως θα συνεχίσουν να υπάρχουν για πολύ καιρό, μπορεί και για πάντα, αλλά θα προορίζονται για δύο μόνο χρήσεις. Η πρώτη είναι η σηματοδότηση δρόμων και η αποτύπωση ενδείξεων, οδηγιών κλπ και θα αφορά τον γενικό πληθυσμό: Μια πινακίδα μπορεί να πιάνει χώρο, αλλά διαβάζεται πιο γρήγορα απ’ ό,τι ακούγεται και βοηθά στον περιορισμό της ηχορύπανσης και στην πρόκληση χασμωδίας (φανταστείτε πόσες φορές θα έπρεπε να ακούγεται ένα «Stop» που απευθύνεται σε πεζούς που θέλουν να διασχίσουν έναν πολυσύχναστο δρόμο σε ώρα αιχμής). Εξυπακούεται ότι αυτό το τυπικό γράψιμο μπορούν να το κάνουν οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές, επιτρέποντας στον γενικό πληθυσμό να γλιτώσει την εκμάθηση της γραφής και να περιοριστεί στην απόκτηση της δεξιότητας της ανάγνωσης, η οποία είναι και πιο εύκολη και πιο χρήσιμη. Εννοείται, επίσης, ότι στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη κοινωνία τα σύμβολα και οι εικόνες θα αντικαθιστούν καθημερινά όλο και περισσότερες λέξεις που προορίζονται για δημόσια χρήση, αφού ως κώδικες είναι πιο εύκολα αναγνωρίσιμοι από ανθρώπους που συνυπάρχουν στο ίδιο μέρος αλλά προέρχονται από διαφορετικές κουλτούρες. 

Το δεύτερο είδος γραφής που μπορεί να επιβιώσει μαζί με την πολύ απλοϊκή, είναι η πολύ περίπλοκη – η ποίηση και η λογοτεχνία. Αυτό, γιατί ο βαθμός δυσκολίας που έτσι κι αλλιώς έχει το γράψιμο και ο χρόνος που απαιτείται για την πραγματοποίηση της διαδικασίας της γραφής, επιτρέπουν στους συγγραφείς (και την ίδια στιγμή τους «αναγκάζουν») να επενδύουν περισσότερη σκέψη και συγκέντρωση στον Λόγο τους, κάτι το οποίο εν προκειμένω είναι και το ζητούμενο. Εννοείται ότι αυτού του είδους η γραφή και η ανάγνωση θα αφορούν στο πέρασμα των γενεών όλο και λιγότερους. Τους πιο προνομιούχους, ίσως. Αυτούς που θα έχουν τα χρήματα αλλά και την πολυτέλεια του χρόνου να διδαχθούν και να απολαύσουν την υψηλή γραφή και ανάγνωση. 

Αν συμβούν όλα αυτά, αν όντως το γράψιμο αντικατασταθεί ολοκληρωτικά από ψηφιακά εργαλεία αμφίδρομης μετατροπής της φωνής, η γραφή θα συνεχίσει μεν να υπάρχει, αλλά θα υποβιβαστεί σε κάποιου είδους «γλώσσα μηχανής». Άγνωστη στους πολλούς, θα λειτουργεί σαν κώδικας προγραμματισμού ο οποίος θα μεσολαβεί στη μετατροπή των φωνητικών εντολών σε γράμματα ή εικόνες και τούμπαλιν. Ως δεξιότητα, θα επιστρέψει στα χέρια της ελίτ, των προνομιούχων και των ιερατείων που θα κατέχουν την υψηλή χρήση της και στη συντεχνία των γραφέων / προγραμματιστών που θα εκτελούν τις ταπεινές της λειτουργίες. 

Και κατά κάποιον τρόπο θα ολοκληρώσει έναν τέλειο κύκλο. 

Και δεν αποκλείεται καθόλου οι τελευταίες γραπτές λέξεις να θυμίζουν τις πρώτες. Θα προειδοποιούν, θα προτρέπουν, θα αποτρέπουν και θα δίνουν απλές οδηγίες. «Είσοδος». «Έξοδος». «Προσοχή Κίνδυνος!». «Στοπ». «Για μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην εξολόθρευση των φθειρών αφήστε το σαμπουάν σε υγρά μαλλιά για περίπου 15 λεπτά». 

Πηγή

Κοινοποίηση
recurring
Σας αρέσει το OlaDeka?
Κάντε μας like στο Facebook!
Κλείσιμο
Ola Deka Kastoria