Άλλη μια σειρά από σοβαρές επιπτώσεις προκύπτουν από τη λοίμωξη με COVID-19 όπως προκύπτει σύμφωνα με νέα ερευνητικά δεδομένα. Ποιο το διάστημα κινδύνου και ποιοι οι ευάλωτοι ασθενείς
Σοβαρούς κινδύνους υγείας, που απορρέουν από την λοίμωξη με κορονοϊό, έφερε στο φως νέα έρευνα της UK Biobank, σύμφωνα με την οποία η νόσηση αυξάνει σοβαρά τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων, αλλά και θανάτου. Τα νέα ευρήματα δημοσιεύθηκαν στο Heart.
Σύμφωνα με τα βασικά συμπεράσματα της μελέτης, ο κίνδυνος είναι ιδιαίτερα αυξημένος τις πρώτες 30 ημέρες από τη μόλυνση και κυρίως για όσους νόσησαν αρκετά σοβαρά, ώστε να χρειαστούν νοσηλεία. Οι ερευνητές, ωστόσο, επισημαίνουν ότι ο κίνδυνος παραμένει για όλους όσους νόσησαν, αλλά και για αρκετό χρονικό διάστημα μετά τη λοίμωξη.
Για να διερευνήσουν περαιτέρω τις δυνητικές επιπτώσεις που επιφέρει στην υγεία η μόλυνση από τον κορωνοϊό, οι ερευνητές μελέτησαν τις περιπτώσεις 53.613 ανθρώπων, αντλώντας δεδομένα από την Biobank του Ηνωμένου Βασιλείου, η οποία παρακολουθεί την υγεία και την επιβίωση των συμμετεχόντων μέσω ιατρικών αρχείων και δεδομένων καταγραφής θανάτου.
Εξ αυτών:
- 17.871 διαγνώστηκαν με COVID-19 μεταξύ Μαρτίου 2020 – Μαρτίου 2021
- 35.742 δεν είχαν διαγνωστεί
Μεταξύ των διεγνωσμένων με COVID-19 περιλαμβάνονταν περισσότεροι άνδρες, άνθρωποι με λιγότερη ευημερία και φτωχότερα καρδιομεταβολικά προφίλ.
Από τις 17.871 περιπτώσεις COVID-19:
- 2.701 νοσηλεύθηκαν εξαιτίας του κορωνοϊού,
- 866 είχαν κορωνοϊό, αλλά νοσηλεύθηκαν για άλλη πάθηση και
- 14.304 δεν χρειάστηκαν νοσοκομειακή περίθαλψη.
Όλοι οι συμμετέχοντες παρακολουθήθηκαν κατά μέσο όρο για 141 ημέρες, μέχρι να προκύψει καρδιαγγειακό πρόβλημα, θάνατος ή μέχρι το τέλος Μαρτίου 2021.
Εξετάστηκαν οι ακόλουθοι παράγοντες καρδιαγγειακής υγείας:
- Καρδιακή προσβολή,
- Εγκεφαλικό επεισόδιο,
- Συγκοπή,
- Κολπική μαρμαρυγή,
- Θρόμβος,
- Περικαρδίτιδα,
- Θάνατος από οποιαδήποτε αιτία και
- Θάνατος από καρδιαγγειακή ή ισχαιμική νόσο
Η έρευνα κατέληξε στα εξής συμπεράσματα:
- Όσοι μολύνθηκαν με COVID-19 χωρίς να χρειαστούν νοσηλεία είχαν σχεδόν 3 φορές περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν θρόμβο και περισσότερες από 10 φορές αυξημένο κίνδυνο θανάτου από οποιαδήποτε αιτία συγκριτικά με όσους δεν νόσησαν
- Όσοι μολύνθηκαν με COVID-19 και χρειάστηκαν νοσηλεία διέτρεχαν υψηλότερο κίνδυνο για όλους τους παράγοντες υγείας που εξετάστηκαν, ανεξάρτητα από δυνητικά σημαντικούς δημογραφικούς και καρδιομεταβολικούς παράγοντες.
Συγκεκριμένα, όσοι νοσηλεύθηκαν εξαιτίας της COVID-19 είχαν:
- Πάνω από 27 φορές περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν θρόμβωση,
- Πάνω από 21,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να διαγνωστούν με καρδιακή ανεπάρκεια
- 17,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να πάθουν εγκεφαλικό επεισόδιο
- 15 φορές υψηλότερο κίνδυνο κολπικής μαρμαρυγής
- 14 φορές αυξημένο κίνδυνο περικαρδίτιδας
- 10 φορές μεγαλύτερη απειλή καρδιακής προσβολής
Όσοι είχαν COVID-19, αλλά νοσηλεύθηκαν για άλλους λόγους, αντιμετώπιζαν επίσης αυξημένο κίνδυνο σε όλους τους εξεταζόμενους παράγοντες υγείας, συγκριτικά με εκείνους που δεν είχαν κολλήσει τον ιό. Οι ασθενείς αυτοί αντιμετώπιζαν χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου από οποιαδήποτε αιτία συγκριτικά με αυτούς νοσηλεύθηκαν για την COVID-19, αλλά υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από καρδιοπάθεια. Όπως εξηγούν οι ερευνητές, αυτό πιθανότατα σχετίζεται με τον αρχικό λόγο νοσηλείας και όχι με την COVID-19.
Δεν αποτελεί έκπληξη ότι τα ποσοστά θανάτων ήταν υψηλότερα σε όσους μολύνθηκαν από την COVID-19: Όσοι νοσηλεύθηκαν εξαιτίας της COVID-19 αντιμετώπιζαν 118 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου συγκριτικά με όσους δεν χρειάστηκαν νοσοκομειακή περίθαλψη, ενώ εκείνοι που είχαν COVID-19, αλλά νοσηλεύθηκαν για άλλο λόγο διέτρεχαν 64 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο θανάτου.
Η μελέτη διαπίστωσε, επιπλέον, ότι οι περισσότερες διαγνώσεις καρδιαγγειακής νόσου εμφανίζονταν εντός των πρώτων 30 ημερών μετά τη μόλυνση και κυρίως σε εκείνους που νοσηλεύθηκαν εξαιτίας του κορωνοϊού. Ωστόσο, ο αυξημένος κίνδυνος παρέμενε πέραν των 30 ημερών, αν και σε μικρότερο βαθμό.
Η εν λόγω μελέτη ήταν παρατηρητική, επομένως δεν μπορούν να εξαχθούν οριστικά συμπεράσματα σχετικά με την αιτία και το αποτέλεσμα. Επιπλέον, περιέλαβε μερικά επιλεγμένα αποτελέσματα υγείας, χωρίς να εξετάσει τη σοβαρότητα της COVID-19. Στην έρευνα δεν συμπεριλήφθηκαν, επίσης, άλλοι πιθανώς σημαντικοί παράγοντες, όπως ο αντίκτυπος του εμβολιασμού, οι νέες μεταλλάξεις του ιού, αλλά και οι επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις.
Οι ερευνητές σημειώνουν: «Οι μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της λοίμωξης με COVID-19 αναδεικνύονται ως κυρίαρχη ανησυχία για τη δημόσια υγεία. Τα ευρήματά μας υπογραμμίζουν τον αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο ατόμων που νόσησαν, ο οποίος είναι μάλιστα πιθανό να είναι μεγαλύτερος σε χώρες με περιορισμένη πρόσβαση στον εμβολιασμό και, επομένως, μεγαλύτερη έκθεση του πληθυσμού στη νόσο. Τέτοιοι κίνδυνοι περιορίζονται σχεδόν εξ ολοκλήρου σε όσους έχουν υποκείμενα νοσήματα που απαιτούν νοσηλεία και είναι υψηλότεροι στην πρώιμη περίοδο μετά τη μόλυνση ».