Άνοιξε νέος «πόλεμος» για το χρέος: Βιώσιμο ή θα χρειασθεί «κούρεμα»; - OlaDeka

Άνοιξε νέος «πόλεμος» για το χρέος: Βιώσιμο ή θα χρειασθεί «κούρεμα»;

Οι απαισιόδοξες προβλέψεις από τον Πόουλ Τόμσεν και η απάντηση από Έλληνες και Ευρωπαίους αξιωματούχους. Η νέα ανάλυση βιωσιμότητας χρέους από την Κομισιόν και τα μεγάλα βάρη από την πανδημία.

Θα είναι βιώσιμο το ελληνικό χρέος μετά την πανδημία, ή θα χρειασθεί και πάλι ένα μια αναδιάρθρωση ή «κούρεμα», σε συνεννόηση με τους Ευρωπαίους πιστωτές της χώρας; Αυτό το ερώτημα, υπό φως των νέων δεδομένων που έχει δημιουργήσει η πανδημία, ήλθε χθες στο προσκήνιο και επανέφερε μνήμες από την εποχή της σκληρής διαμάχης της Ευρώπης με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για τη βιωσιμότητα του χρέους. Μάλιστα, η συζήτηση αυτή ανοίγει μερικές εβδομάδες πριν αρχίσει η Κομισιόν τη δύσκολη άσκηση της επικαιροποίησης της ανάλυσης βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους.

Η συζήτηση για το ελληνικό χρέος φαινόταν να έχει κλείσει το καλοκαίρι του 2018, όταν, με την έξοδο της χώρας από το μνημόνιο, συμφωνήθηκαν με τους Ευρωπαίους και οι όροι για την ελάφρυνσή του. Ακόμη και μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, παρότι το έλλειμμα εκτινάχθηκε στα ύψη και το χρέος ξεπέρασε το 200% του ΑΕΠ το 2020, η γενική χαλάρωση των δημοσιονομικών κανόνων στην Ευρώπη και η καταλυτική παρέμβαση της ΕΚΤ που έφερε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα το κόστος δανεισμού του Δημοσίου, απομάκρυναν τις ανησυχίες για το χρέος και τη μελλοντική του εξυπηρέτηση.

Σε χθεσινή εκδήλωση του Economist για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, όμως, η διαμάχη για το ελληνικό χρέος αναζωπυρώθηκε. Ο Πόουλ Τόμσεν, μέχρι τον περασμένο Αύγουστο επικεφαλής του ευρωπαϊκού τομέα του ΔΝΤ και αρχιτέκτονας του προγράμματος σταθεροποίησης που εφαρμόσθηκε από το 2010 στην Ελλάδα, προέβλεψε με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο ότι μετά την πανδημία η Ελλάδα θα χρειασθεί, αργά ή γρήγορα, άλλη μια αναδιάρθρωση χρέους, ερχόμενος σε πλήρη αντίθεση με Έλληνες και Ευρωπαίους αξιωματούχους που τόνισαν, στο πλαίσιο της ίδιας εκδήλωσης, ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο.

Σε πάνελ όπου είχε απέναντί του τον πρώην πρόεδρο του Euro Working Group, Τόμας Βίζερ, που χειρίσθηκε από ευρωπαϊκής πλευράς τα προγράμματα σταθεροποίησης της Ελλάδας για μεγάλη χρονική περίοδο, ο Τόμσεν εμφανίσθηκε εξαιρετικά απαισιόδοξος, όπως είπε, «για την ευημερία της Ελλάδας στην ευρωζώνη». Αναφερόμενος στη βιωσιμότητα του χρέους, χαρακτήρισε «εσφαλμένες και άσχετες» τις αναλύσεις βιωσιμότητας που γίνονται από την Κομισιόν, τονίζοντας ότι ο στόχος τους είναι να δείξουν ότι σε ένα πολύ μακρινό ορίζοντα το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο, βασιζόμενες σε υπερβολικά αισιόδοξες παραδοχές για την ανάπτυξη, που δεν είναι συνεπείς με την πραγματικότητα, όσον αφορά την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων.

Σύμφωνα με την εκτίμηση του Δανού οικονομολόγου, μετά την πανδημία η Ευρώπη θα βρεθεί, αργά ή γρήγορα, μπροστά σε μια νέα κρίση χρέους, καθώς χώρες όπως η Ιταλία, ή ακόμη και η Γαλλία θα έχουν σωρεύσει υπερβολικά χρέη. Θα υπάρξουν μεγάλες πιέσεις, όπως είπε, για να διαγραφεί το χρέος που δημιουργήθηκε στην περίοδο της πανδημίας και βρίσκεται στο χαρτοφυλάκιο της ΕΚΤ και ήδη από την Ιταλία ασκούνται τέτοιες πιέσεις. Επιπλέον, το Ταμείο Ανάκαμψης θα αυξήσει ακόμη περισσότερο τα χρέη των κρατών. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Τόμσεν είπε ότι η Ελλάδα θα είναι μια «καθιστή πάπια» που απλώς θα περιμένει την επόμενη κρίση. Οι πιστωτές του ιδιωτικού τομέα γνωρίζουν ότι αυτό θα συμβεί, αλλά δεν τους απασχολεί επειδή γνωρίζουν, επίσης, ότι θα διασωθούν μέσα από μια νέα παρέμβαση των ευρωπαϊκών θεσμών, είπε χαρακτηριστικά ο Τόμσεν.

Εξηγώντας τις απαισιόδοξες εκτιμήσεις του για τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας εντός ευρωζώνης και για τη βιωσιμότητα του χρέους, ο Τόμσεν τόνισε την αρνητική επίδραση που ασκεί στην οικονομία η πελατειακή οργάνωση του κράτους, αλλά και το γεγονός ότι, όπως είπε, η Ελλάδα έχει βορειοευρωπαϊκές συντάξεις με νοτιοευρωπαϊκό οικονομικό σύστημα, όπου δεν φορολογείται η μεσαία τάξη, κάτι που δημιουργεί θεμελιώδεις ανισορροπίες.

Ο Τόμας Βίζερ δεν συμμερίσθηκε την απαισιοδοξία του Τόμσεν, αλλά αρνήθηκε να σχολιάσει τις προβλέψεις του για νέα αναδιάρθρωση του χρέους. Νωρίτερα, όμως, στην ίδια εκδήλωση, την «απάντηση» της ευρωπαϊκής πλευράς για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους είχε δώσει ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Ρολφ Στράουχ, υπογραμμίζοντας ότι από τις αναλύσεις που έχει κάνει ο ESM, ακόμη και με σενάρια αυξημένων επιτοκίων στο μέλλον, έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο.

Από την πλευρά του, ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θόδωρος Σκυλακάκης επισήμανε ότι είναι διασφαλισμένο το χαμηλό κόστος αποπληρωμής του χρέους. Σημείωσε ότι, αν και επικρατεί αβεβαιότητα για το δημοσιονομικό πλαίσιο που θα ισχύσει στην Ευρώπη μετά τη λήξη της αναστολής των δημοσιονομικών κανόνων, πρόθεση της κυβέρνησης είναι να τηρήσει τους στόχους που θα αποφασισθούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τηρώντας μια δημοσιονομικά υπεύθυνη στάση.

Ο Δημήτρης Τσάκωνας, γενικός διευθυντής του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, εξήγησε από την πλευρά του τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχει το ελληνικό χρέος, όσον αφορά τη διάρκεια και επιτόκια, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η εξυπηρέτησή του θα είναι δυνατή ανεξάρτητα από το δείκτη χρέους / ΑΕΠ. «Είναι σχετικά αδιάφορος ο δείκτης χρέους», είπε χαρακτηριστικά. Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Κόλιν Έλις από τον οίκο Moody’s σημείωσε ότι το χρέος της Ελλάδας έχει μοναδικά χαρακτηριστικά, ενώ το ζήτημα της βιωσιμότητας θα μας απασχολήσει πολύ αργότερα. «Οι Ευρωπαίοι εταίροι είναι ευτυχείς να προσφέρουν διευκολύνσεις στην Ελλάδα και όσο δεν χρειάζεται να επιβαρυνθούν οι ιδιώτες πιστωτές για μας είναι όλα καλά», όπως είπε χαρακτηριστικά.

Η νέα ανάλυση βιωσιμότητας: Λεπτή ισορροπία

Η συζήτηση για το ελληνικό χρέος και τη βιωσιμότητά του δεν έχει μόνο θεωρητικό χαρακτήρα, αφού μέσα στις επόμενες εβδομάδες θα είναι υποχρεωμένοι να ανοίξουν ξανά το κεφάλαιο «ελληνικό χρέος» οι τεχνοκράτες της Κομισιόν και να επικαιροποιήσουν την ανάλυση βιωσιμότητας, στο πλαίσιο της 10ης μεταμνημονιακής αξιολόγησης, από την οποία μάλιστα αναμένεται, καλώς εχόντων των πραγμάτων, να αποδεσμευθούν τα επόμενα μέτρα ελάφρυνσης χρέους, ύψους 644 εκατ. ευρώ (κυρίως επιστροφές κερδών από τις κεντρικές τράπεζες).

Η άσκηση αυτή δεν αναμένεται να καταλήξει σε κάποιο σοκ, δηλαδή σε ένα συμπέρασμα που θα αμφισβητεί τη βιωσιμότητα του χρέους, αφενός γιατί τα χαμηλότερα κόστη δανεισμού της χώρας εξισορροπούν, σε κάποιο βαθμό, τη διόγκωση των ελλειμμάτων που έχει ήδη συντελεσθεί και τις αναμενόμενες χειρότερες από τις αρχικές εκτιμήσεις μελλοντικές δημοσιονομικές επιδόσεις. Αφετέρου, γιατί οι τεχνοκράτες της Κομισιόν έχουν σοβαρούς πολιτικούς λόγους να καταλήξουν σε ένα θετικό συμπέρασμα, ώστε να μην ανοίξει τώρα μια επικίνδυνη συζήτηση για το ελληνικό χρέος.

Πάντως, ήδη από την ανάλυση βιωσιμότητας που είχε γίνει στα τέλη του 2020, στο πλαίσιο της 8ης αξιολόγησης, φαινόταν ότι η κρίση της πανδημίας και οι αλλαγές στις βασικές παραδοχές για τα οικονομικά και δημοσιονομικά μεγέθη είχαν επιβαρύνει αρκετά τα αποτελέσματα της ανάλυσης βιωσιμότητας. Είναι χαρακτηριστικό ότι, όπως φαίνεται στον πίνακα που εμφανίζει τις επιβαρύνσεις των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας, οι οποίες αποτελούν και το κρισιμότερο θέμα της ανάλυσης βιωσιμότητας και θεωρείται ότι δεν πρέπει να ξεπερνούν το 15% του ΑΕΠ, η επιδείνωση στα πεδία της ανάπτυξης και του πρωτογενούς δημοσιονομικού ισοζυγίου προκαλεί αρκετά προβλήματα.

Ειδικότερα, για το 2020 προβλεπόταν στην προηγούμενη ανάλυση (στο πλαίσιο της πέμπτης αξιολόγησης, πριν την πανδημία) ότι οι χρηματοδοτικές ανάγκες θα έφθαναν το 7,9% του ΑΕΠ, αλλά με βάση τις νέες παραδοχές εκτινάχθηκαν στο 20,1% του ΑΕΠ. Για το 2021, από το 4,8% ανεβαίνουν τρεις φορές υψηλότερα, στο 15,9%. Διατηρούνται επίσης πάνω από το «όριο ασφαλείας» του 15% το 2022, για να υποχωρήσουν χαμηλότερα το 2023 και 2024. Σε όλες τις περιπτώσεις, όμως, ως το 2040 οι δανειακές ανάγκες είναι υψηλότερες, σε σύγκριση με τις εκτιμώμενες πριν το ξέσπασμα της πανδημίας.

Οι δανειακές ανάγκες πριν και μετά την πανδημία (πηγή: 8η έκθεση αξιολόγησης)

GFN

Σε ό,τι αφορά το δείκτη χρέους, η επίδραση της πανδημίας είναι επίσης καταλυτική. Όπως φαίνεται στον πίνακα, για το 2020 το χρέος «φουσκώνει» από 165,5% του ΑΕΠ στο 207,1%. Αντίστοιχα, το 2021 ανεβαίνει από την προηγούμενη εκτίμηση για 157,1% του ΑΕΠ στο 199,6%. Στην πορεία υποχωρεί και, όπως παρατήρησε και ο Π. Τόμσεν, στο πολύ μακρινό μέλλον, το 2060, μειώνεται στο 64% του ΑΕΠ, δηλαδή λίγο χαμηλότερα από την προηγούμενη εκτίμηση για 67,7%.

Αυτή η μείωση προέρχεται μόνο από την παράμετρο των επιτοκίων, που εκτιμάται ότι θα μειώσουν το χρέος κατά 35,1% του ΑΕΠ, σε σύγκριση με την προηγούμενη εκτίμηση της Κομισιόν, ενώ οι άλλες δύο βασικές παράμετροι (ανάπτυξη και πρωτογενές ισοζύγιο) θα έχουν αντίθετη επίδραση, καθώς θα «φουσκώσουν» το χρέος περίπου κατά 30%. Κάθε οικονομολόγος μπορεί να αντιληφθεί ότι σε αυτή την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους έχουν παρεισφρύσει πολιτικά κριτήρια, αλλά και κάθε παρατηρητής των ευρωπαϊκών πραγμάτων μπορεί να αντιληφθεί γιατί οι τεχνοκράτες της Κομισιόν θέλουν με κάθε τρόπο να αποφύγουν, τουλάχιστον σε αυτή την φάση, μια νέα συζήτηση των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων για το ελληνικό χρέος…

Οι αναθεωρήσεις στις προβλέψεις για το χρέος λόγω πανδημίας 

DEBT

Πηγή

Κοινοποίηση
recurring
Σας αρέσει το OlaDeka?
Κάντε μας like στο Facebook!
Κλείσιμο
Ola Deka Kastoria