Το φωτογραφικό αρχείο Λεωνίδα Παπάζογλου δεν χρειάζεται πλέον συστάσεις. Είναι το «πολύτιμο φορτίο» της Καστοριάς, των ανθρώπων της και της πολιτισμικής κληρονομιάς της. Την αξία και τη σημασία του ανέδειξε ο γιατρός και συλλέκτης Γιωργής Γκολομπίας, ο οποίος κατάφερε να διασώσει, να τεκμηριώσει και να διαφυλάξει το πολύτιμο εικονογραφικό υλικό όταν βρέθηκε, στοιβαγμένο σε ντουλάπες, στο σπίτι του Καστοριανού φωτογράφου το 1993.
Της Γιώτας Μυρτσιώτη
Τα ντοκουμέντα που διασώζονται σε περισσότερες από 2.500 φωτογραφικές πλάκες αποτελούν μοναδικές μαρτυρίες για την κοινωνική, οικονομική, πολιτική και πολιτισμική ζωή της Καστοριάς σε μία από τις μεταβατικές περιόδους της νεότερης Ιστορίας, από το γύρισμα του 19ου στον 20ό αιώνα και τα ταραχώδη χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα έως την απελευθέρωσή της, το 1912. Την καλλιτεχνική και ιστορική σημασία του αρχείου είχε εκτιμήσει ο ομότιμος καθηγητής Φωτογραφίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής Κωστής Αντωνιάδης, ο οποίος ως διευθυντής του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης (2002-2005) μαζί με τον συλλέκτη και ερευνητή γιατρό παρουσίασαν το 2004 τις φωτογραφίες σε μεγάλη έκθεση με υποδειγματικό κατάλογο, αρχικά στη Θεσσαλονίκη και στη συνέχεια στο Μουσείο Μπενάκη, στην επέτειο της συμπλήρωσης 100 ετών από την έναρξη του Μακεδονικού Αγώνα. Μέρος της συλλογής περιόδευσε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ενώ παρουσιάστηκε σε μια «μόνιμη» έκθεση στο Αρχοντικό Βέργου της Καστοριάς (2018). Ο συλλέκτης Γ. Γκολομπίας έφυγε πρόωρα από τη ζωή το 2009, το αρχείο πέρασε στους κληρονόμους, ενώ η έκθεση στο Αρχοντικό Βέργου έκλεισε.
Η πολύτιμη αυτή συλλογή βγαίνει στο σφυρί από τον Οίκο Δημοπρασιών Βέργος με τιμή εκκίνησης που κυμαίνεται από 50.000 έως 70.000 ευρώ. Η ενότητα που δημοπρατείται, περιλαμβάνει έντεχνα σκηνοθετημένα πορτρέτα κατοίκων της περιοχής, αστών και χωρικών, επιφανών πρόσωπων των διαφόρων κοινοτήτων που αναδεικνύουν το πολυφυλετικό μωσαϊκό της Δυτικής Μακεδονίας των αρχών του 20ού αιώνα. Στον φακό του Παπάζογλου είχαν ποζάρει στρατιωτικοί ή ένοπλοι διαφόρων κοινοτήτων, Έλληνες αντάρτες, Βούλγαροι κομιτατζήδες, Τούρκοι στρατιώτες και άγνωστοι Μακεδονομάχοι, άμαχοι ενήλικοι και παιδιά σε ατομικά και οικογενειακά πορτρέτα με μια ενδυματολογική ποικιλία, από παραδοσιακές φορεσιές μέχρι φραγκικά ευρωπαϊκού τύπου, που μαρτυρούν την εθνικότητα, την κοινωνική και οικονομική διαστρωμάτωση στη δυτικομακεδονική πόλη. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι μακάβριες σκηνές θυμάτων της σφοδρής σύγκρουσης που ξέσπασε κατά τον Μακεδονικό Αγώνα, καθώς και οι απεικονίσεις από την καθημερινή ζωή (κοινωνικές εκδηλώσεις, γάμοι, κηδείες, γιορτές, αγροτικές εργασίες κ.ά.).
Η συλλογή, «εκτός από τα ιστορικά της τεκμήρια διακρίνεται για την καλλιτεχνική και τεχνική της ποιότητα όσον αφορά την εφαρμογή του ρετούς στις αρχές του προηγουμένου αιώνα», αναφέρει ο κ. Αντωνιάδης. Ο Λεωνίδας Παπάζογλου (1872-1918), εξηγεί, ήταν επαγγελματίας φωτογράφος με σπάνιο καλλιτεχνικό ένστικτο και άρτια τεχνική κατάρτιση, άφησε, δε, πίσω του μοναδικές μαρτυρίες για μια περιοχή όπου συμβίωναν Ελληνες, Τούρκοι, Εβραίοι, Τουρκαλβανοί. Στην Καστοριά άνοιξε φωτογραφείο (1898) με τον αδελφό του και συνέπεσε με τα κρίσιμα γεγονότα του Μακεδονικού Αγώνα, την περίοδο δηλαδή κατά την οποία ο μακραίωνος πολυεθνικός και πολυπολιτισμικός χαρακτήρας της περιοχής συγκλονίζεται από ανακατατάξεις στη φθίνουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία. «Εχει ιδιαίτερη σημασία η φωτογραφική συλλογή να περιέλθει σε ένα φορέα της χώρας, ο οποίος θα είναι ο θεματοφύλακας αυτών των σπάνιων ιστορικών ντοκουμέντων», λέει ο κ. Αντωνιάδης. «Μια σειρά από ατυχείς συγκυρίες, ενδεχομένως αδιαφορίας, δεν βοήθησε ώστε να καταλήξει στην Καστοριά, πατρίδα του φωτογράφου και του συλλέκτη», προσθέτει, «ωστόσο ευχή όλων όσοι ασχοληθήκαμε με την ανάδειξη αυτής της συλλογής είναι το αρχείο Παπάζογλου να καταλήξει σε ένα φιλόξενο μουσειακό περιβάλλον ή ίδρυμα, που θα διαφυλάξει και θα προστατεύσει το υλικό, το οποίο έχει άμεση ανάγκη συντήρησης. Πάνω απ’ όλα θα του δώσει την προβολή που του αξίζει».