Η ενημέρωση των πολιτικών συντακτών και των ανταποκριτών ξένου Τύπου, από τον υπουργό Επικρατείας και Κυβερνητικό Εκπρόσωπο, Δημήτρη Τζανακόπουλο
Κυρίες και κύριοι.
Η Ελληνική Δημοκρατία εξέδωσε χθες επταετές ομόλογο ύψους 3 δις ευρώ, σταθερού επιτοκίου με ημερομηνία έκδοσης 15 Φεβρουαρίου 2018. Η απόδοση του ομολόγου ανήλθε στο 3,5%. Το ενδιαφέρον των επενδυτών για το ομόλογο ήταν ιδιαίτερα αυξημένο κάτι που πιστοποιείται και το γεγονός ότι οι προσφορές ήταν υπερδιπλάσιες από το στόχο που είχε εξαρχής τεθεί από την ελληνική πλευρά.
Από τη συγκεκριμένη έκδοση, προκύπτουν τρία πολύ σημαντικά συμπεράσματα για τη θέση και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας:
Πρώτον, αντλείται νέο χρήμα το οποίο θα προστεθεί στο απόθεμα ρευστότητας, για την περίοδο μετά το πρόγραμμα.
Δεύτερον, καθίσταται σαφής η επιστροφή στην κανονικότητα που προσδιορίζεται όχι μόνο από το γεγονός ότι η χώρα μπορεί να αντλεί κεφάλαια από τις αγορές αλλά και από το ότι είναι πλέον σε θέση να έχει πρόσβαση σε αυτά τα κεφάλαια ακόμα και υπό αντίξοες συνθήκες, όπως αυτές που επικρατούν τις τελευταίες μέρες στις διεθνείς αγορές.
Τρίτον, επιβεβαιώνεται ότι μετά και την επιτυχημένη ανταλλαγή ομολόγων του Δεκεμβρίου, η Ελλάδα εξακολουθεί να διατηρεί σε αρκετά χαμηλά επίπεδα το κόστους δανεισμού της.
Την έξοδο στις αγορές εξάλλου χαιρέτισε ως εξαιρετικά θετικό σήμα και ο Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομικών κ. Πιερ Μοσκοβισί ο οποίος χθες επισκέφθηκε τη χώρα μας.
Τόσο μετά τη συνάντηση του με τον Πρωθυπουργό όσο και στις υπόλοιπες δημόσιες παρεμβάσεις του, ο κ. Μοσκοβισί επανέλαβε τα όσα αποτελούν τους τελευταίους μήνες, κοινό τόπο για τους αξιωματούχους των θεσμών οι οποίοι έχουν εμπλοκή στο ελληνικό πρόγραμμα.
Ότι η Ελλάδα, βαδίζει με ομαλό και ασφαλή τρόπο προς το τέλος των μνημονίων και φυσικά, ότι είναι εκτός πραγματικότητας τα σενάρια περί νέου προγράμματος.
Επανέλαβε σαφώς, σχετικά με το μηχανισμό εποπτείας που θα αποφασιστεί για μετά το πέρας του προγράμματος, ότι πρόκειται για μια διαδικασία η οποία ακολουθήθηκε και στις υπόλοιπες χώρες που βρέθηκαν σε προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής.
Κατέστη λοιπόν ακόμα σαφέστερο, κάτι το οποίο επαναλαμβάνουμε ως Ελληνική Κυβέρνηση τους τελευταίους μήνες.
Πρώτον ότι η έξοδος από τα μνημόνια είναι προδιαγεγραμμένη.
Δεύτερον, ότι δεν υπάρχει στο τραπέζι από κανέναν η πρόθεση για ένα νέο πρόγραμμα.
Τρίτον ότι η μεταμνημονιακή εποπτεία, δεν συνιστά ειδικό καθεστώς, αλλά αντίθετα θα είναι μια διαδικασία στη βάση όσων έχουν ακολουθηθεί σε μια σειρά από χώρες καθώς και των γενικών κανόνων που διέπουν τη λειτουργία της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Επομένως, θα ήταν ορθό όσοι πολιτεύονται κυνηγώντας ανεμόμυλους περί νέων μνημονίων διαιώνισης της λιτότητας, να λάβουν πολύ σοβαρά υπ’ όψιν τους τα όσα υπογράμμισε και χθες, ο καθ’ ύλην αρμόδιος Επίτροπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Η χώρα περνά επομένως σε μια νέα εποχή και η ελληνική κυβέρνηση εργάζεται με σχέδιο και προσήλωση ώστε να διασφαλίσει ότι αυτή η μετάβαση θα γίνει σε ένα περιβάλλον ασφάλειας και σταθερότητας για την ελληνική οικονομία.
Σε ό,τι αφορά τώρα την υπόθεση της Novartis θέλω να ξεκινήσω επισημαίνοντας μια πτυχή που φαίνεται ότι πολλοί στην προσπάθεια τους να υποβαθμίσουν τις καταγγελίες που έχουν δει το φως της δημοσιότητας ξεχνούν ή αποσιωπούν.
Η υπόθεση της Novartis αναμφισβήτητα και πανθομολογούμενα αποτελεί διεθνές σκάνδαλο καθώς τεκμηριώνεται ότι η εταιρεία είχε αναπτύξει πρακτικές διαφθοράς σε μια σειρά από χώρες και αυτή τη στιγμή διεξάγονται αστυνομικές ή δικαστικές έρευνες σε τουλάχιστον 20 κράτη σε ολόκληρο τον κόσμο.
Επομένως δεν πρόκειται εδώ για κεραυνό εν αιθρία αλλά για μια πολύκροτη υπόθεση που θα απασχολήσει την παγκόσμια κοινότητα για αρκετά χρόνια.
Μην ξεχνάτε ότι σε μια αντίστοιχη περίπτωση, στην υπόθεση της Siemens, που ξέσπασε το 2006 ακόμη βρίσκονται σε εξέλιξη δικαστικές διαδικασίες και όχι μόνο στην Ελλάδα.
Σε ό,τι αφορά ειδικά τη χώρα μας μετά την διαβίβαση της δικογραφίας από την Εισαγγελία στο Υπουργείο Δικαιοσύνης και από εκεί στο ελληνικό Κοινοβούλιο τα πράγματα έχουν πλέον πάρει το δρόμο τους. Τις προηγούμενες μέρες η δικογραφία μελετήθηκε από τις κοινοβουλευτικές ομάδες.
Είχαμε λοιπόν την ευκαιρία να ενημερωθούμε αναλυτικά για το περιεχόμενο της δικογραφίας, να διερευνήσουμε τις κοινοβουλευτικές ενέργειες που οφείλουμε να κάνουμε ώστε να ρίξουμε άπλετο φώς στην υπόθεση, να διαβουλευτούμε και να καταλήξουμε σε συγκεκριμένες αποφάσεις.
Η βούληση λοιπόν του Πρωθυπουργού και προέδρου της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ έτσι όπως διαμορφώθηκε μετά τις διαβουλεύσεις των τελευταίων ημερών είναι να προτείνει στην ΚΟ, η οποία θα συνεδριάσει τη Δευτέρα, τη συγκρότηση Προανακριτικής Επιτροπής στη Βουλή για όλα τα πολιτικά πρόσωπα που αναφέρονται στην δικογραφία.
Η Προανακριτική Επιτροπή εφόσον συγκροτηθεί θα αποφασίσει κατά το νόμο για όλα τα νομικά και πραγματικά ζητήματα που θα τεθούν ενώπιον της.
Σκοπός σε αυτή τη φάση δεν μπορεί να είναι άλλος από την διερεύνηση των καταγγελιών και τη συμβολή στην ανακάλυψη της αλήθειας όπως προβλέπει το Σύνταγμα και ο νόμος.
Από την πλευρά της κυβέρνησης είναι δεδομένο ότι ο σεβασμός στο τεκμήριο της αθωότητας είναι αδιαπραγμάτευτος χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι δεν είναι ηθική, πολιτική και νομική μας υποχρέωση να πράξουμε τα δέοντα για την διαλεύκανση της υπόθεσης.
Δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να επιδοθούμε σε κυνήγι μαγισσών αλλά την ίδια στιγμή δεν θα δείξουμε καμία πολιτική και ηθική επιείκεια σε οποιονδήποτε αποδειχτεί ότι καταχράστηκε δημόσια εξουσία ή δημόσιο χρήμα.
Περιμένουμε από όλα τα πολιτικά κόμματα να δείξουν υπευθυνότητα, να σταματήσουν άμεσα τις προσβολές στη Δικαιοσύνη που αποτελούν ευθεία παρέμβαση στο έργο της και απόλυτη και ρητή αμφισβήτηση της αξιοπιστίας και της ανεξαρτησίας της. Ο σεβασμός στις αρχές του κράτους δικαίου δεν μπορεί να είναι α λα καρτ.
Αυτό πρώτος από όλους πρέπει να το σεβαστεί ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας και τα στελέχη της που τις τελευταίες ημέρες τελώντας σε προφανή πολιτικό πανικό εκσφενδονίζουν απειλές επιχειρώντας να πλήξουν την ανεξαρτησία και την αξιοπιστία της δικαιοσύνης ή ακόμη – πράγμα που δεν θέλω να το πιστέψω – και να τρομοκρατήσουν τους προστατευόμενους μάρτυρες αλλά και τις εισαγγελικές αρχές που χειρίζονται την υπόθεση.
Ένα τελευταίο σχόλιο αφορά το καθεστώς της προστασίας μαρτύρων. Χωρίς να μπω στην ουσία της υπόθεσης θέλω να σας ενημερώσω ότι το καθεστώς προστασίας μαρτύρων για υποθέσεις διαφθοράς ρυθμίζεται από διεθνείς συμβάσεις αλλά και από τον ελληνικό νόμο έτσι όπως αυτός τροποποιήθηκε το 2014 επί κυβερνήσεως Σαμαρά – Βενιζέλου.
Η προσπάθεια, επομένως, το διεθνώς αυτό προστατευόμενο καθεστώς να παρουσιαστεί ως καθεστώς κουκουλοφόρων δεν προσβάλλει την κυβέρνηση αλλά την ίδια την ελληνική Δικαιοσύνη και την διεθνή νομιμότητα ενώ τελικά καταλήγει να εξευτελίζει αυτούς οι οποίοι επιλέγουν ακριβώς αυτήν την υπερασπιστική γραμμή.
Παρακαλώ τις ερωτήσεις σας.
ΜΑΝΗ: Κύριε Εκπρόσωπε, μεταξύ πολλών κατηγοριών που έχουν εκτοξεύσει στην κυβέρνηση στελέχη της αντιπολίτευσης, αλλά και εμπλεκόμενοι στη δικογραφία, είναι και το εξής ερώτημα που προβάλλουν: Ο Πρωθυπουργός, πριν από έναν περίπου χρόνο, λένε, ο κ. Τσίπρας, είχε μιλήσει για σκάνδαλο Novartis. Οι καταθέσεις συμπληρώθηκαν τις τελευταίες ημέρες, όπως προκύπτει από τη δικογραφία, τις τελευταίες εβδομάδες και μάλιστα ημέρες. Άρα, πώς ήξερε ο κ. Τσίπρας, ένα χρόνο πριν, ότι έχουμε σκάνδαλο Novartis; Το δικό σας σχόλιο ποιο είναι;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Κατ’ αρχάς, η υπόθεση της Novartis, κυρία Μάνη, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον που το ρωτάτε αυτό, είχε έρθει στο φως της δημοσιότητας, στον παγκόσμιο Τύπο, πολύ νωρίτερα από τον Ιανουάριο του 2017. Δεκάδες δημοσιεύματα υπήρχαν.
Και θέλω να σας θυμίσω ότι ένα χρόνο πριν, ο φάκελος, η προκαταρκτική εξέταση από τις εισαγγελικές Αρχές ξεκίνησε μετά από πρωτοβουλία του κ. Κοντονή, ο οποίος απέστειλε στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου φάκελο με τα δημοσιεύματα, τα οποία είχαν έρθει στο φως, ζητώντας της να πράξει τα δέοντα, ώστε να διαλευκανθούν όλα όσα είχαν βγει στο φως από δημοσιογραφικές έρευνες, από δημοσιεύματα του διεθνούς Τύπου και λοιπά. Επομένως, πραγματικά, αδυνατώ να κατανοήσω, τι ακριβώς εννοούν όλοι όσοι λένε ότι ο Πρωθυπουργός δεν γνώριζε πριν από ένα χρόνο το γεγονός ότι υφίσταται σκάνδαλο Novartis. Όλος ο κόσμος το ήξερε και σε όλο τον κόσμο συμπεριλαμβάνονται κυβερνήσεις, δημοσιογράφοι, πολιτικά πρόσωπα, το σύνολο δηλαδή της παγκόσμιας κοινότητας, στην οποία η Novartis είχε αναπτύξει ή φέρεται να είχε αναπτύξει πρακτικές διαφθοράς.
ΓΚΑΝΤΩΝΑ: Κύριε Εκπρόσωπε, η αντιπολίτευση βλέπουμε ότι κατηγορεί την κυβέρνηση για μια «στημένη υπόθεση», μιλάει για «αναξιοπιστία μαρτύρων». Και σήμερα, είχαμε και άλλη μια παρέμβαση από τον κ. Δημήτρη Καμμένο, που είναι βουλευτής της πλειοψηφίας, που λέει ότι δεν προκύπτουν στοιχεία σε βάρος πολιτικών προσώπων. Και θέλω να σας ρωτήσω: Μήπως η κυβέρνηση έχει σηκώσει τελικά πολύ ψηλά τον πήχη και στο τέλος περάσετε από κάτω;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν μας ενδιαφέρει να σηκώσουμε κανέναν πήχη. Δεν μας ενδιαφέρει τίποτε περισσότερο από το να χυθεί άπλετο φως στην υπόθεση. Θα σας πω με πάρα πολύ μεγάλη ακρίβεια ότι μια Προανακριτική Επιτροπή, η οποία διεξάγει προκαταρκτική εξέταση, σκοπό έχει να διερευνήσει αν και κατά πόσο μπορούν να ανευρεθούν αποχρώσες ενδείξεις, επαρκείς ενδείξεις, ικανοποιητικές ενδείξεις για την τέλεση αδικημάτων, έτσι ώστε να καταλήξει τελικά στην άσκηση ποινικής δίωξης και από εκεί και πέρα, η υπόθεση να πάρει και τον δρόμο της κύριας ανάκρισης.
Επομένως, το στάδιο, στο οποίο βρισκόμαστε, η προκαταρκτική εξέταση, δεν γίνεται για να καταδικάσει κανέναν. Η Προανακριτική Επιτροπή, την οποία προτείνουμε, θα διερευνήσει τα νομικά και πραγματικά ζητήματα και θα καταλήξει στο αν και κατά πόσο έχει την αρμοδιότητα ή μπορεί να στοιχειοθετήσει επαρκείς ενδείξεις για τη δίωξη των προσώπων, οι οποίοι φέρονται να εμπλέκονται.
Επομένως, δεν καταλαβαίνω τον σχολιασμό που λέει ότι αυτή τη στιγμή δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις. Εάν προέκυπταν επαρκείς ενδείξεις, θα βρισκόμασταν σε μια άλλη διαδικαστική φάση, η οποία είναι ένα βήμα μετά. Δεν βάζουμε, λοιπόν, το κάρο πριν από το άλογο. Η Προανακριτική Επιτροπή θα κάνει τη δουλειά της, θα απαντήσει στα νομικά και πραγματικά ζητήματα που θα τεθούν ενώπιόν της και από εκεί και πέρα, η υπόθεση θα πάρει τον δρόμο της. Πάρα πολύ απλά πράγματα.
ΑΝΤΩΝΙΟΥ: Κύριε Εκπρόσωπε, στις συσκέψεις που έγιναν τις προηγούμενες ημέρες υπό τον Πρωθυπουργό, συζητήθηκε καθόλου το θέμα εάν τα αδικήματα για τα οποία προκύπτουν ενδείξεις, όπως είπατε, είναι παραγεγραμμένα ή όχι;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Συζητήθηκαν αρκετά νομικά και πραγματικά ζητήματα και αυτό το οποίο επιλέχθηκε ως modus operandi σε αυτή τη φάση, είναι να ακολουθηθεί η κοινοβουλευτική διαδικασία, να συγκροτηθεί η Προανακριτική Επιτροπή, η οποία θα απαντήσει και σε όλα τα νομικά ζητήματα που θα τεθούν ενώπιόν της.
ΣΒΕΡΚΟΣ: Κύριε υπουργέ, θεωρείτε ότι ο καλύτερος τρόπος για να δείξουν έτσι και λίγο την αθωότητά τους οι εμπλεκόμενοι, θα ήταν να κάνουν αυτό το οποίο έκανε ο κ. Καμμένος πριν από λίγες ημέρες, δηλαδή να παραιτηθούν των προνομίων του νόμου περί ευθύνης υπουργών και να πάνε κανονικά στην τακτική Δικαιοσύνη και να βοηθήσουν τις έρευνες; Μιλάω για τα πολιτικά πρόσωπα.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν νομίζω ότι αυτό είναι νομικά δυνατόν. Ο ποινικός νόμος είναι αναγκαστικός νόμος.
ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, αν και δεν είναι δικό σας θέμα, τώρα πλέον το θέμα έχει περάσει στη Βουλή, έχετε, όμως, γνώση της δικογραφίας από ό,τι είπατε, πόσο θα ήταν κατά τη γνώμη σας –αν θέλετε μου απαντάτε- ένα ικανοποιητικό διάστημα να ολοκληρώσει τις εργασίες της η Προανακριτική Επιτροπή;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Δεν πρόκειται να μπω σε σχόλια για το τι θα κάνει η Προανακριτική Επιτροπή, κύριε Χατζηνικόλα. Η Προανακριτική Επιτροπή θα αποφασίσει για τον εαυτό της.
ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ: Είπατε ότι περιμένετε την Προανακριτική Επιτροπή να αποφασίσει να δει αν υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις. Ο Πρωθυπουργός, όμως, την Τρίτη, στην ομιλία του, μίλησε για «πατριωτισμό της μίζας, της διαφθοράς, της διαπλοκής». Ένας λόγος, ο οποίος ήταν πολύ επιθετικός, στην ουσία ήταν σαν να προδίκαζε κάποιο αποτέλεσμα. Πώς συνδυάζεται ο λόγος του Πρωθυπουργού, που μιλούσε για «πατριωτισμό της μίζας» με το γεγονός ότι τώρα μας λέτε ότι θα περιμένουμε την Προανακριτική να δούμε αν υπάρχουν αποχρώσες ενδείξεις, ώστε να ασκηθούν κατηγορίες και να πάμε σε δικαστήριο;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αμφισβητείτε το γεγονός ότι υπήρξαν πολιτικά πρόσωπα, τα οποία επί 40 χρόνια κυβερνούσαν τη χώρα και τα οποία ενεφάνιζαν εαυτούς ως πατριώτες και καταλήξαμε να γνωρίζουμε όλοι μας ότι έχουν εμπλακεί σε υποθέσεις διαφθοράς; Νομίζω ότι αυτή η γενική τοποθέτηση είναι μια κοινώς ομολογούμενη γνώση που υπάρχει στην ελληνική κοινωνία. Δεν χρειάζεται να την σπουδαιολογήσουμε περαιτέρω. Είναι σαφές και δεδομένο ότι πολιτικά πρόσωπα και κυβερνήσεις του παρελθόντος ήταν εμπλεκόμενες σε υποθέσεις διαφθοράς.
ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, είστε σε θέση να πείτε και εσείς αυτό που είπε, ήδη, ο κ. Παπαγγελόπουλος ότι πρόκειται για «το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού κράτους»; Και από πού προκύπτει αυτό;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Πρόκειται, με βάση όλα όσα γνωρίζουμε μέχρι στιγμής, για ένα τεράστιο σκάνδαλο, το οποίο οφείλουμε να βοηθήσουμε, ώστε να διαλευκανθεί.
ΚΑΤΣΙΓΙΑΝΝΗΣ: Επειδή από την κυβέρνηση έχετε ταυτίσει περίπου την ιστορία της Novartis, όπως και αυτή της Siemens παλαιότερα, εγώ θέλω να ρωτήσω, εάν η κυβέρνηση –είστε τρία χρόνια κυβέρνηση- έχει αναλάβει κάποιες πρωτοβουλίες, αν έχει στραφεί εναντίον της συγκεκριμένης εταιρείας, που υποτίθεται, με βάση τα όσα αποκαλύπτονται, έχει ζημιώσει το ελληνικό Δημόσιο με τις τακτικές που ακολουθούσε, όπως έγινε παλαιότερα και με τη Siemens, αν υπάρχει κάτι πάνω σε αυτό. Δηλαδή, εάν το ελληνικό κράτος θα στραφεί εναντίον της συγκεκριμένης εταιρείας.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Είναι κάτι το οποίο επεξεργαζόμαστε. Είναι γενικώς στις προθέσεις μας.
ΤΣΙΚΡΙΚΑ: Κύριε Εκπρόσωπε, η κυβέρνηση θα αποτανθεί στο Δικαστικό Συμβούλιο για να έχει γνωμοδότηση για το αν τα αδικήματα που περιγράφονται στη δικογραφία έχουν παραγραφεί ή όχι; Και επιπλέον, αν η γνωμοδότηση αυτή είναι υπέρ της παραγραφής, θα επιστρέψει ο φάκελος –φαντάζομαι –στη Δικαιοσύνη; Έχετε μελετήσει και αυτό το ενδεχόμενο;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ο Πρωθυπουργός και Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ έχει τη βούληση να προτείνει στην Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ τη συγκρότηση Προανακριτικής Επιτροπής, ενώπιον της οποίας θα τεθούν όλα τα νομικά και πραγματικά ζητήματα, όπως σας είπα στην εισαγωγική μου τοποθέτηση.
ΚΛΑΥΔΙΑΝΟΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, κορυφαία στελέχη της Ν.Δ., όπως ο αντιπρόεδρός της, ο κ. Γεωργιάδης, μιλούν με ονόματα και λένε ότι η κυβέρνηση και συγκεκριμένα ο Πρωθυπουργός, οι υπουργοί Δικαιοσύνης, ο κ. Πολάκης, σε συνεργασία με εισαγγελικούς και άλλου είδους κρατικούς λειτουργούς, έχουν «στήσει» την υπόθεση. Μιλούν ανοιχτά. Αυτή γίνεται η υπερασπιστική γραμμή της αξιωματικής αντιπολίτευσης στο θέμα αυτό. Θα θέλαμε ένα σχόλιο γι’ αυτό.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θα σας πω το εξής, κύριε Κλαυδιανέ. Ο Πρωθυπουργός είναι, πράγματι, ένας ηγέτης διεθνούς κύρους. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και πλανητάρχης. Μου φαίνεται αρκετά περίεργο που ο κ. Γεωργιάδης θεωρεί ότι έχει τέτοιες μαγικές δυνατότητες ο κύριος Πρωθυπουργός, ώστε να μπορεί να «στήσει» μια σκευωρία, να οργανώσει μια σκευωρία, η οποία περιλαμβάνει το αμερικάνικο Υπουργείο Δικαιοσύνης, το FBI, την αμερικανική Πρεσβεία στη χώρα, προστατευόμενους μάρτυρες και μια σειρά από άλλες διαδικασίες, οι οποίες οδήγησαν την υπόθεση εδώ που την οδήγησαν. Νομίζω ότι δεν είναι μια ιδιαιτέρως επιτυχημένη υπερασπιστική γραμμή για τον κ. Γεωργιάδη η συγκεκριμένη, αλλά και για οποιονδήποτε άλλον θεωρεί ότι όλη αυτή η τεράστια υπόθεση, η οποία, όπως σας είπα και στην εισαγωγική μου τοποθέτηση, έχει οδηγήσει σε δικαστικές και αστυνομικές έρευνες σε πάνω από 20 κράτη σε ολόκληρο τον κόσμο, είναι μια σκευωρία της ελληνικής κυβέρνησης. Είναι το λιγότερο γελοίο.
Από εκεί και πέρα, αυτό το οποίο πρέπει να απαντήσει με πάρα πολύ μεγάλη σαφήνεια η Ν.Δ., ο κ. Μητσοτάκης, ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, είναι εάν ευθέως κατηγορεί εισαγγελικούς και δικαστικούς λειτουργούς ότι ενεργούν στη βάση εντολών εκ μέρους της ελληνικής κυβέρνησης. Αυτό, πρέπει να κατανοήσουμε όλοι μας ότι αποτελεί ευθεία προσβολή στην ελληνική Δικαιοσύνη, την αξιοπιστία της, την ανεξαρτησία της και θέτει εξαιρετικά σημαντικά συνταγματικά και πολιτειακά θέματα στην ημερήσια διάταξη. Ευθέως, λοιπόν, ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να ονοματίσει τους δικαστικούς και εισαγγελικούς λειτουργούς, οι οποίοι, κατά τη γνώμη του, σε συμπαιγνία με την κυβέρνηση, έχουν δημιουργήσει την υποτιθέμενη αυτή σκευωρία. Εδώ, δεν μπορούμε να παίζουμε άλλο. Σαφείς απαντήσεις περιμένουμε από τη Ν.Δ..
Επίσης, αυτό που οφείλει να γίνει είναι οι ίδιοι οι δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί να τοποθετηθούν σε σχέση με όλα όσα η αξιωματική αντιπολίτευση και στελέχη της έχουν ισχυριστεί τις προηγούμενες ημέρες.
ΚΑΡΑΜΑΓΚΑΛΗ: Κύριε Εκπρόσωπε, στις αρχές της εβδομάδας και αφού ξέσπασε το σκάνδαλο Novartis, ο Πρωθυπουργός επισκέφθηκε μια ελληνική φαρμακοβιομηχανία στην Πάτρα. Ήθελε ο Πρωθυπουργός να στείλει κάποιο μήνυμα με αυτή την επίσκεψη;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι, δεν νομίζω ότι εντάσσεται στο πλαίσιο αυτής της υπόθεσης.
ΚΑΡΑΛΗΣ: Κύριε Εκπρόσωπε, η ερώτηση αφορά το κυβερνητικό επίπεδο, όχι το δικαστικό. Ακριβώς επειδή το σκάνδαλο της Novartis είναι διεθνές, η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται σε επαφή, σε επικοινωνία, σε συνεργασία με άλλες κυβερνήσεις για το θέμα;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Ξέρετε ότι έχει κατατεθεί αίτημα δικαστικής συνδρομής στην κυβέρνηση των ΗΠΑ και στο υπουργείο Δικαιοσύνης της. Επομένως, είναι προφανές ότι βρισκόμαστε σε επαφή και με ξένες κυβερνήσεις και συνεργαζόμαστε στο πλαίσιο και της αστυνομικής έρευνας, η οποία διεξάγεται σε ό,τι αφορά τις πρακτικές διαφθοράς, στις οποίες φέρεται να εμπλέκεται η Novartis.
ΜΠΟΛΑΡΗΣ: Επειδή είχατε επισκεφθεί τον Άρειο Πάγο, θα ήθελα να ρωτήσω, εάν είχατε ενημέρωση, αν υπήρξε έγκριση του Αντιεισαγγελέα του Αρείου Πάγου για να μπουν οι μάρτυρες αυτοί σε ειδικό καθεστώς προστασίας.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Προς Θεού, δεν είχα καμία ενημέρωση για την ουσία του φακέλου. Μετά τα δημοσιεύματα του προηγούμενου Σαββατοκύριακου, επισκέφτηκα τον Άρειο Πάγο για να έχω διαδικαστική ενημέρωση σε σχέση με το αν επίκειται διαβίβαση του φακέλου στην ελληνική Βουλή, διότι πρόκειται για ένα θέμα εξαιρετικά σημαντικό που, όπως γνωρίζετε, τελικά αποδείχθηκε ότι εμπλέκει και πολιτικά πρόσωπα.
ΚΑΤΣΙΓΙΑΝΝΗΣ: Επειδή είστε και νομικός, μπορείτε να μας διαφωτίσετε σε κάτι σε σχέση με τους προστατευόμενους μάρτυρες; Αν ξεκινήσει η προανακριτική, υπάρχει, ελλοχεύει ο κίνδυνος αποκάλυψής τους, διότι τα πολιτικά πρόσωπα που θα κληθούν στη Βουλή, αν προχωρήσει η διαδικασία να υπερασπιστούν τον εαυτό τους, θα πρέπει, αν μη τι άλλο, να γνωρίζουν τα πρόσωπα από τα οποία καταγγέλλονται. Εσείς, ως νομικός, μπορείτε να μας διαφωτίσετε πάνω σ’ αυτό;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Μπορώ, βεβαίως. Θα σας πω το εξής, σε ό,τι αφορά το καθεστώς προστασίας των μαρτύρων για υποθέσεις διαφθοράς. Πρόκειται για καθεστώς το οποίο προστατεύεται από διεθνείς συνθήκες. Πρόκειται για καθεστώς το οποίο προβλέπεται σε υποθέσεις διαφθοράς και στην ελληνική έννομη τάξη από το 2014, όπως είπα και προηγουμένως. Ένα κρατούμενο είναι αυτό. Το δεύτερο σχόλιο που θέλω να κάνω είναι το εξής. Κατά τον ίδιο τρόπο, που η ποινική διαδικασία λειτουργεί για τους απλούς Έλληνες πολίτες, κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο, πρέπει να λειτουργήσει και για τα πολιτικά πρόσωπα. Επομένως, σας ξαναλέω, ότι η υπερασπιστική γραμμή, την οποία ακολουθούν είναι μια υπερασπιστική γραμμή, η οποία δείχνει το λιγότερο φοβικότητα. Δεν καταλαβαίνω για ποιον λόγο τα πολιτικά πρόσωπα πρέπει να έχουν διαφορετική ποινική μεταχείριση από τους απλούς πολίτες. Γνωρίζετε πάρα πολύ καλά ότι το καθεστώς προστατευόμενων μαρτύρων έχει χρησιμοποιηθεί σε αρκετές δίκες, που αφορούν είτε τρομοκρατία είτε διαφθορά είτε τα άλλα ποινικά αδικήματα για τα οποία προβλέπεται. Επομένως, δεν καταλαβαίνω αυτή τη σπουδή. Ο νόμος, εξάλλου, προβλέπει ότι ο μοναδικός αρμόδιος για να αποκαλύψει τα στοιχεία των προστατευόμενων μαρτύρων είναι το δικαστήριο στην επ’ ακροατηρίω διαδικασία. Επομένως, οποιοδήποτε άλλο αίτημα γίνεται από τη μεριά πολιτικών προσώπων, θεωρώ ότι έχει ως στόχο ή θα μπορούσε να έχει ως στόχο τον εκφοβισμό ακριβώς αυτών των μαρτύρων. Επομένως, εδώ πρέπει να τοποθετηθούμε όλοι με σαφήνεια και καθαρότητα. Θα εφαρμοστεί ο νόμος, έτσι όπως αυτός ψηφίστηκε το 2014 από την κυβέρνηση και την κυβερνητική πλειοψηφία Σαμαρά – Βενιζέλου ή τα πολιτικά πρόσωπα, τα οποία φέρεται να εμπλέκονται, θέλουν διαφορετική ποινική μεταχείριση από αυτήν που προβλέπει ο ελληνικός νόμος για όλους τους Έλληνες πολίτες; Απλά ερωτήματα, καθαρά, χωρίς προσπάθεια πολιτικολογίας, χωρίς προσπάθεια να θολώσουμε τα νερά.
ΛΑΣΚΑΡΑΤΟΣ: Κύριε υπουργέ, υπήρξε σήμερα συνάντηση του κυρίου Καμμένου με τον Πρωθυπουργό; Και αν υπήρξε, είχε να κάνει με τη δικογραφία για τα θέματα της Σαουδικής Αραβίας;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι βέβαια, από όσο γνωρίζω, δεν υπήρχε συνάντηση.
ΓΚΑΝΤΩΝΑ: Ήθελα να ρωτήσω αν αποδοκιμάζετε τη δήλωση του κυρίου Δημήτρη Καμμένου, ότι από τις καταθέσεις δεν προκύπτει χρηματισμός πολιτικών προσώπων.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας είπα, είναι προφανές ότι κάνουμε προανακριτική επιτροπή ή ότι προτείνουμε στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ να προτείνει την σύσταση προανακριτικής επιτροπής για να δούμε αν υπάρχουν επαρκείς ενδείξεις σε σχέση με τα όσα καταγγέλλονται από τους προστατευόμενους μάρτυρες της δικογραφίας. Σε αυτή τη φάση βρισκόμαστε. Επομένως, δεν έχω να κάνω κανένα περαιτέρω σχόλιο.
ΜΑΝΗ: Προφανώς, εσείς δεν εκπροσωπείτε τους ΑΝΕΛ, εκπροσωπείτε την κυβέρνηση στην οποία συμμετέχουν οι ΑΝΕΛ. Για την πρόταση που θα καταθέσει ο ΣΥΡΙΖΑ για προανακριτική επιτροπή κλπ. την έχετε συζητήσει με τον κυβερνητικό σας εταίρο; Συμφωνεί ο κυβερνητικός σας εταίρος σε αυτή την πρόταση;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Σας είπα ότι αυτή η πρόταση είναι πρόταση την οποία θα καταθέσει ο Πρωθυπουργός στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Από εκεί και πέρα, η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ και η Κοινοβουλευτική Ομάδα των ΑΝΕΛ, θα συζητήσουν για τον τρόπο με τον οποίο θα προχωρήσουν στο συγκεκριμένο ζήτημα.
ΠΙΠΙΝΗΣ: Κύριε υπουργέ, θέλω να ρωτήσω για ένα άλλο θέμα. Για την υπόθεση του MEGA Channel. Χθες, ο επιχειρηματίας, ο κύριος Βαρδινογιάννης, ανακοίνωσε ότι αποχωρεί από την ΤΗΛΕΤΥΠΟΣ και ότι από τους 17 μισθούς που οφείλονται στους εργαζόμενους θα καταβάλλει μόνον 700.000 που αντιστοιχούν περίπου σε ένα μισθό και παρέπεμψε για τα υπόλοιπα στους άλλους, τους παλαιούς μετόχους. Θέλω να ρωτήσω καταρχάς αν γνωρίζετε να υπάρχει άλλη ευρωπαϊκή χώρα όπου μεγάλο μέσο ενημέρωσης να οφείλει 17 μισθούς και η κυβέρνηση να παραμένει απαθής και αν η κυβέρνηση προτίθεται να αναλάβει κάποια πρωτοβουλία, έτσι ώστε να τηρηθεί η νομιμότητα και οι μέτοχοι του MEGA να καταβάλλουν στο ακέραιο τους 17 μισθούς, που οφείλουν στους 420 εργαζόμενους και τις αποζημιώσεις.
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Οι διοικητικοί μηχανισμοί και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του υπουργείου Εργασίας, να είστε βέβαιος ή μάλλον θα πρέπει να σας θυμίσω ότι έχουν κάνει αλλεπάλληλες ενέργειες και έχουν προχωρήσει σε αλλεπάλληλες διοικητικές ενέργειες, έτσι ώστε να εφαρμοστεί η νομιμότητα στη συγκεκριμένη περίπτωση. Το ίδιο θα συνεχίσουν να κάνουν και από εδώ και στο εξής, έτσι ώστε να τηρηθούν όλα όσα προβλέπονται από τον ελληνικό εργατικό νόμο.
ΣΥΜΕΩΝΙΔΗΣ: Ένα ερώτημα για το Μακεδονικό. Κοτζιάς και Ντιμιτρόφ την επόμενη εβδομάδα, θα συζητήσουν επί του συμφώνου, που έχει προετοιμάσει ή θα προετοιμάσει η ελληνική πλευρά;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Θα συζητήσουν επί όλων των ανοιχτών θεμάτων στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης.
ΚΑΡΑΜΑΓΚΑΛΗ: Σχετικά με τις συζητήσεις για το χρέος. Ο μεγάλος συνασπισμός που έχει σχηματιστεί πλέον, στη Γερμανία…
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Όχι ακόμα.
ΚΑΡΑΜΑΓΚΑΛΗ: …εν πάση περιπτώσει, πλησιάζουμε. Θα βοηθήσει;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Οι αποφάσεις του Eurogroup της 15ης Ιουνίου του 2017 είναι αρκετά σαφείς σε ό,τι αφορά τον προσδιορισμό της διαδικασίας, αλλά και του πλαισίου εντός του οποίου θα διεξαχθούν οι συζητήσεις για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους. Ξέρουμε πάρα πολύ καλά ότι οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας για το μεσοπρόθεσμο διάστημα δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το 15% του ΑΕΠ. Επομένως, όλες οι κυβερνήσεις, αλλά και όλοι οι εμπλεκόμενοι στη διαπραγμάτευση αυτή, θεσμοί, θα πρέπει να διασφαλίσουν ακριβώς την τήρηση αυτού του ορίου, του 15% στις ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας. Πρόκειται δηλαδή, πέραν της πολιτικής βούλησης και για νομική υποχρέωση.
ΜΠΟΛΑΚΗΣ: Μια τελευταία ερώτηση, για το θέμα των Σκοπίων. Και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αλλά και πολλοί πολιτικοί παράγοντες στη χώρα, μιλούν για την ανάγκη άμεσης αλλαγής του Συντάγματος της γειτονικής χώρας για τα ζητήματα του αλυτρωτισμού. Η κυβέρνηση το θέτει αυτό μετ’ επιτάσεως σε οποιαδήποτε συμφωνία έρθει, οποιαδήποτε στιγμή;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Το έχουμε πει με τον πιο σαφή και ευκρινή τρόπο. Θέλουμε σύνθετη ονομασία η οποία θα ισχύει έναντι όλων και για όλες τις χρήσεις. Το έναντι όλων, λοιπόν, προϋποθέτει και την αλλαγή της συνταγματικής ονομασίας της γείτονος. Χωρίς αλλαγή της συνταγματικής ονομασίας της γείτονος, δεν μπορεί να υπάρξει η προϋπόθεση του έναντι όλων. Αλλαγή της συνταγματικής ονομασίας για την ταυτότητα του λόγου απαιτεί και τροποποίηση του Συντάγματος της γειτονικής χώρας. Επομένως, νομίζω ότι η ερώτησή σας έχει απαντηθεί.
ΜΠΟΛΑΚΗΣ: Μόνο για το όνομα, κύριε Εκπρόσωπε;
ΤΖΑΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ: Αυτά θα συζητηθούν στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης. Έχουμε πει ότι εφόσον υπάρχουν και διατάξεις του γειτονικού Συντάγματος, οι οποίες θα μπορούσαν να παραπέμπουν σε αλυτρωτισμό, θα πρέπει και αυτές να αναθεωρηθούν.
Σας ευχαριστώ πολύ.