Κώστας Λάκης: “Η τέχνη μας κάνει ανθρώπους”

Μικρός, ο Κώστας Λάκης ήθελε να γίνει καπετάνιος. Βέβαια, τον χρόνο του τον περνούσε ζωγραφίζοντας. Όταν ανακοίνωσε στους γονείς του την απόφασή του να ασχοληθεί με τη ζωγραφική, αυτοί τον προέτρεψαν να σπουδάσει Βοηθός Φαρμακοποιού, κάτι που όντως έκανε. Μετά από λίγο μπαλέτο, πολύ ζωγραφική, σπουδές γραφιστικής και καριέρα στη διαφήμιση, ο Κώστας Λάκης κατέληξε πριν μερικά χρόνια ξενοδόχος στην Καστοριά.

Στον ‘Βυσσινόκηπο’ του, όπως λεγόταν ο ξενώνας του στον Απόσκεπο Καστοριάς, συνδύασε δύο πράγματα που είναι πολύ σημαντικά στη ζωή του, τους ανθρώπους και τη μαγεία, φτιάχνοντας έναν μαγικό μικρόκοσμο “για χαρά”, όπως λέει συχνά. Στην Καστοριά τραγούδησε, έπαιξε θέατρο μαζί με τον σύλλογο ‘Σπασμένο Ρόδι’-σε σκηνές, σχολεία, ξενοδοχεία, σκάλες και μπαρ-,ξεκίνησε να γράφει και το 2015 έφυγε για την Αθήνα. Το βλέμμα του, όμως, όπως λέει και ο ίδιος, έμεινε στραμμένο στην Καστοριά, και συγκεκριμένα στη λίμνη.

Το βλέμμα αυτό το αποτύπωσε στους πίνακες του, τους οποίους εμπνεύστηκε από τα κείμενα της Χρυσούλας Πατρώνου Παπατέρπου. Λίγο πριν παρουσιάσει τις οπτικοποιημένες ιστορίες του στην Καστοριά (περισσότερες πληροφορίες εδώ), ο Κώστας Λάκης μίλησε με το The Whole Cow για την ανατρεπτικότητα, τους νέους δρόμους που ανοίγει η Καστοριά αλλά και για το πώς μπορούμε να κάνουμε τη σχέση μας με τη λίμνη μία σχέση αμοιβαιότητας, ελευθερίας και δημιουργίας.

στο ακαλόδρομο των Αγίων Αναργύρων στην παράσταση ο κύριος Μπέτς
Στο σκαλόδρομο των Αγίων Αναργύρων στην παράσταση ‘Ο κύριος Μπετς’

Αυτό που κάνει τους ανθρώπους ανατρεπτικούς

Ιωάννα Μανέτα: Τι ιδιαίτερο έχουν οι ήρωες της Χρυσούλας Πατρώνου Παπατέρπου και αποτέλεσαν έμπνευση για τα έργα σου;

Κώστας Λάκης: Είναι ανατρεπτικοί. Λατρεύω τη Χρυσούλα γιατί στο γράψιμό της είναι πολύ δωρική, πολύ λιτή και, χωρίς φλυαρίες, σου ξεδιπλώνει και σου ανατρέπει ένα ολόκληρο κόσμο. Μιλάει με έναν τρόπο, γράφει με έναν τρόπο, που είναι σαν ένα μεγάλο κομμάτι μάρμαρο, που λάμπει στον ήλιο, αλλά είναι μάρμαρο.

ΙΜ: Μάρμαρο;

ΚΛ: Δηλαδή μπορεί να γίνει πολύ δραματική, αλλά ποτέ μελό. Πολύ σκληρή, πολύ κυνική.

ΙΜ: Αυτό το στοιχείο της ανατροπής είναι κάτι που βρίσκει κάποιος και στα δικά σου τα έργα. Σε έχω ακούσει να αναφέρεσαι συχνά σε “δρόμους” και όχι σε στατικούς τόπους. Παρομοίως, οι άνθρωποι στους πίνακες σου δεν βρίσκονται σε κάποιον συγκεκριμένο τόπο.

ΚΛ: Ναι, μπορεί να είναι παντού, μπορεί να είναι οπουδήποτε.

ΙΜ: Ουσιαστικά μπαίνει ένα ερωτηματικό και για σένα, ως θεατής, για το πού είναι η θέση σου.

ΚΛ: Κι εγώ, τώρα, ειδικά μετά την επιστροφή μου στην Αθήνα από την Καστοριά, πραγματικά πολλές φορές δεν ξέρω που βρίσκομαι, αν είμαι στην Αθήνα ή στην Καστοριά. Σκέψου ότι στις 22 Μαρτίου κλείνω ένα χρόνο από τότε που έφυγα από την Καστοριά. Και πριν κλείσει ο χρόνος ξαναγυρνάω στην Καστοριά με έκθεση, χώρια που μιλάω σχεδόν κάθε μέρα με τους φίλους μου τους Καστοριανούς. Ξέρω τι συμβαίνει, ξέρω τι γίνεται, τώρα θα κάνω μία αφίσα για την παράσταση που θα ανεβάσει το ‘Σπασμένο Ρόδι’, το ‘Μορμόλη’. Θέλω να σου πω ότι δεν είμαι εκτός. Όπως και όταν ήμουν στην Καστοριά, πάλι δεν ήμουν εκτός της Αθήνας.

ΙΜ: Ένιωθες τόσο κοντά στην Αθήνα όσο νιώθεις τώρα στην Καστοριά;

ΚΛ: Ναι, ένιωθα. Πάλι ένιωθα. Παρόλο που ήμουν σε πολύ καλύτερη κατάσταση, τότε ήμουν σε έναν άλλο πλανήτη στην Καστοριά. Αλλά οι άνθρωποι με ενώνανε, γι’ αυτό πάντα λέω ότι είναι ο ανθρώπινος παράγοντας, δεν είναι τόσο ο τόπος, όσο οι άνθρωποι. Ο τόπος έχει τη μαγεία του αλλά αν δεν υπήρχαν οι άνθρωποι δε θα έλεγε τίποτα.

Ας πούμε για τον ‘Βυσσινόκηπο’, βρήκα ένα εγκαταλελειμμένο κτήριο και το έκανα αυτό που ήταν, είχε υπόσταση. Όταν έφυγα, με ρωτούσαν “δε σε πειράζει;”, μα λέω δεν είναι ο ‘Βυσσινόκηπος’ ως ‘Βυσσινόκηπος’, τελείωσε αυτό, ένας τόπος είναι. Οι άνθρωποι είναι, γι’ αυτό είναι και τόσο ανθρωποκεντρικοί οι πίνακες μου.

"Ο μαγικός μου Βυσσινόκηπος"
“Ο μαγικός μου Βυσσινόκηπος”

ΙΜ: Οι άνθρωποι στους πίνακες σου, πέρα από στοιχεία από τα κείμενα της Χρυσούλας Πατρώνου Παπατέρπου, έχουν και στοιχεία από τους Καστοριανούς;

ΚΛ: Όχι, όχι, όχι. Οι άνθρωποι για μένα έχουν μία σαφή εικόνα. Φτιάχνω την ίδια φιγούρα πάντα, απλά την κάνω άντρα ή γυναίκα ανάλογα με το πώς είναι, γιατί οι άνθρωποι για μένα είναι μία οντότητα, ο άνθρωπος δε σημαίνει κάτι είτε είναι άντρας είτε είναι γυναίκα, είναι το πώς φέρεται και το πώς θέλει να φερθεί.

Οπότε είναι πάντα ένα πρόσωπο το οποίο έχει το στόμα του, που μοιάζει πάντα με καρδιά, και από ‘κει πέρα βγαίνουν όλα τα πράγματα. Δηλαδή, όταν μιλάμε, το στόμα γίνεται καλό ή κακό, μια καλή ή μια κακή καρδιά. Και το μάτι είναι αυτό που σε κάνει να βλέπεις την πραγματικότητα ή να δείχνεις σαν καθρέφτης αυτό που έχεις δει στους ανθρώπους. Οπότε έχω πάντα αυτήν την εικόνα με τους ανθρώπους. Αλλά δεν έχω βάλει κάποια στοιχεία Καστοριανών επάνω.

ΙΜ: Το μάτι, το στόμα και η μύτη – σε αυτά τα τρία δίνεις την περισσότερη έμφαση στα έργα σου.

ΚΛ: Ναι, ναι, ναι, και στο σαγόνι πολλές φορές που δείχνει μια ευαισθησία, μία δυναμική ανάλογα αν είναι άντρας ή γυναίκα. Είναι πώς στέκεται. Η μύτη ας πούμε έχει μια ξεκάθαρη μορφή, αιχμηρή. Είναι και η μόνη γραμμή σε σχέση με τους κύκλους που έχει όλο το υπόλοιπο. Όλα τα άλλα είναι καμπύλες.

ΙΜ: Ποια είναι η ιστορία πίσω από αυτήν την έμφαση;

ΚΛ: Δεν το ξέρω, αυτό είναι ένα κόλλημα που έχω εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Να φανταστείς ότι έψαξα έναν πίνακα κάποια στιγμή, που είχα κάνει γύρω στα 40 μικρά προσωπάκια που ήταν αυτό το πρόσωπο. Έχει εξελιχθεί από τότε αρκετά, αλλά μου πήγε το χέρι να φτιάξω αυτήν τη φιγούρα, αυτό το πρόσωπο. Και από τότε πια το κάνω με κλειστά μάτια, είναι το alter ego μου αυτή η φιγούρα.

Ακόμη δεν έχω καταλάβει γιατί φτιάχνω αυτό το πράγμα, βέβαια ίσως επειδή μου αρέσουν οι άνθρωποι, αγαπάω τους ανθρώπους. Και, ίσως, είναι ένας εύκολος τρόπος, ένας δικός μου τρόπος, να απεικονίσω έναν άνθρωπο, να τον στολίσω εγώ με τα πράγματα που θέλω να του βάλω πάνω. Δηλαδή, αν θέλω να κάνω να μοιάζει κάποιος σε σένα, μπορεί να βρω το χρώμα των ματιών σου, μπορεί να φτιάξω τα μαλλιά σου, μπορεί να φτιάξω ένα ρούχο που φοράς, ή μια διάθεση που έχεις και να την προσαρμόσω, να την βάλω στα ρούχα και να αισθάνεσαι ότι αυτό που βλέπεις είσαι εσύ – χωρίς να είσαι εσύ πρακτικά. Αλλά συναισθηματικά να είσαι εσύ.

cl

Αυτοί που δεν ακούν

ΙΜ: Από την άλλη, αυτό που λείπει είναι τα αυτιά. Έχουν πολύ μικρούλικα αυτιά οι άνθρωποι στους πίνακες σου. Δεν ακούν;

ΚΛ: Μπορεί επειδή είμαι εγωιστής εγώ να μη βάζω να ακούνε! (γέλια) Πιο πολύ δηλώνουν αυτό που είναι, ίσως και γι’αυτό να μην είναι τόσο μεγάλα τα αυτιά. Ίσως να είναι πολύ εγωκεντρική η προσέγγιση που τους δίνω, να είναι οι σταρ της ζωής τους.

Να, αυτό με τα αυτιά ποτέ δε το είχα σκεφτεί.

ΙΜ: Είναι ωραία έκφραση εγωισμού, “μην ακούς, προχώρα με τα μάτια, τη μύτη και το στόμα σου”.

ΚΛ: Ναι, με τα δικά σου πράγματα, μην ακούς κανέναν. Κι εγώ δεν άκουγα τους ανθρώπους, βέβαια τώρα έχω αρχίσει να τους ακούω πάλι, άλλα δεν άκουγα τις συμβουλές τους , ειδικά τα “πού θα πας στην Καστοριά, γιατί φεύγεις από την Καστοριά, γιατί αφήνεις την Αθήνα”, δε με ενδιέφερε αυτό, με ενδιέφερε να κάνω αυτό που ήθελα εγώ να κάνω.

ΙΜ: Και φαντάζομαι θα έχεις ακούσει πάρα πολλά.

ΚΛ: (Βαθιά εκπνοή) Δε διανοείσαι. Δε φαντάζεσαι, δε φαντάζεσαι.

ΙΜ: Οπότε έτσι προχώρησες κι εσύ, χωρίς να ακούς.

ΚΛ: Ναι, ναι. Κανέναν σχεδόν. Έκανα αυτό που ήθελα.

ΙΜ: Σε καλό σου βγήκε.

ΚΛ: Ναι, σε καλό μου βγήκε. Δεν έχω μετανιώσει για πράγματα ουσιαστικά στη ζωή μου.

ΙΜ: Πάντα βγαίνει σε καλό όταν κάνεις αυτό που θέλεις και δεν ακούς;

ΚΛ: Ναι, ναι, ναι, πάντα. Και ξέρεις γιατί; Γιατί έχεις την ευθύνη των πράξεων σου οπότε δεν έχεις να ρίξεις σε κανέναν τις ευθύνες, να πεις “να, μου είπες…”, γιατί οι άνθρωποι το κάνουμε αυτό συνήθως, όταν νιώσουμε ότι κάτι μας ζορίζει πετάμε το μπαλάκι στον άλλον, και δεν είναι τόσο καλό αυτό.

ΙΜ: Επίσης, οι άνθρωποι σου είναι πάρα πολύ χρωματιστοί, είναι όμως και πάρα πολύ φωτεινοί, αλλά χωρίς να υπάρχει κάποια πηγή φωτός στους πίνακες. Τι τους φωτίζει;

ΚΛ: Το μέσα τους. Η ζωή τους η ίδια τους φωτίζει, οι επιλογές τους, ο τόπος που ζουν και κινούνται.

ΙΜ: Μιλάμε για ένα εσωτερικό φως.

ΚΛ: Ναι, είναι δικό τους το φως, είναι εσωτερικό, εντελώς. Είναι καθαρά προσωπικό τους, είναι σαν να παίρνουν πραγματικά τις ευθύνες τους και να κινούνται με τις δικές τους επιλογές. Γι’αυτό μου άρεσε και η Χρυσούλα, επειδή δε βάζει ποτέ τους ανθρώπους να ζητάνε ευθύνες από κανέναν για αυτά που έχουνε κάνει. Και μου αρέσει αυτό, που δε ζητάνε ευθύνες, γιατί οι άνθρωποι, για να περάσουν τα δικά τους, λένε “α εγώ να, αυτός μου είπε, αυτοί με φέρανε, αυτοί μου κάνανε”, και λίγο εγώ το βαριέμαι αυτό το πράγμα. Και ίσως γι’αυτό να αγάπησα πάρα πολύ αυτό που έχει η Χρυσούλα και ίσως να βρήκα και ένα κομμάτι του δικού μου εαυτού μέσα στα κείμενα της και να μου βγήκε και στους πίνακες. Πάντα το έκανα αυτό.

ΙΜ: Εντοπίζεις δηλαδή αυτό το φως σε σένα και τους γύρω σου;

ΚΛ: Ναι, ναι, ναι. Σκέψου ότι εγώ ξεκίνησα έχοντας σπουδάσει βοηθός φαρμακοποιού, έκανα μπαλέτο, έγινα γραφίστας και μετά έγινα ξενοδόχος (γέλια), ήμουν ζωγράφος, έχω παίξει στο θέατρο..

cl11

Καστοριά, η πόλη που ανοίγει δρόμους

ΙΜ: Τραγούδι, μουσική-δεν έχεις σκεφτεί τις άλλες τέχνες;

ΚΛ: Τραγούδι έκανα με τον Γιώργο Γκονούλα, έναν μουσικό της Καστοριάς, που παίζει ακορντεόν και είναι δάσκαλος μουσικής. Με τον Γιώργο έκανα και μουσική, σολφέζ, κάποια στιγμή (γέλια). Ναι, η Καστοριά μου άνοιξε απίστευτους δρόμους.

ΙΜ: Αυτό που λες μου αρέσει πολύ, γιατί έχω την εντύπωση ότι η Καστοριά δεν υπάρχει συνήθως στο κοινωνικό υποσυνείδητο ως ένα μέρος που ανοίγει δρόμους.

ΚΛ: Είναι κάτι που είναι εκεί, τέλος. Συνήθως λέγανε οι άνθρωποι “η Καστοριά, σιγά τώρα, εντάξει” αλλά εγώ θεωρώ ότι ανοίγει δρόμους η Καστοριά, αν αφήσεις κι εσύ τον εαυτό σου κάπως για να το κάνει. Διαφορετικά…

ΙΜ: Δηλαδή πώς σου ανοίγει δρόμους;

ΚΛ: Κοίτα να δεις, είναι ένας μικρός τόπος που πρώτον κερδίζεις χρόνο γιατί δεν έχεις μεγάλες αποστάσεις. Δεύτερον, μπορείς να δημιουργήσεις πράγματα γιατί, μην έχοντας πολλά, ό,τι κι αν κάνεις θα φανεί. Άρα η προσπάθεια σου θα φανεί, δε θα χαθεί. Κι αυτό θα σου δώσει δύναμη, αισιοδοξία και ελπίδα να προχωρήσεις πιο πέρα.

Εγώ δε φανταζόμουν ότι θα παίξω ποτέ θέατρο. Κάποια στιγμή έφτιαξα σκηνικά στη Νένη για την παράσταση και μπουρ, μπουρ, μπουρ, μπουρ κάποια στιγμή μου είπε θα παίξουμε έργο. Μα εγώ παιδί μου δε μπορώ της λέω, είμαι αγοραφοβικός, δε ξέρω, δε μπορώ να απομνημονεύσω, είμαι δυσλεξικός.

ΙΜ: Α, δεν ήθελες να κάνεις θέατρο;

ΚΛ: Δε διανοείσαι! Καθόλου, με τίποτα! Και ξαφνικά ντύθηκα Φαύστα και βγήκα να παίξω στην ‘Φαύστα’!

ΙΜ: Και πώς ένιωσες;

ΚΛ: Αχ, υπέροχα! (γέλια) Υπέροχα, υπέροχα!

f

ΙΜ: Το θέατρο σε μάγεψε ή η Φαύστα;

ΚΛ: Νομίζω και τα δύο μαζί. Το θέατρο ήταν η πρώτη φορά γιατί, με το ‘Σπαμένο Ρόδι’ και με τη Νένη δε βλέπαμε το θέατρο σαν κάτι “εντάξει μωρέ, θα το κάνουμε ερασιτεχνικά, σκοτιστήκαμε αν δε βγει πολύ καλό, και σκοτιστήκαμε αν θα είναι και μέτριο, και σκοτιστήκαμε και πώς είναι”. Ήμασταν πολύ απόλυτοι σε αυτό που κάναμε.

Θέλαμε να είναι επαγγελματικό. Να έχει υπόσταση και να στέκεται από μόνο του, και κανείς να μη τολμήσει να πει ότι “α, καλά εντάξει, ερασιτέχνες είναι, δεν πειράζει”. Εμείς θέλαμε να έχουμε ένα επαγγελματικό επίπεδο. Κάναμε πρόβες πάρα πολλές ώρες, και ο τρόπος που δουλεύτηκε το έργο ήταν πολύ σημαντικός.

Μετά αρχίσαμε να κάνουμε σωματικό θέατρο μαζί με τον Αλέξανδρο Μιχαήλ, και με άλλους ανθρώπους, όπως τον Παύλο Παναγιωτίδη, και αρχίσαμε να δουλεύουμε το θέατρο. Να μην είναι, ας πούμε, μαζεύεται μία ομάδα, διαβάζει ένα κείμενο και κάνει μία παράσταση. Είχαμε μπει στη διαδικασία να ψάχνουμε το έργο, να ψάχνουμε τα λόγια, να βλέπουμε τρόπους, να κάνουμε αυτοσχεδιασμούς.

Οπότε όλο αυτό άρχισε να κάνει το “παίζω θέατρο” ουσιαστικό. Να μην είναι κάτι απλό, να μην είναι “εντάξει μωρέ, χαβαλές είναι, δεν είναι τίποτα, δεν πειράζει να ξεχάσουμε τα λόγια μας”. Το νιώθαμε και όταν πριν βγούμε στη σκηνή αισθανόμασταν ηθοποιοί, δεν αισθανόμασταν άνθρωποι οι οποίοι κάνουν την πλάκα τους.

Τι θα πει να έχεις το ‘Βλέμμα στη Λίμνη’ (ακόμη και όταν δεν υπάρχει λίμνη)

ΙΜ: Ο τίτλος της έκθεσής σου είναι ‘Με το βλέμμα στη Λίμνη’. Κατ’αρχήν σε ποιο βλέμμα αναφέρεσαι;

ΚΛ: Αναφέρομαι στο δικό μου βλέμμα. Είναι δικό μου το βλέμμα αυτό πια, γιατί ακόμη και το ότι βλέπω τη Χρυσούλα μέσα από τα κείμενα της είναι γιατί υπάρχει σε ένα μέρος που είναι γύρω από τη λίμνη. Η λίμνη πιστεύω θα με στοιχειώνει σε όλη μου τη ζωή.

ΙΜ: Φαντάζομαι κάτι συμβολίζει η λίμνη.

ΚΛ: Είναι η ελευθερία. Εγώ πήρα ελευθερία από την Καστοριά. Είναι σαν να άνοιξα τα φτερά μου και να ξαναπέταξα. Μου ανοίχτηκαν πάρα πολλοί ορίζοντες και πάρα πολλά πράγματα που δεν το περίμενα. Συνήθως οι άνθρωποι λένε ότι σε μία μικρή πόλη κλειδώνεσαι. Εγώ στην Καστοριά ελευθερώθηκα. Ένιωσα πραγματική ελευθερία. Και γι’αυτό θέλω να έχω πάντα το βλέμμα μου στον τόπο αυτό που άλλαξε την οπτική μου, που έχει αλλάξει τη ζωή μου. Θα μου πεις, ο τόπος άλλαξε τη ζωή σου; Όχι. Εγώ επέλεξα να αλλάξω, θα μπορούσα να μην έχω αλλάξει τίποτα. Αλλά μου έδωσε κάποιες προοπτικές και κάποιες δυνατότητες που τις πήρα και τις έκανα “συν” στη ζωή μου.

ΙΜ: Πώς μπορεί κάποιος, πιστεύεις, να δημιουργεί αυτήν την αίσθηση ελευθερίας όπου και να βρίσκεται;

ΚΛ: Πιστεύω ότι εμείς το ορίζουμε αυτό. Η λίμνη είναι μία αφορμή, πάντα θέλουμε μία μικρή αφορμή για να μπορέσουμε να το προσδιορίσουμε αυτό. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι το θάρρος του ανθρώπου να προσπαθεί και να πειραματίζεται και να μην βαριέται. Η λίμνη είναι μία μικρή αφορμή, βάζεις πάντα μία μικρή αφορμή στη ζωή σου, που σε πάει λίγο πιο πέρα.

CL7

CL8

Πώς μπορεί να στρέψει η λίμνη το βλέμμα της σε εμάς

ΙΜ: Τι μπορεί να κάνει η Καστοριά για τους καλλιτέχνες και δημιουργούς της;

ΚΛ: Θα έπρεπε, κατά την άποψη μου, να τους δώσει περισσότερο βήμα. Να τους στηρίξει. Να τους προβάλει. Γιατί έχει καλλιτέχνες η Καστοριά. Να δημιουργήσει μικρές εστίες πολιτισμού γιατί η πόλη έχει ένα κακό: δεν φωτίζει τους ανθρώπους της.

Πιστεύουν ότι φτάνει μόνο η λίμνη και η ομορφιά της Καστοριάς. Δεν φτάνει μόνο αυτό. Οι άνθρωποι είναι που κάνουν λαμπερή την πόλη, οι άνθρωποι που αγωνίζονται για τα πράγματα της πόλης και που δημιουργούν. Να τους δώσουν χώρους, υπάρχουν πολλά εγκαταλελειμμένα κτήρια, να τα κάνουν κομμάτια πολιτισμού αυτά τα πράγματα.

Ας δημιουργήσουν πολιτιστικά καλοκαίρια. Ωραία είναι και τα πανηγύρια και οι γιορτές, δεν είναι άσχημα, αλλά ας πάρει και ο πολιτισμός ένα μερίδιο. Φτάνει ρε παιδιά έχουμε φάει 100.000 σουβλάκια, φτάνει πια. Υπάρχουν άνθρωποι που μπορούν να το κάνουν αυτό το πράγμα, και θα βρεθούν και άλλοι τόσοι όταν ανοίξει λίγο η ψαλίδα της τέχνης. Η τέχνη αλλάζει όλη την προσωπικότητα της ζωής μας. Μας κάνει ανθρώπους.

CL6

Μπορείς να βρεις τον Κώστα Λάκη στο Facebook, και στην έκθεσή του ‘Με το βλέμμα στη Λίμνη’ στις 4 με 6 Μαρτίου, στο Αρχοντικό Βέργου στην Καστοριά.

Πηγή

Κοινοποίηση
recurring
Σας αρέσει το OlaDeka?
Κάντε μας like στο Facebook!
Κλείσιμο
Ola Deka Kastoria