Κλεισούρα 1944-2025: Η Συγγνώμη των Λόγων και η Ανάγκη Πράξεων

Δείτε την πέτρινη γέφυρα στο «Νταούλι» όπου έγινε η συμπλοκή των δυνάμεων του ΕΛΑΣ με τους Γερμανούς – Δείτε πως ήταν η “Κοσμόπολη” του Φρανσουά Πουκεβίλ πριν.Πριν να την κάψουν οι γερμανοί που αρνούνται ακόμη και σήμερα να της δώσουν πίσω τη ζωή που της πήραν…

kleisoura

Η Πέτρινη Γέφυρα του «Νταούλι» – Η «Κοσμόπολη» Κλεισούρα, Μια Ζωή που οι Γερμανοί Ακόμη Οφείλουν να Επιστρέψουν…

Δείτε την ιστορική πέτρινη γέφυρα στο «Νταούλι», τον τόπο όπου οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ συγκρούστηκαν με τους Γερμανούς κατακτητές. Θυμηθείτε την εποχή της «Κοσμόπολης», όπως την είχε περιγράψει ο Φρανσουά Πουκεβίλ, πριν οι γερμανικές δυνάμεις αφαιρέσουν βίαια τη ζωντάνια και την ευημερία της – μια απώλεια για την οποία οι Γερμανοί, ακόμη και σήμερα, αρνούνται να προσφέρουν ουσιαστική αποκατάσταση.

image

Πέρασαν 81 χρόνια από εκείνη την μαύρη ημέρα, την 5η Απριλίου 1944, όταν οι ναζιστικές ορδές, αφήνοντας πίσω τους ένα πέπλο θανάτου και καταστροφής, ισοπέδωσαν την Κλεισούρα της Καστοριάς. Διακόσιοι ογδόντα αθώοι άνθρωποι, γυναικόπαιδα και ηλικιωμένοι, έπεσαν θύματα της απάνθρωπης θηριωδίας. Η φλόγα του ολοκαυτώματος κατέστρεψε όχι μόνο σπίτια και περιουσίες, αλλά και την ίδια την καρδιά ενός ιστορικού τόπου, μιας ακμάζουσας κοινότητας που ο Γάλλος περιηγητής Φρανσουά Πουκεβίλ είχε κάποτε εγκωμιάσει αποκαλώντας την «Κοσμόπολη».

Σήμερα, η Κλεισούρα στέκει πληγωμένη. Οι μνήμες παραμένουν νωπές, οι πληγές βαθιές. Η νεότερη γενιά έχει αναγκαστεί να εγκαταλείψει τον τόπο, αναζητώντας ευκαιρίες εργασίας που δεν υπάρχουν πια στο ερειπωμένο χωριό. Μόνο οι ηλικιωμένοι παραμένουν, σιωπηλοί μάρτυρες μιας αίγλης που χάθηκε και μιας αδικίας που παραμένει αναπάντητη.

Και τι έχουν πράξει οι σύγχρονοι Γερμανοί όλα αυτά τα χρόνια; Έχουν εκφράσει λεκτικές συγγνώμες. Λόγια που ηχούν κενά μπροστά στην ερήμωση και την εγκατάλειψη. Λόγια που δεν συνοδεύονται από καμία ουσιαστική ένδειξη μετάνοιας, από καμία χειροπιαστή κίνηση αποκατάστασης του ιστορικού αυτού τόπου.

Αν όντως οι απόγονοι αυτών των τεράτων που διέπραξαν φρικαλεότητες, που αφαίρεσαν ζωές αδιακρίτως, που κατέστρεψαν ένα σημαντικό πολιτιστικό, οικονομικό και κοινωνικό κέντρο της Δυτικής Μακεδονίας, επιθυμούν πραγματικά να αποδείξουν τη μετάνοιά τους για τις εγκληματικές πράξεις των προγόνων τους, οφείλουν να το κάνουν με πράξεις, όχι με λόγια.

Μόνο μια τέτοια ουσιαστική κίνηση, μια έμπρακτη επένδυση στο μέλλον της Κλεισούρας, θα μπορούσε να αποτελέσει μια σχετική εξιλέωση. Μόνο έτσι θα υπήρχε μια συμβολική επιστροφή της ζωής που οι Ναζί αφαίρεσαν βίαια από την καρδιά της Δυτικής Μακεδονίας. Οι λεκτικές συγγνώμες είναι άνευ ουσίας. Η Κλεισούρα περιμένει πράξεις. Περιμένει την αναγέννησή της. Περιμένει μια πραγματική ένδειξη μετάνοιας που θα σφραγίσει ένα νέο κεφάλαιο στην ιστορία της.

Πέτρος Σμιξιώτης

Στο πέρασμα αυτό έγινε η συμπλοκή των δυνάμεων του ΕΛΑΣ με τους Γερμανούς, δύο χιλιόμετρα έξω από τον οικισμό.

488657684 10237016939664671 8134485911713534793 n
1

Η Σφαγή στην Κλεισούρα Καστοριάς, 5 Απριλίου 1944

Σαν σήμερα το 1944 πραγματοποιήθηκε μια από τις μεγαλύτερες σφαγές αμάχων της κατεχόμενης Ελλάδας, στην Κλεισούρα Καστοριάς, μια ορεινή κωμόπολη της Μακεδονίας με πλούσια ιστορία, από γερμανικά στρατεύματα σε συνεργασία με Βούλγαρους συνεργάτες τους υπό τον Αντόν Κάλτσεφ. 280 άμαχοι έχασαν τη ζωή τους, γυναίκες, παιδιά και γέροντες, καθώς ο υπόλοιπος αντρικός πληθυσμός είχε ήδη εγκαταλείψει το χωριό, θεωρώντας ότι δεν κινδύνευαν τα γυναικόπαιδα. Ως πρόσχημα για τη σφαγή χρησιμοποιήθηκε μια ενέδρα του ΕΛΑΣ υπό τον καπετάν Υψηλάντη (Αλέξης Ρόσιος, από τη Σιάτιστα Κοζάνης), στη θέση “Νταούλι” σε γερμανικό επιβατικό αυτοκίνητο συνοδεία μοτοσυκλετών, κατά την οποία σκοτώθηκαν δυο Γερμανοί.

Αναλυτική εξιστόρηση των γεγονότων.

Από τον Μάιο του 1942 εγκαταστάθηκε για πρώτη φορά φυλάκιο στον κόμβο Νταούλι, δύο χιλιόμετρα έξω από την κωμόπολη, μετά τη διοικητική υπαγωγή της Κλεισούρας στον νομό Φλώρινας που τελούσε υπό Γερμανική κατοχή. Από τις αρχές του ’43 άρχισαν τις εμφανίσεις τους στην Κλεισούρα και ομάδες κομιτατζήδων που εξοπλίστηκαν από το ιταλικό φρουραρχείο της Καστοριάς. Μετά τη συνθηκολόγηση της Ιταλίας τον Σεπτέμβρη του ’43 και εντονότερα από τις αρχές του ’44, οι Γερμανοί συνέχισαν τον εξοπλισμό των κομιτατζήδων με τη βοήθεια Βουλγάρων αξιωματικών συνδέσμων και ιδιαίτερα του Άντον Κάλτσεφ. Η παρουσία Γερμανών, Κομιτατζήδων αλλά και ανδρών του εθελοντικού δοσιλογικού τάγματος του Πούλου στην κωμόπολη της Κλεισούρας είχαν ως λόγο και αιτία τις επισκέψεις ανδρών του ΕΛΑΣ που αναζητούσαν τρόφιμα αλλά και για να στρατολογήσουν νέους αντάρτες. Παράλληλα ήθελαν με τον τρόπο αυτό να διασφαλίσουν την σημαντική διάβαση στο Νταούλι.

image

Τον Ιούλιο του ’43 τμήματα του 2ου Συντάγματος “Βρανδεμβούργου” μαζί με τμήμα εθελοντών του Πούλου, με επικεφαλής τον υπίλαρχο Ιωάννη Βελισσαρίδη, πυρπολούν το γειτονικό Λέχοβο γιατί οι κάτοικοί του κατηγορήθηκαν πως παρείχαν βοήθεια στους αντάρτες. Την ίδια μέρα δίνουν εντολή να συγκεντρωθούν στην πλατεία Τσαΐρι της Κλεισούρας όλοι οι άρρενες κάτοικοι. Οι παρουσία των περισσοτέρων ανδρών εντός του οικισμού δεν επιβεβαιώνει την κατηγορία πως έχουν στρατολογηθεί από τον ΕΛΑΣ, ενώ οι εκπρόσωποι της κοινότητας παρέχουν διαβεβαιώσεις για τη νομιμοφροσύνη των κατοίκων. Οι Γερμανοί, τελικά, δεν πυρπολούν την κωμόπολη, όπως αρχικά είχαν αποφασίσει, παρά μόνο δύο κατοικίες, θεωρώντας τους ιδιοκτήτες τους μέλη των ανταρτών.

Είναι φανερό πως οι Κλεισουριώτες νιώθουν έντονη πίεση και από τους αντάρτες, που ζητούν επίμονα βοήθεια και στήριξη, αλλά και από τους Γερμανούς και τους συνεργάτες τους που τους απειλούν για να μην συνεργαστούν με τους αντάρτες.

Τον Δεκέμβριο του ’43, για να διατηρηθεί το Νταούλι υπό γερμανικό έλεγχο, εγκαταστάθηκε φυλάκιο που στελεχώθηκε από δύναμη είκοσι ανδρών του Πούλου. Δύο μήνες αργότερα, τη νύχτα της 23ης Φεβρουαρίου του ’44, μέλη του ΕΛΑΣ με αρχηγό τον Κοσμά Σπανό επιτέθηκε στο φυλάκιο και στο δημοτικό σχολείο που χρησιμοποιούνταν ως κατάλυμα των ανδρών του Πούλου. Οι περισσότεροι της δοσιλογικής φρουράς, έχοντας προφανώς ενημέρωση για την επίθεση, διέφυγαν στην Πτολεμαϊδα. Παρέμειναν και συνελήφθησαν μόνο τρεις οι οποίοι και εκτελέστηκαν από τους άνδρες του ΕΛΑΣ.

Στις 25 Μαρτίου του ’44, έντεκα μέρες πριν τη σφαγή της Κλεισούρας, δύο στρατιωτικά γερμανικά οχήματα δέχθηκαν τα πυρά των ανταρτών κοντά στο χωριό της Κορησού με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τρεις Γερμανοί στρατιώτες. Οι Γερμανοί αποφασίζουν να προβούν σε αντίποινα και να κάψουν την Κορησό. Η καθοριστική παρέμβαση, όμως, του αρχικομιτατζή Κάλτσεφ πείθει τους Γερμανούς να μην προχωρήσουν στα αντίποινα.

Έχοντας όλα αυτά ως δεδομένα φτάνουμε στο απόγευμα της 4ης Απριλίου όπου μια διμοιρία 40 περίπου ανταρτών του ΕΛΑΣ, με επικεφαλής τον Αλέξη Ρόσιο, γνωστό ως καπετάν Υψηλάντη, καθηγητή φιλολογίας από την Σιάτιστα, έφτασε μέσω Βλάστης στην Κλεισούρα. Αποστολή τους να στήσουν ενέδρα σε γερμανική φάλαγγα που το πρωί της επόμενης μέρας θα περνούσε από τα στενά της Κλεισούρας. Ο Ρόσιος ισχυρίζεται πως αποφάσισε το συγκεκριμένο χτύπημα κατόπιν σχετικής διαταγής που έλαβε από τον διοικητή της 9ης Μεραρχίας, Ιερώνυμο Τρωιάνο με σκοπό τη λαφυραγώγηση μιας γεννήτριας αυτοκινήτου που ήταν απαραίτητη για τη λειτουργία ασυρμάτου. Επίσης, ισχυρίζεται πως είχαν πληροφορίες σχετικά με γερμανικές φάλαγγες που θα μετέφεραν Εβραίους της Καστοριάς στην Θεσσαλονίκη, υπονοώντας έμμεσα πως η επίθεση είχε στόχο την απελευθέρωσή τους.

Τελικά το πρωί της επομένης μέρας 5 Απριλίου ο Ρόσιος με τους άνδρες του στήνουν την ενέδρα στο Νταούλι παρά τις ισχυρές αντιρρήσεις των κατοίκων του χωριού που φοβούνται . Δεν περνάνε, όμως, οι φάλαγγες που περίμεναν από την Καστοριά αλλά ο λοχαγός των SS Γκέρχαρντ Κλίνγκενχέφερ που εκείνη τη μέρα είχε άδεια και πήγαινε από την Κοζάνη στην Καστοριά. Μαζί του στο αυτοκίνητο ο υπασπιστής του και ο οδηγός του ενώ τους συνόδευαν και τρεις μοτοσυκλετιστές με τους συνοδούς τους. Οι αντάρτες ανοίγουν πυρ και ξεκινάει η μάχη. Οι Γερμανοί αμύνονται και καλούν σε βοήθεια ρίχνοντας τροχιοδεικτικά βλήματα που τα βλέπουν οι κομιτατζήδες συνεργάτες τους που ήταν σχετικά κοντά στο Νταούλι και σπεύδουν προς βοήθεια. Μετά από τρίωρη ανταλλαγή πυρών καταφθάνει στο σημείο της συμπλοκής μια γερμανική φάλαγγα που εξαναγκάζει τους αντάρτες σε υποχώρηση. Οι άνδρες του ΕΛΑΣ φεύγοντας λαφυραγωγούν μια μοτοσυκλέτα σκοτώνοντας νωρίτερα τους δύο γερμανούς στρατιώτες που επέβαιναν σε αυτήν.

image

Με την λήξη της συμπλοκής ο Κλίνγκενχέφερ επιστρέφει στην Κοζάνη και ενημερώνει τον Καρλ Σύμερς (Karl Schümers), διοικητή του 7ου Συντάγματος της 4ης Τεθωρακισμένης Μεραρχίας των SS στην οποία ανήκει. Αυτός χωρίς δεύτερη σκέψη διέταξε την καταστροφή της Κλεισούρας και την εκτέλεση όλων των κατοίκων της ανεξαρτήτως φύλου και ηλικίας. Στις πέντε περίπου το απόγευμα φτάνουν στην Κλεισούρα μονάδες του 7ου Συντάγματος από την Κοζάνη και την Καστοριά. Οι άνδρες της κωμόπολης φοβούμενοι αντίποινα την εγκαταλείπουν και παραμένουν σε αυτή οι γυναίκες, τα παιδιά και οι ανήμποροι προς μετακίνηση ηλικιωμένοι. Κάποιες γυναίκες εκφράζουν την επιθυμία να φύγουν μαζί με τους συζύγους τους αλλά αυτοί τις καθησυχάζουν ενώ κάποιοι άνδρες που έχουν πάρει μαζί τους τα παιδιά τους, μετά τις προτροπές των άλλων ανδρών, τα επιστρέφουν πίσω για να μην ταλαιπωρηθούν στο χιονισμένο και κρύο βουνό στο οποίο τρέχουν να κρυφτούν. Δεν μπορούσαν να διανοηθούν αυτό που θα συνέβαινε λίγη ώρα αργότερα.

Πρώτα μπήκε στο οικισμό ένα γερμανικό απόσπασμα ανιχνευτών οι οποίοι προέβησαν σε μια πρόχειρη έρευνα στα σπίτια για όπλα και αντάρτες, για να διασφαλίσουν πως η επικείμενη δολοφονική επιχείρηση δεν θα συναντήσει εμπόδια, ενώ παράλληλα καθησύχαζε τους κατοίκους για να μην φύγουν και προειδοποιούσαν πως όποιο σπίτι έβρισκαν κλειδωμένο θα το έκαιγαν. Την ίδια ώρα η κωμόπολη περικυκλώθηκε, και στήθηκαν πολυβόλα περιμετρικά αυτής για να μην μπορέσει κανείς να διαφύγει. Μετά από λίγο έκαναν την εμφάνισή τους τα ανθρωπόμορφα τέρατα των SS που, υπό τις διαταγές του αιμοσταγή συνταγματάρχη Καρλ Σύμερς, ξεχύθηκαν μέσα στη Κλεισούρα για να σκορπίσουν τον τρόμο, την φρίκη και το θάνατο. Μαζί τους και οι ορδές των κομιτατζήδων του Κάλτσεφ. Αυτό που συνέβη ήταν πέρα από κάθε πιθανό σενάριο αντιποίνων και έξω από κάθε πλαίσιο λογικής. Σκότωναν αδιακρίτως γέρους, γυναίκες και ανυπεράσπιστα παιδιά. Δεν έδειξαν έλεος ούτε στα βρέφη ή τα πολύ μικρά παιδιά ενώ οι έγκυες ξεκοιλιάζονταν με τον πιο φρικιαστικό τρόπο για να σιγουρευτούν πως δεν θα επιζήσουν ούτε οι κυοφορούμενες αθώες ψυχές. Μετά τις φρικιαστικές εν ψυχρώ δολοφονίες πυρπολούσαν τις οικίες για να ολοκληρώσουν την καταστροφή. Κάποια γυναικόπαιδα κάηκαν ζωντανά μην μπορώντας να εξέλθουν των φλεγόμενων οικιών τους. Οι μαρτυρίες των επιζώντων είναι συγκλονιστικές. Η λυσσαλέα αυτή ανθρωποσφαγή γυναικόπαιδων δεν έχει προηγούμενο.

Χαρακτηρίστηκε ως ένα από τα χειρότερα και πιο αποτρόπαια εγκλήματα πολέμου των Γερμανών. Επί δύο ολόκληρες ώρες αιμοδιψή SS και κομιτατζήδες πυροβολούσαν, λόγχιζαν, πυρπολούσαν και κατέσφαζαν τον άμαχο πληθυσμό. Γύρω στις εφτά που άρχιζε να σουρουπώνει και για να αποφύγουν το σκοτάδι κατά την επιστροφή τους, και υπό τον φόβο των ανταρτών, παίρνουν το σήμα από τον επικεφαλής μέσω φωτοβολίδας να σταματήσουν. Έχουν φτάσει λίγο πιο πάνω από την πλατεία του Αγίου Νικολάου. Αν είχαν επιπλέον διαθέσιμο χρόνο είναι σίγουρο πως θα συνέχιζαν και δεν θα αρκούνταν στα 280 αθώα θύματα που είναι ο τελικός τραγικός απολογισμός.

Η Κλεισούρα όλο το βράδυ φλέγεται. Παντού σκοτωμένα παιδιά, γυναίκες και ηλικιωμένοι. Ακρωτηριασμένα πτώματα, καμένες σάρκες, το αίμα ποτάμι. Όσοι άνδρες επιστρέφουν στο χωριό το βράδυ ή την επόμενη μέρα δεν μπορούν να πιστέψουν αυτό που έχει συμβεί. Αλλόφρονες αναζητούν τα προσφιλή τους πρόσωπα και αντικρίζουν τη φρίκη. Κάποιοι βρίσκουν μόνο τα κόκαλα των καμένων συγγενών τους. Μέχρι και ο ειδικός πληρεξούσιος του γερμανικού υπουργείου εξωτερικών για τη Νοτιοανατολική Ευρώπη Χέρμαν Νόιμπαχερ (Hermann Neubacher) χαρακτήρισε τα γεγονότα στην Κλεισούρα ως «παράλογο λουτρό αίματος» στην έκθεσή του και θέλοντας να κατακρίνει την αποτρόπαια επιχείρηση συμπλήρωσε: «το υπέροχο αποτέλεσμα αυτού του ανδραγαθήματος είναι ότι, αν και τα βρέφη είναι νεκρά, εντούτοις οι αντάρτες ζουν και μπορούν να συνεχίσουν με την δύναμη των όπλων τους να χρησιμοποιούν για καταλύματά τους εντελώς άοπλα χωριά.».

image

Ο Νόιμπαχερ ζητάει τη δικαστική διερεύνηση των γεγονότων και ο υπαίτιος της σφαγής Καρλ Σύμερς απολογείται στον Στρατιωτικό Διοικητή Θεσσαλονίκης. Στην απολογία του παραποιεί τα γεγονότα. Ισχυρίζεται πως η Κλεισούρα ήταν γεμάτη αντάρτες και αναγκάστηκε στην αρχή να την βομβαρδίσει και στην συνέχεια να την καταλάβει με έφοδο. Παρουσιάζει τη σφαγή και τις δολοφονίες ανυπεράσπιστων αθώων θυμάτων ως «παράπλευρες απώλειες» μιας πολεμικής σύγκρουσης, ενώ για τα έκτροπα και τις φρικαλεότητες που συνέβησαν ρίχνει την ευθύνη κυρίως στους κομιτατζήδες. Στην προσπάθειά του να ελαφρύνει τη θέση του και να δικαιολογήσει τα εγκλήματα που διεπράχθησαν, ισχυρίζεται πως κακοποιήθηκαν από τους άνδρες του ΕΛΑΣ τα πτώματα των Γερμανών στρατιωτών στο Νταούλι. Αυτή, άλλωστε, ήταν μια συνήθης τακτική των Γερμανών που την χρησιμοποίησαν και σε άλλες περιπτώσεις όταν ήθελαν να δικαιολογήσουν τα εγκλήματά τους. Άλλωστε, αυτό αφενός δε συνάδει με τη γενικότερη πρακτική των ανταρτών επί κατοχής, αφετέρου δεν επιβεβαιώνεται από πουθενά πλην των απολογούμενων διαταγέων της σφαγής ή σφόδρα αντικομμουνιστικών πηγών, κυρίως της μετεμφυλιακής περιόδου Το πιο πιθανό είναι, στην περίπτωση που η κακοποίηση συνέβη, αυτή να έγινε από τους κομιτατζήδες αφού ήταν γνωστό το μίσος και οι απειλές του αρχικομιταζή Κάλτεφ απέναντι στους Κλεισουριώτες αλλά και οι προβοκατόρικες τακτικές του, Αυτό ισχυρίστηκε και ο υπεράνω υποψίας κομμουνιστικών συμπαθειών γραμματέας του Συλλόγου Κλεισουριέων Θεσσαλονίκης Ηλίας Γιόβας στη δεύτερη δίκη του Κάλτσεφ στο Διαρκές Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης το 1948, εν μέσω, μάλιστα, εμφυλίου.

image

Οι Γερμανοί στρατοδίκες, τελικά αθωώνουν τα SS του 7ου Συντάγματος και τον διοικητή τους και έτσι δίνουν το δυνατότητα στον Σύμερς να διαπράξει παρόμοια φρικτά εγκλήματα και σε άλλες περιοχές με πιο γνωστές περιπτώσεις αυτές των Πύργων Εορδαίας και του Διστόμου.

Η ελληνική πολιτεία θέλοντας να τιμήσει την ηρωική κωμόπολη της απέδωσε τον Πολεμικό Σταυρό Α΄τάξεως και όρισε τον οικισμό ως ιστορική έδρα δήμου με την διοικητική μεταρρύθμιση του σχεδίου Καποδίστρια το 1994. Αργότερα, δυστυχώς, το 2010 αναίρεσε την απόφαση αυτή.

Τέλος, να επισημάνουμε πως 81 χρόνια μετά το Σφαγείο οι συγγενείς των θυμάτων περιμένουν ακόμα την γερμανική πολιτεία να εκπληρώσει το χρέος της και να καταβάλει τις σχετικές αποζημιώσεις για να πιστέψουνε πραγματικά στην ύπαρξη μιας ειλικρινούς συγνώμης. Και αυτό όχι μόνο γιατί το επιτάσσουν οι κανόνες του διεθνούς δικαίου αλλά κυρίως γιατί αυτό θα λειτουργήσει ως αντικίνητρο και ως παράγοντας αποτροπής παρόμοιων γεγονότων στο μέλλον.

Σμιξιώτης Δημήτρης

Δείτε εικόνες της 6ης Απριλίου 2025 κατά τις εκδηλώσεις μνήμης:

https://oladeka.com/tag/5-%ce%b1%cf%80%cf%81%ce%b9%ce%bb%ce%b9%ce%bf%cf%85-1944

Κοινοποίηση
recurring
Σας αρέσει το OlaDeka?
Κάντε μας like στο Facebook!
Κλείσιμο
Ola Deka Kastoria