Την παροχή κινήτρων για τη βιομηχανία προκειμένου να εξηλεκτριστεί και την αναθεώρηση της ενεργειακής φορολογικής πολιτικής της ΕΕ κρίνει ως απαραίτητες για τη μείωση του ενεργειακού κόστους, η Eurelectric.
Ο σύνδεσμος των εταιρειών ενέργειας της Ευρώπης που ήδη έχει χτυπήσει καμπανάκι για την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής βιομηχανίας με έγγραφο θέσεων με το οποίο ζητεί από τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να παρέμβουν στο ζήτημα του ενεργειακού κόστους, καθώς θεωρεί ότι η καθυστέρηση στον εξηλεκτρισμό της βιομηχανίας λόγω του υψηλού κόστους, θα έχει αρνητικές επιπτώσεις και για τις επενδύσεις στον τομέα του ηλεκτρισμού.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που περιέχονται στο έγγραφο της Eurelectric η συνολική ζήτηση ενέργειας μειώθηκε στην Ευρώπη κατά 7,5% μεταξύ 2021 και 2023 κυρίως λόγω της βιομηχανικής επιβράδυνσης.
Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά «εάν δεν υπάρχει ζήτηση για ενέργεια, δεν θα υπάρχει ενδιαφέρον για επενδύσεις. Και αν η ηλεκτρική ενέργεια δεν είναι ανταγωνιστική, δεν θα υπάρχουν αρκετοί μεγάλοι καταναλωτές για να αυξήσουν τη ζήτηση για αυτήν. Γι’ αυτό πρέπει να συνεργαστούμε χέρι-χέρι με τους καταναλωτές.
«Πρέπει να βρούμε λύσεις που θα ωφεληθούν και θα λειτουργούν τόσο για τη βιομηχανία όσο και για την ενέργεια. Αυτό απαιτεί προσεκτικά σχεδιασμένες πολιτικές λύσεις. Οι παρεμβάσεις ωμής βίας και οι βραχυπρόθεσμες διορθώσεις θα βλάψουν την ανταγωνιστικότητα και θα καθυστερήσουν τη δράση για το κλίμα», δήλωσε ο Γενικός Γραμματέας της Eurelectric, Kristian Ruby και πρόσθεσε:
«Όπως τονίζεται στην έκθεση Ντράγκι, οι ακριβοί λογαριασμοί ενέργειας είναι ένας από τους πολλούς παράγοντες που εμποδίζουν τη βιομηχανική ανταγωνιστικότητα. Το υψηλό ενεργειακό κόστος κινδυνεύει να ασκήσει σημαντική οικονομική πίεση στους καταναλωτές, μειώνοντας τους οικονομικούς πόρους τους για επενδύσεις σε ηλεκτρικές τεχνολογίες για την απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα. Είναι σημαντικό να διασφαλιστεί ότι η ενέργεια θα είναι πιο προσιτή και αυτό θα πρέπει να επιτευχθεί χωρίς να φοβηθούν οι επενδυτές των ΑΠΕ».
Ειδική αναφορά κάνει η Eurelectric και στη φορολόγηση της ηλεκτρικής ενέργειας. Οπως τονίζει ο γενικός γραμματέας «η ηλεκτρική ενέργεια πρέπει να φορολογείται πιο δίκαια. Η Ευρώπη έχει επί του παρόντος μια φορολογική πολιτική που εξακολουθεί να ευνοεί το φυσικό αέριο έναντι της ενέργειας. Ακόμη και με τα διδάγματα που αντλήθηκαν από την ενεργειακή κρίση, η ηλεκτρική ενέργεια της Ευρώπης είναι κατά μέσο όρο δύο φορές πιο ακριβή από το φυσικό αέριο, τόσο για τα νοικοκυριά όσο και για τις επιχειρήσεις, με τους φόρους να αποτελούν 1,4 φορές περισσότερο τους λογαριασμούς ηλεκτρικής ενέργειας σε σύγκριση με το φυσικό αέριο. Η διόρθωση αυτής της ανισορροπίας είναι κρίσιμη για την ευθυγράμμιση των λογαριασμών ενέργειας με την ενεργειακή μετάβαση».
Επιπλέον, σύμφωνα με τη Eurelectric, ένας άλλος τρόπος προστασίας των καταναλωτών έναντι των πολύ ασταθών τιμών είναι η εφαρμογή της μεταρρύθμισης της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Η προώθηση της πρόσβασης σε μακροπρόθεσμες συμβάσεις, όπως οι συμφωνίες αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας (PPAs) και οι συμβάσεις επί της διαφοράς (CfDs) για προμήθεια καθαρής ενέργειας θα παράσχει σταθερότητα τιμών σε μεγάλους χρήστες ενέργειας και ορατότητα κατά την επιστροφή για τους προμηθευτές.
Ο σύνδεσμος των εταιρειών ενέργειας της Ευρώπης, στον οποίο αντιπρόεδρος έχει εκλεγεί ο επικεφαλής της ΔΕΗ, Γιώργος Στάσσης, συνιστά στοχευμένες ενέργειες και συγκεκριμένα:
Ενίσχυση των τεράστιων επενδυτικών κεφαλαίων που απαιτούνται για την επίτευξη των ενεργειακών και κλιματικών στόχων της ΕΕ με την εφαρμογή συμφωνημένων πολιτικών και τη διασφάλιση ρυθμιστικής σταθερότητας.
Παροχή κινήτρων για τον εξηλεκτρισμό με συγκεκριμένο σχέδιο δράσης και ειδικά νέα εργαλεία, όπως η δημιουργία τράπεζας εξηλεκτρισμού (Electrification Bank) και παροχή ενισχύσεων για την αναβάθμιση του δικτύου διανομής.
Διαφοροποιημένη προμήθεια εξαρτημάτων για καθαρές τεχνολογίες ώστε να αντιμετωπιστεί η μη διαθεσιμότητα και το αυξανόμενο κόστος πρώτων υλών και βασικών εξαρτημάτων, με παράλληλη ανάπτυξη της ευρωπαϊκής παραγωγής.
Μείωση του διοικητικού φόρτου και της γραφειοκρατίας και εξορθολογισμό των υφιστάμενων ευκαιριών χρηματοδότησης σε επίπεδο ΕΕ, ώστε η συμμόρφωση με την ισχύουσα νομοθεσία και η πρόσβαση σε χρηματοοικονομικές ευκαιρίες να είναι πιο αποτελεσματική και λιγότερο επαχθής.