Τη Δευτέρα στην ανακρίτρια ο ποινικολόγος – Τι προβλέπει η νομοθεσία.
Ο γνωστός ποινικολόγος Αθήνας που κατηγορείται ότι κακοποίησε βάναυσα την 37χρονη γυναίκα του με αποτέλεσμα αυτή να νοσηλεύεται σε ιδιωτική κλινική των Αθηνών, σύμφωνα με πληροφορίες, είχε καταγγελθεί από την πρώην σύζυγό του για ενδοοικογενειακή βία το 2017.
Συγκεκριμένα, η γυναίκα στις 16 Οκτωβρίου 2017 είχε προχωρήσει σε μήνυση σε βάρος του τότε συζύγου της για ενδοοικογενειακή βία στο Αστυνομικό Τμήμα Βριλησσίων. Η συγκεκριμένη υπόθεση δεν είχε καταδικαστικό αποτέλεσμα για το γνωστό δικηγόρο, που πλέον όμως αντιμετωπίζει την κακουργηματική κατηγορία της βαριάς σκοπούμενης σωματικής βλάβης σε βάρος της γυναίκας του, επίσης γνωστής δικηγόρου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο 52χρονος που στο αυριανό τε-α-τετ με τη 18η τακτική ανακρίτρια, θα βρίσκεται σε εντελώς διαφορετική θέση, επιμένει στα όσα υποστήριξε εξαρχής, συνοδεύοντας τη γυναίκα του στο νοσοκομείο, ότι δηλαδή τα τραύματά της οφείλονται σε ατύχημα και συγκεκριμένα σε πτώση της από τις σκάλες του σπιτιού τους. Την ίδια εκδοχή υποστήριξε στους αστυνομικούς και η 37χρονη δικηγόρος που δε θέλησε να υποβάλλει μήνυση σε βάρος του άνδρα της.
Ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες από το αστυνομικό ρεπορτάζ, στην κατάθεσή του ο γιατρός που εξέτασε την άτυχη γυναίκα περιγράφει ότι όταν τη ρώτησε αν τη χτύπησε ο άντρας της, αυτή έγνεψε καταφατικά, ενώ σε ερώτηση των αστυνομικών αν επιθυμεί την τοποθέτηση panic button στο κινητό της τηλέφωνο, η 37χρονη φέρεται να απάντησε θετικά. Γεγονός οξύμωρο, αν αναλογιστεί κανείς ότι έως τώρα δεν έχει στραφεί εναντίον του συζύγου της νομικά και παράλληλα φέρεται να δίνει και αυτή την εκδοχή του ατυχήματος ως αιτία των σοβαρών τραυμάτων της σε πρόσωπο και σώμα.
Ο ρόλος- κλειδί του γιατρού
Ο γιατρός που εξέτασε λίγο μετά τα μεσάνυχτα του Σαββάτου την 37χρονη γυναίκα, ήταν το πρόσωπο που από την πρώτη στιγμή δεν πείστηκε από τον ισχυρισμό του ζευγαριού ότι η βαριά κατάσταση της 37χρονης δικηγόρου οφείλεται σε ατύχημα και έσπευσε να καταγγείλει για ενδοοικογενειακή βία τον 52χρονο σύζυγό της στο Α.Τ. Ομόνοιας.
Πλέον και συγκεκριμένα από την 1η Μαΐου 2024 και μετά, ο νέος ποινικός κώδικας προβλέπει ότι οι επαγγελματίες υγείας που έρχονται αντιμέτωποι με περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, υποχρεούνται να τα καταγγείλουν στις αρχές, χωρίς να φοβούνται τις συνέπειες καθώς έχει θεσπιστεί το ακαταδίωκτο για αυτούς. Οι καταγγέλλοντες δε μπορούν να στραφούν εναντίον τους δικαστικά, υποβάλλοντας μήνυση ή αγωγή σε βάρος τους.
Το νέο άρθρο 23 του ν.3500/2006 όπως διαμορφώθηκε μετά την τελευταία τροποποίηση τον περασμένο Φεβρουάριο στο νόμο 5090/2024 προβλέπουν ρητά:
1. Παιδαγωγός, εκπαιδευτικός, μέλος του ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού ή του ειδικού βοηθητικού προσωπικού της πρωτοβάθμιας ή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, κοινωνικός λειτουργός, ψυχολόγος, επιμελητής, προπονητής ή γιατρός που παρέχει τις υπηρεσίες του σε ανήλικο, ο οποίος κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του πληροφορείται ή διαπιστώνει με οποιονδήποτε τρόπο, ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ανηλίκου έγκλημα ενδο-οικογενειακής βίας, υποχρεούται να το αναφέρει αμελλητί στις αρμόδιες διωκτικές αρχές. Την ίδια υποχρέωση έχει ιατρός που με βάση σοβαρά αντικειμενικά ευρήματα της ιατρικής εξέτασης διαπιστώνει ότι έχει διαπραχθεί σε βάρος ενηλίκου έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας.
2. Τα πρόσωπα της παρ. 1, που προβαίνουν σε αναφορά εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας δεν εγκαλούνται, δεν ενάγονται, δεν διώκονται πειθαρχικά, δεν απολύονται, ούτε υφίστανται άλλου είδους κυρώσεις ή δυσμενή μεταχείριση, για το περιστατικό που ανέφεραν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, παρά μόνο εάν προέβη-σαν εν γνώσει τους σε αναληθή αναφορά.
2. Α. Τα πρόσωπα της παρ. 1 καλούνται να εξετασθούν ως μάρτυρες κατά τη διαδικασία στο ακροατήριο, μόνο αν το έγκλημα ενδοοικογενειακής βίας δεν αποδεικνύεται με οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό μέσο.
3. Οι διατάξεις του παρόντος εφαρμόζονται αναλόγως και για τα μέλη του προσωπικού και τους Προϊσταμένους των Κέντρων Εκπαιδευτικής και Συμβουλευτικής Υποστήριξης (Κ.Ε.Σ.Υ.) του άρθρου 6 και της παρ. 3 του άρθρου 18 του ν. 4547/2018 (Α’ 102)».