Η «ακτινογραφία» των αποτελεσμάτων των Ευρωεκλογών για ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ από το Dnews.
Η εικόνα αμέσως μετά την ανακοίνωση των exit polls για τις ευρωεκλογές ήταν λίγο πολύ αυτή που θα περίμενε κανείς, παραπέμποντας περισσότερο στην επικοινωνιακή διαχείριση φοιτητικών εκλογών παρά σε πανευρωπαϊκές κάλπες. Η παράσταση δεν έκοψε εισιτήρια, οι θεατές δεν μπήκαν καν στο θέατρο και όμως οι πρωταγωνιστές νομίζουν ότι τους χειροκροτούν και υποκλίνονται μπροστά σε άδεια καθίσματα.
Με πάνω από το 62% των πολιτών να γυρνούν την πλάτη σε όλα τα κόμματα, ποσοστό πρωτοφανούς αποχής που συνιστά αρνητικό ρεκόρ των τελευταίων 50 ετών, και με τα κόμματα της ακροδεξιάς να ενισχύονται σημαντικά και στη χώρα μας, η εικόνα από τα εκλογικά αποτελέσματα παραπέμπει σε κοινωνική απονομιμοποίηση και σίγουρα παντελή απαξίωση της εκλογικής διαδικασίας, της Ευρώπης αλλά και του πολιτικού συστήματος, χωρίς να αφήνει ιδιαίτερα περιθώρια πανηγυρισμών.
Η ένδεια αξιόπιστης εναλλακτικής απέναντί σε ένα κυβερνητικό κόμμα που έβαινε στην κάλπη προς βαριά τιμωρία, η απαξίωση του πολυκερματισμού των κομμάτων της ευρύτερης κεντροαριστεράς και η συνολική ενίσχυση της αντιπολιτικής είναι ίσως κάποια πρώτα, επιδερμικά σε αυτήν ακόμα τη φάση, συμπεράσματα για τη θηριώδη αποχή.
Αυτά και το γεγονός ότι οι πολίτες στέλνουν σαφέστατο μήνυμα για την ανάγκη ανασύνθεσης του ευρύτερου χώρου της κεντροαριστεράς, που βγάζει μάτι ακόμα και με την «μπακάλικη» λογική του αθροίσματος των ποσοστών ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ, Νέας Αριστεράς που ξεπερνά σημαντικά το ποσοστό της ΝΔ. Ειδικά ως προς το τελευταίο, οι χαμηλές πτήσεις ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, με κανένα από τα δύο κόμματα να μην μπορεί όχι να πλησιάσει τη ΝΔ αλλά έστω να ξεπεράσει καν το 15%, παραπέμπει σε ευθεία αποδοκιμασία των ηγεσιών τους και των προσωπικών στρατηγικών έναντι όσων μιλούν για την ανάγκη ανασύνθεσης του χώρου χωρίς ανεδαφικούς – εκ του εκλογικού αποτελέσματος – ηγεμονισμούς.
Όσοι και σήμερα επιμένουν στη γραμμή μικρομεγαλισμού «ελάτε πίσω μου» απλά θέτουν εαυτόν εκτός ουσιαστικής συζήτησης και βασικά αποτελούν ανάχωμα σε αυτήν.
Εντούτοις, άπαντες χαμένοι, επαίρονται πως είναι οι κερδισμένοι των εκλογών.
Κάπως έτσι, το κυβερνόν κόμμα της ΝΔ βλέπει «νίκη» παρά το γεγονός ότι το αποτέλεσμα συνιστά κόλαφο για τον κ. Μητσοτάκη, που είχε θέσει τον πήχη στο 33% των περασμένων ευρωεκλογών, κινούμενος τελικά 6 μονάδες κάτω από αυτόν και χάνοντας σχεδόν 13 μονάδες από το 41% των εθνικών εκλογών του 2023.
Η αδυναμία προσωπικά του κ. Μητσοτάκη ακόμα και να πλησιάσει τον πήχη που είχε θέσει, χάνοντας ακόμα και το 30%, σε μία εκλογική αναμέτρηση χωρίς αντίπαλο διεκδικητή της πρώτης θέσης, επιβεβαιώνει την κυβερνητική κόπωση αλλά και την βαριά αποδοκιμασία των πολιτών που του στέρησαν μέσα σε ένα έτος σχεδόν 13 ποσοστιαίες μονάδες.
Στον ΣΥΡΙΖΑ, στον οποίον ο Στέφανος Κασσελάκης εξελέγη με σύνθημα πως μπορεί να κερδίσει τον κ. Μητσοτάκη και εν συνεχεία ανεβοκατέβαζε τον πήχη ανά εβδομάδα, με τελευταίο στόχο το 20%, εμφανίζονται απολύτως ικανοποιημένοι με σχεδόν 15% ενώ στις προηγούμενες ευρωεκλογές το κόμμα είχε λάβει 24% και στις τελευταίες εθνικές 18%, όταν και παραιτήθηκε ο Αλέξης Τσίπρας.
Εκτός από τη διαφορά σχεδόν 13 μονάδων από τη ΝΔ, αυτό που ωστόσο πιστώνεται στην ηγεσία της Κουμουνδούρου είναι ότι κατάφερε έστω και με δυσκολία να διασφαλίσει τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία πριν από κάποιους μήνες είχε τεθεί εν αμφιβόλω από τα δημοσκοπικά ευρήματα.
Στην τρίτη θέση, το ΠΑΣΟΚ υπό τον κ. Ανδρουλάκη, επαίρεται πως είναι η τρίτη διαδοχική εκλογική αναμέτρηση που ανεβάζει τα ποσοστά του, πως ξεπερνά τον ΣΥΡΙΖΑ σε πολλές περιφέρειες, αποσιωπώντας πως η ηγεσία του απέτυχε ολοκληρωτικά στον πρωταρχικό στόχο που είχε θέσει να εκμεταλλευθεί την πολύμηνη τρικυμία της Κουμουνδούρου και να χτυπήσει τη δεύτερη θέση, παίρνοντας τα ηνία της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Και κάπου εδώ τελειώνουν οι επίδοξοι «νικητές» και περνούν στο προσκήνιο οι πραγματικά κερδισμένοι των ευρωεκλογών, που δεν είναι άλλοι από το ΚΚΕ που ανέβασε εκ νέου τα ποσοστά του και κυρίως τα κόμματα της άκρας δεξιάς.
Το ζητούμενο της επόμενης ημέρας από τις ευρωπαϊκές κάλπες, δεν είναι άλλο από την εξισορρόπηση του πολιτικού συστήματος, την ανάδειξη αξιόπιστης εναλλακτικής μέσα από την ανασύνθεση της κεντροαριστεράς, όχι σε επίπεδο προσώπων με τζούφιους ηγεμονισμούς αλλά σε επίπεδο πολιτικού πλαισίου και παράλληλα τη δημιουργία αναχώματος στην άκρα Δεξιά.
Γιατί το μόνο σίγουρο είναι ότι από αύριο η πίεσή της στη ΝΔ θα επιχειρήσει να μετατοπίσει ακόμα πιο δεξιά την πολιτική συζήτηση και την ασκούμενη πολιτική μέσα σε ένα όλο και πιο δυστοπικό ευρωπαϊκό περιβάλλον.