Η κατάσταση θυμίζει φοιτητικές εκλογές. Οι βασικοί παίχτες του πολιτικού συστήματος βγαίνουν στα κανάλια παρουσιάζοντας αφηγήματα νίκης, συγκρίνοντας μήλα και πορτοκάλια και «ξεχνώντας» σε ποιο ύψος είχαν θέσει τον πήχη.
Γενικά η λογική του «δεν είναι αυτό που νομίζεις» και του «δεν συμβαίνει αυτό που βλέπεις με τα μάτια σου» δεν είναι πειστική και ενισχύει την απαξίωση της πολιτικής. Ειδικά σε μια εκλογή όπου η αποχή σημείωσε ρεκόρ, καλό θα ήταν ο πολιτικός κόσμος να προβληματιζόταν κάπως για το πού πηγαίνει η Ελληνική Δημοκρατία ή τουλάχιστον να μη δείχνει ότι θεωρεί την κατάσταση business as usual. Όταν η συμμετοχή φτάνει μόλις στο 41% με μόλις 4.062.092 ψηφοφόρους, έχει υποστεί ήττα η ίδια η δημοκρατία. Βαριά ήττα.
Η ήττα της κυβέρνησης
Ηττημένη βγαίνει και η κυβέρνηση. Στη μετεκλογική δήλωσή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης εμφανίστηκε ικανοποιημένος για την πρωτιά της Νέας Δημοκρατίας. Ωστόσο, στις ευρωεκλογές δεν ετίθετο θέμα ανατροπής της πρωτιάς, ένα μόλις χρόνο από τη θριαμβευτική νίκη Μητσοτάκη στις εθνικές εκλογές του Ιουνίου του 2023. Ο πήχης για τη Νέα Δημοκρατία είχε τεθεί επισήμως από το ίδιο τον πρωθυπουργό στο 33% των ευρωεκλογών του 2019. Ανεπισήμως, με ένα ποσοστό πάνω από 30% η Νέα Δημοκρατία δεν θα είχε ιδιαίτερο πρόβλημα.
Το 28,31% όμως που τελικά έγραψε το κυβερνών κόμμα, αποτελεί πρόβλημα για τον Μητσοτάκη. Είναι πέντε μονάδες κάτω από το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών του 2019 και 12 μονάδες κάτω από το αποτέλεσμα του 2023. Με όποια κάλπη και αν το συγκρίνεις, η πτώση είναι μεγάλη. Στις ευρωπαϊκές κάλπες εκφράστηκε η δυσαρέσκεια για την κυβερνητική πολιτική.
Το οξύμωρο
Το οξύμωρο είναι ότι η ήττα της Νέας Δημοκρατίας καθιστά ακόμα πιο προβληματικό το αποτέλεσμα για τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ. Τα δύο κόμματα αθροίζουν 27,71% όταν το 2023 είχαν αθροίσει 29,67% και το 2019 31,47%. Αν προσθέσουμε στο άθροισμα τη Νέα Αριστερά φτάνουμε μόλις στο 30,16%, δηλαδή στο ποσοστό του 2023. Το συνολικό ποσοστό τους παραμένει καθηλωμένο την ώρα που η Νέα Δημοκρατία υποχωρεί κατά 12 μονάδες. Δηλαδή όλη η φθορά της Νέας Δημοκρατίας διοχετεύτηκε στην αποχή και την Άκρα Δεξιά, τα δύο κόμματα δεν κέρδισαν ούτε έναν δυσαρεστημένο ψηφοφόρο της ΝΔ.
Το πράγμα γίνεται χειρότερο από το ότι η στασιμότητα καταγράφεται σε ευρωεκλογές που από τη φύση τους ευνοούν την ψήφο στα κόμματα της αντιπολίτευσης. «Τυπική» συμπεριφορά κόμματος της αντιπολίτευσης είχε το ΚΚΕ το οποίο πήγε στο 9,69% από το 7,69% του 2023.
Ο Κασσελάκης
Με το πρώτο exit poll (το οποίο ως συνήθως έπεσε έξω) τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ βγήκαν στα κανάλια με θριαμβευτικό ύφος. Στη συνέχεια τη βραδιάς τα χαμόγελα πάγωσαν γιατί το 14,92% είναι όπως και να το δεις ένα κακό αποτέλεσμα. Ο ΣΥΡΙΖΑ χάνει 2,92% από το 2023 την ώρα που η Νέα Δημοκρατία χάνει 12%. Ακόμα και το άθροισμα ΣΥΡΙΖΑ-Νέας Αριστεράς (17,37%) υπολείπεται του αποτελέσματος του 2023.
Για τον ΣΥΡΙΖΑ το πράγμα γίνεται ακόμα χειρότερο αν λάβουμε υπόψη δύο παράγοντες. Ο πρώτος είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ καταγράφει πτώση παρά την αλλαγή ηγεσίας και την επικοινωνιακή υπερπροβολή του Κασσελάκη μέσα από το εξαιρετικά φιλικό για αυτόν τηλεοπτικό περιβάλλον. Κατά κανόνα, κάθε νέος πολιτικός αρχηγός δίνει μια ώθηση στο κόμμα του στην πρώτη κάλπη μετά την ανάληψη της ηγεσίας. Ειδικά ο Κασσελάκης κατάφερε να έχει μεγαλύτερη κάλυψη από τα media από οποιονδήποτε αρχηγό αξιωματικής αντιπολίτευσης στο παρελθόν. Παρ’ όλα αυτά, δεν κατάφερε να φτάσει ούτε το 20% που είχε θέσει αρχικά ως στόχο ούτε το 18% που έθεσε αργότερα.
Ο δεύτερος επιβαρυντικός παράγοντας για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι καταγράφει τρίτη σερί πτώση σε εκλογική αναμέτρηση. Από το 31,53% του 2019 πήγε στο 20,07% τον Μάιο του 2023, στο 17, 83% τον Ιούνιο του 2023 και στο 14,94% τώρα. Πρόκειται περί φθίνουσας πορείας.
Ο Ανδρουλάκης
Τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ δηλώνουν την ικανοποίησή τους γιατί αύξησαν τα ποσοστά τους, Ωστόσο η αύξηση 0,95% είναι πενιχρή, πόσο μάλλον όταν έχουμε να κάνουμε με ευρωεκλογές. Το πράγμα όμως γίνεται ακόμα χειρότερο αν λάβουμε υπόψη τις 12 μονάδες που έχασε η Νέα Δημοκρατία και την κρίση που διήλθε ο ΣΥΡΙΖΑ με τον Κασσελάκη. Δηλαδή το ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να εκμεταλλευτεί τις δύο τεράστιες ευκαιρίες που του παρουσιάστηκαν.
Αλλά πέρα από τις συγκρίσεις των ποσοστών, η εκτίμηση για το αποτέλεσμα του ΠΑΣΟΚ πρέπει να γίνει με βάση το στόχο που είχε θέσει ο Νίκος Ανδρουλάκης. Το ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να περάσει στη δεύτερη θέση και δεν το κατάφερε στην πιο ευνοϊκή συνθήκη που μπορούσε να του τύχει.
Τα ερωτήματα
Τα εκλογικά αποτελέσματα αναδεικνύουν δύο μεγάλα ερωτήματα.
Το πρώτο αφορά την κυβέρνηση. Ο πολιτικός ορίζοντάς της είναι τα τρία χρόνια μέχρι τις προγραμματισμένες εκλογές του 2027 ή η φθορά της Νέας Δημοκρατίας θα οδηγήσει τον Μητσοτάκη στον να αναζητήσει παράθυρο ευκαιρίας για πρόωρες εκλογές, προκειμένου να πετύχει το μεταπολιτευτικό ρεκόρ των τριών συνεχόμενων πρωθυπουργιών και να περισώσει ό,τι μπορεί από την περαιτέρω φθορά που επίκειται;
Το δεύτερο ερώτημα αφορά τον προοδευτικό χώρο. Το κακό αποτέλεσμα τι είδους εξελίξεις θα πυροδοτήσει στο πεδίο της ανασύνθεσης και ανασυγκρότησης του χώρου και με ποιο επίδικο; Ένα άθροισμα προσώπων βασισμένο σε ισορροπίες καμαρίλας, με προσωπικές ατζέντες και ηγεμονισμούς ή ένα κοινό πολιτικό πλαίσιο εναλλακτικής πολιτικής που εν συνεχεία θα αναζητήσει τον πρωταγωνιστή του; Είναι βέβαιο ότι σύντομα θα δούμε πρωτοβουλίες. Το ζήτημα είναι από ποιους και σε ποια κατεύθυνση.