Χωρίς μείωση των έμμεσων φόρων δεν μειώνεται η ακρίβεια στην αγορά.
Μπορεί η κυβέρνηση να οχυρώνεται πίσω από τη γραμμή πως για τις ανατιμήσεις φταίνε οι πολυεθνικές, πως το πρόβλημα της ακρίβειας είναι πανευρωπαϊκό και πως οι λύσεις πρέπει να έρθουν από τις Βρυξέλλες, ωστόσο αυτή η πολιτική γραμμή δεν αντιμετωπίζει τα προβλήματα καθημερινότητάς των νοικοκυριών και δεν ανακουφίζει τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.
Η πραγματικότητα είναι πως οι ανατιμήσεις που προκάλεσε η ενεργειακή κρίση το 2022 και εν συνεχεία η άνοδος των επιτοκίων του ευρώ πέρασαν αυτούσιες στους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών και ακόμη και σήμερα είναι ανεξέλεγκτες.
Το κόστος μετακίνησης εκτοξεύθηκε το 2022 εξαιτίας δύο παραγόντων. Πρώτον, της αύξησης της διεθνούς τιμής του πετρελαίου και, δεύτερον, της υποχώρησης της ισοτιμίας του ευρώ, με το δολάριο στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας 20ετίας. Οι τιμές των τροφίμων επηρεάσθηκαν εν συνεχεία από το μεταφορικό κόστος και την ακριβή ηλεκτρική ενέργεια, συν βεβαίως τις γραμμές εφοδιασμού με πρώτες ύλες.
Αν η κυβέρνηση είχε μειώσει ΦΠΑ και ΕΦΚ στα καύσιμα, όπως ζητούσε επιτακτικά η αντιπολίτευση το 2022 και το 2023 μεγάλο μέρος αυτών των ανατιμήσεων θα είχε αντιμετωπισθεί. Τα τρόφιμα έχουν το εξής χαρακτηριστικό: καθυστερούν να αυξηθούν οι τιμές τους όταν ξεσπάει η πληθωριστική κρίση, αλλά αργεί και η αντίστροφη πορεία όταν ομαλοποιούνται οι συνθήκες.
Σίγουρα υπήρχαν πολυεθνικές που εκμεταλλεύθηκαν την κατάσταση για να βάλουν καπέλο στις τιμές, αλλά κανείς δεν τους εμπόδισε.
Σήμερα ανακαλύψαν οι αρμόδιοι πως παρεμποδίζεται η ελεύθερη διακίνηση των αγαθών, μέσω των πρακτικών που εφαρμόζουν οι πολυεθνικές και εμποδίζουν τις παράλληλες εισαγωγές; Πως είναι σύνηθες το φαινόμενο της πώλησης του ίδιου προϊόντος σε διαφορετικές συσκευασίες και με διαφορετικές ονομασίες, με στόχο μόνο τη μεγιστοποίηση των κερδών των επιχειρήσεων; Πως υπάρχει αρμπιτράζ, δηλαδή αγορά προϊόντων φθηνά σε μια περιοχή και πώλησης σε υψηλότερη τιμή σε άλλη περιοχή; Πως υπάρχει γεωγραφική διάκριση τιμών;
Όλα αυτά προϋπήρχαν και εάν δεν ληφθούν μέτρα σε εθνικό επίπεδο θα εξακολουθήσουν.
Οι αυξήσεις τιμών
Λόγω αυτών των πρακτικών την περίοδο 2019-2024, η τιμή του ελαιόλαδου αυξήθηκε κατά 121,6% στην Ελλάδα, έναντι 111,1% στην ΕΕ, η τιμή του αιγοπρόβειου κρέατος ενισχύθηκε κατά 66,6%, έναντι 42,2% στην ΕΕ, οι τιμές των τυροκομικών προϊόντων αυξήθηκαν αθροιστικά κατά 44,6% στην Ελλάδα έναντι 34,8% στην ΕΕ, οι τιμές των ειδών ένδυσης αυξήθηκαν στην πενταετία κατά 47,1% στην Ελλάδα έναντι 24,5% στην ΕΕ και των ειδών υπόδησης κατά 36,8%, έναντι 20,1% στην ΕΕ.
Η μείωση των εμμέσων φόρων και ειδικά στα καύσιμα είναι προϋπόθεση για να πέσουν οι τιμές σε όλο το φάσμα της αγοράς. Και όσο η κυβέρνηση αποκρούει μια αλλαγής το φορολογικό μίγμα, τόσο το πρόβλημα θα διαιωνίζεται.
Πηγή