Η Κυριακή της Τυρινής είναι τελευταία μέρα πρίν τη Σαρακοστή και την ονομάζουμε και Κυριακή της συγγνώμης ή αλλιώς «της από του Παραδείσου της τρυφής εξορίας του Πρωτόπλαστου Αδάμ».
Η εβδομάδα, που μόλις πέρασε, εκείνη μεταξύ της Κυριακής της Απόκρεω και της Κυριακής της Τυρινής, είναι η λεγόμενη και λευκή εβδομάδα, καθώς αυτές τις ημέρες, φάγαμε ψάρι, τυρί, γάλα και αυγά. Ακόμη ,και κάποια παραδοσιακά σατυρικά τραγούδια μεταφέρουν το θέμα του αποχαιρετισμού του τυριού (Τύρος) και του καλωσορίσματος του κρεμμυδιού και του πράσου.
Πώς όμως στρώνεται το τραπέζι ανά την Ελλάδα την Κυριακή της Τυρινής;
Στην Αρκαδία υπάρχει η παράδοση να τρώγεται το τυροζούμι, ένα υδαρές βραστό με άγρια χόρτα σερβιρισμένο με κομμάτια μυζήθρας. Σερβίρεται ως πρώτο πιάτο, ενώ όλοι όσοι κάθονται στο τραπέζι το τρώνε, αφού πρώτα σηκώσουν το τραπέζι με τα χέρια τρεις φορές. Το κυρίως πιάτο είναι μακαρόνια πασπαλισμένα με πολύ τυρί. Κατά τη διάρκεια του απογεύματος, τα ανύπαντρα νεαρά άτομα θα κλέψουν ένα κομμάτι μακαρόνι και θα το βάλουν κάτω από το μαξιλάρι τους για να ονειρευτούν ποιον θα παντρευτούν.
Οι κοινότητες των Βλάχων των ορεινών περιοχών της κεντρικής Ελλάδας φτιάχνουν παραδοσιακές γαλατόπιτες, τυρόπιτες ή πίτες με τραχανά.
Στην Κάρπαθο, σύμφωνα με την παράδοση όλοι καλούνται στο σπίτι του δημάρχου, όπου υπάρχει ένας μεγάλος μπουφές με ψάρι, γαλακτοκομικά προϊόντα, γλυκά φτιαγμένα µε μυζήθρα, πουτίγκα ρυζιού και ποτό, που ονομάζεται σιτάκα καρυκευμένο με βούτυρο και μέλι.
Στη Μήλο και την Κέα τα υπολείμματα του φαγητού από τη γιορτή της Τυροφάγου μένουν στο τραπέζι μέχρι το επόμενο πρωί, για την περίπτωση που το φάντασμα του σπιτιού πεινάσει την νύχτα.
Έθιμο της Τυροφάγου είναι το βραδινό γεύμα να τελειώνει με αυγά, βρασμένα ή ψημένα στο τζάκι.
Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας, τα μέλη της οικογένειας βάζουν τα αυγά τους κοντά στην θράκα του τζακιού για να ψηθούν και περιμένουν να δουν ποιανού το αυγό θα «ιδρώσει» πρώτο, γεγονός το οποίο ερμηνεύουν ως σημάδι ότι αυτός ή αυτή θα έχει μια καλή χρονιά.
Ο συμβολισμός αυτής της παράδοσης είναι ότι σφραγίζεται το στόμα με αυγό και ανοίγει το στόμα με αυγό το Πάσχα.
Τέλος, ένα παλιό έθιμο στην Καστοριά είναι το χάσκαρις. Σύμφωνα, λοιπόν, με το έθιμο, δένουν ένα αυγό στο άκρο μίας κλωστής και το περνάνε γρήγορα από στόμα σε στόμα. Το άτομο που θα καταφέρνει να το πιάσει είναι ο νικητής.
Η “χάσκα” ή ο “χάσκας” ή ο Χάσκαρης, είναι αποκριάτικο έθιμο που τηρείται κατά κύριο λόγο στις περιοχές της Μακεδονίας την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς, ήτοι πρώτη μέρα της Σαρακοστής.
Σε έναν λεπτό πλάστη, δένεται κλωστή στην μια άκρη της οποίας κρέμεται ένα ξεφλουδισμένο αυγό. «Με αβγό κλείνει το στόμα το βράδυ της αποκριάς, με αβγό ανοίγει την Ανάσταση» λέει η λαϊκή σοφία. Ο πατριάρχης της οικογένειας (πατέρας, παππούς κτλ) κάθεται στο κέντρο ή στην περιφέρεια ενός κύκλου που αποτελείται από τα νεότερα μέλη της οικογένειας και περνάει πάνω από τα κεφάλια τους την χάσκα καθώς οι νεαροί συμμετέχοντες προσπαθούν με το στόμα μόνο και δίχως να χρησιμοποιήσουν τα χέρια τους να πιάσουν το αυγό! Εκείνος που θα το καταφέρει θεωρείται πολύ τυχερός (ή και ικανός).
Οι Καστοριανοί, μετά το άναμμα της μπουμπούνας, κάθονται γύρω από το τραπέζι και κάνουν τον χάσκαρη ή αλλιώς τη Χάσκα: Ο μεγαλύτερος της οικογένειας πιάνει τον κλώστη (με τον οποίο πλάθουν οι νοικοκυρές την πίτα), δένει στην άκρη του μια κλωστή και σ’ αυτή δένουν ένα βρασμένο αυγό. Το κατευθύνει σε όλα τα άτομα που κάθονται γύρω από το οικογενειακό τραπέζι, ενώ καθένας προσπαθεί να χάψει το αυγό με ολάνοιχτο το στόμα του.
Στην προσπάθεια αυτή το σπίτι γεμίζει χαρές και γέλια.
Χάσκαρης ή Χάσκα, λοιπόν, λέγεται, γιατί χάσκει το στόμα, που, με αυγό κλείνει (αφού την Κ. Δευτέρα αρχίζει η νηστεία της Σαρακοστής) και με αυγό ξανανοίγει τη νύχτα της Ανάστασης.