Ρεάλ πολιτίκ και ρεάλ εκλογή

Του  Λεωνίδα Θ. Πουλιόπουλου

Κατά την ταπεινή μου άποψη, οδεύουμε προς την πιο κρίσιμη, ίσως, εκλογική αναμέτρηση των τελευταίων δεκαετιών, όπου θα αναμετρηθούν δύο διαφορετικές πολιτικές συμπεριφορές. 

Η μία της μιζέριας, της γκρίνιας, του εθνομηδενισμού και της λογικής τού βλέπουμε και κάνουμε, και η άλλη της αυτογνωσίας, της αυτοπεποίθησης, της διεκδίκησης και της δυναμικής πολιτικοκοινωνικής δράσης,  μέσα από την οποία βλέπουμε να αναδύεται ένα κοινωνικό και εθνικό όραμα, το οποίο διαμορφώνεται με εθνικές στρατηγικές και στοχεύσεις και με στρατηγικές συμμαχίες που ήταν σπάνιες στις εποχές της ευμάρειας και της ιδεολογικής ηγεμονίας της αριστεράς. 

Πριν λίγους μήνες, στα μέσα του 2022, συνάντησα τυχαία δύο πολύ γνωστούς συμπολίτες μου που κινούνταν τότε στον χώρο της κεντροαριστεράς, όπως και εγώ. Ήμασταν παιδιά της εποχής του ανένδοτου, της επάρατης δεξιάς και  της αλλαγής.  Ανήκαμε στη γενιά των φοιτητών του εξωτερικού που φιλοξένησε τον Χ. Πρωτόπαπα στη Βιέννη, ξενάγησε  τον Γ. Κουτσοχέρα στο Μαουτχάουζεν, και πολλά άλλα∙ στη γενιά που γαλουχήθηκε με ένα ιδεολόγημα της αριστεράς, το οποίο αποδείχθηκε σαθρό και μη ρεαλιστικό. Ο ένας μάλιστα εκ των δύο φίλων, που είχε διατελέσει  και αντιδήμαρχος επί δημαρχίας μιας μακρόβιας ηγεσίας, δεν έλαβε μέρος στη σύντομη συζήτηση, ενώ ο δεύτερος, λιγότερο γνωστός σε μένα, με ρώτησε τι θα ψηφίσουμε στις επικείμενες εκλογές, γνωρίζοντας πως εγώ  δεν ανήκα στο χώρο της δεξιάς. Αυθόρμητα, λοιπόν, του απάντησα  πως  μολονότι εγώ δεν ανήκω  στον  συντηρητικό ή δεξιό χώρο, βλέπω πως σήμερα δεν υπάρχει άλλη ρεαλιστική επιλογή από την ψήφιση της σημερινής κυβερνητικής παράταξης με τον τωρινό πρωθυπουργό. Στο άκουσμα της απάντησής μου, ο συνομιλητής μου έδειξε εμφανή δυσαρέσκεια και διέκοψε τη συζήτηση. Δυσαρεστήθηκε και δεν συνέχισε τη συζήτηση αφού η απάντησή μου ήταν αφοπλιστική και ορθολογική.

Προσωπικά “εκτέθηκα” πολλές φορές ως πολιτικός και συνδικαλιστικός υποψήφιος, γνωρίζοντας νίκες και ήττες και, μέσα από αυτή την εμπειρία που αποκόμισα, δικαιούμαι να πάρω θέση, σε μία  πολύ  κρίσιμη πολιτική συγκυρία,  διατυπώνοντας δημόσια την άποψη  ότι, σήμερα θα πρέπει να στηριχθεί μια επιλογή  που συμπυκνώνεται    σ’ αυτό που διατυπώνουν οι Γερμανοί με τη λατινο-ελληνική φράση ΡΕΑΛ-ΠΟΛΙΤΙΚ. Επομένως, η ρεαλιστική επιλογή μας στις επερχόμενες εκλογές θεωρώ ότι θα πρέπει να ανταποκρίνεται σε αυτό που εκφράζουμε με τη ρήση “το μη χείρον βέλτιστον.” Αν δεχθούμε, δηλαδή,  ότι όλοι οι πολιτικοί μας δεν είναι άξιοι να μας κυβερνήσουν, όπως διατείνονται πολλοί από εμάς, τότε δεν έχουμε παρά να επιλέξουμε αυτούς που θα μας κάνουν το λιγότερο κακό, για να μην  μετανιώσουμε εκ των υστέρων, όπως έγινε με την καταψήφιση του Ελ. Βενιζέλου το 1920 και το πληρώσαμε με τη Μικρασιατική Καταστροφή. 

Μπορεί η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη να μην τα έκανε όλα σωστά και αρεστά και να υπέπεσε σε άστοχα λάθη, αλλά μην ξεχνούμε ότι χειρίστηκε δύσκολες καταστάσεις, όπως την πανδημία, το προσφυγικό και τις συνεχείς προκλήσεις της Τουρκίας. Όμως, η άμυνα της χώρας αναβαθμίστηκε σε βαθμό που δεν έχει  προηγούμενο τα τελευταία εκατό χρόνια. Επιπλέον, η χώρα ανέκτησε την αξιοπιστία της στις διεθνείς αγορές και, αν δεν υπήρχε η πανδημία του κορονοϊού, και κυρίως η διεθνής κρίση και ο πόλεμος στην Ουκρανία, θα είχαμε πρωτόγνωρους ρυθμούς ανάπτυξης. Επίσης, καταργήθηκε το αναχρονιστικό και ιδεοληπτικό πανεπιστημιακό άσυλο και υπάρχει ελπίδα να υπάρξει ευπρέπεια και τάξη στα δημόσια πανεπιστήμια που τα πληρώνει πανάκριβα ο Έλληνας φορολογούμενος. Η πανεπιστημιακή αστυνομία θα ήταν αχρείαστη αν δεν υπήρχαν όλοι αυτοί οι βάνδαλοι, που δεν τολμούμε να τους χαρακτηρίσουμε ή να τους προσφωνήσουμε με το όνομά τους για να μη θίξουμε τις πολιτικές ευαισθησίες του χώρου της αριστεράς

Πέρα, όμως, από τους ακραίους βανδαλισμούς, αυτό που με θλίβει και με αγανακτεί είναι, όταν βλέπω νεαρούς και μορφωμένους ενήλικες να εκφράζονται στα Μ.Κ.Δ. ζηλόφθονα και παθιασμένα κατά των πολιτικών αντιπάλων τους, χρησιμοποιώντας ακραίες και εμφυλιοπολεμικές εκφράσεις που πολλές φορές με τρομάζουν.  

Όταν, λοιπόν, ο κόσμος ψηφίζει με το θυμικό, την αναγνωρισημότητα ή ότι άλλο μη αντικειμενικό και ορθολογικό, είναι επόμενο να μας προκύπτουν λαϊκιστές και δημαγωγοί πολιτικοί ή ακόμη και άλλοι εν είδει περιστεράς, τύπου Ε. Καϊλή. 

Η σημερινή αντιπολίτευση, αντί να δημιουργήσει δικό της όραμα και στρατηγική, π.χ. για το δημογραφικό, τη βιομηχανική ανασυγκρότηση, την άμυνα, τη γλώσσα την παιδεία κ.λπ. προσπαθεί μόνο να εκμεταλλευτεί τις αστοχίες του κρατικού μηχανισμού για να πλήξει την κυβέρνηση, νομίζοντας πως έτσι θα αποκομίσει πολιτικά οφέλη.

Ο ελληνικός λαός σε δύο περιπτώσεις στη Μεταπολίτευση απέδειξε ότι σε κρίσιμες περιόδους έχει τη σωφροσύνη για να κάνει ορθολογικές επιλογές. Εάν σήμερα δεχθούμε ότι βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη καμπή λόγω διεθνών συγκυριών,(Ρωσο-ουκρανικός πόλεμος, πανδημία, πληθωρισμός) ή λόγω Τουρκίας, μεταναστευτικού, υπογεννητικότητας και λοιπών προβλημάτων, τότε η επιλογή και η εκλογή μιας κυβέρνησης που διασφαλίζει την ισχυρή, δημιουργική και νεωτερική Ελλάδα, γίνεται ακόμη πιο επιτακτική και απαραίτητη από ποτέ. 

Εν κατακλείδι, βρισκόμαστε σήμερα στην πιο κρίσιμη φάση της  εθνικής, κοινωνικής και οικονομικής ανασυγκρότησης, με πολιτικούς που δεν φαίνεται να έχουν ολιστικό όραμα για την Ελλάδα και την κοινωνία του μέλλοντος, και καλούμαστε να ψηφίσουμε ξανά μια κυβέρνηση  που μπορεί να μην είναι τέλεια και ιδανική, αλλά που οφείλουμε να της αναγνωρίσουμε ότι παρουσίασε ουσιαστικό έργο σε αρκετούς τομείς και φαίνεται πως μπορεί να το συνεχίσει. Δεν μπορούμε να εμπιστευθούμε μια αντιπολίτευση που δεν έχει ρεαλιστικό πρόγραμμα και σχέδιο ανάπτυξης για τη χώρα. Ας μην επαναλάβουμε το λάθος του 1920, όταν καταψηφίσαμε τον Πρωθυπουργό των δύο Ηπείρων και των πέντε θαλασσών, επειδή πιστέψαμε  στους λαϊκιστές της βασιλικής δεξιάς και της αναδυόμενης  Αριστεράς.  

* Ο Λεωνίδας Θ. Πουλιόπουλος είναι διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου,  τ. καθηγητής του ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας.

Πηγή

Κοινοποίηση
recurring
Σας αρέσει το OlaDeka?
Κάντε μας like στο Facebook!
Κλείσιμο
Ola Deka Kastoria