Κίνα: Η εξέγερση ως απειλή για την παγκόσμια οικονομία

Κραυγή αγωνίας από τις επιχειρήσεις με μεγάλη εξάρτηση από τη χώρα είτε για την παραγωγή τους είτε/και για το συνολικό τους τζίρο

Μετά τον πόλεμο στην Ουκρανία, την ενεργειακή κρίση και την αφύπνιση του «τέρατος του πληθωρισμού», μια νέα παράμετρο αβεβαιότητας για την παγκόσμια οικονομία προσθέτει η εξέγερση των αγανακτισμένων κατά της πολιτικής μηδενικής ανοχής στην Covid, που με τόση αυστηρότητα εφαρμόζουν οι αρχές στην Κίνα. Η αναταραχή και η σύγχυση που προκάλεσε η πρωτοφανής για τα δεδομένα της χώρας κοινωνική έκρηξη στις διεθνείς αγορές κεφαλαίων, συναλλάγματος και εμπορευμάτων συνιστά μια μικρή μόνο αιτία ανησυχίας και αποσταθεροποίησης –κάποιοι την βλέπουν εξάλλου και ως ευκαιρία για τζόγο.

Το μείζον ερώτημα είναι μήπως η εξέγερση λειτουργήσει ως επιταχυντής μιας προϊούσας απο-παγκοσμιοποίησης κατά τρόπο που θα εκτροχιάσει όσους έχουν σχεδιάσει μια συντεταγμένη αποχώρηση από την Κίνα για αλλού στην Ανατολή ή για επαναπατρισμό στη Δύση και θα εξαναγκάσει σε μια βίαιη αλλαγή πλεύσης όσους έχουν αποφασίσει να διατηρήσουν γραμμές παραγωγής στη χώρα που επί τρεις δεκαετίες λειτούργησε ως το «εργοστάσιο του πλανήτη» – μιλάμε για τους πάμπολλους δυτικούς επιχειρηματικούς ομίλους που δραστηριοποιούνται και παράγουν στην Κίνα.

Άμμος στα γρανάζια

«Στα 12 χρόνια που βρίσκομαι στην Κίνα δεν έχω δει ποτέ τέτοιας έκτασης κοινωνική και οικονομική αναστάτωση. Το ηθικό των επιχειρήσεων έχει πέσει στο ναδίρ, τουλάχιστον των βρετανικών…», δήλωσε στο BBC ο διευθύνων σύμβουλος του Βρετανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου Στίβεν Λιντς. Φυσικά δεν είναι μόνο οι Βρετανοί επιχειρηματίες που παρακολουθούν έντρομοι τις εξελίξεις. «Πολλοί μεγάλοι όμιλοι τα πάνε πολύ καλά παρά την ένταση στις εμπορικές σχέσεις Κίνας και Δύσης. Κοιτάξτε τα Starbucks, τη Nike, την Tesla και τη Mercedes», παρατήρησε ο Φρανκ Λαβίν, πρώην υφυπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ.

Όλες αυτές οι μεγάλες φίρμες μπορεί να εξάγουν πλέον λιγότερα τελικά προϊόντα από την Κίνα, παράγουν όμως και πωλούν στην τεράστια εγχώρια αγορά των 1,4 δισεκατομμυρίων καταναλωτών. Εξαίρεση αποτελούν, φυσικά, οι εταιρείες υψηλής τεχνολογίας που αντιμετωπίζουν πολύ επώδυνες αναταράξεις στις εφοδιαστικές τους αλυσίδες – η εξέγερση ξέσπασε εξάλλου στη Foxconn, το εργοστάσιο-πολιτεία όπου κατασκευάζονται τα iPhone και πολλά ακόμα ευπώλητα προϊόντα της Apple και άλλων τεχνολογικών κολοσσών.

Πέρα από «εργοστάσιο του πλανήτη», η Κίνα έχει εξελιχθεί κατά την πάροδο των δεκαετιών και σε «ατμομηχανή» για την παγκόσμια ανάπτυξη. Οι ανά τον κόσμο δημοκρατικές συνειδήσεις ενθουσιάζονται με την στροφή κατά του ολοκληρωτικού καθεστώτος που παίρνει η εξέγερση. Ωστόσο οικονομικοί αναλυτές προειδοποιούν ότι, αν αυτή επεκταθεί, η «κινεζική μηχανή» κινδυνεύει να πιάζει άμμο στα γρανάζια της. Και να προκληθεί «έμφραγμα στην παραγωγή, την προώθηση και διανομή προϊόντων ζωτικών για τη συνέχιση της καθημερινής ζωής των ανθρώπων σε ολόκληρο τον κόσμο», όπως σημειώνει η Πατρίσια Κοέν στους «New York Times».

Δεν υπάρχει εναλλακτική

Για τον Καρλ Ουάινμπεργκ, πάντως, επικεφαλής οικονομολόγο της εταιρείας ερευνών High Frequency Economics, το πρόβλημα δεν είναι η εξέγερση αλλά αυτή καθαυτή η αφορμή της: η πολιτική μηδενικής ανοχής στην Covid. «Ο κόσμος θα συνεχίσει να βλέπει την Κίνα ως την καλύτερη και φθηνότερη προμηθεύτρια. Η πολιτική του Πεκίνου είναι το πρόβλημα, αυτή έχει μπλοκάρει την εφοδιαστική αλυσίδα από την αρχή της πανδημίας, πολύ προτού επαναστατήσει ο κόσμος», δήλωσε στους «ΝΥΤ».

«Ο ρόλος της Κίνας στη διεθνή οικονομία και το εμπόριο είναι απολύτως κεντρικός και πρωταγωνιστικός. Εκεί κατασκευάστηκε το 2021 περίπου το 30% του συνόλου των αγαθών παγκοσμίως. Το πρόβλημα είναι απλό: δεν υπάρχουν εναλλακτικές αν η χώρα κατεβάσει τα ρολλά», δήλωσε στη νεοϋορκέζικη εφημερίδα ο Κέρι Μπράουν, συνεργάτης του Chatham House στο πρόγραμμα για την Ασία και τον Ειρηνικό.

Η πανδημία είναι ακόμα εδώ

Μετά το «άνοιγμα» της χώρας στον υπόλοιπο κόσμο που ξεκίνησε τη δεκαετία του 1990 ο μεταρρυθμιστής ηγέτης Ντενγκ Χσιαοπίνγκ, οι δυτικές εταιρείες ξεκίνησαν να μετεγκαθιστούν παραγωγή στην Κίνα για να εκμεταλλευθούν το φθηνό εργατικό δυναμικό. Συν τω χρόνω, χάρη στην ανάπτυξη που έφερε η εκτίναξη των εξαγωγών, άρχισε να ανθεί και να πληθαίνει μια εγχώρια μεσαία εισοδηματική τάξη με ραγδαία αυξανόμενη αγοραστική δύναμη. Το μέγεθος της κινεζικής αγοράς άρχισε να προσελκύει ξένες εταιρείες με τη φιλοδοξία όχι μόνο να κατασκευάσουν αλλά και να πωλήσουν τα προϊόντα τους εκεί.

Το απότομο φρενάρισμα του ρυθμού ανάπτυξης λόγω των πανδημικών λοκντάουν στοιχίζει πολύ σε αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες. Προ ημερών η Volkswagen ανακοίνωσε πωλήσεις κατά 14% χαμηλότερες των προσδοκιών στην κινεζική αγορά από την αρχή του έτους. Μεγάλη είναι και η κάμψη των πωλήσεων πολυτελών επωνυμιών ενδυμάτων και αξεσουάρ, για τις οποίες οι Κινέζοι νεόπλουτοι αποτελούν τους πιο πιστούς πελάτες. «Σαράντα χιλιάδες είναι τα κρούσματα Covid στην Κίνα. Αλλά αυτό που συμβαίνει εκεί μάς θυμίζει ότι η Covid παραμένει ένα μείζον, ένα φλέγον ζήτημα για τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη, άρα και για τον πλανήτη ολόκληρο», δήλωσε στον βρετανικό «Guardian» ο Ίαν Στιούαρτ, επικεφαλής οικονομολόγος της Deloitte.

Η αντιπληθωριστική εκδοχή της κινεζικής κρίσης

Μια βραχυπρόθεσμη πλην ενδιαφέρουσα προοπτική ανοίγει η νέα κινεζική κρίση για τις ταλανιζόμενες οικονομίες – και τις επιχειρήσεις και τους καταναλωτές πρωτίστως – στο μέτρο που αυτή θα προκαλέσει νέα κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας και της ανάπτυξης στη χώρα: την πτώση της ζήτησης για ενέργεια, κάτι που θα εντείνει την πίεση στις τιμές.

Η Κίνα είναι η μεγαλύτερη χώρα εισαγωγής πετρελαίου στον κόσμο και ήδη οι τιμές του αργού έχουν υποχωρήσει αισθητά στις διεθνείς αγορές. Δίχως να προλάβει την εξέγερση, η εταιρεία ενεργειακών μελετών Kpler προέβλεψε ότι το τέταρτο τρίμηνο του έτους η μέση πετρελαϊκή ζήτηση στην Κίνα θα υποχωρήσει στα 15,1 εκατ. βαρέλια από 15,8 εκατ. βαρέλια που ήταν το αντίστοιχο τρίμηνο του 2021.

Η πτώση, όμως, των τιμών του πετρελαίου και της ενέργειας εν γένει θα φέρει και αποκλιμάκωση του πληθωρισμού σε παγκόσμιο επίπεδο, καθώς θα μειωθούν το κόστος παραγωγής και μεταφοράς των προϊόντων και ασφαλώς το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων. Κατά μία έννοια, δηλαδή, η νέα κινεζική κρίση (που όλοι οι αναλυτές συμφωνούν ότι θα γίνει πρωτίστως αισθητή εντός της επικράτειας της χώρας) θα έχει ένα διεθνές αντιπληθωριστικό αντίκτυπο, ευπρόσδεκτο όχι βέβαια από τον Πούτιν αλλά από όλους τους ενεργειακώς εξαρτώμενους.

Ασφαλώς οι πετρελαιοπαραγωγοί θα σπεύσουν να μειώσουν την παραγωγή τους για να την ευθυγραμμίσουν με τη ζήτηση και να αποτρέψουν την κατάρρευση των τιμών. Αυτό ακριβώς προβλέπει σε έκθεσή της που έδωσε στη δημοσιότητα την περασμένη Δευτέρα η Goldman Sachs, η οποία μάλιστα θεωρεί ότι οι χώρες του OPEC+ (το αραβικό πετρελαϊκό καρτέλ δηλαδή και η στενή συνεργάτιδά τους, Ρωσία) θα κλείσουν τόσο δραστικά τις στρόφιγγες που θα εκτινάξουν τις τιμές στα 110 δολάρια το βαρέλι τους πρώτους μήνες του 2023. Βεβαίως, μία μόλις εβδομάδα νωρίτερα ειδικοί της Goldman Sachs είχαν αποφανθεί ότι, ιστορικά, ουδέποτε οι μειώσεις της παραγωγής έχουν προλάβει τις μειώσεις της ζήτησης για να «σώσουν» την αγορά. Αλλά έτσι συμβαίνει με τους ειδικούς, αντιφάσκουν ακόμα κι αν βρίσκονται κάτω από την ίδια επαγγελματική στέγη.

Πηγή

Κοινοποίηση
recurring
Σας αρέσει το OlaDeka?
Κάντε μας like στο Facebook!
Κλείσιμο
Ola Deka Kastoria