Η υποτίμηση του ευρώ, η επανάκαμψη των Αμερικανών τουριστών στην Ευρώπη αλλά και η μερική επιστροφή της Κίνας σε συνθήκες κανονικότητας συνέβαλαν σε επιδόσεις – ρεκόρ για τους κορυφαίους οίκους πολυτελών αγαθών.
Τσάντες, αξεσουάρ, ρούχα και κοσμήματα οδηγούν τις δαπάνες σε πολυτελή αγαθά και φέτος, σηματοδοτώντας την ανθεκτικότητα του συγκεκριμένου κλάδου σε κάθε συγκυρία. Μπορεί οι πληθωριστικές πιέσεις να συμπιέζουν το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών διεθνώς, τα οικονομικά στοιχεία ωστόσο που αφορούν στις επιδόσεις των μεγάλων ομίλων πολυτελών ειδών μιλούν από μόνα τους και εξιστορούν μία διαφορετική εκδοχή της πραγματικότητας, δεδομένου ότι πρόκειται για είδη που απευθύνονται σε καταναλωτές υψηλών εισοδημάτων.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της εταιρείας ESW, οι διασυνοριακές πωλήσεις πολυτελών αγαθών -μέσω του ηλεκτρονικού εμπορίου- αυξήθηκαν κατά 17% το πρώτο εξάμηνο φέτος συγκριτικά με πέρσι, με την κινεζική αγορά να κάνει την διαφορά, μαζί με τη Νότια Κορέα αλλά και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Είχε προηγηθεί αύξηση εσόδων σε ποσοστό 50% το 2021 συγκριτικά με το 2020, συνέπεια της εξαιρετικής δουλειάς εκ μέρους των εμπόρων για την παροχή μίας κορυφαίας εμπειρίας εξυπηρέτησης σε ψηφιακό περιβάλλον για τον πελάτη.
Μάλιστα για το 70% των ερωτηθέντων, η ταχύτητα της συναλλαγής και της παραλαβής του προϊόντος αποτελούν το βασικό κίνητρο επιλογής ενός e-shop, έναντι του φυσικού καταστήματος, με το 79% των ερωτηθέντων να σημειώνει επίσης ότι αναμένει το ίδιο υψηλό επίπεδο εξυπηρέτησης τόσο σε φυσικό όσο και ψηφιακό περιβάλλον.
Οι σημαντικότερες χώρες προέλευσης των ειδών που αγοράστηκαν ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες (56%), η Βρετανία (32%), η Γαλλία (29%) και η Ιταλία (25%). Η έρευνα της ESW, η οποία ειδικεύεται στην παροχή λύσεων ηλεκτρονικού εμπορίου direct-to-consumer, πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 14.000 καταναλωτών από 14 χώρες και πιστοποιεί εν πολλοίς ότι οι αγοραστές πολυτελών ειδών ανά τον κόσμο δεν αλλάζουν συνήθειες, παρά την οικονομική αβεβαιότητα και την γεωπολιτική αστάθεια. Τσάντες και αξεσουάρ αποτέλεσαν την βασικότερη κατηγορία αγαθών, όπως ανέφερε το 44% των ερωτηθέντων, ενώ ακολουθούν τα ενδύματα που επέλεξε το 42% και τα κοσμήματα (39% των απαντήσεων).
Η ανθεκτικότητα του κλάδου πολυτελών ειδών πιστοποιείται και από τις εκτιμήσεις του Ιταλικού Επιμελητηρίου Μόδας, σύμφωνα με τις οποίες το 2022 θα κλείσει με πωλήσεις-ρεκόρ για τον κλάδο, καταγράφοντας τις καλύτερες επιδόσεις της τελευταίας εικοσαετίας. Ήδη το πρώτο μισό του έτους έκλεισε με αύξηση πωλήσεων κατά 25% συγκριτικά με πέρσι, ποσοστό που εν μέρει αποδίδεται και στην αύξηση των τιμών σε αρκετά είδη. Σε αυτό το πλαίσιο, εκτιμάται ότι το 2022 θα καταγραφεί ποσοστιαία αύξηση 10% συγκριτικά με πέρσι, με τις πωλήσεις να διαμορφώνονται σε 92 δισ. ευρώ περίπου. Να σημειωθεί άτι ο κλάδος περιλαμβάνει υφάσματα, δερμάτινα είδη, ενδύματα, υποδήματα, κοσμήματα, καλλυντικά και οπτικά είδη.
Οι ευρωπαϊκοί όμιλοι πάντως φαίνεται ότι επωφελούνται από τη σχετική υποτίμηση του ευρώ για τις εξαγωγές τους προς όλες τις χώρες, με εξαίρεση τη Ρωσία και το Χονγκ Κονγκ. Ενδεικτικά, το πρώτο πεντάμηνο φέτος, αυξημένες ήταν οι ιταλικές εξαγωγές προς Αμερική, Νότια Κορέα, Ισπανία, Γαλλία, Γερμανία και Βρετανία, οδηγώντας σε πρόβλεψη συνόλου εξαγωγών ύψους 79,4 δις ευρώ για το 2022. Ανησυχία προκαλεί ωστόσο η αύξηση του ενεργειακού κόστους το οποίο επιβαρύνει κυρίως τους κατασκευαστές, καθώς αυτό έχει πλέον εκτιναχθεί στο 30%, από 10% των εσόδων ενός κατασκευαστή υφασμάτων. Οι αναλυτές πάντως εκτιμούν ότι η σχετική δαπάνη θα καλυφθεί από την εκ νέου αύξηση των τιμών σε πολλά πολυτελή αγαθά, η οποία αν και αναμένετο από το 2023, πλέον φαίνεται να δρομολογείται πριν την λήξη του έτους.
Η αντοχή πάντως του κλάδου των πολυτελών ειδών πιστοποιήθηκε και κατά την διάρκεια της διετίας των περιορισμών λόγω της πανδημίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία της εταιρείας Bain & Co., οι σχετικές πωλήσεις άγγιξαν σε αξία διεθνώς τα 301 δισ δολάρια το 2021, αυξημένες κατά 7% συγκριτικά με το 2019. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του γαλλικού οίκου Chanel, ο οποίος έκλεισε το 2021 με έσοδα-ρεκόρ, ύψους 15 δισ. δολαρίων. Αντίστοιχα, ο όμιλος πολυτελών ειδών LVMH κατέγραψε αύξηση πωλήσεων για τις συλλογές μόδας και δερμάτινων ειδών 22% το τρίτο τρίμηνο του έτους, αγγίζοντας τα 9,69 δισ ευρώ, ενώ στο εννεάμηνο τα έσοδα του αυξήθηκαν κατά 24%, στα 27,8 δισ ευρώ. Συνολικά ο όμιλος είχε αύξηση εσόδων κατά 19% το τρίτο τρίμηνο φέτος συγκριτικά με πέρσι, ενώ μόνο ο κλάδος των κοσμημάτων είχε αύξηση πωλήσεων κατά 16%, με τα ρολόγια να συνεισφέρουν την μερίδα του λέοντος στην θετική ποσοστιαία μεταβολή.
Για το τρέχον έτος, είναι προφανές ότι ο κλάδος πολυτελών ειδών συνολικά επωφελήθηκε μέχρι στιγμής από την ανάκαμψη των ταξιδιών και την μαζική επιστροφή των Αμερικανών τουριστών σε δημοφιλή θέρετρα της νότιας Ευρώπης, με ανανεωμένη διάθεση για αγορές, δεδομένης και της ευνοϊκής ισοτιμίας δολαρίου/ευρώ. Διεθνώς, η ανοδική πορεία των εσόδων του κλάδου έχει επηρεαστεί και από την βελτίωση της κατάστασης στην Κίνα, αν και οι αναλυτές σπεύδουν να σημειώσουν ότι δεν μπορούμε να προεξοφλούμε ακόμη την επιστροφή σε φυσιολογικές συνθήκες για το εμπόριο στην ασιατική χώρα. Οπωσδήποτε οι περιορισμοί δεν είναι τόσο αυστηροί όσο στις αρχές του χρόνου εντούτοις, υπάρχουν ακόμη περιοριστικά μέτρα σε αρκετές περιοχές της Κίνας, καθώς και διαταραχές ως προς την εφοδιαστική αλυσίδα και εμπόδια στην πρόσβαση του κοινού στα εμπορικά καταστήματα, παράγοντες που καθιστούν τις προβλέψεις ριψοκίνδυνες.
Βέβαιο είναι ωστόσο ότι οι εταιρείες που δημιουργούν αγαθά με διαχρονική αξία, η οποία αποδεικνύεται εξάλλου και στην δευτερογενή αγορά των μεταχειρισμένων ειδών, διαθέτουν σαφές πλεονέκτημα, παρά τους διεθνείς κλυδωνισμούς. Οι γυναικείες τσάντες με την υπογραφή των οίκων Chanel και Hermes Birkin επιβεβαιώνουν σε κάθε συγκυρία την διαχρονικότητα τους εδώ και δεκαετίες, κατακτώντας τιμές-ρεκόρ ακόμη και ως μεταχειρισμένες…