Τουλάχιστον 400.000 ειδικούς στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών χρειάζεται η χώρα μας έως το 2030 προκειμένου να επιτύχει τους στόχους που έχει θέσει η Ε.Ε. για τον ψηφιακό μετασχηματισμό της Ευρώπης, παραμένοντας στις χαμηλότερες θέσεις αναφορικά με τον αριθμό των ατόμων που απασχολούνται σε αυτές τις ειδικότητες.
Σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε η Deloitte για λογαριασμό της Vodafone, με τίτλο «Τhe progress towards the EU’s Digital Decade ambition», η Ελλάδα (μεταξύ 12 εξεταζόμενων χωρών) βρίσκεται στην τελευταία θέση της λίστας καθώς, βάσει των στοιχείων του 2020, στη χώρα μας απασχολούνται 80.000 ειδικοί στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών (ICT specialists) –αριθμός μειωμένος κατά 1% σε σύγκριση με το έτος που προηγήθηκε–, όταν για να επιτύχει τους στόχους ψηφιακής δεκαετίας της Ε.Ε. χρειάζεται συνολικά 480.000. Συνεπώς, παρατηρείται ένα κενό 400.000 ατόμων στις παραπάνω ειδικότητες.
Στο τέλος της λίστας βρίσκονται η Ουγγαρία και η Ιρλανδία, οι οποίες το 2020 απασχολούσαν 170.000 και 130.000 αντίστοιχα ειδικούς στους κλάδους αυτούς, με αποτέλεσμα να χρειάζονται «ενίσχυση» από επιπλέον 270.000 και 90.000 έως το 2030. Ωστόσο, στις χώρες αυτές ο αριθμός των ειδικών στις ΤΠΕ αλλά και στη Γερμανία σημείωσε τη μεγαλύτερη αύξηση το 2020.
Στην Ε.Ε. των 27 κρατών-μελών, ο αριθμός των ειδικών στις τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών έχει αυξηθεί κατά 22% τα τελευταία 4 χρόνια και ανέρχεται στα 8,34 εκατομμύρια. Παρά την αύξηση, ο αριθμός τους θα πρέπει να υπερδιπλασιαστεί προκειμένου να προσεγγίσει τον στόχο των 20 εκατομμυρίων έως το 2030. Η έκθεση μάλιστα υπογραμμίζει πως οι ψηφιακές επενδύσεις, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που περιλαμβάνονται στα προγράμματα του Ταμείου Ανάκαμψης, σε τομείς όπως η εκπαίδευση αλλά και η αναβάθμιση των ψηφιακών δεξιοτήτων, είναι απαραίτητες για την επίτευξη του παραπάνω στόχου.
Με αρκετά αργούς ρυθμούς κινείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο η διαδικασία της υιοθέτησης των ψηφιακών τεχνολογιών από τις επιχειρήσεις αλλά και η απόκτηση βασικών ψηφιακών δεξιοτήτων από την κοινωνία.
Η Ελλάδα έχει χαμηλές επιδόσεις στον δείκτη «digital intensity index», ο οποίος μετράει την ψηφιακή ετοιμότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων με βάση τη διαθεσιμότητα 12 διαφορετικών τεχνολογιών, ανάμεσα στις οποίες περιλαμβάνονται η πρόσβαση σε γρήγορα δίκτυα (άνω των 30 Mbps) και ο αριθμός των ειδικών σε ΤΠΕ. Σύμφωνα με στοιχεία του 2021, μιας χρονιάς όπου η πανδημία υποχρέωσε πολλές επιχειρήσεις να επιταχύνουν τον ψηφιακό τους μετασχηματισμό, στην Ελλάδα οι εταιρείες με βασικό ποσοστό «ψηφιακής έντασης» φτάνουν το 32%, με αποτέλεσμα να κατατάσσεται η χώρα στην τελευταία θέση της λίστας, μετά τη Ρουμανία και την Ουγγαρία. Το ποσοστό της χώρας μας θα πρέπει να αυξηθεί κατά 58 ποσοστιαίες μονάδες προκειμένου να επιτύχει τον ψηφιακό στόχο της Ε.Ε. για την επόμενη δεκαετία. Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ολλανδία είναι 75%, στην Ιταλία 69% και στην Ιρλανδία 66%.
Στο σύνολο της Ε.Ε., η «ψηφιακή ένταση» των Μμε παρέμεινε σταθερή τα τελευταία 3 χρόνια, με το ποσοστό του συγκεκριμένου δείκτη να διαμορφώνεται το 2021 στο 60%, ενώ πρέπει να φτάσει το 90% έως το 2030. Τέλος, παρά τη βελτίωση της ψηφιοποίησης του δημόσιου τομέα, η Ελλάδα εξακολουθεί να υστερεί σε αυτόν τον τομέα, ενώ κατατάσσεται στην 8η θέση όσον αφορά την απόκτηση βασικών ψηφιακών δεξιοτήτων από την πλευρά των πολιτών.