Μέσα σε ένα χρόνο η τιμή της απλής αμόλυβδης βενζίνης καταγράφει αύξηση 36%. Και μπορεί η αύξηση αυτή να γονατίζει νοικοκυριά, επαγγελματίες και επιχειρήσεις, ωστόσο αφήνει στο απυρόβλητο το Δημόσιο, το οποίο βλέπει τα έσοδα από τους φόρους στα καύσιμα και ειδικά τα έσοδα από τον ΦΠΑ να εκτοξεύονται.
Για να «χρυσώσει το χάπι» το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης εξετάζει τη δημιουργία ενός μηχανισμού, ο οποίος θα επιστρέφει εκτάκτως σε συγκεκριμένες ομάδες καταναλωτών κάθε πρόσθετο έσοδο από τη φορολογία των καυσίμων κίνησης ως οικονομική ενίσχυση, ήτοι θα διανέμει στον ευάλωτο οικονομικά πληθυσμό τα επιπλέον έσοδα από τον ΦΠΑ 24% και τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στη βενζίνη και το πετρέλαιο κίνησης.
Ωστόσο, η επιστροφή φόρου εξετάζεται να γίνει με εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια. Κατά πληροφορίες για τη χορήγησή του θα χρησιμοποιηθεί πλατφόρμα ανάλογη με αυτή που εφαρμόζεται για τη χορήγηση του επιδόματος θέρμανσης. Στο τέλος τα ποσά που θα δοθούν θα είναι ισχνά σε σχέση με το πρόβλημα που αντιμετωπίζουν νοικοκυριά, επαγγελματίες και επιχειρήσεις.
Μια ανάλυση των επίσημων στοιχείων δείχνει αφενός πως η έμμεση φορολογία λειτουργεί ως τροφοδότης της ακρίβειας και του πληθωρισμού και αφετέρου το ότι την ίδια στιγμή που η πραγματική οικονομία υποφέρει, το Δημόσιο ευημερεί με τα φορολογικά έσοδα να γνωρίζουν άνθηση. Και εδώ πλέον μιλάμε για απτές κυβερνητικές ευθύνες, καθώς η κυβέρνηση δεν έχει έως και σήμερα μειώσει το ΦΠΑ στα καύσιμα, -κάτι που ήδη έχει γίνει στην ΕΕ – επιλέγοντας να εξουθενώνει νοικοκυριά, επαγγελματίες και επιχειρήσεις σε όφελος των δημοσίων οικονομικών.
Σύμφωνα με τη Γενική Γραμματεία Εμπορίου, στις 11 Μαρτίου 2022 η τιμή διυλιστηρίου (ΕΛΠΕ) ανά 1.000 λίτρα απλής αμόλυβδης βενζίνης ήταν στα 1.616,163 ευρώ, ήτοι 1,61 ευρώ ανά λίτρο. Στη τιμή αυτή περιλαμβάνονται το κόστος καυσίμου, ο ΕΦΚ, τα τέλη, αλλά όχι ο ΦΠΑ 24%. Εάν προστεθεί και ο ΦΠΑ τότε η τιμή του καυσίμου πηγαίνει στα 2,004 ευρώ ανά λίτρο ή στα 2.004 ευρώ ανά 1.000 λίτρα. Στην τιμή αυτή έρχεται να προστεθεί στη συνέχεια και το περιθώριο που βάζει κάθε πρατήριο καυσίμων και έτσι προκύπτει η τελική λιανική τιμής πώλησης.
Πέρυσι και συγκριμένα στις 18 Μαρτίου 2021 η τιμή διυλιστηρίου (ΕΛΠΕ) ανά 1.000 λίτρα απλής αμόλυβδης βενζίνης ήταν στα 1.187,75 ευρώ, ήτοι 1,18 ευρώ ανά λίτρο. Συμπεριλαμβανομένου του ΦΠΑ η τιμή του καυσίμου ήταν στο 1,472 ευρώ ανά λίτρο ή στα 1.472 ευρώ ανά 1.000 λίτρα του καυσίμου.
Τί προκύπτει από τη σύγκριση μεταξύ Μαρτίου 2021 και Μαρτίου 2022; Ότι η τιμή του καυσίμου έχει αυξηθεί κατά 36%. Αλλά ανάλογη αύξηση έχει σημειώσει και ο ΦΠΑ που βαρύνει το καύσιμο. Από τα 285 ευρώ ανά 1.000 λίτρα στις 18 Μαρτίου 2021 ο ΦΠΑ αυξήθηκε στις 11 Μαρτίου 2022 στα 387 ευρώ ανά 1.000 λίτρα, ήτοι κατά 102 ευρώ ή 10 σεντς ανά λίτρο σε ετήσια βάση!
Δηλαδή για κάθε γέμισμα ενός ρεζερβουάρ 50 λίτρων καυσίμου με απλή αμόλυβδή, πληρώνουμε μόνον για ΦΠΑ 19,35 ευρώ!
Τα δημοσιονομικά μεγέθη
Με την παραδοχή ότι στην Ελλάδα καταναλώνουμε περίπου 2.000.000 μετρικούς τόνους αμόλυβδης ετησίως, η αξία αυτής της βενζίνης ήταν το 2021 (με τιμή υπολογισμού 1,47 ευρώ ανά λίτρο) συνολικά 2,9 δισ. ευρώ. Με την τιμή της αμόλυβδης στα 2 ευρώ ανά λίτρο η αξία αυτών των καυσίμων εκτοξεύεται σήμερα στα 4 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση.
Πέρυσι, μόνον από το ΦΠΑ στην αμόλυβδη βενζίνη το Δημόσιο εισέπραξε περίπου 570 εκατ. ευρώ έσοδα. Εφέτος, εάν οι τιμές αυτές διατηρηθούν θα εισπράξει 775 εκατ. ευρώ από τον ΦΠΑ μόνον στην αμόλυβδη, ήτοι 205 εκατ. ευρώ περισσότερα!
Τι θα συνέβαινε όμως δημοσιονομικά εάν η κυβέρνηση αποφάσιζε να μειώσει άμεσα το ΦΠΑ στην αμόλυβδη από το 24% στο 13%; Λόγω της παρέμβασης αυτής η τιμή της αμόλυβδης θα υποχωρούσε από τα 2 ευρώ ανά λίτρο, στο 1,826 ευρώ ανά λίτρο. Ο ΦΠΑ ανά 1.000 λίτρα βενζίνης θα υποχωρούσε από τα 387 ευρώ, στα 210 ευρώ.
Σε ετήσια βάση τα έσοδα από τον ΦΠΑ στην αμόλυβδη θα ανέρχονταν στα 420 εκατ. ευρώ, ήτοι 150 εκατ. ευρώ λιγότερα σε σχέση με πέρυσι. Αλλά τα οφέλη θα ήταν τεράστια και για την πραγματική οικονομία και για την κατανάλωση.
Αξίζει να σημειωθεί πως μόνον η μείωση του ΕΝΦΙΑ στην οποία προχωρά η κυβέρνηση θα έχει δημοσιονομική επίπτωση 350 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση. Αλλά αν και υπάρχει δημοσιονομικός χώρος για μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ και για έκτακτα επιδόματα δεν υπάρχει για τη μείωση του ΦΠΑ στα καύσιμα.
Αυτό δείχνει και πόσο κακώς χρονισμένες είναι οι δημοσιονομικές προτεραιότητες και πόσο κακώς προγραμματισμένη είναι μέχρι σήμερα η οικονομική πολιτική της κυβέρνησης.