Η Κίνα των 1,4 δισεκατομμυρίων κατοίκων αποτελεί, αναμφισβήτητα, την ανερχόμενη υπερδύναμη, με βάση τόσο την οικονομία της όσο και τη γεωπολιτική της επιρροή. Ενδεχομένως δε να είναι και η κυρίαρχη δύναμη του 21ου αιώνα, κάτι που κάνει – δικαίως – τόσο τις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και τους γείτονές της να ανησυχούν.
Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι η Κίνα και η ηγεσία της δεν αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα. Τόσο σοβαρά, μάλιστα, ώστε να απειλούν να… εκτροχιάσουν την άνοδο προς την κορυφή. Ο δε πρόεδρός της, Σι Τζινπίνγκ, έχει λόγους να ανησυχεί ότι, τελικά, ίσως δεν πετύχει να μείνει στην ιστορία ως ισάξιος με τους Μάο Τσετούνγκ και Ντενγκ Χσιαοπίνγκ.
Αυτή την περίοδο, μάλιστα, ο Σι και η ηγετική ομάδα του Πεκίνου φαίνεται πως έχουν όχι μία, αλλά τουλάχιστον τρεις αιτίες που τους προκαλούν «πονοκεφάλους» και τους βασανίζουν καθημερινά.
«Φρένο» στις γεννήσεις
Η πρώτη (όχι κατ’ ανάγκη σε σειρά προτεραιότητας) αφορά στο δημογραφικό, όπου η πολυπληθέστερη χώρα του πλανήτη φαίνεται πως αντιμετωπίζει πρόβλημα. Εφόσον δεν αντιμετωπιστεί, μάλιστα, σε βάθος χρόνου (όχι τόσο μεγάλο..), το πρόβλημα αυτό θα αποκτήσει και σοβαρή οικονομική διάσταση.
Για του λόγου το αληθές, σύμφωνα με τη στατιστική υπηρεσία, ο δείκτης γεννήσεων στην πολυπληθέστερη χώρα του κόσμου συρρικνώθηκε στις 7,52 ανά 1.000 κατοίκους πέρυσι, που είναι και ο χαμηλότερος από την ίδρυσή της, το 1949. Σημειώνεται πως το 2020 ο αντίστοιχος δείκτης ήταν στις 8,52 γεννήσεις ανά 1.000 κατοίκους.
Σημάδια οικονομικής επιβράδυνσης
Ο δεύτερος «πονοκέφαλος» προέρχεται από την οικονομία. Παρά τον εντυπωσιακό ρυθμό ανάπτυξης του 2021, ο οποίος διαμορφώθηκε στο 8,1% και είναι ο υψηλότερος της τελευταίας δεκαετίας, τα στοιχεία του τέταρτου τριμήνου του έτους είναι μάλλον ανησυχητικά και προμηνύουν σημαντική επιβράδυνση κατά το 2022. Με αποτέλεσμα, αρκετοί ειδικοί να εκτιμούν πως η εικόνα του 2021 ήταν κυρίως αποτέλεσμα της απότομης ανάκαμψης μετά το σοκ της Covid και λιγότερο συνέπεια των δομικών στοιχείων της κινεζικής οικονομίας.
Έτσι, σε ετήσια βάση, οι ρυθμός διαμορφώθηκε το προηγούμενο τρίμηνο στο 4%, που είναι και το χαμηλότερο ποσοστό το οποίο έχει καταγραφεί εδώ και ενάμιση έτος. Όσο για τη βασική αιτία, εντοπίζεται στα προβλήματα στον κλάδο των κατασκευών και του real estate – όπου μετά την Evergrande απειλείται ντόμινο χρεοκοπιών – καθώς και στη μείωση της κατανάλωσης.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, με βάση πάντα τα επίσημα στοιχεία, οι επενδύσεις σε ακίνητη περιουσία υποχώρησαν κατά 13,9% σε σύγκριση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020, ενώ οι επενδύσεις αυξήθηκαν πέρυσι κατά 4,4%, που είναι το χαμηλότερο ποσοστό από το 2016. Έτσι, η σημαντική αύξηση της βιομηχανικής παραγωγής (κατά 4,3% τον Δεκέμβριο), δεν στάθηκε ικανή να αντισταθμίσει τις άλλες «απώλειες».
Η «Όμικρον» είναι παρούσα
Το τρίτο πρόβλημα έχει να κάνει με την αναζωπύρωση της Covid (για τα κινεζικά δεδομένα, φυσικά), η οποία έχει οδηγήσει στη λήψη νέων αυστηρών περιοριστικών μέτρων σε μια σε σειρά πόλεις. Η εξέλιξη αυτή, μάλιστα, έρχεται λιγότερο από τρεις εβδομάδες πριν την τελετή έναρξης των Χειμερινών Ολυμπιακών Αγώνων του Πεκίνου, γεγονός που εντείνει τις ανησυχίες στο καθεστώς – παρά το υψηλό ποσοστό εμβολιασμού, που επισήμως ανέρχεται στο 86,6% του πληθυσμού.
Οι αρχές, συγκεκριμένα, ανέφεραν για την Κυριακή 163 νέες μολύνσεις που οφείλονται σε εσωτερική διασπορά, αριθμός υπερδιπλάσιος σε σύγκριση με τις 65 του Σαββάτου. Παρά δε το γεγονός ότι η αύξηση εντοπίζεται σε δύο κυρίως πόλεις, μέχρι στιγμής έχουν αναφερθεί κρούσματα της «Όμικρον» σε τουλάχιστον πέντε επαρχίες.
Ταϊβάν και μάχη εξουσίας
Σε όλα αυτά, όπως είναι προφανές, θα πρέπει κανείς να προσθέσει και τις χρόνιες… φλεγμονές που ανησυχούν τον Σι και την ηγεσία. Πρόκειται, αφενός, για την υπόθεση της Ταϊβάν και τον διακηρυγμένο στόχο να ενταχθεί οριστικά και αμετάκλητα στον έλεγχο του Πεκίνου και, αφετέρου, για τον αποκαλούμενο «πόλεμο κατά της διαφθοράς», που υποκρύπτει και τις αντιθέσεις που υπάρχουν τόσο εντός του ΚΚ και του κράτους όσο και ανάμεσα σε αυτούς τους μηχανισμούς με τους ισχυρούς της οικονομίας, οι οποίοι διεκδικούν μεγαλύτερο βαθμό αυτονομίας.
Η έκβαση όλων των παραπάνω αναμετρήσεων ασφαλώς θα κρίνουν πολλά για την «επόμενη ημέρα» της Κίνας.