Δημοσιεύθηκε άρθρο σε τοπική εφημερίδα (σ.σ. και σε τοπικά sites) του Δρ. Ανδρέα Μήλιου, με τίτλο Το μαράζωμα ενός πρωτοπόρου. Θα κάνω μία προσπάθεια προκειμένου να αναλύσω τις απόψεις και αν και κατά πόσο απηχούν και φωτίζουν τις αιτίες που αναπτύσσει στο άρθρο του για την κοινωνική, πολιτιστική και οικονομική κατάρρευση του νομού.
Εισαγωγική σημείωση του κ. Μήλιου:
Πρώτη του επισήμανση: «Η Καστοριά αποτελεί μοναδικό παράδειγμα για το Πως ένας πρωτοπόρος, ένας πρωταθλητής, μπορεί να καταντήσει φτωχός συγγενής. Για το πώς ένας νομός, που επί δεκαετίες είχε το ψηλότερο βιοτικό επίπεδο στην Ελλάδα, κάτοχος μιας μοναδικής τέχνης και τεχνογνωσίας ενός προϊόντος παγκόσμιας πρωτοτυπίας και ζήτησης, μπορεί να περιέλθει σε κατάσταση παρακμής και φτώχειας. Και όμως, δυόμισι δεκαετίες μετά την έναρξη της κρίσης του κλάδου της γούνας, δεν έχει γίνει καμία προσπάθεια ενδοσκόπησης για τα αίτια της κρίσης και δεν εκπονήθηκε κανένα στρατηγικό σχέδιο που να στοχεύει στο σταμάτημα του θλιβερού κατήφορου και στην ανάκαμψη και ανάπτυξη του τόπου».
Απάντηση: Πράγματι ο νομός της Καστοριάς την περίοδο 1960-1980, ήταν τρίτος νομός, μετά την Αττική και Θεσσαλονίκη, στις καταθέσεις ανά κάτοικο, στα αυτοκίνητα ανά κάτοικο και στις τηλεφωνικές συσκευές ανά κάτοικο. Ήταν πρώτος νομός στις δημόσιες εισπράξεις και στις ασφαλιστικές εισφορές. Και ήταν δεύτερος νομός ανά κάτοικο στην αύξηση του πληθυσμού. Σταδιακά από την δεκαετία του ’80 και μετά όλοι οι κοινωνικοί και οικονομικοί δείκτες φθίνουν, καταλήγοντας τελικά στην σημερινή οικτρή κατάσταση. Γιατί συνέβη αυτό; To 1980, εμφανίζεται η Κίνα, στο διεθνές εμπόριο, η οποία εφαρμόζει την αρχή της παγκοσμιοποίησης του ανταγωνισμού της χαμηλής τιμής. Επίσης το 1981 η Ελλάδα εισέρχεται ως πλήρες μέλος της ΕΕ. Καλείται σε μία νύχτα από κράτος χαμηλής παραγωγικότητας και φθηνού εργατικού κόστους να ανταγωνιστεί τα κράτη της ΕΕ της υψηλής παραγωγικότητας. Το πρώτο πλήγμα δέχεται το φασόν του κλάδου. Όμως την ίδια τύχη είχαν και οι επιχειρήσεις φασόν της κλωστοϋφαντουργίας της Βορείου Ελλάδος, όπου μετακόμισαν στα γύρω κράτη Αλβανία, Σκόπια, Βουλγαρία και Τουρκία. Ερημοποίηση των νομών Θεσσαλονίκης, Καβάλας, Κομοτηνής και Ροδόπης. Απόδειξη η ολοσχερής κατάρρευση της κλωστοϋφαντουργίας της Νάουσας, όπου παρέσυρε η χρεοκοπία του ομίλου Λαναρά και των άλλων επιχειρήσεων του κλάδου την περιοχή σε κοινωνικό και οικονομικό μαρασμό. Αντί λοιπόν να αντιληφθεί αυτό η τότε Ελληνική κυβέρνηση (και εμείς φυσικά) επέτεινε το πρόβλημα καταργώντας ουσιαστικά την βιοτεχνική ζώνη της Καστοριάς και της Σιάτιστας, αυξάνοντας τις ασφαλιστικές εισφορές από το 17% στο 42%. Το κλαδικό επιτόκιο των δανείων από το υφιστάμενο 6,5% το αυξάνει στο 25%. Και το κυριότερο; Πρώτα αύξησε τα κλαδικά δάνεια και μετά αύξησε το επιτόκιο στο 25%. Αποτέλεσμα έκτοτε οι επιχειρήσεις να είναι δέσμιες των δανειακών υποχρεώσεων και δέσμιες των πολιτικών ρύθμισης, που δεν λύνουν το πρόβλημα παρά μόνο το επιτείνουν. Πως προσπάθησαν οι κυβερνήσεις τότε να λύσουν το πρόβλημα; Αυξάνοντας την ρευστότητα μέσω δανείων για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και την είσοδο στο χρηματιστήριο των επιχειρήσεων του κλάδου της κλωστοϋφαντουργίας. Η ρευστότητα όμως δεν αποτελεί από μόνη της λύση για την διεθνή ανταγωνιστικότητα των κλάδων εντάσεως εργασίας. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό. Υπερχρεωμένες και χρεοκοπημένες επιχειρήσεις τόσο στην Νάουσα όσο και στην Καστοριά. Ο κλάδος επομένως πουλούσε την πατροπαράδοτη τέχνη, την οποία οφείλαμε κράτος, επιχειρηματίες, πολιτικοί και εργαζόμενοι, να προστατέψουμε την βιοτεχνική ζώνη και την τέχνη της γούνας σύμφωνα με το άρθρο 87 της ιδρυτικής συνθήκης της Ρώμης (προστασία πολιτιστικής κληρονομιάς). Όχι μόνο δεν το κάναμε αλλά υπάρχουν και σήμερα απόψεις μέρους των επιχειρηματιών, ότι ο κλάδος δεν χρειάζεται να επικαλεστεί την προστασία της Πολιτιστικής κληρονομιάς, αλλά να μετατραπεί σε μεγάλες επιχειρήσεις, οι οποίες δημιουργώντας οικονομίες κλίμακας θα ανταγωνιστούν τις κινέζικες στο πεδίο της χαμηλής τιμής.
Τι σημαίνει αυτό; Πολύ απλά. Είτε να μετατρέψουμε σε ρομποτική βιομηχανία τον κλάδο όπου από την μία είσοδο του εργοστασίου θα ρίχνουμε τις πρώτες ύλες (δέρματα και χορδά) και από την άλλη θα βγαίνουν έτοιμα ενδύματα, είτε να μαζικοποιήσουμε την παραγωγή για να μειωθεί το κόστος παραγωγής. Αυτό δεν μπορεί να γίνει ο κλάδος ήταν και είναι εντάσεως εργασίας, όπου το κύριο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα αποτελεί η τέχνη της γούνας και φορέας αυτής είναι ο τεχνίτης γουναράς.. Η Κίνα εξ άλλου έχει αφενός εσωτερική αγορά, αφετέρου κι αυτό είναι το πιο σημαντικό, διατηρεί συνεχώς υποτιμημένο του γουάν, έναντι των νομισμάτων του δολαρίου και του ευρώ, διατηρώντας μονίμως ανταγωνιστικό πλεονέκτημα χαμηλής τιμής. Θα κλείσω εδώ όχι γιατί τελειώνει η ανάλυση αλλά διότι θα πρέπει να απαντηθούν και οι άλλες του απόψεις του κ. Μήλιου, κριτικές, που αναπτύσσει στο άρθρο του. (Περισσότερα εξ άλλου στο βιβλίου μου η Τέχνη της Γούνας από την μυκηναϊκή περίοδο μέχρι σήμερα). Επομένως το πλήγμα δεν το δέχεται μόνο ο κλάδος της γουνοποιίας και η Καστοριά, αλλά όλοι οι κλάδοι εντάσεως εργασίας της χώρας.
Σημειώνει ο κ. Ανδρέας Μήλιος, τα αίτια της παρακμής:
α) «Η στήριξη της ανάπτυξης και της ευημερίας του νομού στην παραγωγή ενός μόνο προϊόντος (μονοπαραγωγή). Σε πείσμα της κρίσης, οι κυριότερες επενδύσεις των τριών τελευταίων δεκαετιών έγιναν προς την κατεύθυνση της καθετοποίησης του μονοπαραγωγικού προϊόντος (μονάδες εκτροφής γουνοφόρων ζώων), η ζήτηση του οποίου βρισκόταν σε εμφανή πτωτική πορεία. Κάναμε δηλαδή αυτό που έπρεπε να είχαμε κάνει πενήντα χρόνια πριν, όταν ο κλάδος σημείωνε τεράστια ανάπτυξη. Με άλλα λόγια ρίχνουμε νερό σε ένα τρύπιο βαρέλι!»
Η απάντησή μου: η εκτροφή αποτέλεσε καθοριστικό στοιχείο στην ενίσχυση και ενδυνάμωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας του κλάδου διότι καθετοποίησε πλήρως τον κλάδο στην Περιφέρεια Δ. Μακεδονίας, ολοκληρώνοντας τον κύκλο της εφοδιαστικής αλυσίδας, καθιστώντας τον κλάδο και την περιοχή ως μοναδικό παγκόσμιο φαινόμενο. Ο κλάδος δεν αποτέλεσε και δεν αποτελεί τροχοπέδη για την ανάπτυξη άλλων επιχειρηματικών δραστηριοτήτων. Για παράδειγμα έχουν αξιόλογα αποτελέσματα μονάδες του πρωτογενούς τομέα δημιουργώντας μάλιστα προιόντα πολιτιστικής κληρονομιάς και προστατευόμενης γεωγραφικής ένδειξης. Επι πλέον ο κλάδος της γουνοποιίας υποστηρίζει και συμπληρώνει την ανάπτυξη του τουριστικού τομέα της περιοχής. Αν ο νομός επικεντρώθηκε σε μία μονοκαλλιέργεια, σε τι διαφέρει από την Ιθάκη, την Σαμοθράκη, για παράδειγμα όπου έχουν μονοκαλλιέργεια τον τουρισμό; Σε τι διαφέρει η μονοκαλλιέργεια του Λιγνίτη στην περιοχή της Πτολεμαΐδας και της Μεγαπόλεως; Άρα και πάλι το φαινόμενο είναι πρόβλημα της χώρας και όχι μόνο της περιοχής.
β) «Η μη αξιοποίηση της μονοπωλιακής τεχνογνωσίας της γούνας με την προώθηση του εμπορικού σήματος της Καστοριάς στη διεθνή οικονομική σκηνή (Brand name Made in Kastoria). Στην εποχή της παγκοσμιοποίησης το Brand name-Made in διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στα πεδία της αναγνωρισιμότητας, της διαφοροποίησης και της απόκτησης του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος…»
Η απάντησή μου: κατ΄ αρχή κάνει λάθος, δεν μπορεί να υπάρξει brand name kastoria, διότι τότε αποκλείει την Σιάτιστα. Πράγματι το Brand Name, αποτελεί μέσω της διαφοροποίησης το ισχυρότερο στοιχείο του διεθνούς ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Όμως αναφέρεται ο κ. Μήλιος σε γεωγραφικό χαρακτηριστικό το οποίο είναι στοιχείο της Προστασίας της Ονομασίας Γεωγραφικής Προέλευσης του πρωτογενούς τομέα και των παραδοσιακών προιόντων της Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Αντίθετα το Brand Name του κλάδου της μόδας είναι αποκλειστικά εταιρικό. Κανένας οίκος μόδας του εξωτερικού της Ιταλίας και της Γαλλίας, δεν επικαλείται γεωγραφική ένδειξη, στηρίζεται αποκλειστικά στην διαφήμιση και προώθηση, στην έρευνα και την καινοτομία της εταιρικής του επωνυμίας και όχι του κλάδου η κάποιας γεωγραφικής περιοχής, επενδύοντας τεράστια κεφάλαια. Το ζήτημα είναι σημαντικό θα το αναπτύξω εκτενέστερα στο τέλος.
γ) «Η μη αξιοποίηση της μοναδικής υψηλής τεχνογνωσίας σε παραπλήσιους κλάδους που σημειώνουν σημαντική ανάπτυξη. Γιατί δεν μπορούν να δημιουργηθούν στο νομό ένα –δύο εργοστάσια παραγωγής ποιοτικών παπουτσιών και τσαντών, στα οποία θα έβρισκαν δουλειά 500 άνθρωποι; Και εάν τα ντόπια κεφάλαια δεν αρκούν για τέτοιου μεγέθους επενδύσεις, γιατί δεν αναζητούνται ξένα κεφάλαια μέσω της δημιουργίας εταιρειών επιχειρηματικών συμμετοχών ή μέσω ευρωπαϊκών προγραμμάτων»
Η απάντησή μου: Γνωρίζει ο κ. Μήλιος κάποιο έστω και ένα εργοστάσιο στην Ελλάδα, που να απασχολεί στους εν λόγω κλάδους 500 εργαζόμενους; Αυτού του τύπου οι επιχειρήσεις έχουν φύγει στις γειτονικές χώρες των Βαλκανικών χωρών και την Τουρκία. Οι Ελληνικές κυβερνήσεις αδυνατούν να αντιληφθούν το ζήτημα το οποίο πλήττει όλη την Βόρεια Ελλάδα. Οι αιτίες; Η υψηλή φορολογία των Μικρομεσαίων, ο διαρκής φορολογικός διωγμός και σφαγιασμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι υψηλές ασφαλιστικές εισφορές, η έλλειψη κεφαλαίων για την ανάπτυξη των, η χαμηλή παραγωγικότητα, και το υπερτιμημένο ευρώ. Επομένως κι αυτό το ζήτημα είναι πρόβλημα της χώρας και όχι του νομού.
δ) «Η απουσία συνεργασίας των τοπικών δυναμικών επιχειρηματιών σε κοινά επενδυτικά σχέδια μεγάλου μεγέθους που θα ξεπερνούσαν τα όρια του νομού. Τιμώντας την κύρια παθογένεια της ελληνικής ταυτότητας, τον ιδιοτελή ατομικισμό, οι έχοντες οικονομική επιφάνεια επεδίωκαν διαχρονικά την αύξηση του οικογενειακού τους πλούτου, αδιαφορώντας για το συλλογικό καλό της τοπικής κοινωνίας….»
Η απάντησή μου: η κύρια παθογένεια είναι φαινόμενο της Ελληνικής ταυτότητας επομένως δεν είναι ούτε αυτό αιτία της κοινωνικής και οικονομικής κατάρρευσης του νομού. Τίθεται βεβαίως ζήτημα Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης, αλλά τίθεται πρωτίστως και ζήτημα Κρατικής Ευθύνης.
ε) «Η μη αναζήτηση εναλλακτικών αναπτυξιακών τομέων Η αφοσίωσή μας στη μονοπαραγωγή της γούνας δεν μας επέτρεψε να αναζητήσουμε εναλλακτικούς τομείς ανάπτυξης. Δεν αξιοποιήσαμε τη λίμνη, τους ορεινούς όγκους και την ιστορία τους, το βυζαντινό απόθεμα και αποτύπωμα, τη μοναδική αρχιτεκτονική, το φυσικό περιβάλλον και τη γεωγραφική μας θέση. Αφήσαμε την πολιτιστική δράση του τόπου να ψυχορραγεί. Ίσως είμαστε η μοναδική πόλη στην Ελλάδα που δεν διαθέτει Πνευματικό Κέντρο»
Η απάντησή μου: Επανερχόμαστε στην πολιτιστική δράση ως στοιχείο της διαφύλαξης, της ανάδειξης και της προώθησης της Πολιτιστικής κληρονομίας, ως στοιχείο οικονομικής ανάπτυξης. Πράγματι η απόσχιση της πολιτιστικής κληρονομιάς απο το κοινωνικό και οικονομικό γίγνεσθαι μίας τοπικής κοινωνίας αποτελεί βασική αιτία κοινωνικής και οικονομικής υποβάθμισης αυτής. Όμως κι αυτό το φαινόμενο δεν είναι μόνο ζήτημα της Καστοριάς αλλά όλης της χώρας. Πόσοι Έλληνες για παράδειγμα έχουν επισκεφτεί την Ακρόπολη; (με εξαίρεση την υποχρεωτική της σχολικής εκδρομής). Το ίδιο συμβαίνει και με τον τουριστικό κλάδο της χώρας. Εδώ και 20 χρόνια έχει μετατρέψει το ανταγωνιστικό μοντέλο από το μοντέλο της πολιτιστικής κληρονομιάς, στο μοντέλο του ανταγωνισμού της χαμηλής τιμής. Η υποβάθμιση του τουριστικού προϊόντος είναι εμφανής. Τα μεγάλα τουριστικά συγκροτήματα ερημοποίησαν τις τοπικές επιχειρήσεις. Που είναι η Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη τους; Κλασικό παράδειγμα η Κέρκυρα. Η ερημοποίηση και ο αφανισμός των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στο νησί είναι καταφανής. Η Κέρκυρα αποτελεί τον προάγγελο της επερχόμενης τουριστικής κρίσης, η οποία δεν οφείλεται και δεν θα οφείλεται στον κορονοϊό.
στ) «Η έλλειψη πολιτικού και αυτοδιοικητικού προσωπικού με ηγετικά χαρακτηριστικά. Οι τοπικοί άρχοντες κάθε κοινωνίας πρέπει να έχουν γνώσεις, πείρα, ικανότητες και ευδιάκριτο όραμα για τον τόπο».
Η απάντησή μου: εμμέσως πλην σαφώς αναφέρεται ουσιαστικά στην ανωριμότητα των ψηφοφόρων του νομού. Αν λοιπόν οι ψηφοφόροι του νομού είναι ανώριμοι τότε πως θα χαρακτηρίζαμε τους Έλληνες ψηφοφόρους, που το ΟΧΙ του δημοψηφίσματος μετατράπηκε από την κυβέρνηση την επόμενη ημέρα σε ΝΑΙ, αυξάνοντας ταυτόχρονα το δημόσιο χρέος κατά 90 δις; Επομένως κι αυτή η αιτία είναι ελληνικό φαινόμενο και όχι τοπικό.
ζ) «Η απουσία δημόσιων οικονομικών πολιτικών, σχεδιασμού και στρατηγικής κατεύθυνσης από τον υδροκεφαλικό κράτος των Αθηνών».
Η απάντησή μου: πράγματι αυτό είναι κεντρικό ζήτημα και η κεντρική αιτία όχι όμως μόνο της κρίσης του νομού αλλά όλης της χώρας. Η ανάπτυξη της χώρας μετά την μεταπολίτευση στηρίχθηκε στον κρατισμό, στα κρατικοδίαιτα συνδικάτα και στους κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες εργολάβους. Ταυτόχρονα αποδεκάτισε και συνεχίζει να αποδεκατίζει την μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, η οποία αποτελεί τον πυλώνα της περιφερειακής ανάπτυξης της χώρας. Επομένως να ποια είναι η αιτία του υδροκεφαλικού κράτους. Δημιούργησαν οι Ελληνικές κυβερνήσεις δύο αστικά κέντρα ανάπτυξης Αθήνα – Θεσσαλονίκη, που στηρίζονται στις μεγάλες επιχειρήσεις και έστειλε στο εξωτερικό, η στην χρεοκοπία ή στο κλείσιμο τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που υποστηρίζουν την ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη της χώρας.
Μένει το ερώτημα : Υπάρχει λύση για τον νομό και τον κλάδο;
Βεβαίως, υπό μία προϋπόθεση: Να καταλήξουμε επιχειρηματίες, κράτος, πολιτικοί, εργαζόμενοι στο ποια ανταγωνιστική στρατηγική θα επιλέξουμε. Υπάρχουν τρείς στρατηγικές:
Η πρώτη της χαμηλής τιμής, που εφαρμόζει η Κίνα, που όπως απέδειξα δεν μπορούμε να την ακολουθήσουμε διότι έχουν εσωτερική αγορά και δεύτερον εφαρμόζουν την συνεχή νομισματική υποτίμηση του γουάν.
Η δεύτερη στρατηγική της υψηλής προστιθέμενης αξίας, την οποία εφαρμόζουν οι μεγάλες επιχειρήσεις των οίκων μόδας της Γαλλίας και της Ιταλίας. Δεν μπορούμε ούτε αυτή την στρατηγική να την εφαρμόσουμε διότι η κάθε μία από αυτές επενδύει ετησίως στην έρευνα, ανάπτυξη, προώθηση και διαφήμιση όσο είναι οι συνολικές εξαγωγές του κλάδου.
Η Τρίτη στρατηγική είναι της εστίασης, της δημιουργίας brand name, περιοχής, το οποίο μοιραία διαμορφώνεται από την παράδοση και την πολιτιστική κληρονομιά της τέχνης της γούνας. Αυτή η στρατηγική όχι μόνο θα δημιουργήσει διαφοροποιημένο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα αλλά θα υποστηρίξει μέσω της ΕΕ τα αναγκαία χρηματοδοτικά εργαλεία για την διατήρηση, την ανάδειξη και την προώθηση της πολιτιστικής κληρονομιάς. Επομένως είναι η μόνο δυνατή, ρεαλιστική στρατηγική. Δεν το υποστηρίζω μόνο εγώ, αποδεικνύεται από την Διεθνή Σύμβαση της Unesco, Παρίσι 2003, που κυρώθηκε με τον Ν 3521/2006, όπου στο προοίμιο της σύμβασης αναφέρεται: «Αναγνωρίζοντας ότι οι διαδικασίες παγκοσμιοποίησης και κοινωνικού μετασχηματισμού, σε συνδυασμό με τις συνθήκες που δημιουργούν για ένα διάλογο σε νέες βάσεις μεταξύ των κοινοτήτων, ενέχουν επίσης, όπως και τα φαινόμενα έλλειψης ανεκτικότητας, σοβαρές απειλές υποβάθμισης, εξαφάνισης και καταστροφής της άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς, ειδικότερα δε λόγω έλλειψης μέσων προστασίας της».
Υπάρχει άλλος δρόμος, άλλη στρατηγική; Αν ναι να την ακούσουμε, να την συζητήσουμε δημοσίως. Μ΄ όποιον θέλει, όποτε θέλει, όπου θέλει με όποιους θέλει, εγώ θα είμαι εκεί. Είτε ως παράκληση, είτε ως πρόσκληση, είτε ακόμη και ως πρόκληση εγώ θα είμαι εκεί. Θέμα: Οι αιτίες της κρίσης του κλάδου και οι προοπτικές ανάπτυξης. Είναι το ίδιο με το θέμα συζήτησης με : Οι αιτίες της χρεοκοπίας της χώρας και οι προοπτικές ανάπτυξης της Ελλάδος. Αυτού γαρ και Ρόδος και πήδημα, (Ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα).