Σε δραματικά υψηλά επίπεδα έχει εκτοξεύσει τις χονδρεμπορικές τιμές ρεύματος στην Ευρώπη το συνεχιζόμενο ράλι των τιμών φυσικού αερίου και ρύπων (CO2), εξέλιξη που καθιστά δυσχερή την εφαρμογή των κυβερνητικών μέτρων αντιστάθμισης των εισαγόμενων αυξήσεων στους λογαριασμούς ρεύματος.
Η μέση τιμή στην εγχώρια χονδρεμπορική αγορά σήμερα, μια ημέρα χαμηλής ζήτησης με ανέμους και ηλιοφάνεια που ευνοούν τις αποδόσεις αιολικών και φωτοβολταϊκών, διαμορφώνεται στα 172,77 ευρώ η μεγαβατώρα. Στα ίδια επίπεδα διαμορφώνονται οι τιμές στην Ισπανία και την Πορτογαλία, στην Ιταλία η τιμή εκτοξεύτηκε στα 174,58 ευρώ η μεγαβατώρα, ενώ στα υψηλά των 168,21 ευρώ κινείται και η τιμή στη Γερμανία. Ακόμη και στη Γαλλία, με τη φθηνή παραγωγή των πυρηνικών, η τιμή έφτασε τα 166,83 ευρώ η μεγαβατώρα, εικόνα που αναδεικνύει την ευρωπαϊκή διάσταση του προβλήματος και την ανάγκη κεντρικών παρεμβάσεων για την διαχείρισή του.
Περισσότερα κονδύλια
Οι εκτιμήσεις για αποκλιμάκωση των τιμών στις οποίες στηρίχθηκαν τα κυβερνητικά μέτρα προστασίας νοικοκυριών και επιχειρήσεων δεν φαίνεται να επιβεβαιώνονται και η εξαγγελία για μηδενικές ή οριακές επιβαρύνσεις, όπως όλα δείχνουν, δεν θα είναι αποτελεσματική χωρίς πρόσθετα κονδύλια και χρονική επέκταση των μέτρων στήριξης. Είναι ενδεικτικό ότι τα κυβερνητικά μέτρα, όπως και οι εκπτώσεις της ΔΕΗ που θα λειτουργήσουν συμπληρωματικά, έχουν λάβει υπόψη τους μια μέση ετήσια τιμή χονδρικής στα 95-100 ευρώ η μεγαβατώρα, όταν τον Αύγουστο η μέση τιμή διαμορφώθηκε στα 121,7 ευρώ και τον Σεπτέμβριο διαμορφώνεται μέχρι στιγμής στα 123 ευρώ.
Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, πάντως, κατά τη διάρκεια ομιλίας του χθες στα εγκαίνια του νέου φωτοβολταϊκού πάρκου της εταιρείας R Energy 1 στην Κορινθία, επανέλαβε ότι δεν θα υπάρξουν επιπτώσεις στους καταναλωτές από τις διεθνείς αυξήσεις στο φυσικό αέριο.
Ο πρωθυπουργός συνέδεσε τις αυξήσεις με την «εξαιρετικά σύνθετη και συχνά απρόβλεπτη διαδικασία πράσινης μετάβασης» και σημείωσε: «Εχουμε αναλάβει τη δέσμευση και ανακοινώσαμε πολύ συγκεκριμένα μέτρα για το πώς δεν θα υπάρχουν ουσιαστικές επιπτώσεις στους καταναλωτές από αυτές τις αυξήσεις. Αφενός χρησιμοποιώντας δημόσιο χρήμα και αφετέρου σε συνεννόηση με τη ΔΕΗ –και εκτιμώ και με τους άλλους μεγάλους παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας– να απορροφήσουμε αυτή την αύξηση της ηλεκτρικής ενέργειας στα νοικοκυριά, στις επιχειρήσεις, έτσι ώστε να μπορέσουμε, αφενός να μην πληγεί το διαθέσιμο εισόδημα του νοικοκυριού, αφετέρου να μην υπονομευθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής παραγωγής, της ελληνικής βιομηχανίας», σημείωσε.
Τα κυβερνητικά μέτρα, σύμφωνα με τις διευκρινίσεις που έδωσε χθες σε συνέντευξη Τύπου ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Κώστας Σκρέκας, αφορούν επιδότηση για καταναλώσεις έως και 300 κιλοβατώρες τον μήνα. Από 300 έως 600 κιλοβατώρες τον μήνα οι αυξήσεις θα αντισταθμιστούν από την επέκταση της έκπτωσης του 30% που εφαρμόζει ήδη η ΔΕΗ για το σύνολο των πελατών χαμηλής τάσης, συμβάλλοντας έτσι στην απορρόφηση των αυξήσεων, πολιτική που, όπως είπε ο υπουργός, θα επιδιώξει να ακολουθήσουν και οι ιδιώτες πάροχοι, με τους οποίους είχε το απόγευμα της ίδιας ημέρας έκτακτη τηλεδιάσκεψη. Ο κ. Σκρέκας υποστήριξε ότι η κρατική επιδότηση από το Ειδικό Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης σε συνδυασμό και με την έκπτωση του 30% της ΔΕΗ προστατεύουν τη συντριπτική πλειονίοτητα των οικιακών καταναλωτών, περιορίζοντας τις αυξήσεις στο ελάχιστο.
Οπως είπε, το 80% των νοικοκυρών καταναλώνει κάτω από 600 κιλοβατώρες τον μήνα, ενώ το 72% κάτω από 300 και η αύξηση που θα κληθεί να καταβάλει θα είναι λιγότερο από δύο ευρώ τον μήνα. Παρουσίασε μάλιστα παραδείγματα που αφορούν τη ΔΕΗ, σύμφωνα με τα οποία νοικοκυριό με κατανάλωση 300 κιλοβατώρες, στο οποίο η χρέωση προμήθειας είναι 35,18 ευρώ, η ρήτρα αναπροσαρμογής θα ανέλθει σε 20,54 ευρώ. Εξ αυτού η ΔΕΗ θα απορροφήσει μέσω της έκπτωσης 9,95 ευρώ, ενώ με την επιδότηση της πολιτείας των 9 ευρώ η αύξηση θα περιοριστεί στο 1,59 ευρώ. Για κατανάλωση 400 κιλοβατώρων τον μήνα, η ΔΕΗ θα πρέπει να επεκτείνει την έκπτωση του 30% στο 36,7%. Ο υπουργός διευκρίνισε ότι η επιδότηση θα ισχύσει από τις καταναλώσεις του Σεπτεμβρίου και μέχρι τέλος του έτους, ενώ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο για περαιτέρω ενίσχυση ή και παράταση της ισχύος σε περίπτωση που δεν υπάρξει αποκλιμάκωση της τιμής φυσικού αερίου.
Τον Οκτώβριο η έκπτωση
Η ΔΕΗ ωστόσο, σύμφωνα με τα όσα τόνιζαν χθες κύκλοι της Επιχείρησης στην «Κ», έχει ενημερώσει την κυβέρνηση ότι δεν μπορεί να προχωρήσει σε αναδρομική επέκταση της έκπτωσης, γι’ αυτό θα την εφαρμόσει από τις καταναλώσεις του Οκτωβρίου. Τόσο ο υπουργός όσο και κύκλοι της ΔΕΗ ήταν κατηγορηματικοί στο ότι η επέκταση της έκπτωσης δεν γίνεται επί ζημία. Ο κ. Σκρέκας έκανε επίσης σαφές ότι η κρατική επιδότηση αφορά όλους τους καταναλωτές χαμηλής τάσης, ανεξαρτήτως προμηθευτή για καταναλώσεις μέχρι 300 κιλοβατώρες, όπως επίσης ότι η ΔΕΗ και οι άλλοι ιδιώτες προμηθευτές καλούνται να συνδράμουν καλύπτοντας τις αυξήσεις που προκύπτουν για τις καταναλώσεις από 300 έως 600 κιλοβατώρες. «Η ΔΕΗ είναι μια εταιρεία που από μόνη της αποφάσισε να στηρίξει τους καταναλωτές, συμβάλλοντας στην προσπάθεια του κράτους με την επιδότηση. Εμείς το απόγευμα, (σ.σ. χθες) θα συναντηθούμε και με τους ιδιώτες παρόχους για αυτό το θέμα και θα κάνουμε μια γενική συζήτηση» τόνισε συμπληρώνοντας ότι θα τους καλέσει να απορροφήσουν αυξήσεις. «Δεν ζητάμε από κανέναν να πουλήσει κάτω του κόστους, αλλά στην αγορά υπήρχαν και άλλα τρίμηνα που οι τιμές ήταν χαμηλές» είπε, υποστηρίζοντας ότι οι προμηθευτές καλούνται να συμβάλουν περιορίζοντας το περιθώριο κέρδους και όχι γράφοντας ζημίες.
Ασφυκτικές πιέσεις στους ενεργειακούς παρόχους
Η πλευρά των ιδιωτών προμηθευτών δήλωνε χθες εν αναμονή της τηλεδιάσκεψης με τον υπουργό, για να τοποθετηθεί με βάση και το πώς ακριβώς θα της ζητηθεί να συνδράμει στη συγκράτηση των αυξήσεων.
Ηταν, ωστόσο, κοινή η εκτίμηση της δυσκολίας αντιστάθμισης των αυξήσεων από πλευράς της αγοράς, δεδομένης της συνεχιζόμενης κούρσας των τιμών φυσικού αερίου και CO2 και των πιέσεων που ασκούν οι υψηλές τιμές στη χονδρεμπορική αγορά. «Οταν η τιμή της μεγαβατώρας έχει φτάσει από τα 50 και τα 60 ευρώ στα 172, η απόσταση δεν μπορεί να καλυφθεί. Οι εταιρείες δεν μπορούν να απορροφήσουν αυτό το κόστος χωρίς να καταστούν ζημιογόνες», τονίζουν, περιγράφοντας μια ασφυκτικά πιεστική κατάσταση γι’ αυτές. «Για ένα φορτίο LNG πληρώναμε 10 εκατ. και τώρα πρέπει να προπληρώσουμε 65 εκατ. ευρώ», τονίζει εκπρόσωπος καθετοποιημένης εταιρείας προμήθειας. Αντίστοιχες πιέσεις για κεφάλαια κίνησης δημιουργούν σε όλες τις εταιρείες οι υψηλές τιμές χονδρεμπορικής, καθώς οι προμηθευτές αγοράζουν σε ημερήσια βάση για να τιμολογήσουν στον μήνα και να εισπράξουν στην καλύτερη των περιπτώσεων σε διάστημα 20 ημερών.