Εάν τα τουριστικά θέρετρα της Β. Ελλάδος συνεχίζουν να επενδύουν κυρίως στον οδικό βαλκανικό τουρισμό, πολύ σύντομα ορισμένα σημεία θα γίνουν αβίωτα
Οι τουριστικοί παράγοντες στην Πιερία είναι ικανοποιημένοι από την πορεία της φετινής καλοκαιρινής σεζόν. Όχι μόνο επειδή οι πληρότητες που κατέγραψαν τον Ιούλιο και τον Αύγουστο τα ξενοδοχεία της περιοχής κρίνονται ως πολύ καλές, αλλά κι επειδή άλλαξε το μείγμα των επισκεπτών. Κατ’ αρχάς οι Έλληνες που επέλεξαν την Πιερία είναι περισσότεροι από κάθε άλλη χρονιά. Προσέγγισαν με τα αυτοκίνητά τους αξιοποιώντας τους ολοκληρωμένους, πλέον, αυτοκινητόδρομους. Αποφεύγοντας έτσι τα επισφαλή για τη διάδοση του κορωνοϊού πλοία και αεροπλάνα. Με τον ίδιο τρόπο –δηλαδή οδηγώντας ιδιωτικά αυτοκίνητα- έφτασαν και οι Βαλκάνιοι στην περιοχή, καθώς φέτος –όπως και πέρσι- πολύ λίγα ήταν τα οργανωμένα γκρουπ που προσέγγισαν με τουριστικά λεωφορεία σε συμβεβλημένα ξενοδοχεία, κυρίως από τη Σερβία. Εξίσου ικανοποιημένοι είναι οι τουριστικοί παράγοντες και σε άλλες περιοχές της Βορείου Ελλάδος (Χαλκιδική, Ασπροβάλτα, Καβάλα, Θάσος, Αλεξανδρούπολη, Σαμοθράκη), αφού η περσινή καταστροφική ψυχρολουσία στα χερσαία σύνορα τους έκανε να είναι την περασμένη Άνοιξη επιφυλακτικοί. Τελικά –τηρουμένων των αναλογιών και παρά την αιφνιδιαστική απόφαση της Ρουμανίας να βάζει σε καραντίνα τούς μη εμβολιασμένους που επιστρέφουν από την Ελλάδα- η τουριστική χρονιά αναμένεται να κλείσει με θετικό πρόσημο για τη Βόρεια Ελλάδα. Και αρκετά συμπεράσματα ποιοτικού χαρακτήρα, που αν ληφθούν υπόψιν και αξιοποιηθούν δημιουργικά ενδέχεται να συμβάλλουν τα επόμενα χρόνια στη βελτίωση της εικόνας και του αποτελέσματος.
Το βασικό σενάριο είναι ότι εάν οι τουριστικές περιοχές της Β. Ελλάδος συνεχίζουν να επενδύουν κυρίως στον οδικό βαλκανικό τουρισμό, πολύ σύντομα ορισμένα σημεία της Μακεδονίας και της Θράκης θα έχουν γίνει αβίωτα. Θα καταστραφούν διά της υποβαθμίσεως. Δεν θα απέχουν πολύ από εγκαταλειμμένες βιομηχανικές περιοχές. Για δύο βασικούς λόγους:
Πρώτον, διότι οι υποδομές τους παραμένουν ελλειμματικές –ύδρευση, αποχέτευση, οδικό δίκτυο, ηλεκτρικό δίκτυο, αποκομιδή απορριμμάτων, ευταξία, περιποίηση ακτών. Σε πολλές περιπτώσεις βρίσκονται στα όριά τους ή τα ξεπερνούν. Ήδη φέτος σε περιοχές της Χαλκιδικής και της Θάσου -ενδεχομένως και αλλού- εμφανίστηκαν στις υποδομές σοβαρά προβλήματα, πολύ μεγαλύτερα απ’ ό,τι τα περασμένα χρόνια. Μέχρι στα δικαστήρια με αγωγές έφτασαν οι επαγγελματίες της Χαλκιδικής για τις συχνές διακοπές ηλεκτρικού ρεύματος και την αυξομείωση της τάσης.
Δεύτερον, επειδή η συσσώρευση τόσης λαμαρίνας σε περιοχές εξαιρετικού φυσικού κάλους δημιουργεί αισθητικά και περιβαλλοντικά προβλήματα. Τα εκατοντάδες αυτοκίνητα δίπλα στη θάλασσα στους Αμμόλοφους της Καβάλας ή στον Λιμένα και στα Λιμενάρια της Θάσου θυμίζουν σε μικρογραφία τη Μπαγκόνγκ, αν και ενδεχομένως τα τελευταία χρόνια στην Ταϊλάνδη να έχει υπάρξει πρόοδος επί του θέματος.
Όλες αυτές οι συνέπειες σε δίκτυα και περιβάλλον δεν καταγράφονται -και άρα δεν συνεκτιμώνται- στο τουριστικό ισοζύγιο, όπου μετράνε τα 30άρια ή 40άρια των διανυκτερεύσεων στα δωμάτια και τα 3,5 ευρώ κάθε γύρου με πίτα και απ’ όλα. Προφανώς κάθε έσοδο είναι «ιερό και άγιο» και άλλωστε στις δύσκολες ημέρες έχει σημασία ακόμη και η σκόνη από το πανοφώρι του πελάτη, όπως έλεγαν κάποιοι παλαιότεροι έμποροι που ήξεραν πολύ καλά. Όταν, όμως, αφορά την καθημερινότητα συγκεκριμένων επιχειρήσεων και επαγγελματιών η σημασία του είναι περιορισμένη. Τα μεμονωμένα στοιχεία αυτού του επιπέδου δεν είναι σε θέση να χαρακτηρίσουν τη μεγάλη εικόνα, στην οποία κυριαρχούν –για παράδειγμα- τα θηριώδη 4Χ4 τζιπ με πινακίδες Ρουμανίας, τα περισσότερα εκ των οποίων είναι νοικιασμένα για μία ή δύο εβδομάδες, ώστε να εξυπηρετούν το μεγάλο ταξίδι των ανθρώπων προς την Ελλάδα, αλλά και τη μεταφορά σημαντικού μέρους της τροφοδοσίας τους σε φαγητά και ποτά. Προμήθειες που γίνονται είτε από τη χώρα τους είτε από τη Βουλγαρία με οικονομικότερο έναντι της Ελλάδος κόστος. Για τον ίδιο λόγο άλλωστε μεγάλες ελληνικές και διεθνείς αλυσίδες σούπερ μάρκετ λαμβάνουν κάθε χρόνο όλο και πιο προωθημένες θέσεις στις συγκεκριμένες τουριστικές περιοχές, προφανώς για να εξυπηρετήσουν τις καταναλωτικές ανάγκες αυτών των ανθρώπων, που αναζητούν τις οικονομικότερες λύσεις.
Όπως ακριβώς η πολύχρονη οικονομική κρίση της χώρας και η κρίση του κορωνοϊού που ακολούθησε κατέδειξαν την αδήριτη ανάγκη για αλλαγή στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας, προκειμένου να υπάρξει διατηρήσιμη ανάπτυξη, αλλά και δικλείδες ασφαλείας σε περιόδους αστάθειας, έτσι ακριβώς και η άνοδος του ελληνικού τουρισμού την τελευταία δεκαετία δείχνει το δρόμο που μπορεί να χαράξει η Βόρεια Ελλάδα. Άλλωστε πάντα η ποσοτική διεύρυνση, εάν αξιοποιηθεί δημιουργικά, οδηγεί σε ποιοτική αναβάθμιση και συνακόλουθα σε οικονομική ανάπτυξη και επενδύσεις. Ασφαλώς η Πιερία απέχει από την Κρήτη, η Χαλκιδική δεν είναι Μύκονος, ούτε η Θάσος προσομοιάζει με τη Σαντορίνη, αλλά η απόσταση μπορεί να μειωθεί. Όχι για λόγους ανταγωνισμού ή εγωισμού, τα συναισθήματα δεν (πρέπει να) έχουν σχέση με το επιχειρείν. Αλλά για καλύτερη αποδοτικότητα και παραγωγικότητα. Εκείνο που λείπει είναι ένα σχέδιο, το οποίο θα προκύψει από κάποιου τύπου συλλογικό όραμα, το οποίο είναι εμφανές ότι δεν υπάρχει. Γι’ αυτό η πιθανότερη εξέλιξη τα αμέσως προσεχή χρόνια είναι η επιστροφή στις εύκολες λύσεις και όχι η εξέλιξη. Στο πίσω και όχι στο εμπρός. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι τα τουριστικά λεωφορεία από τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία θα επιστρέψουν στα συγκροτήματα ενοικιασμένων διαμερισμάτων, στα ξενοδοχεία ενός και δύο αστέρων, αλλά και στα κάμπινγκ της Πιερίας, που θα συνεχίσει –και δικαίως- να αυτοθαυμάζεται για τη θάλασσα και το φαγητό που διαθέτει, αλλά και για το βουνό των Θεών που τη σκιάζει. Όπως, επίσης, σημαίνει ότι από τις παραλίες της Θάσου τα συνεργεία του δήμου θα εξακολουθήσουν να μαζεύουν άδεια κουτάκια μπίρας και συσκευασίες από μπισκότα που προέρχονται από εργοστάσια στις γειτονικές χώρες. Προϊόντα πρώτης ανάγκης για τον τουρίστα, που πέρασαν τα σύνορα μέσα σε μπαγκαζιέρες, στην οροφή νοικιασμένων τετρακίνητων τζιπ και αυτοκινήτων μεγάλου κυβισμού, τα οποία νοικιάστηκαν για μία εβδομάδα στο Βουκουρέστι, την Κραιόβα και τη Σόφια.