Σπάνιο βίντεο της γαλλικής τηλεόρασης που κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες, καταγράφει συγκλονιστικά πλάνα από την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974, παραμονές της πτώσης της ελληνικής Χούντας.
Στο βίντεο, το οποίο ανάρτησε ο Τάσος Δημητριάδης σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, αποτυπώνονται μεταξύ άλλων στιγμές από την εγκατάλειψη της Ακανθούς, την ιστορία μιας οικογένειας από την Τρεμετουσιά, τον συνοικισμό των προσφύγων σε τσαντίρια στην Ορμήδεια, την είσοδο των Τούρκων στην Άχνα και τη διάσωση ηλικιωμένης, που είχε μείνει στην Άχνα μόνη της. Στο βίντεο καταγράφεται επίσης ο συνοικισμός στο Δασάκι της Άχνας, στην επαρχία της Αμμοχώστου.
Ο Αττίλας ξεκινά
Το σχέδιο προέβλεπε αρχικά δύο αποβατικά κύματα στην Κυρήνεια με διαφορά 48 ωρών και ταυτόχρονα απανωτούς βομβαρδισμούς από θάλασσα και αέρα. Απώτερος στόχος ήταν η δημιουργία μιας μεγάλης διόδου που θα συνέδεε τον τουρκοκυπριακό τομέα της Λευκωσίας με την Κυρήνεια. Η πληροφορία για την επικείμενη απόβαση δεν άργησε να φτάσει στην Αθήνα.
Ο Ιωαννίδης όμως πίστεψε ότι οι Τούρκοι μπλόφαραν. Ακόμη κι όταν το τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών έστειλε ένα ιδιαίτερα ανησυχητικό κρυπτογραφημένο τηλεγράφημα, η ελληνική πλευρά δεν αντέδρασε. «Συνεπεία του πραξικοπήματος στην Κύπρο έχει καταλυθεί το συνταγματικό καθεστώς. Η Τουρκία έθεσε σε κίνηση το μηχανισμό διαβουλεύσεων της συνθήκης εγγυήσεως.
Επειδή δεν επετεύχθησαν αποτελέσματα, με την αυγή θα επέμβωμεν μονομερώς στην Κύπρο. Στοπ.»
Η απόβαση και η ακινησία της Αθήνας
Τα ξημερώματα του Σαββάτου 20 Ιουλίου, οι κάτοικοι της Λευκωσίας ξύπνησαν από έναν επίμονο βόμβο. Ο ουρανός της κυπριακής πρωτεύουσας είχε γεμίσει στρατιωτικά αεροπλάνα και αλεξιπτωτιστές.
Οι πρώτες βόμβες άρχισαν να πέφτουν, ενώ σύντομα μία τεράστια πυρκαγιά φούντωσε στον Πενταδάκτυλο, τον ορεινό όγκο μεταξύ Κυρήνειας και Λευκωσίας. Το Πέντε Μίλι, δυτικά της Κυρήνειας, είχε περικυκλωθεί από πολεμικά πλοία.
Λίγο πριν τις 8 το πρωί, οι Τούρκοι ανιχνευτές δέχθηκαν τα πρώτα σποραδικά πυρά αυτόματων όπλων. Το θωρηκτό Τσασμάκ απάντησε με αλλεπάλληλες ομοβροντίες. Ήταν ξεκάθαρο ότι ο πόλεμος είχε αρχίσει. Ωστόσο, η Αθήνα εξακολουθούσε να βρίσκεται σε άρνηση.
«Με την ανατροπή του Μακάριου, έχει αποκατασταθεί η τάξη στην Κύπρο και η κατάσταση έχει ηρεμήσει. Δεν γίνεται λόγος για ξένη επέμβαση. Την Κύπρο περιμένει ένα καινούριο και λαμπρό μέλλον υπό την προεδρία του Νίκου Σαμψών» μετέδιδε ο ραδιοφωνικός σταθμός Αθηνών.
Έξι χιλιάδες Τούρκοι στρατιώτες ξεχύθηκαν στο νησί φωνάζοντας «Τζαφέρ» («Νίκη»)
Μέχρι τις πέντε το απόγευμα η απόβαση είχε ολοκληρωθεί με σχεδόν μηδενική αντίδραση από την ελληνική πλευρά. Το καθεστώς του Σαμψών φάνηκε να αιφνιδιάζεται, καθώς ανέμενε την απόβαση είτε από την πλευρά της Αμμοχώστου στα ανατολικά, είτε στον κόλπο της Μόρφου δυτικά. Ο μικρός και στενός κόλπος της Κυρήνειας δεν θεωρήθηκε πιθανό σημείο στρατιωτικής απόβασης.
Η ελληνική στάση
Οι ελληνικές και ελληνοκυπριακές δυνάμεις κατάφεραν να ανασυνταχθούν αργά το απόγευμα. Έπειτα από εσπευσμένη συνέλευση του Πολεμικού Συμβουλίου στο Πεντάγωνο, κηρύχθηκε γενική επιστράτευση και τα υποβρύχια «Νηρεύς» και «Γλαύκος» έπλευσαν προς το νησί. Παράλληλα, το ελληνικό σύνταγμα, συνοδευόμενο από τεθωρακισμένα και ενισχυόμενο από δυνάμεις της Εθνοφρουράς εξαπέλυσε την πρώτη αντεπίθεση έναντι των τούρκων αλεξιπτωτιστών.
Άλλες ελληνικές δυνάμεις κατευθύνθηκαν εναντίον των αποβατικών στρατευμάτων στον Πενταδάκτυλο και κύκλωσαν τους τουρκικούς θύλακες στη Λεμεσό, τη Λάρνακα, την Αμμόχωστο και την Πάφο. Όσο η ώρα περνούσε, οι συγκρούσεις γίνονταν όλο και πιο σφοδρές. Η πιο αιματηρή σημειώθηκε στην περιοχή του Αγίου Ιλαρίωνα, όπου εκατοντάδες τούρκοι στρατιώτες παγιδεύτηκαν και έπεσαν νεκροί.
Η πιο μαύρη μέρα της κυπριακής ιστορίας έκλεισε με μία διαταγή και μία ανακοίνωση. Από τη μία, ο Ετζεβίτ, αψηφώντας τις αντιδράσεις των υπουργών του, διέταξε τον ανελέητο βομβαρδισμό αδιακρίτως στρατιωτικών στόχων και αμάχων. Από την άλλη, ο ΟΗΕ καταδίκασε επίσημα την εισβολή και ζητούσε την απομάκρυνση όλων των ξένων στρατευμάτων.
Ο τούρκος πρωθυπουργός τον αγνόησε πλήρως.
«Βροχή θανάτου»
Τα ξημερώματα της Κυριακής 21 Ιουλίου, ξεκίνησε το σχέδιο «βροχή του θανάτου» που διέταξε ο Ετζεβίτ. Σμήνη τουρκικών αεροπλάνων άδειαζαν «τυφλά» το φορτίο τους, σπέρνοντας το θάνατο και την καταστροφή σε ολόκληρο το νησί. Το ελληνικό σύνταγμα αποδεκατίστηκε πλήρως, ενώ οι Τούρκοι προετοίμαζαν την αποβίβαση ενισχύσεων.
Ο Ιωαννίδης βρισκόμενος σε πανικό, αποφάσισε την κήρυξη πολέμου στην Τουρκία. Το σχέδιο προέβλεπε επίθεση από τον Έβρο και απόβαση στα μικρασιατικά παράλια. Ωστόσο, οι αρχηγοί των ενόπλων δυνάμεων αρνήθηκαν να εκτελέσουν την παράλογη εντολή.
Οι Αμερικανοί όμως είχαν ήδη θορυβηθεί. Το ενδεχόμενο ενός πολέμου μεταξύ δύο μελών του ΝΑΤΟ έπρεπε πάση θυσία να αποφευχθεί, έτσι οι διαδικασίες για να «κάτσουν» οι δύο χώρες στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων επισπεύσθηκαν.
Μέχρι να δεχθεί ο Ετζεβίτ την παύση των πυρών, στην Αθήνα είχε συγκληθεί εκ νέου σύσκεψη στο γραφείο του προέδρου της Δημοκρατίας, Φαίδωνα Γκιζίκη, στην οποία συμμετείχαν ο Ιωαννίδης και οι αρχηγοί των Όπλων. Ο δικτάτορας αρχικά πρότεινε την αποστολή μεγάλων ενισχύσεων, με πλοία και αεροπλάνα, αλλά οι αρχηγοί αντέδρασαν.
Έτσι, αποφασίστηκε η μάλλον συμβολική αποστολή της 35ης Μοίρας Καταδρομέων από την Κρήτη στην Κύπρο. Επρόκειτο για μια πραγματική αποστολή αυτοκτονίας, καθώς τα 12 αεροσκάφη που στάλθηκαν ήταν απαρχαιωμένα, ενώ οι πιλότοι τους δεν διέθεταν καν χάρτες.
Εκτός αυτού, μόλις έφτασαν στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας, άρχισαν να δέχονται πυρά από την Ελληνοκυπριακή Εθνοφρουρά που τα πέρασε για τουρκικά, με αποτέλεσμα ένα να καταρριφθεί και δύο να υποστούν σοβαρές ζημιές.
Οι Αμερικανοί
Το μεσημέρι της 22ας Ιουλίου και ενώ οι μάχες στο κυπριακό μέτωπο ακόμη μαίνονταν, ο Υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ τηλεφώνησε στον τούρκο πρωθυπουργό για να επισπεύσει την ανακωχή. Ο Ετζεβίτ προσπαθούσε να κερδίσει όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο, έτσι ώστε να προλάβει να φτάσει στην Κύπρο το δεύτερο αποβατικό κύμα και να καταλάβει την Κυρήνεια.
Η φιλοτουρκική στάση του Κίσινγκερ λειτούργησε υπέρ του, αφού του έδωσε όλο το χρονικό περιθώριο που χρειαζόταν. Στις 9 το πρωί, Αθήνα και Άγκυρα ανακοίνωσαν ότι συμφώνησαν κατάπαυση του πυρός στις 5 το απόγευμα, έπειτα από μεσολάβηση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ. Τρεις ώρες αργότερα, χιλιάδες τούρκοι στρατιώτες με τανκς και βαρύ οπλισμό αποβιβάστηκαν στην Βόρεια Κύπρο.
Οι στιγμές που ακολούθησαν ήταν εφιαλτικές. Οι άντρες του «Αττίλα» έσφαζαν, βίαζαν, πυρπολούσαν και λεηλατούσαν ό,τι έβρισκαν στο πέρασμά τους. Οι δρόμοι της Κυρήνειας γέμισαν με πτώματα.
Όσοι δεν πρόλαβαν να εγκαταλείψουν την περιοχή, βρήκαν φριχτό θάνατο. Η μαρτυρία του αντιδημάρχου της πόλης, Ξάνθου Χαραλαμπίδη, ήταν συγκλονιστική: «Έθαβαν τους νεκρούς με τις μπουλντόζες κατά εκατοντάδες, Έλληνες και Τούρκους μαζί. Εκατοντάδες ήταν και τα τυμπανιαία πτώματα μέσα στον καυτό ήλιο του Ιουλίου. Εμάζευαν τους νεκρούς σε σωρούς και με μπουλντόζες έριχναν χώμα και τους σκέπαζαν».
Η παραίτηση Σαμψών
Οι Τούρκοι είχαν πετύχει το στόχο τους. Λίγο πριν από την προκαθορισμένη ώρα της ανακωχής, κατάφεραν να καταλάβουν την Κυρήνεια. Υπό το βάρος της εθνικής τραγωδίας, ο «πρόεδρος των οκτώ ημερών» Νίκος Σαμψών παραιτήθηκε, παραδίδοντας την εξουσία στον πρόεδρο της Βουλής Γλαύκο Κληρίδη.
Την ίδια ώρα, στην Αθήνα οι στρατιωτικοί παρέδιδαν την εξουσία στον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Οι δρόμοι της πρωτεύουσας κατακλύστηκαν από πλήθος κόσμου που πανηγύριζε. Η πολυπόθητη «ανάσταση» της ελληνικής δημοκρατίας είχε επιτευχθεί, αλλά το εθνικό τίμημα ήταν βαρύτατο. Είχε χαθεί πολυτίμητος εθνικός χώρος στην Κύπρο….