Σε κάθε έγκλημα που τραβά την προσοχή της κοινωνίας, η πρώτη και εν βρασμώ αντίδραση των πολιτών είναι να απαιτήσουν αυστηροποίηση των ποινών και ανάλογα με τη σοβαρότητα του εγκλήματος, να φτάσουν να ζητούν μέχρι και θανάτωση του θύτη.
Αφήνοντας – και όχι αγνοώντας – στην άκρη για λίγο το ζήτημα του θυμικού του λαού που εύκολα προσφεύγει στον εγκωμιασμό μιας θεσμοθετημένης δολοφονίας που η Ευρώπη πάλεψε για δεκαετίες να αποβάλλει από το σωφρονιστικό της σύστημα, είναι καλό να εστιάσουμε σε μια λανθασμένη αίσθηση.
Την έχουμε κι εμείς που γράφουμε, την έχουν οι περισσότεροι. Δεν είναι λανθασμένη στη θεωρητική της βάση, αλλά αποδεικνύεται στην πράξη ότι δεν είναι αυτό το πρώτο που πρέπει να αλλάξει κι ότι δεν είναι επαρκής συνθήκη.
Ζητάει λοιπόν το θυμικό αυστηροποίηση των ποινών. Ζητάει η ισόβια ποινή να μη σημαίνει 16 χρόνια, αλλά να σημαίνει 25-30. Ζητάει αυτά τα 25 χρόνια να είναι όντως 25 και να μη γίνονται 12 για καλή διαγωγή ή να μην πιάνονται διπλές μέρες έκτισης αυτές που αφορούν συγκεκριμένα ιδρύματα σωφρονισμού.
Ας θεωρήσουμε πως υφίσταται αυτή η αυστηρότητα στο σύστημα ποινών. Ας πάρουμε ως εικοτολογικό δεδομένο ότι όντως τα ισόβια αφορούν σε αυτό το χρονικό διάστημα, ότι οι παραγραφές κακουργημάτων δεν ισχύουν και διατηρούνται εσαεί.
Θα αποτρέψει αυτό τον θύτη; Αν τα ενδεχόμενα είναι είτε ποινή 16 ετών είτε ποινή 25 ετών, τότε ναι, ο θύτης θα σκεφτεί πάρα πολύ αν θα προβεί σε έγκλημα και αν θα το πράξει με την αίσχιστη μορφή του. Αν θα κάνει μια απλή κλοπή ή αν θα απειλήσει άνθρωπο, αν θα τον χτυπήσει μια φορά ή αν θα προβεί μέχρι και σε βιασμό…
Δεν είναι όμως αυτά τα ενδεχόμενα. Υπάρχει και το τρίτο ενδεχόμενο. Παίζει και να μη συλληφθεί ποτέ. Παίζει η αντίδραση της αστυνομίας να είναι τόσο καθυστερημένη που να του δοθεί η ευκαιρία να διαφύγει και να “εξαφανιστεί” μέχρι να μην υπάρχει πια έγκλημα ή να μην στοιχειοθετείται εύκολα η καταδίκη του.
Διαφορετικά λειτουργεί το κριτήριο μιας έδρας αν δικάζεται κάποιος για έγκλημα που έκανε πριν ένα μήνα και διαφορετικά για έγκλημα που έγινε πριν 15 χρόνια. Στη δεύτερη περίπτωση οι μαρτυρίες ατονούν και είναι απείρως πιο εύκολο για την υπεράσπιση του θύτη να εξασφαλίσει, στη χειρότερη των περιπτώσεων, μια ανούσια ποινή φυλάκισης.
Άρα το βασικότερο πρόβλημα, πιο σημαντικό από την ίδια την ποινή, είναι ο χρόνος. Οι δολοφόνοι του Καραϊβάζ ακόμα δεν έχουν πιαστεί. Δεν διαφαίνεται καν να υπάρχει κάποιος κλοιός που στενεύει γι΄αυτούς. Το ίδιο και το έγκλημα στα Γλυκά Νερά.
Ποιο είναι το μήνυμα που δίνεται σε όσους εκπονούν σχέδια εγκλήματος; Ότι αρκεί μια απλά καλή οργάνωση, ένα απλώς καλό σχέδιο διαφυγής από τη χώρα και θα υπερβούν το όριο που χωρίζει την πολύ πιθανή σύλληψη με την λιγότερο πιθανή βαριά ποινή.
Ειδικά σε μια περίοδο που τα εγκλήματα γίνονται μαζεμένα και αποσπούν εκτός από το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης και αστυνομικούς πόρους, ο χρόνος αντίδρασης είναι το πιο σημαντικό.
Όπως είναι μια ψευδαίσθηση για κάποιον που αμείβεται με 3.000 ευρώ το μήνα ότι θα είναι περισσότερο χαρούμενος με 4.000 ευρώ το μήνα, έτσι είναι και μια ψευδαίσθηση ότι κάποιος θα φοβηθεί περισσότερο τα 25 από τα 16-18 χρόνια.
Αν η διαφορά μεταξύ της ποινής που ζητά η κοινωνία και αυτής που επιβάλλει ο νόμος ήταν μεγαλύτερη ή σε χαμηλότερα επίπεδα, ναι να συζητήσουμε για τον φόβο που προκαλεί. Εφόσον όμως μιλάμε για τέτοιους αριθμούς, δεν υπάρχει κανείς εγκληματίας που να νιώθει πιο άνετα να ξοδέψει 16 “ενεργά” χρόνια της ζωής του αντί για 25.
Αυτό που νιώθει άνετα για να εγκληματίσει, είναι να μη χρειαστεί να ξοδέψει πρακτικά τίποτα από τα καλά του χρόνια εντός φυλακής…
Και δυστυχώς η περίπτωση των Γλυκών Νερών ήταν για την αστυνομία ένα μεγάλο στοίχημα που δείχνει να χάνεται. Μια υπόθεση που τράβηξε όλα τα φώτα της δημοσιότητας πάνω της θα μπορούσε να λειτουργήσει αποτρεπτικά για τον επόμενο φονιά που θα σκεφτόταν να πράξει κάτι παρόμοιο, αν εξιχνιαζόταν άμεσα.
Αν οι δολοφόνοι της Καρολάιν οδηγούνταν ενώπιον της δικαιοσύνης λίγες μέρες μετά την αποτρόπαια πράξη τους τα υπόλοιπα καλόπαιδα θα έπαιρναν το μήνυμα ότι το ρίσκο για εκείνα μεγαλώνει. Όταν όμως βλέπουν ότι το 95% των δολοφονιών της Greek Mafia δεν εξιχνιάζεται, όταν βλέπουν δημοσιογράφο να δολοφονείται μέρα μεσημέρι και κανείς να μην συλλαμβάνεται, όταν βλέπουν το αδιέξοδο των αρχών στην υπόθεση των Γλυκών Νερών που συζητάει όλη η Ελλάδα, ποιον και τι να φοβηθούν ακριβώς; Ρητορικό το ερώτημα…