Η συμφωνία για την επιβολή παγκόσμιου ελάχιστου εταιρικού φόρου φαίνεται να φέρνει στο αποκορύφωμά της τη βαθιά μάχη εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, όπου από την μια βρίσκονται μεγάλες δυνάμεις όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ιταλία ενώ από την απέναντι πλευρά στέκονται η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο, η Κύπρος και άλλες χώρες.
Αν και οι μικρότεροι εταίροι της ΕΕ στο επίκεντρο μιας μακρόχρονης διαμάχης για τα ευνοϊκά φορολογικά καθεστώτα τους, καλωσόρισαν τη συμφωνία της Ομάδας των Επτά, στις 5 Ιουνίου, για έναν παγκόσμιο εταιρικό φόρο τουλάχιστον 15%, ορισμένοι είναι σκεπτικοί ως προς το κατά πόσο θα μπορέσει να επιβληθεί και να εφαρμοστεί εν τέλει.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πάλευε εδώ και πολύ καιρό να επιτύχει μια συμφωνία εντός του μπλοκ για κοινή προσέγγιση στη φορολογία – μια ελευθερία που προστατεύεται με ζήλο από τα 27 μέλη της, τόσο τα μεγάλα όσο και τα μικρότερα.
«Οι παραδοσιακοί αρνητές μιας ευρωπαϊκής φορολογίας προσπαθούν να διατηρήσουν το υφιστάμενο πλαίσιο όσο το δυνατόν πιο ευέλικτο, έτσι ώστε να μπορούν να συνεχίσουν να κάνουν τις δουλειές τους, περισσότερο ή λιγότερο, όπως συνήθως», εξηγεί η Ρεμπέκα Κρίστι από τη δεξαμενή σκέψης Bruegel με έδρα τις Βρυξέλλες.
Ο Πασκάλ Ντόνοχοου, υπουργός Οικονομικών της Ιρλανδίας και πρόεδρος του Eurogroup, υποδέχθηκε με ένα χλιαρό καλωσόρισμα τη συμφωνία των πλούσιων χωρών της G7, η οποία πρέπει ούτως ή άλλως να εγκριθεί από μια πολύ ευρύτερη ομάδα.
«Οποιαδήποτε συμφωνία θα πρέπει να καλύψει τις ανάγκες των μικρών και μεγάλων χωρών», έγραψε στο Twitter, υπενθυμίζοντας τις «139 χώρες» που απαιτούνται για μια ευρύτερη διεθνή συμφωνία.
Και ο Χανς Βίλμπριφ, αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών της Ολλανδίας, σημείωσε επίσης στο Twitter ότι η χώρα του υποστηρίζει τα σχέδια της G7 και είχε ήδη λάβει μέτρα για να σταματήσει την φοροαποφυγή.
Αν και αξιωματούχοι της ΕΕ έχουν επικρίνει ιδιωτικά χώρες όπως η Ιρλανδία ή η Κύπρος, μια δημόσια καταγγελία τους θα ήταν πολιτικά φορτισμένη ενέργεια και έτσι η μαύρη λίστα με τα «μη συνεργαζόμενα κέντρα» δεν περιλαμβάνει τους φορολογικούς παραδείσους της ΕΕ.
Οι τελευταίοι έχουν «ανθίσει», προσφέροντας στις εταιρείες χαμηλότερα επιτόκια και τη δυνατότητα να καταγράφουν κέρδη χωρίς να έχουν σημαντική παρουσία εκεί.
«Οι ευρωπαϊκοί φορολογικοί παράδεισοι δεν έχουν κανένα συμφέρον να υποχωρήσουν», σύμφωνα με τον Σβεν Γκίγκολντ, μέλος του Πράσινου Κόμματος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Ωστόσο, ο υπουργός Οικονομικών του Λουξεμβούργου, Πιερ Γκραμενιά, χαιρέτισε τη συμφωνία της G7, προσθέτοντας ότι θα συμβάλει στην ευρύτερη συζήτηση για μια λεπτομερή διεθνή συμφωνία.
Αν και η Ιρλανδία, το Λουξεμβούργο και η Ολλανδία εμφανίστηκαν υπέρ αυτής της μακροχρόνιας προσπάθειας για μεταρρύθμιση, η Κύπρος είχε μια πιο επιφυλακτική αντίδραση.
«Τα μικρά κράτη-μέλη της ΕΕ πρέπει να αναγνωριστούν και να ληφθούν υπόψη», δήλωσε στο Reuters ο υπουργός Οικονομικών της Κύπρου, Κωνσταντίνος Πετρίδης.
Ακόμη και η Γαλλία – μέλος της G7 – μπορεί να δυσκολευτεί να προσαρμοστεί πλήρως στους νέους διεθνείς κανόνες.
«Μεγάλες χώρες, όπως η Γαλλία και η Ιταλία, έχουν επίσης φορολογικές στρατηγικές τις οποίες είναι αποφασισμένες να τηρήσουν», τονίζει η Κρίστι.
Το Δίκτυο Φορολογικής Δικαιοσύνης κατατάσσει την Ολλανδία, το Λουξεμβούργο, την Ιρλανδία και την Κύπρο μεταξύ των σημαντικότερων παγκόσμιων «παραδείσων», αλλά επίσης συμπεριλαμβάνει τη Γαλλία, την Ισπανία και τη Γερμανία στην ίδια λίστα.
Προσπάθειες και πισωγυρίσματα
Οι διαιρέσεις στην Ευρώπη οξύνθηκαν το 2015, όταν έγγραφα που έγιναν γνωστά ως «LuxLeaks» αποκάλυψαν ότι το Λουξεμβούργο βοήθησε εταιρείες να διοχετεύουν εκεί τα κέρδη τους ενώ πλήρωναν ελάχιστο ή καθόλου φόρο.
Αυτό οδήγησε στη λήψη σκληρών μέτρων από την Μαργκρέτε Βεστάγκερ, την ισχυρή επικεφαλής της Ε.Ε. για το αντιμονοπώλιο, η οποία υιοθέτησε κανόνες που αποτρέπουν την παράνομη κρατική στήριξη σε εταιρείες, υποστηρίζοντας ότι τέτοιες φορολογικές συμφωνίες ισοδυναμούν με αθέμιτες επιδοτήσεις.
Η Βεστάγκερ ξεκίνησε έρευνα σε βάρος της φινλανδικής εταιρείας χάρτινων συσκευασιών Huhtamaki για επιστροφή φόρων στο Λουξεμβούργο και διέταξε επίσης διερεύνηση της φορολογικής μεταχείρισης της InterIKEA και της Nike από την Ολλανδία. Τόσο η Ολλανδία όσο και το Λουξεμβούργο έχουν αρνηθεί ότι οι συμφωνίες τους με τις εν λόγω εταιρείες παραβιάζουν τους κανόνες της ΕΕ.
Ωστόσο, η Βεστάγκερ ήρθε αντιμέτωπη με αρκετά πισωγυρίσματα όπως πέρυσι, όταν το Γενικό Δικαστήριο απέρριψε την εντολή της να πληρώσει η Apple στην Ιρλανδία φόρους 13 δισεκατομμυρίων ευρώ – μια απόφαση για την οποία έχει πλέον ασκηθεί έφεση.
Μια αντίστοιχη εντολή της για πληρωμή φόρων εκατομμυρίων ευρώ από τη Starbucks στην Ολλανδία απορρίφθηκε επίσης.
Παρά τις ήττες αυτές, οι δικαστές συμφώνησαν με την προσέγγισή της.
«Η δίκαιη φορολογία είναι ύψιστη προτεραιότητα για την ΕΕ», δήλωσε εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής: «Παραμένουμε πιστοί στη δέσμευσή μας να διασφαλίσουμε ότι όλες οι επιχειρήσεις… πληρώνουν το μερίδιο του φόρου που τους αναλογεί», πρόσθεσε.