Τα προεδρικά τιτιβίσματα σίγησαν στο Twitter. Το Facebook “εκπαραθύρωσε” τον χρήστη-ένοικο του Λευκού Οίκου. Μια μικρή ομάδα επικεφαλής των μέσων κοινωνικής δικτύωσης αποφάσισε να κλείσει το στόμα στον ακόμη πρόεδρο Τραμπ μετά τα δραματικά γεγονότα στο Καπιτώλιο, όταν επί τέσσερα χρόνια διακινούσε τα τοξικά μηνύματά του.
“Ισχυρότερες οι πλατφόρμες και από μερικές κυβερνήσεις”
Το twitter απενεργοποίησε τον λογαριασμό του αμερικανού προέδρου
Οι σχολιαστές του γερμανικού τύπου, αν και παραδέχονται ότι η κατάσταση δεν πήγαινε άλλο, προβληματίζονται με την απόφαση. Η Süddeutsche Zeitung του Μονάχου την χαρακτηρίζει σωστή, καθυστερημένη και μαζί προβληματική. “Κατ’ ουσίαν οι αποφάσεις του Twitter και του Facebook είναι σωστές, όμως η διαδικασία είναι λανθασμένη” αποφαίνεται ο σχολιαστής της. “Διότι γίνεται προφανές ότι λίγοι άνθρωποι ελέγχουν την πιο σημαντική δομή επικοινωνίας στον κόσμο. Μια μετρημένη στα δάχτυλα ομάδα λευκών αποφασίζει μόνη της, τι και από ποιον επιτρέπεται να διακινήσει πληροφορίες στο διαδίκτυο. Αυτές οι πλατφόρμες είναι ισχυρότερες από ότι πολλές κυβερνήσεις. Κολοσσοί ελέγχουν την πρόσβαση στην πληροφορία και θέτουν όρια της ελευθερίας λόγου”.
Στις επιφυλλίδες της Welt γίνεται μάλιστα λόγος για πραξικόπημα ολιγαρχών των μέσω κοινωνικής δικτύωσης αποκαλύπτοντας το εύρος της δύναμής τους που προκαλεί φόβο. Ο αρθρογράφος επικεντρώνεται σε δύο επιχειρήματα που κατά την άποψή του κάνουν την απόφαση προβληματική. “Το Τwitter, το Facebook κι άλλοι γίγαντες της επικοινωνίας δεν συνιστούν τον τέταρτο πυλώνα εξουσίας σε ένα κράτος. Ο ρόλος τους δεν μπορεί να είναι η ενεργή επίδραση στη διαμόρφωση της πολιτικής γνώμης με το να αποφασίζουν ποιος επιτρέπεται να μιλά και ποιος όχι. Οι εφημερίδες μπορούν να ανατρέπουν προέδρους. Αρκεί να θυμηθούμε τον Ρίτσαρντ Νίξον. Αλλά οι επιχειρηματίες τεχνολογικών κολοσσών δεν μπορούν να αποφασίζουν ποιον πολιτικό θα καταδικάζουν σε αφωνία, σαν να κατείχαν ένα διακόπτη Οn/Off, που να άνοιγε και να έκλεινε για τους ασκούντες εξουσία“. Και ο σχολιαστής καταλήγει: “H απόφαση για το τι είναι επιτρεπτό και τι όχι για τα δημόσια ώτα, δεν μπορεί να βρίσκεται στα χέρια ολίγων ιδιωτών επιχειρηματιών. Για τον απλό λόγο ότι την επόμενη φορά θα έπληττε κάποιον άλλον από τον Ντόναλντ Τραμπ, τον οποίο και θα απέκλειαν. Και θα τον μετέτρεπαν σε αποδιοπομπαίο τράγο μιας εξέλιξης, την οποία οι ίδιοι στήριξαν και από την οποία αποκόμισαν το μεγαλύτερο όφελος”.
Μισογεμάτο το ποτήρι με τα εμβόλια
Οι εμβολιασμοί, η επιχείρηση του αιώνα
Τι γίνεται με τους εμβολιασμούς; Δεν περνά ημέρα που να μην διατυπώνονται αμφιβολίες για τον αν η Γερμανία κινήθηκε έξυπνα στην παραγγελία εμβολίων, κι αν η γερμανική κυβέρνηση επέλεξε τον καλύτερο δρόμο. Η εφημερίδα Frankfurter Allgemeine Zeitung σε πρωτοσέλιδο σχολιαστικό άρθρο προσπαθεί να βάλει την προβληματική σε άλλη βάση κάνοντας λόγο για μια εμβολιαστική επιχείρηση του αιώνα. Διαβάζουμε: “Ενώ υποστηρικτές και πολέμιοι της κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής σε σχέση με τις παραγγελίες εξαπολύουν κατηγορίες για τους αριθμούς των παραγγελιών …. έχουν λησμονήσει τη φοβερή επίδοση που κρύβεται πίσω από το εμβόλιο. Σε ταχύτατο χρονικό διάστημα και υπό το κράτος έντονων πιέσεων, αλλά και χάρη στην ενεργοποίηση τεράστιων δημόσιων κονδυλίων, κατάφεραν οι επιστήμονες σε πολλές χώρες παράλληλα να αναπτύξουν μια νέα τάξη εμβολίων. Χωρίς αυτήν την επίδοση θα ήταν αδύνατο να ερίζουμε τώρα για τον καλύτερο δρόμο εξόδου από την πανδημία. Το ίδιο ισχύει και για τη διαδικασία εμβολιασμών. Φυσικά πρόκειται για σοβαρότατο πρόβλημα ότι υπερήλικες και ασθενείς σε διάφορες χώρες περιμένουν πολύ περισσότερο από άλλους σε άλλες χώρες για να εμβολιαστούν. Όχι γιατί δεν παρήγγειλαν αρκετές δόσεις αναλόγως του πληθυσμού τους, αλλά γιατί δεν καταφέρνουν με επιτυχία να προχωρήσουν στους εμβολιασμούς. Υπάρχουν ασφαλώς επαρκείς λόγοι για να ξεκινήσει κανείς αυτή τη συζήτηση. Αλλά το ότι μπορεί να την κάνει, αποτελεί μια μεγάλη τύχη”.
Τέλος στη διαδικτυακή έκδοση του Spiegel διαβάζουμε άρθρο που αποπνέει κάποια αισιοδοξία. “Οι εκτιμώμενες οικονομικές επιπτώσεις του λοκντάουν είναι δυσθεώρητες” επισημαίνει ο Γερμανός αρθρογράφος. “Καταστηματάρχες, εστιάτορες, καλλιτέχνες δεν θα κάνουν τζίρο, πολλοί εργαζόμενοι θα μπουν σε καθεστώς μειωμένου ωραρίου. Άλλοι πάλι θα πρέπει να φυλάξουν τα παιδιά τους στο σπίτι μην πηγαίνοντας να εργαστούν ή κάνοντας τηλεργασία. Και όμως” σημειώνει ο αρθρογράφος: “Ακόμη και με τις αυστηρές αποφάσεις της περασμένης εβδομάδας η πλειοψηφία των Γερμανών δηλώνει αισιόδοξη ότι η νέα χρονιά, σε προσωπικό επίπεδο, θα είναι μια καλή χρονιά. Αλλά σε σχέση με τις γενικότερες οικονομικές εξελίξεις στη Γερμανία δηλώνει συγκρατημένη με τις προοπτικές Πρόκειται για αποτέλεσμα δημοσκόπησης του Ινστιτούτου Δημοσκοπήσεων Civey για λογαριασμό του Spiegel σε δείγμα 5000 ανθρώπων, που έγινε μετά τις αποφάσεις για αυστηρό λοκντάουν”.
Ειρήνη Αναστασοπούλου
DEUTSCHE WELLE