Συμφωνία ΑΟΖ Ελλάδας-Ιταλίας: τα υπέρ και τα «κατά», το στοίχημα της Αιγύπτου και η Τουρκία που παραμονεύει
Ήταν 24 Μαΐου του 1977 όταν Ελλάδα και Ιταλία υπέγραψαν τη συμφωνία για τη μεταξύ τους οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας στο Ιόνιο Πέλαγος. Οι κυβερνήσεις των Κωνσταντίνου Καραμανλή και Τζούλιο Αντρεότι, με υπουργούς Εξωτερικών τους Δημήτρη Μπίτσιο και Αρνάλντο Φορλάνι αντίστοιχα, είχαν βάλει τότε την υπογραφή τους σε μια πράξη-ορόσημο: την πρώτη (και μοναδική έως σήμερα) συμφωνία για την οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας που έχει συνάψει η Ελλάδα με κάποια γειτονική της χώρα.
Σαράντα τρία χρόνια μετά, Ελλάδα και Ιταλία έρχονται να επεκτείνουν τις μεταξύ τους οριοθετήσεις… προς τα πάνω, από τον βυθό της υφαλοκρηπίδας προς τα υπερκείμενα ύδατα της ΑΟΖ, εμπλουτίζοντας έτσι – και υπό μια έννοια ανανεώνοντας/εκσυγχρονίζοντας – εκείνη τη συμφωνία του 1977.
Νίκος Δένδιας και Λουίτζι ντι Μάιο προχώρησαν σήμερα, 9 Ιουνίου, στην υπογραφή συμφωνίας για την οριοθέτηση Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ιταλία, κλείνοντας έτσι μια πολυετή εκκρεμότητα και ταυτόχρονα στέλνοντας ένα μήνυμα προς την πλευρά της Τουρκίας που επιμένει να πλασάρεται ως επίδοξος συνδιαχειριστής των ελληνικών θαλασσών.
Σημειώνεται ότι Ελλάδα και Ιταλία φέρονται να είχαν έτοιμη μια συμφωνία για την ΑΟΖ ήδη από την περίοδο της συγκυβέρνησης Σαμαρά-Βενιζέλου (με τον Ευάγγελο Βενιζέλο τότε στο υπουργείο Εξωτερικών). Οι δύο χώρες λέγεται πως ήταν μάλιστα έτοιμες και να υπογράψουν τη σχετική συμφωνία τον Σεπτέμβριο του 2015, επί ΣΥΡΙΖΑ, πράγμα που όμως τελικά δεν έγινε λόγω τότε των πολιτικών εξελίξεων στην Ελλάδα. Έκτοτε, βέβαια, θα μεσολαβούσαν πολλά… Ο Νίκος Κοτζιάς ως υπουργός Εξωτερικών επανέφερε μεν τη συμφωνία στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, με την ιταλική πλευρά ωστόσο να εγείρει ενστάσεις καθώς διεκδικούσε «παραδοσιακά» δικαιώματα αλιείας για τους Ιταλούς αλιείς στις περιοχές πέραν των έξι ναυτικών μιλίων από τις ελληνικές ακτές, πράγμα που δεν γινόταν όμως αποδεκτό από την Αθήνα (ή που, πιο σωστά, θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό αλλά υπό άλλους όρους, με άλλες πρόνοιες και σε μεταγενέστερη χρονική στιγμή).
Εν έτει 2020 πια, η ελληνοϊταλική συμφωνία για την ΑΟΖ έρχεται να γίνει πραγματικότητα. Κι αυτό μάλιστα σε μια περίοδο κατά την οποία η ένταση κλιμακώνεται στην ευρύτερη θαλάσσια γειτονιά της Μεσογείου, με τον τουρκικό επεκτατισμό να πλέει «όρτσα» προς τα δυτικά, από τον 28ο μεσημβρινό και τη Ρόδο προς τον 26ο μεσημβρινό και την Κρήτη, εκμεταλλευόμενος τον «άνεμο» του τουρκολιβυκού μνημονίου των Ερντογάν-Σάρατζ, ενώ η Άγκυρα να διαμηνύει προς πάσα κατεύθυνση ότι η Τουρκία θα πρέπει να έχει λόγο, ρόλο, ανάμειξη (και επί της ουσίας… δικαίωμα βέτο) – ωσάν επικυρίαρχος η ίδια – σε οιαδήποτε συμφωνία θα αφορά στα νερά της Ανατολικής Μεσογείου, ακόμη και αν πρόκειται για νερά που… κείνται μακράν.
Τα θετικά
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο λοιπόν κλιμακούμενων προκλήσεων, η ελληνοϊταλική συμφωνία για την ΑΟΖ έρχεται να λειτουργήσει ποικιλοτρόπως:
- Κλείνει μια εκκρεμότητα και αναβαθμίζει-επεκτείνει-επικαιροποιεί μια ήδη υπάρχουσα συμφωνία όπως ήταν εκείνη του 1977 για την υφαλοκρηπίδα Ελλάδας-Ιταλίας, εξασφαλίζοντας έτσι στην Αθήνα την πρώτη στα χρονικά συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ με γειτονική χώρα.
- Στέλνει ένα μήνυμα αποφασιστικότητας προς την πλευρά της Τουρκίας.
- Διαμορφώνει παράλληλα μια νέα δυναμική στην περιοχή, αναζωογονώντας και ενδεχομένως ξεκλειδώνοντας την προοπτική οριοθετήσεων υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ με Αλβανία και Αίγυπτο. Τόσο με τα Τίρανα, άλλωστε, όσο και με τον Κάιρο έχει γίνει σχετική προεργασία τα προηγούμενα χρόνια. Όταν αναφερόμαστε, δε, στην Αίγυπτο, θα πρέπει να λαμβάνουμε πια υπόψη και την έντονη κινητικότητα που παρατηρείται το τελευταίο διάστημα στον άξονα Ρώμης-Καΐρου… λόγω Λιβύης.
- Η ελληνοϊταλική συμφωνία για την ΑΟΖ δημιουργεί όμως ταυτόχρονα και ένα προηγούμενο που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί νομικά, καθώς μιλάμε για μια συμφωνία οριοθέτησης όχι μόνο υφαλοκρηπίδας αλλά και ΑΟΖ που βασίζεται στη μέση γραμμή (median line) – αν και με «μικρές τροποποιήσεις» σε κάποια σημεία (mutually agreed minor adjustments) βάσει του κειμένου της συμφωνίας του 1977 – και αναγνωρίζει επήρεια (αν και σημαντικά περιορισμένη σε κάποια σημεία) στα ελληνικά νησιά του Ιονίου, απορρίπτοντας έτσι στην πράξη αυτό που θέλει να υποστηρίζει η Τουρκία: ότι δηλαδή τα ελληνικά νησιά (ακόμη και τα μεγάλα και κατοικημένα) δεν μπορούν να έχουν τίποτα άλλο πέρα από… χωρικά ύδατα έκτασης μόλις έξι ναυτικών μιλίων.
Τα (ενδεχομένως ή σε έναν βαθμό) αρνητικά
Αναζητώντας πιθανές πηγές ανησυχίας, θα μπορούσε κανείς ίσως να εστιάσει σε δύο πράγματα:
- Ελλάδα και Ιταλία οριοθέτησαν μεν ΑΟΖ χωρίς όμως η Ελλάδα να έχει προηγουμένως επεκτείνει μονομερώς τα χωρικά της ύδατα στο Ιόνιο από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια όπως θα μπορούσε. Εάν επιχειρήσει να πράξει κάτι τέτοιο στο μέλλον, η Ιταλία θα μπορούσε ενδεχομένως να εγείρει ενστάσεις ή… και να ζητήσει τον λόγο, εκτός βέβαια και αν υπάρχει σχετική πρόβλεψη που να ρυθμίζει το συγκεκριμένο θέμα στο κείμενο της συμφωνίας που υπογράφηκε στις 9 Ιουνίου. Άλλες χώρες, όπως η Τουρκία για παράδειγμα, θα μπορούσαν επίσης ίσως να μας υπενθυμίσουν στο μέλλον – όποτε εκείνες κρίνουν σκόπιμο – πως οριοθετήσαμε μεν ΑΟΖ με την Ιταλία χωρίς όμως να έχουμε προηγουμένως επεκτείνει τα χωρικά μας ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια.
- Ως προς τα εξωτερικά όρια τώρα της ελληνικής ΑΟΖ στο Ιόνιο, υπάρχουν πλευρές (όπως για παράδειγμα εκείνη του πρώην ΥΠΕΞ Νίκου Κοτζιά) που υποστηρίζουν ότι θα μπορούσαν και να είναι ευνοϊκότερα για τις ελληνικές θέσεις, κυρίως αναφορικά με την περιορισμένη επήρεια που αναγνωρίζεται σε νησιά όπως είναι οι Στροφάδες νοτίως της Ζακύνθου και τα Διαπόντια Νησιά βορείως της Κέρκυρας. Το παρόν καθεστώς (της μειωμένης επήρειας) ειδικά σε ότι αφορά στα Διαπόντια Νησιά πρόκειται, σαφώς, να επηρεάσει και τις διαπραγματεύσεις για την ΑΟΖ με την Αλβανία με την οποία ωστόσο είχαν υπάρξει στο πρόσφατο παρελθόν σχετικές διαφωνίες για το συγκεκριμένο θέμα.
Το στοίχημα της Αιγύπτου
Το μεγάλο ζητούμενο πλέον για την Ελλάδα είναι να καταφέρει να προχωρήσει και σε μια έστω μερική ή τμηματική οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ με την Αίγυπτο του Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, καθώς μια τέτοια συμφωνία θα έμπαινε σφήνα στο τουρκολιβυκό μνημόνιο του περασμένου Νοεμβρίου αμφισβητώντας έτσι στην πράξη την ύπαρξη «τουρκικής υφαλοκρηπίδας» έξω από την Κρήτη, την Κάσο και την Κάρπαθο. Και προς αυτήν την κατεύθυνση έχει γίνει άλλωστε σημαντική προεργασία τα προηγούμενα χρόνια (από τον Γιάννη Βαληνάκη και πιο πρόσφατα από τον Νίκο Κοτζιά). Ο Νίκος Κοτζιάς και η πλευρά του Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι λέγεται μάλιστα πως είχαν επί της ουσίας καταλήξει το 2018 και στους χάρτες μια τμηματικής/μερικής οριοθέτησης μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου που θα κάλυπτε τις περιοχές νοτίως και ανατολικά της Κρήτης αφήνοντας έξω ως μόνη εκκρεμότητα προς μελλοντική διευθέτηση το Καστελόριζο, με την υποσημείωση ότι θα επρόκειτο για το πρώτο βήμα προς μια συνολική οριοθέτηση.
Και στο αιγυπτιακό μέτωπο, βέβαια, έχουν ανακύψει κατά καιρούς αγκάθια. Η αρχή της αναλογικότητας των ακτών ως προς τη χάραξη των θαλασσίων οριοθετήσεων, οι πολιτικές τάσεις της νομικής υπηρεσίας του Αιγυπτιακού υπουργείου Εξωτερικών (τάσεις προσκείμενες στη Μουσουλμανική Αδελφότητα και την… Τουρκία) και τα ύπουλα «πεσκέσια» της Άγκυρας που προσπαθεί να δελεάσει τους Αιγύπτιους με μεγαλύτερες θαλάσσιες ζώνες (σε μια λογική τύπου «συμφωνήστε μαζί μας ΑΟΖ παρακάμπτοντας την Ελλάδα και θα σας αναγνωρίσουμε περισσότερα τετραγωνικά χιλιόμετρα από όσα σας δίνει η Αθήνα») έχουν κατά καιρούς λειτουργήσει ως πηγή… επιπλοκών.
«Είμαστε σε διαπραγματεύσεις με την Ιταλία και την Αίγυπτο για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών μας (…) Είναι σαφές ότι το δικαίωμά μας που προβλέπει το Δίκαιο της Θάλασσας για υφαλοκρηπίδα ισχύει αυτομάτως (ipso facto) και εξαρχής (ab initio) χωρίς να υπόκειται σε κανέναν περιορισμό. Επιπλέον, το Διεθνές Δίκαιο είναι απόλυτα σαφές όσον αφορά τα νησιά, ασχέτως των αόριστων επικλήσεών του από πολλούς Τούρκους αξιωματούχους, οι οποίοι απλώς εκθέτουν εαυτούς: το Αρθρο 121 του Δικαίου της Θάλασσας προβλέπει ρητά ότι τα νησιά, ανεξαρτήτως μεγέθους, έχουν πλήρη δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες, ομοίως με τα ηπειρωτικά εδάφη (…)», δήλωσε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας σε συνέντευξή του στο Εθνος της Κυριακής (φύλλο 6-7 Ιουνίου).
… και η Τουρκία που παραμονεύει
Αξίζει, πάντως, να σημειωθεί ότι η συμφωνία με την Ιταλία για την ΑΟΖ έρχεται σε μια περίοδο κατά την οποία η Ρώμη εμφανίζεται – με φόντο την τουρκική ανάμειξη στο μέτωπο της Λιβύης – όχι μόνο να αποκαθιστά αλλά και να ενισχύει τους δεσμούς της με την Αίγυπτο του (εχθρού της ερντογανικής Τουρκίας και της Μουσουλμανικής Αδελφότητας) Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι. Υπενθυμίζεται ότι Ιταλία και Αίγυπτος είδαν τις σχέσεις τους να επιδεινώνονται μετά το 2016, λόγω της υπόθεσης του 28χρονου Ιταλού φοιτητή Τζούλιο Ρεγκένι που είχε βρεθεί δολοφονημένος έξω από το Κάιρο. Εν έτει 2020 ωστόσο, οι δύο χώρες εμφανίζονται πια να συζητούν ακόμη και αμυντικές συμφωνίες (την πώληση ιταλικών οπλικών συστημάτων στην Αίγυπτο), ενώ η Ρώμη εμφανίστηκε να χαιρετίζει και την πρόσφατη πρωτοβουλία της Αιγύπτου για την ειρήνευση στη Λιβύη, όπως είχε κάνει άλλωστε και η Αθήνα. «Κατά τη σχετική εκδήλωση στο Κάιρο, ως γνωστόν, παρέστη και ο Ιταλός Πρέσβης», σημείωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, μετά το πέρας της συνάντησης που είχε με τον Ιταλό ομόλογό του, Λουίτζι ντι Μάιο, στις 9 Ιουνίου στην Αθήνα.
Υπενθυμίζεται, παράλληλα, ότι Τούρκοι (Οθωμανοί τότε) και Ιταλοί είχαν πολεμήσει ο ένας ενάντια στον άλλον στο μέτωπο της Λιβύης την περίοδο 1911-12, με τους Ιταλούς τότε να επικρατούν στο πεδίο της μάχης. Σε εκείνον τον πόλεμο είχε πάρει μέρος με την πλευρά των ηττημένων και ο μετέπειτα εθνάρχης Μουσταφά Κεμάλ.
Από την άλλη πλευρά ωστόσο, δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε και τον βαθμό στον οποίο οι Τούρκοι επιμένουν να… κορτάρουν την Ιταλία. Διαδοχικά τουρκικά δημοσιεύματα επιχειρούν το τελευταίο διάστημα να παρουσιάσουν ως «καλύτερες από ποτέ» τις σχέσεις ανάμεσα στη Ρώμη και την Άγκυρα, επικαλούμενα την επίσκεψη του Ιταλού πρωθυπουργού Τζουζέπε Κόντε στην τουρκική πρωτεύουσα στις 13 Ιανουαρίου, την προηγούμενη επίσκεψη του Ιταλού υπουργού Οικονομικών Τζιοβάνι Τρία στην Κωνσταντινούπολη (Ιούλιος 2019), το γεγονός ότι η Ιταλία είναι ο δεύτερος μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος της Τουρκίας μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ, την εμπλοκή τουρκικών εταιρειών (YILPORT) στη διαχείριση ιταλικών λιμένων (Τάραντας), τις συμπράξεις εταιρειών (Fiat-Tofaş, Fiat-Türk Traktör, Yapı Kredı-Unicredit, Leonardo-TAI κ.ά.), αλλά και την περιπέτεια της Ιταλίδας Σίλβια Ρομάνο που είχε πέσει θύμα απαγωγής στην Αφρική (Κένυα, Σομαλία) και απελευθερώθηκε στις αρχές του περασμένου Μαΐου έπειτα από επέμβαση των τουρκικών μυστικών υπηρεσιών (MİT)…