Η παρακάτω ανάρτηση στο facebook είναι μόνο ένα δείγμα αυτού που σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό συμβαίνει στην τοπική κοινωνία το τελευταίο διάστημα. Το χρυσό σε άλλες εποχές αντικείμενο της γούνας έθρεψε οικογένειες, χαρακτήρισε ολόκληρη την περιοχή, δημιούργησε πλούτο και έγραψε ιστορία. Επειδή όμως ο σοφός λαός λέει «όπου φτώχεια και γκρίνια» τώρα που τα μεγαλεία του κλάδου τελειώσαν, τώρα που η παλίρροια πέρασε σε φάση άμπωτης και μάζεψε το νερό, τώρα αποκαλύφτηκαν τα σώματά μας και όλοι βλέπουν ότι τελικά ήμασταν πάντα ξεβράκωτοι…
Γιατί δεν μπορεί να φταίνε πάντα όλοι οι άλλοι παράγοντες. Γιατί ακόμη και έτσι να ήταν, θα έπρεπε κάποια στιγμή οι κραταιοί επαγγελματίες αλλά και οι φορείς της γούνας να είχαν «μαγειρέψει πριν πεινάσουν» στο μέλλον. Τόσα δισεκατομμύρια πέρασαν από τα χέρια τους. Δεν θα μπορούσαν να διαθέσουν και λίγη φαιά ουσία για να είναι έτοιμοι σε μια ενδεχόμενη μελλοντική μεγάλη κρίση; Δεν θα μπορούσαν να κοιτάξουν και σε κάποιο άλλο σημείο του ορίζοντα; Τόσο για το ίδιο το αντικείμενο τους όσο και για παράλληλη επένδυση σε άλλα, πιο σίγουρα, καινοτόμα, της εποχής; Δεν ξέρουμε αν είναι εύστοχο ή κατανοητό αλλά θα αναφέρουμε το εξής: Όλοι όταν θέλουμε να χαρακτηρίσουμε κάποιον ευμαρή και πλούσιο τον αποκαλούμε εφοπλιστή. Γιατί λοιπόν ένας κροίσος πλοιοκτήτης να θέλει να επενδύσει παράλληλα και σε άλλους χώρους αφού έχει περισσότερα από όσα χρειάζεται…Το τελευταίο είναι ίσως ο βασικός τρόπος σκέψης όσων πέρασαν κατά καιρούς από αυτή τη δουλειά που λέγεται γούνα (ασχέτως που ακόμα και οι πιο δυνατοί γουναράδες δεν μπορούν να συγκριθούν ούτε και με τους μικρότερους έλληνες εφοπλιστές) και το μότο ήταν πάντα «η γούνα δεν πεθαίνει, μόνο αρρωσταίνει…» άρα, γούνα και μόνο γούνα…Με τον μόνο τρόπο που ξέρουμε: Εγωισμός, ξεροκεφαλιά, ένστικτο τζόγου και πότε μήλα πότε φύλλα!
Έλα όμως που ακόμη και τα φύλλα πλέον γίναν δυσεύρετα. Κι αυτά που έμειναν είναι ξερά και άρρωστα. Και μαζί με τους γουναράδες αρρώστησαν και μια ολόκληρη κοινωνία που είχε στηριχθεί με κλειστά μάτια και αυτή με τη σειρά της στα…αφεντικά (έτσι δεν αποκαλούνται όλοι οι εργοδότες στη γούνα;)! Αυτά τα κλειστά μάτια λοιπόν μας έφεραν εδώ που είμαστε. Άνθρωποι χωρίς παιδεία, χωρίς γνώση, χωρίς καλλιέργεια, χωρίς το βασικό ένστικτο της επαγγελματικής διαιώνισης τους (αφού πάντα λειτουργούσαν κοντόφθαλμα χωρίς να σχεδιάζουν το μέλλον των παιδιών τους, του κλάδου και της κοινωνίας τους) πέρασαν πάρα πολλοί από αυτόν τον τόπο. Και οι λίγοι που προσπάθησαν να αντισταθούν και να λειτουργήσουν όπως λειτουργούν οι επιχειρηματίες σε όλο τον κόσμο σε άλλες δουλειές, καταπνίγηκαν μέσα στη δίνη της συλλογικής συνήθειας του ξερόλα μπέτσκα γουναρά που σε κοιτάζει υποτιμητικά όταν του μιλάς για marketing, για έρευνα, για μάνατζερς για οργάνωση, για επώνυμο προϊόν, για exlusive προϊόν που δεν πρέπει να το ξεπουλάς με το κιλό, για συνεννόηση, για, για, για…
Που να τους έλεγες βέβαια ότι θα πρεπε στις καλές εποχές να έψαχναν και για άλλες πορτοκαλιές και για άλλες βάρκες να πατήσουν με το άλλο πόδι μπας και τους κρατήσει όταν βουλιάξει η παλιά… Σε τα μας τώρα; Επανερχόμαστε λοιπόν στο παράδειγμα του εφοπλιστή. Ένας από αυτούς τους εφοπλιστές που από κει που βρίσκεται επιχειρηματικά βλέπει από πολύ ψηλά τους δικούς μας «αστέρες», ενώ είναι επιτυχημένος στο χώρο του, ήρθε και επενδύει στα νερά του Γράμμου. Και σύμφωνα με τα όσα ακούγονται αγόρασε ή στοχεύει στα νερά ΘΕΩΝΗ, ΞΙΝΟ ΝΕΡΟ, αλλά και τα νερά ΒΙΚΟΣ. Θέλει, μπορεί και το κάνει. Και οι γουναράδες κάποτε μπορούσαν. Όχι να επενδύσουν αναγκαστικά στην εμφιάλωση νερού, αλλά να ασχοληθούν και με κάτι άλλο ή μιας και ήταν ορκισμένοι θιασώτες της «μονοκαλλιέργειας» της τρίχας, να οχυρώσουν το επάγγελμα τους και να ερευνήσουν σαν επιχειρηματίες και σαν επενδυτές όλο το σύμπαν που μετά θα ήταν περισσότερο φιλικό μαζί τους. Να αναπτύξουν ένα ευρύ φάσμα ενεργειών για την εξέλιξη του συντεχνιακού τους χώρου και να να διερευνήσουν μακρόπνοα διάφορες εξελεγκτικές πορείες σε οικονομικό, πολιτιστικό και οποιονδήποτε άλλον τομέα για τον τόπο γενικότερα.
Υπάρχει όμως κάποιος πολύ σοβαρός παράγοντας σε αυτά τα ζητήματα. Κακό δεν είναι να μην ξέρεις, να μη μπορείς να κάνεις κάτι…Κακό είναι να μη θέλεις να μάθεις…Αυτό λοιπόν είναι και το θανατηφόρο μικρόβιο των ηρώων μας. Δεν θέλησαν ποτέ να μάθουν, γιατί πάντα πίστευαν πιο πολύ από ότι πίστευαν στον Θεό, ότι τα ξέρουν όλα!
Και έρχεται σήμερα ο καθημερινός πολίτης που σιγά – σιγά αισθάνεται ότι δεν είναι «αμαρτία» να κρίνεις τα…αφεντικά. Και ανοίγουν κουβεντούλες σε πηγαδάκια και ακούγονται για πρώτη φορά στην ιστορία της Καστοριάς αρνητικές απόψεις για τους ίδιους τους γουναράδες σε συλλογικό επίπεδο. Για πρώτη φορά σπάει ο κοινωνικός τοπικός άγραφος νόμος που έθετε τη γούνα ως κάτι ιερό, πέρα από κάθε δυνατότητα κριτικής και αμφισβήτησης. Για πρώτη φορά εξαιτίας της μεγάλης οικονομικής πίεσης η Καστοριανή κοινωνία παραβαίνει τον κώδικα.
Ένα τέτοιο παράδειγμα ανάμεσα σε πολλά άλλα που υφίστανται στην καθημερινότητα πλέον, είναι το παρακάτω σχόλιο Καστοριανού που έγραψε στο facebook:
«Ανίκανοι, νεόπλουτοι, αμόρφωτοι, και αγράμματοι γουναράδες, που δεν μπορέσατε μια πόλη πού στέκεται σε μια λιμνούλα επάνω, με έναν κλάδο δέκα δεκαπέντε χιλιάδων ανθρώπων πού στηρίζονταν πάνω σας, σε έναν πλανήτη 8 δισεκατομμυρίων να τον κρατήσετε ζωντανό! Που φτάσατε σε σημείο να γίνετε εργάτες κινέζων και ρώσων.»