Η Νέα Δημοκρατία και ο ιδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, πολύ πριν την εκλογική τους νίκη, στις 7 Ιουλίου είχαν φροντίσει και είχαν καταστήσει απολύτως δηλωτική και εμφανή την ταύτισή τους με έναν συγκεκριμένο επιχειρηματία, τον εφοπλιστή και ιδιοκτήτη του Ολυμπιακού, Βαγγέλη Μαρινάκη.
Δεν είναι μόνο η συγγενική σχέση της οικογένειας Μητσοτάκη, αφού ο Βαγγέλης Μαρινάκης είναι κουμπάρος της αδελφής του πρωθυπουργού, Ντόρας Μπακογιάννη, αλλά είναι και η γενικότερη στάση της Νέας Δημοκρατίας που είχε αναλάβει (κακά τα ψέματα) να διαδραματίσει το ρόλο του πολιτικού βραχίονα του ισχυρού οικονομικού παράγοντα κλιμακώνοντας παράλληλα τις επιθέσεις της εναντίον του Ιβάν Σαββιδη. Εξάλλου ο Βαγγέλης Μαρινάκης υπήρξε καθοριστικός παράγοντας άσκησης αντιπολίτευσης στην κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα με τα ΜΜΕ που ελέγχει να δίνουν τον τόνο στις επιθέσεις εναντίον της προηγούμενης κυβέρνησης.
Μοιραία η ιδιαίτερη, η στενή σχέση της οικογένειας Μητσοτάκη δημιούργησε καχυποψία στην ελληνική κοινωνία για ευνοϊκή μεταχείριση τόσο του Βαγγέλη Μαρινάκη, όσο και του Ολυμπιακού από τη νέα κυβέρνηση. Δεν πρέπει να ξεχνά κανείς τις σοβαρές καταγγελίες του ΣΥΡΙΖΑ, ότι ο Βαγγέλης Μαρινάκης είναι χορηγός της Νέας Δημοκρατίας. Στη βάση αυτού του επιχειρήματος δημιουργήθηκε μια άλλη πεποίθηση: Ότι ο Βαγγέλης Μαρινάκης είναι ο πραγματικός πρωθυπουργός της χώρας.
Τα τελευταία τρία χρόνια, ο Ολυμπιακός έχει απωλέσει τα σκήπτρα στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Ο ΠΑΟΚ είναι η πιο επιτυχημένη ομάδα της τελευταίας τριετίας στο ελληνικό ποδόσφαιρο. Ο ΠΑΟΚ είναι σήμερα ο ισχυρός του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ο ΠΑΟΚ είναι αυτή τη στιγμή ο πρωτοπόρος στο ελληνικό πρωτάθλημα και το απόλυτο φαβορί για να κάνει και πάλι το νταμπλ.
Την τελευταία τριετία, ο επίσημος Ολυμπιακός, μην μπορώντας να αντιμετωπίσει τον ΠΑΟΚ στον γήπεδο (έχει να τον κερδίσει στον αγωνιστικό χώρο από το 2017!) ακολούθησε την επικίνδυνη τακτική της δηλητηρίασης, με τρόπο συστηματικό και στοχευμένο, της ατμόσφαιρας γύρω από το ελληνικό ποδόσφαιρο καθιστώντας την τοξική.
Το 2018 φρόντισε να δρομολογήσει τις εξελίξεις ώστε ο ΠΑΟΚ να χάσει τελικά στα χαρτιά ένα πρωτάθλημα που άξιζε.
Πέρυσι τα ΜΜΕ Μαρινάκη, με τα εθνικιστικά τους παραληρήματα, δηλητηρίασαν την ατμόσφαιρα στην ελληνική κοινωνία με χυδαίες επιθέσεις κατά της κυβέρνησης του Αλέξη Τσίπρα, συνδέοντας την κατάκτηση του νταμπλ με τη Συμφωνία των Πρεσπών εν μέσω της απαίτησης «να πέσει η κυβέρνηση».
Αφού αγωνιστικά ο Ολυμπιακός δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τον ΠΑΟΚ, από τον οποίο έχασε, τόσο στο Καραϊσκάκη, όσο και στην Τούμπα, υλοποίησε μία πρωτοφανούς έντασης επικοινωνιακή στρατηγική απαξίωσης της κατάκτησης του πρωταθλήματος από την ομάδα της Θεσσαλονίκης το οποίο τα ΜΜΕ ιδιοκτησίας και επιρροής Μαρινάκη αποκαλούσαν «πρωτάθλημα των Πρεσπών». Παρά τη γελοιότητα του επιχειρήματος, υπήρξαν κάποιοι αδαείς συμπολίτες μας που έπεσαν θύματα αυτής της επικίνδυνης προπαγάνδας.
Μοιραία επίσημος Ολυμπιακός, ο οποίος την περασμένη χρονιά απειλούσε «θεούς και δαίμονες», υπουργούς και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και δημοσιογράφους, αφού επιχείρησε να καλλιεργήσει την πεποίθηση ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε το πρωτάθλημα στον ΠΑΟΚ», έστειλε το μήνυμα στους φίλους του Ολυμπιακού ότι «το πρωτάθλημα θα είναι δικό μας, επειδή άλλαξε η κυβέρνηση και όχι επειδή το αξίζουμε ή έχουν καλύτερη ομάδα».
Πράγματι η κυβέρνηση άλλαξε. Πράγματι στο υπουργείο Αθλητισμού τοποθετήθηκε ένας στενός φίλος του Βαγγέλη Μαρινάκη, ο Λευτέρης Αυγενάκης από την Κρήτη. Όμως, μέσα στην αγωνία του να βοηθήσει τους ισχυρούς φίλους του και κυρίως να ικανοποιήσει την απαίτηση του Ολυμπιακού ότι «με την αλλαγή κυβέρνησης θα αλλάξει και ο πρωταθλητής» ο Λευτέρης Αυγενάκης προκάλεσε μία πρωτοφανή κρίση στο ελληνικό ποδόσφαιρο, η οποία τείνει να γίνει πλέον το βασικό πρόβλημα συνοχής της κυβέρνησης τη στιγμή που η κυβέρνηση έχει να αντιμετωπίσει σοβαρά προβλήματα στο πεδίο των ελληνοτουρκικών σχέσεων, του μεταναστευτικού, αλλά και των αντιδράσεων της κοινωνίας σε κάποιες από τις πολιτικές που υλοποιεί στους τομείς της Υγείας και της Παιδείας.
Οι πρωτοφανείς μεθοδεύσεις Αυγενάκη με την Επιτροπή που εξέτασε τις καταγγελίες του Ολυμπιακού για τη σχέση του ΠΑΟΚ με την Ξάνθη και εισηγήθηκε τον υποβιβασμό τους, προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων στη Βόρεια Ελλάδα. Η τροπολογία – έκτρωμα που ακολούθησε περί αφαίρεσης βαθμών, ενίσχυσε την καχυποψία στην ελληνική κοινωνία ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα κάνει τα πάντα ώστε να αφαιρέσει βαθμούς από τον ΠΑΟΚ και να χαρίσει το πρωτάθλημα στον Ολυμπιακό για να ικανοποιήσει τον «κουμπάρο» και «χορηγό». Η τροπολογία – έκτρωμα, ενίσχυσε τη βεβαιότητα ότι το αρχικό ζητούμενο δεν ήταν να πέσει κατηγορία ο ΠΑΟΚ, αλλά να δρομολογηθούν εκείνες οι εξελίξεις που θα οδηγούσαν σε απώλεια βαθμών ώστε τελικά να κατακτήσει στα χαρτιά το πρωτάθλημα ο Ολυμπιακός και να «ησυχάσει ο Βαγγέλης».
Η τροπολογία – έκτρωμα και όσα έχουν συμβεί στο ελληνικό ποδόσφαιρο το τελευταίο χρονικό διάστημα ενισχύουν επίσης την υποψία ότι όλο αυτό συμβαίνει ώστε να πέσει στα μαλακά ο Ολυμπιακός για δικές του υποθέσεις που βρίσκονται στα χέρια της Δικαιοσύνης.
Την ίδια στιγμή η Βόρεια Ελλάδα βράζει κυριολεκτικά με τη στάση των βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας . Αν ο ΠΑΟΚ χάσει το δεύτερο πρωτάθλημα στα χαρτιά μέσα σε τρία χρόνια, το πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση θα είναι τεράστιο. Στην κυβέρνηση δεν έχουν εκτιμήσει ορθά τη δυναμική του ΠΑΟΚ και τι ακριβώς συμβολίζει για τον βορειοελλαδικό χώρο.
Η κυβέρνηση μετά την πρωτοφανή αλλαγή στάσης απέναντι στο θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών έχει ανοίξει άλλη μία πληγή στη σχέση της με τους κατοίκους της Βόρειας Ελλάδας, οι οποίοι στο θέμα του Μακεδονικού νιώθουν ότι εξαπατήθηκαν πέφτοντας θύματα του λαϊκισμού της Νέας Δημοκρατίας.
Τώρα, ο ίδιος ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης καλείται να αντιμετωπίσει την προβληματική κατάσταση που ο ίδιος δημιούργησε όχι μόνο ταυτιζόμενος με τον Βαγγέλη Μαρινάκη, αλλά και τοποθετώντας τον Λευτέρη Αυγενάκη στη θέση του υφυπουργού Αθλητισμού και μην μπορώντας να ελέγξει τις ενέργειές του που τινάζουν το πρωτάθλημα στο αέρα.
Είναι απορίας άξιο το γεγονός ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν έχει ζητήσει ακόμη την παραίτηση του υφυπουργού του και αυτό είναι ένα ακόμη στοιχείο που ενισχύει την καχυποψία.
Το βέβαιο είναι ότι ο πρωθυπουργός έχει καταλάβει ποιο θα είναι το κόστος των δικών του επιλογών. Το χειρότερο για τον ίδιο είναι πως έχει φτάσει σε αδιέξοδο μη γνωρίζοντας πως θα απεμπλακεί από τις «συμπληγάδες πέτρες» που απειλούν να τον συντρίψουν. Δεν μπορεί να τους έχει όλους ευχαριστημένους και δεν θα τους έχει τελικά όλους ευχαριστημένους. Ας μην ξεχνά κανείς ότι – τουλάχιστον για τα μάτια του κόσμου – στην τροπολογία – σκάνδαλο αντιδρά και ο Ολυμπιακός.
Στο τέλος θα αποδειχθεί ποιος είναι ο Σουλτάνος στην υπόθεση και αν τελικά “σκοτώνει τους υποτακτικούς του”.