Την ελληνική κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου περισσότερο, την κυβέρνηση Τσίπρα λιγότερο, αλλά και τους Ευρωπαίους ετέρους κατηγόρησε για τα μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα ο επικεφαλής του ευρωπαϊκού γραφείου του ΔΝΤ, Πολ Τόμσεν, σε ομιλία του στο London School of Economics για τα λάθη που οδήγησαν στον εκτροχιασμό του ελληνικού προγράμματος.
Για τα λάθη του υπερταμείου ούτε λόγος… Εκείνοι τα είχαν όλα… καλώς καμωμένα! Οι… θεοί της οικονομίας, οι άνθρωποι που κατέστρεψαν οικονομικά την Ελλάδα και με δεδομένη την παραδοχή της Κριστίν Λαγκάρντ για τα λάθη που έγιναν, έρχονται τώρα να μας πουν ότι φταίγαμε μόνο εμείς!
Η λάθος εκτίμηση
Το μόνο που παραδέχθηκε ο Τόμσεν ως «αστοχία» του ταμείου, για την οποία και οφείλει εξηγήσεις, ήταν ότι τα πράγματα εξελίχθηκαν χειρότερα απ’ ότι περίμεναν οι δανειστές και ότι, φυσικά, θα αργήσουμε πάρα πολύ να επιστρέψουμε στα προ κρίσης επίπεδα…
Η αρχική εκτίμηση του ΔΝΤ, είπε ο Τόμσεν, ήταν πως το κατά κεφαλήν εισόδημα των Ελλήνων θα επέστρεφε στα προ κρίσης επίπεδα σε οχτώ χρόνια, όπως συνέβη στις ΗΠΑ την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης. «Τα πράγματα εξελίχθηκαν πολύ χειρότερα. Σήμερα το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της Ελλάδας είναι ακόμα 22% χαμηλότερο από τα προ κρίσης επίπεδα, με προοπτικές επανόδου στα προ κρίσης επίπεδα το 2031-33. Συνεπώς, έχουμε πολλές εξηγήσεις να δώσουμε…», είπε ο Πολ Τόμσεν σύμφωνα με την Καθημερινή.
Ο επικεφαλής του ΔΝΤ στην Ευρώπη υποστήριξε ότι το Ταμείο από το 2012 ζητούσε χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, αλλά δεν εισακουγόταν, λόγω της επίδειξης, που ήθελε να κάνει η κυβέρνηση Σαμαρά-Βενιζέλου στους Ευρωπαίους ετέρους…
Αν ο Τόμσεν έχει δίκιο, δηλαδή, η τότε κυβέρνηση φτωχοποίησε έναν ολόκληρο λαό, για να πει στους Ευρωπαίους ότι απλά μπορεί να το κάνει!
«Η κυβέρνηση ήθελε να εντυπωσιάσει τους Ευρωπαίους»
«Οι υποδείξεις του ταμείου», ισχυρίζεται ο Τόμσεν, «δεν… εισακούστηκαν γιατί η τότε ελληνική κυβέρνηση ήθελε να… εντυπωσιάσει τους Ευρωπαίους, με την αποφασιστικότητά της να αντιμετωπίσει το πρόβλημα. Γι’ αυτό συμπαρατασσόταν με τη θέση τους υπέρ των υψηλότερων πλεονασμάτων».
Σύμφωνα με τον Τόμσεν, η κυβέρνηση του 2012 δεν ήταν η μοναδική που… έφταιξε. Το ίδιο έγινε και το 2015, με την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Ο ίδιος κατηγόρησε και την τότε κυβέρνηση πως εσκεμμένα υπερέβαινε τους στόχους των πλεονασμάτων, για να μην εφαρμόσει όσα ζητούσε το ΔΝΤ για τις συντάξεις και τη φορολογία.
«Ο εκνευρισμός μας ήταν πολύ μεγαλύτερος πιο πρόσφατα, όταν η πρότασή μας για συνταξιοδοτικές και φορολογικές μεταρρυθμίσεις που θα δημιουργούσαν το χώρο για φιλοαναπτυξιακές δαπάνες παρουσιάστηκαν ως αίτημα για περισσότερη λιτότητα. Η κυβέρνηση, μάλιστα, υπερέβαινε εσκεμμένα τον στόχο του πλεονάσματος, για να δείξει στους Ευρωπαίους ότι δεν χρειάζεται να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις που προτείναμε», είπε χαρακτηριστικά ο Τόμσεν.
Ο ίδιος χαρακτήρισε το μέγεθος της λιτότητας, που περιελάμβανε το πρώτο πρόγραμμα «φιλόδοξο, ειδικά δεδομένου του ιστορικού της Ελλάδας στην εφαρμογή πολιτικών… αλλά ένα λιγότερο φιλόδοξο μονοπάτι θα απαιτούσε περισσότερη χρηματοδότηση», για την οποία «δεν υπήρχε καθόλου πολιτική στήριξη».
Τι είπε για τους φόρους
Όπως αποκάλυψε ο Τόμσεν, το ΔΝΤ προβληματιζόταν από την περίοδο 2011-12 ότι οι περικοπές έπλητταν δυσανάλογα την ανάπτυξη και τη δυνατότητα του δημοσίου τομέα να παρέχει βασικές υπηρεσίες. «Αντιστοίχως», συνέχισε, «οι αυξήσεις ήδη υψηλών φορολογικών συντελεστών που επιβάλλονταν σε μια πολύ στενή φορολογική βάση οδήγησαν σε δραματική επιδείνωση της φορολογικής συμμόρφωσης».
Κατά τον Πολ Τόμσεν, διαχρονικά, το «κλειδί» του προβλήματος ήταν η απροθυμία επιβολής σημαντικών μειώσεων της δημόσιας δαπάνης για τις συντάξεις και διεύρυνσης της φορολογικής δαπάνης. «Η Ελλάδα εξακολουθεί να παρέχει συντάξεις εφάμιλλες με αυτές των εύπορων ευρωπαϊκών κρατών, χωρίς το ίδιο επίπεδο φορολόγησης της μεσαίας τάξης που επιβάλουν τα κράτη αυτά», τόνισε ο Τόμσεν.
Σε ερώτηση του καθηγητή του LSE, Κέβιν Φέδερστόουν, αν ήταν άδικο να κατηγορηθεί η Ελλάδα για μη υιοθέτηση προγραμμάτων που ήταν τόσο απαιτητικά, ο Πολ Τόμσεν αναγνώρισε το ειδικό μέγεθος του ελληνικού προβλήματος. «Όταν το πρόγραμμα, όμως, γρήγορα γίνεται αντικείμενο πολιτικής διαμάχης, δεν θα έπρεπε να μας εκπλήσσει που τα κατεστημένα συμφέροντα αντιστέκονται στις μεταρρυθμίσεις».
Παράλληλα, αρνήθηκε πως ο ίδιος ή η τρόικα είχαν ζητήσει την απόλυση 150.000 δημοσίων υπαλλήλων. Είχε ζητήσει απολύσεις, είπε αλλά όχι τόσους. «Ο αριθμός ήταν θεαματικά χαμηλότερος και οι απολύσεις αυτές ούτως ή άλλως δεν έγιναν ποτέ».