Η Ελληνική Δικαιοσύνη τυγχάνει του απόλυτου σεβασμού της Ελληνικής Κυβέρνησης και αντιμετωπίζεται ως η μόνη υπεύθυνη για την έναρξη, την κίνηση και διεκπεραίωση κάθε δικαστικής υπόθεσης και για την απόδοση των σχετικών ποινικών ευθυνών. Είναι εκείνη που μπορεί να εκτιμήσει τις απαιτούμενες ενέργειες για την αναζήτηση της ουσιαστικής αλήθειας και η μόνη που μπορεί να αξιολογήσει ποιες ενέργειές της εξακολουθούν ή όχι να είναι αναγκαίες και ποιες εξ αυτών συμβάλλουν ή όχι αποτελεσματικά στο ως άνω έργο της, κρίνοντας πάντοτε με βάση το νόμο και τις ειδικές υπό διερεύνηση περιστάσεις, που μόνο η ίδια γνωρίζει.
Είναι αυτονόητο ότι οι εξελίξεις σε εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις, ακόμη και όσον αφορά σε εκείνες με μείζον κοινωνικό ενδιαφέρον, δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενο σχολιασμού από τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, λόγω του κρίσιμου θεσμικά ρόλου που διατηρεί.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, δεν πρέπει να λησμονείται από όσους μιλούν για «θεσμική εκτροπή» ότι ανεπίτρεπτη θεσμικά ενέργεια είναι η επιλεκτική ταύτιση συγκεκριμένων οργανωμένων πολιτικών δυνάμεων με ισχυρισμούς κατηγορουμένων και θέσεις παραγόντων δικαστικών υποθέσεων. Η πολιτική αυτή επιλογή εξυπηρετεί τη δημιουργία εντυπώσεων, λειτουργεί παρελκυστικά για τα αποτελέσματα του έργου της Δικαιοσύνης και δημιουργεί σύγχυση με σκοπό την πολιτική συγκάλυψη.
Και ασφαλώς η στάση αυτή προσβάλλει το κύρος της Δικαιοσύνης και κυρίαρχα τη νοημοσύνη των πολιτών.