Είτε μιλάμε για «ηλεκτρονικά τσιγάρα» που παράγουν ατμό, είτε για θερμαινόμενες ράβδους καπνού οι καπνοβιομηχανίες προσανατολίζονται στην παραγωγή προϊόντων «μειωμένου κινδύνου» ως εναλλακτική πρόταση για όσους δεν θέλουν ή δυσκολεύονται να κόψουν το κάπνισμα. Την ίδια ώρα που μεγάλες εταιρείες ανακοινώνουν η μία μετά την άλλη αυτόν τον νέο προσανατολισμό και δεν κρύβουν τα σχέδια τους ακόμη και να καταργήσουν στο μέλλον τα «παραδοσιακά» τσιγάρα, οι κρατικές Αρχές προσπαθούν να ρυθμίσουν αυτή την αγορά. Όχι πάντα επιτυχώς.
Αυτή την περίοδο βρίσκεται σε εξέλιξη ένας μεγάλος διάλογος και μάλιστα σε παγκόσμιο επίπεδο καθώς οι ρυθμιστικές Αρχές αναζητούν το πώς θα διαχειριστούν τη νέα πραγματικότητα που δημιουργούν αυτά τα προϊόντα. Από τη μια πλευρά, οι καπνοβιομηχανίες ισχυρίζονται, προβάλλοντας τις δικές τους αλλά και ανεξάρτητες μελέτες, ότι τα καινοτόμα αυτά προϊόντα καπνού-νικοτίνης είναι λιγότερο επιβλαβή για την υγεία από το τσιγάρο. Από την άλλη, επιστήμονες της δημόσιας υγείας, αν και σε γενικές γραμμές, δεν αμφισβητούν τα ερευνητικά δεδομένα και τους ισχυρισμούς των εταιρειών, επισημαίνουν ότι θα χρειαστούν πολύχρονες μελέτες για να διαπιστωθεί οριστικά η επίδραση αυτών των προϊόντων στην υγεία του καπνιστή.
Ένα εξίσου σημαντικό ζήτημα που τείνει να κυριαρχήσει στον εν λόγω διάλογο, ειδικά στο εξωτερικό, είναι το πώς θα μπορούν να προωθούνται αυτά τα προϊόντα. Κατά πόσο δηλαδή οι εταιρείες θα μπορούν να επικοινωνούν στους καπνιστές τα ευρήματα των επιστημονικών ερευνών τους σχετικά με τη μείωση της βλάβης σε σχέση με τα παραδοσιακά τσιγάρα, κάτι που σήμερα δεν επιτρέπεται από το νομοθετικό πλαίσιο. Ως προς αυτό, οι υπέρμαχοι της πλήρους απαγόρευσης και της αυστηρής ρύθμισης προβάλλουν το κίνδυνο τα προϊόντα αυτά να θεωρηθούν ακίνδυνα και να οδηγηθούν στο κάπνισμα/άτμισμα άτομα που δεν καπνίζουν καθώς και άτομα ιδιαίτερα νεαρής ηλικίας.
Και ενώ επικρατεί αυτή η αντιπαράθεση, υπάρχουν μια σειρά από άλλα σημαντικά θέματα που έχουν να κάνουν με τη ρύθμιση της αγοράς, όπως τα θέματα ασφάλειας των προϊόντων. Η ασφάλεια των προϊόντων έρχεται μέσα από την τήρηση κανονισμών και την κάλυψη τεχνικών προϋποθέσεων. Ο ορισμός και ο έλεγχος της τήρησης αυτών των προϋποθέσεων στην ΕΕ δεν είναι ακόμη στο επιθυμητό επίπεδο. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι πρακτικά ο καθένας μπορεί να φτιάξει τα λεγόμενα «υγρά αναπλήρωσης» που χρησιμοποιούν τα ηλεκτρονικά τσιγάρα από πρώτες ύλες αγορασμένες ελεύθερα στο εμπόριο. Κάτι το οποίο σημαίνει πως δύσκολα μπορεί να ρυθμιστεί αυτή η αγορά και να περνούν από ουσιαστικό έλεγχο τα προϊόντα που κυκλοφορούν. Αυτή τη στιγμή μόνο η Γαλλική Υπηρεσία Τυποποίησης έχει αναπτύξει προϋποθέσεις για τα προϊόντα καπνού. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης δουλεύει πάνω στο θέμα, αλλά όπως αναφέρει η ευρωβουλευτής του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, Laima Andrikienė σε πρόσφατο άρθρο της, «η διαδικασία τυποποίησης είναι αργή και χρειάζεται περαιτέρω προσπάθεια από όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ».
Τι ισχύει σε ΕΕ και Ελλάδα
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση το βασικό νομικό εργαλείο ρύθμισης είναι η Οδηγία για τα προϊόντα καπνού. Η τελευταία αναθεώρηση αφορά κυρίως τα ηλεκτρονικά τσιγάρα και καθορίζει συγκεκριμένες προϋποθέσεις που αυτά πρέπει να καλύπτουν για να κυκλοφορούν και να πωλούνται εντός της ΕΕ. Ακόμη καθορίζει προϋποθέσεις για τη χρήση προϊόντων καπνού στους δημόσιους χώρους αλλά και για την προώθησή τους μέσω διαφήμισης. Όμως, η συγκεκριμένη κοινοτική οδηγία εφαρμόζεται με διαφορετικούς τρόπους σε κάθε κράτος μέλος της ΕΕ. Έτσι, ανάλογα με τη χώρα, ισχύουν διαφορετικοί νόμοι. Για παράδειγμα στη Βρετανία (που μέχρι την ολοκλήρωση του Brexit ακολουθεί κανονικά τις κοινοτικές οδηγίες), μετά και τη σχετικά πρόσφατη γνωμοδότηση μιας δημόσιας αρχής για την Υγεία, του Public Health England, πρακτικά υιοθετούν την ιδέα της μείωσης της βλάβης και αντιλαμβάνονται τα καινοτόμα αυτά προϊόντα ως μία καλύτερη εναλλακτική για τους καπνιστές και γενικότερα τη Δημόσια Υγεία. Στην Ιταλία, επίσης, ισχύουν διαφορετικοί κανονισμοί για τα νέα προϊόντα και διαφορετικοί για το παραδοσιακό κάπνισμα. Σχεδόν παντού (Γερμανία, Ρωσία, Ολλανδία κτλ) σχεδιάζονται και διεξάγονται μελέτες για την επίπτωση αυτών των προϊόντων στην Υγεία γιατί αντιλαμβάνονται πως αν οι ισχυρισμοί μείωσης της βλάβης ισχύουν, τότε όντως βρισκόμαστε μπροστά σε μία νέα πραγματικότητα για τους καπνιστές. Στη χώρα μας, ο νόμος 4419/2016 για τα καπνικά προϊόντα αντιμετωπίζει τα ηλεκτρονικά τσιγάρα και τις θερμαινόμενες ράβδους καπνού με τον ίδιο τρόπο που αντιμετωπίζονται και τα παραδοσιακά τσιγάρα ως προς το πού μπορεί κανείς να τα χρησιμοποιήσει. Παρόλα αυτά, παλιότερος νόμος, ο 3730/2008 αναγνωρίζει τα «νέα καπνικά προϊόντα που εμφανίζουν μειωμένο κίνδυνο». Ο ίδιος νόμος ορίζει πως με κοινή υπουργική απόφαση που θα ακολουθήσει θα ορίζονται τα κριτήρια και οι προϋποθέσεις που το Υπουργείο Υγείας θα δίνει ειδική άδεια για την επικοινωνία των ισχυρισμών μείωσης βλάβης. Δυστυχώς, 10 χρόνια μετά, αυτή η ΚΥΑ δεν έχει βγει ακόμη…
Αυτό που διαπιστώνουν ολοένα και περισσότεροι ευρωπαίοι νομοθέτες είναι ότι τα εναλλακτικά προϊόντα καπνού ήρθαν για να μείνουν, ότι αποτελούν μια νέα πραγματικότητα και ότι το ζητούμενο είναι το πώς θα καθορίσουν ένα ξεκάθαρο ρυθμιστικό πλαίσιο που θα ευνοεί τη στροφή των καπνιστών προς προϊόντα μειωμένης βλάβης ενώ παράλληλα θα αποτρέπει τη χρήση τους από ανήλικους και από μη καπνιστές, ώστε να προστατεύονται όσο το δυνατόν οι καταναλωτές και η δημόσια υγεία. Μέχρι τότε οι κίνδυνοι παραμένουν υψηλοί δεδομένης και της διάδοσης του λαθραίου και επικίνδυνου καπνού, ενώ, παράλληλα, κρατικά έσοδα χάνονται.