Από την πλευρά του ο υπουργός Περιβάλλοντος και ενέργειας εξήγησε τον τρόπο χρηματοδότησης ο οποίος αναλύεται σε ένα κεφάλαιο που αποτελείται απο 12.6 εκατ. € ενταγμένα σε πρόγραμμα του ΕΣΠΑ, 7,5 εκατ. € απο δανειοδότηση της Τράπεζας Ευρωπαϊκών Επενδύσεων και 1,7 εκατ. € από το Μετοχικό κεφάλαιο και την συμβολή των πελατών, ενώ έχει επιλεγεί η πολιτική να δοθούν επιδοτήσεις για την μετατροπή των καυστήρων ώστε να υποστηρίζουν καύση φυσικού αερίου και να επιτευχθούν οι στόχοι διείσδυσης του φυσικού αερίου.
Μέχρι το 2023 εκτιμάται από την μελέτη κόστους οφέλους της ΔΕΔΑ (Δημόσια Επιχείρηση Διανομής Αερίου) ότι θα συνδεθούν 885 οικιακοί και εμπορικοί χρήστες ενώ σε βάθος δεκαετίας προβλέπονται επιπρόσθετα περίπου 3.600 συνδέσεις.
Από την πλευρά μας θέσαμε δυο ερωτήσεις/προβληματισμούς στα οποία δεν δόθηκε όμως σαφής απάντηση:
1.) Η μελέτη κόστους-οφέλους (στην οποία δεν είχαμε πρόσβαση και δεν καταφέραμε να βρούμε κάπου στο διαδίκτυο σε δομές ηλεκτρονικής διακυβέρνησης) θα έπρεπε να συνάγει θεωρητικά μια τιμολογιακή πολιτική του κόστους χρήσης αυτής της μορφής ενέργειας η οποία και θα πρέπει να είναι σε αρκετά μεγάλο βαθμό συμφέρουσα σε σχέση με το πετρέλαιο, την ηλεκτρική ενέργεια ή την ενέργεια καύσης από ξύλα ώστε να υπάρξει και η ανάλογη διείσδυση.
Θυμίζουμε επιγραμματικά ότι πρόκειται για ένα υβριδικό σύστημα καινοτόμας σύλληψης (κάτι που η ΔΕΔΑ θεωρητικά θα έπρεπε να υποστηρίζει περισσότερο από το φυσικό αέριο) που περιλαμβάνει την αξιοποίηση γεωθερμίας μέσης κατά προτίμηση ενθαλπίας (αειφόρος πηγή θερμότητας του πλανήτη), “υδροθερμίας” (αειφόρος πηγή θερμότητας της λίμνης) και βιοκαύσης (αειφόρος πηγή ενέργειας εφόσον τηρούνται σωστές διαχειριστικές αρχές στα δάση).
Ο τρόπος αυτός μάλιστα δεν λειτουργεί ανταγωνιστικά στο δίκτυο φυσικού αερίου, αλλά συμπληρωματικά αν επιλεχθεί αυτή η πολιτική, με δραματική μείωση στις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα και προσαρμοσμένο στις τοπικές συνθήκες. Κάτι που μάλιστα ο Υπουργός Ενέργειας ανέλυσε κατά την διάρκεια της δευτερολογίας του και σαν σχεδιασμό του εθνικού στόχου για την αντιμετώπιση της ενεργειακής πενίας με στόχο το 50% της παραγωγής ενέργειας από ΑΠΕ και είναι απόλυτα συμβατός με τον τρίτο κύκλο ενεργειακών επενδύσεων όπου εισάγεται η ορολογία των “Ενεργειακών Κοινοτήτων” και οι δήμοι θα έπρεπε να έχουν κατά την γνώμη μας μείζονα ρόλο με τοπικοποιημένες προτάσεις.
Η πρόταση μας έχει ήδη κατατεθεί αρκετές φορές στο δημοτικό συμβούλιο και έχει δημοσιευτεί επαρκώς σε τοπικά μέσα μαζικής ενημέρωσης ώστε να υπάρξει και η σχετική διαβούλευση με τους πολίτες, ενώ έχει υπάρξει και επιχειρηματικό ενδιαφέρον γι αυτήν, που όμως δεν ευόδωσε λόγο της μη σοβαρής αντιμετώπισης της πρότασης από την τοπική μας αυτοδιοίκηση.
Μπορείτε να την διαβάσετε και πάλι ΕΔΩ