Μια γεύση γύρω από το πως γιόρταζαν τα Χριστούγεννα οι παλιοί Καστοριανοί μας πρόσφερε μέσα από τις περιγραφές του ο γνωστός λαογράφος της Καστοριάς και πρώην φύλακας του βυζαντινού μουσείου Ευτύχιος Μπαλλής. Ο ίδιος αναπολεί τα περασμένα και αν η ζωή του στέρησε το φώς τις αναμνήσεις του δεν μπόρεσε κανείς να τις πειράξει.
Ο Ευτύχιος Μπαλλής ξεκινά την περιγραφή του από τις προετοιμασίες που γινόταν τότε για τον ερχομό των Χριστουγέννων.»Σημαντική γιορτή ειδικά για την Καστοριά καθώς αποτελούσε αφορμή να επιστρέψουν οι ξενιτεμένοι στα σπίτια τους και να γιορτάσουν με τους δικούς τους όλοι μαζί αγαπημένοι.» Ιδιαίτερη όμως ήταν και η χαρά των μικρών παιδιών. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο λαογράφος’ ‘Ήμασταν τόσο χαρούμενα που δεν είχαμε ύπνο μέχρι να έρθουν τα Χριστούγεννα. Γιατί τότε θα γλιτώναμε από τα σχολικά βάσανα και θα ζούσαμε για λίγο ελεύθερα». Σημαντική στιγμή τα κάλαντα τα ονομαζόμενα ΄΄κόλιεντα΄΄της εποχής .»Τότε βγαίναμε την πρόπαραμονη χαράματα για να τραγουδήσουμε τα κάλαντα σε όλες τις γειτονιές της πόλης.Σπάνια μας δώριζαν χρήματα, γυρίζαμε στο σπίτι με τις τσέπες μας γεμάτες καρύδια, μήλα και μανταρίνια. Πολλές φορές βγαίναμε για κάλαντα και μαζί όλοι οι μαθητές του σχολείου. Αυτό γινόταν για να μαζέψουμε χρήματα όχι για εμάς, αλλά για τους φτωχούς μαθητές που ήθελαν να πάρουν σχολικά είδη και ότι άλλο είχαν ανάγκη».
Ανήμερα της γιορτής γινόταν και το χριστουγεννιάτικο τραπέζι το οποίο περιελάμβανε κυρίως σαρμάδες,κρέας με λάχανο ή γαλοπούλα. Έπειτα σε μία εβδομάδα τα σπίτια προετοιμάζονταν για να γιορτάσουν και τον ερχομό του νέου έτους. Ο Ευτύχιος Μπαλλής αναφέρει:»Παραμονή είχαμε πάλι κάλαντα και την ημέρα της πρωτοχρονιάς γινόταν η κοπή της παραδοσιακής βασιλόπιτας,μόνο που τότε το έθιμο επέβαλε η βασιλόπιτα να είναι είτε αρμιόπιτα είτε τυρόπιτα και το φλουρί να είναι ανάλογο με τις οικονομικές δυνατότητες της κάθε οικογένειας».
Σιγά σιγά μέσα από την διήγηση, φτάνουμε και στον εορτασμό του Καστοριανού καρναβαλιού,τα γνωστά σε όλους μας ραγκουτσάρια.Αυτά γινόταν μετά την πρωτοχρονιά για να προλάβουν να χαρούν και οι ξενιτεμένοι.Ο λαογράφος θυμάται:»Μικροί μεγάλοι έβγαιναν στους δρόμους να γλεντίσουν ενώ φορούσαν στολές τις οποίες έφτιαχναν μόνοι τους.Με γκάϊντες με ζουρνάδες με βιολιά και με κλαρίνα χόρευαν οι μασκαρεμένοι σε όλες τις γειτονιές.Την ημέρα του Αγιαννιού όποιο σπίτι είχε Γιάννη δεχόταν επίσκεψη από τους καρναβαλιστές και γινόταν χαμός.Ο οικοδεσπότης κερνούσε και πρόσφερε χρήματα τα οποία οι παρέες έδιναν στις φτωχές οικογένειες». Ο ίδιος δεν ξεχνά και την ημέρα που γινόταν η κεντρική παρέλαση του καρναβαλιού,αφού επί τριάντα χρόνια την παρουσίαζε σε ένα από τα μπαλκόνια της πλατείας Ομονοίας.»Έτσι ξεκινούσα σε κάθε έναρξη» αναφέρει,»Με την καρδιά σας εύχομαι σας λέγω καλησπέρα και ένα μεγάλο ευχαριστώ που ήρθατε εδώ πέρα. Οι κυβερνήσεις πέφτουνε, το καρναβάλι μένει
και γλέντι τετρακούβερτο όλους μας περιμένει».
Στο τέλος ο Ευτύχιος Μπαλλής δεν παρέλειψε να δώσει και τις ευχές του αφού προέτρεψε τον κόσμο να μην σταματήσει ποτέ να γλεντά γιατί όπως τόνισε μόνο μέσα από τα έθιμα παίρνουμε δυνάμεις για όλο τον υπόλοιπο χρόνο.Ο ίδιος μας ευχήθηκε:’ ‘Σας εύχομαι χαρούμενα Χριστούγεννα, γεμάτα από υγεία και σε όλα σας τα όνειρα πάντα επιτυχία.Ας έχουμε καλή χρονιά, χειρότερα μη δούμε και απ΄το σκληρό μνημόνιο νωρίς να απαλλαγούμε». Χρόνια πολλά…..
Ελένη Μελά
Εφημερίδα ΝΕΑΚΑΣΤΟΡΙΑ