Η ανάπτυξη που διαπιστώνεται σήμερα στις χώρες του νότου και αλλού (στην Ανατολική Ευρώπη τροφοδοτείται κυρίως από την επί πιστώσει κατανάλωση) είναι παροδική – ενώ το βιοτικό επίπεδο πολλών κρατών θα συνεχίσει να μειώνεται, τροφοδοτώντας κυρίως το γερμανικό και αυξάνοντας την απόσταση τους από τη Γερμανία.
Άρθρο
Στα βουνά των χρεών που συνεχίζουν να αυξάνονται σε ολόκληρο τον πλανήτη, μαζί με τις τεράστιες φούσκες που έχουν σχηματιστεί στα πάγια περιουσιακά στοιχεία (μετοχές, ακίνητα κλπ.), με τελευταία «μαζική υστερία» τα ψηφιακά νομίσματα, έχουμε αναφερθεί πολλές φορές –επίσης στους κλιμακούμενους κινδύνους που απειλούν το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο διατηρείται τεχνητά στη ζωή με τη συνεχιζόμενη παροχή ρευστότητας εκ μέρους τωνκεντρικών τραπεζών.
Όσον αφορά τώρα την Ευρώπη, ανακοινώνεται πως ευρίσκεται ξανά σε πορεία ανάπτυξης (γράφημα), σχεδόν οκτώ χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης χρέους – αφού ακόμη και στο νότιο τμήμα της δημιουργούνται θέσεις εργασίας (το είδος τους το γνωρίζουμε από την Ελλάδα), οι επιχειρήσεις επενδύουν και οι Πολίτες έχουν ανακτήσει την αισιοδοξία τους για το μέλλον! Ως εκ τούτου οι υποστηρικτές της πολιτικής λιτότητας εμφανίζονται ικανοποιημένοι από τα επιτεύγματα τους – κάτι που όμως δεν είναι καθόλου σωστό, όσο φαίνεται με την πρώτη ματιά.
Ειδικότερα, οι χώρες της νοτίου Ευρώπης μείωσαν μεν σημαντικά τα δημόσια ελλείμματα τους, όπως φαίνεται από το γράφημα, αλλά μόνο επειδή αύξησαν σε μεγάλο βαθμό τους φόρους, περιορίζοντας τις δαπάνες τους – άρα εις βάρος του ιδιωτικού τομέα και των Πολιτών τους, τα μη εξυπηρετούμενα χρέη των οποίων αυξήθηκαν.Ταυτόχρονα, η ΕΚΤ πίεσε τα επιτόκια δανεισμού τους προς τα κάτω, κυρίως μέσω των μηδενικών βασικών επιτοκίων και της πολιτικής ποσοτικής χαλάρωσης (QE), όπου αγόραζε η ίδια τα ομόλογα τους – άρα ξανά εις βάρος των Πολιτών, αυτή τη φορά των καταθετών.
Εν τούτοις, όπως διαπιστώνεται από το επόμενο γράφημα, παρά το ότι τα ελλείμματα μειώθηκαν, τα χρέη σε απόλυτα μεγέθη αυξήθηκαν – αφού η Ιταλία χρωστάει σήμερα περίπου 500 δις € περισσότερα από το 2010 και η Ισπανία τα διπλασίασε, στη Γερμανία παρέμειναν σταθερά, όπως επίσης στην Ελλάδα, ενώ στη Γαλλία και στην Πορτογαλία είχαν ανοδική πορεία, χωρίς να διαφαίνεται αλλαγή της τάσης.
Βέβαια, οι περισσότεροι δεν κοιτάζουν τα χρέη σε απόλυτο μέγεθος, αλλά σε σχέση με το ΑΕΠ – όπου η Ελλάδα είναι ουσιαστικάχρεοκοπημένη, αφού φτάνουν στο 180%. Όλες όμως οι χώρες έχουν υψηλότερα χρέη ως προς το ΑΕΠ τους σε σχέση με το 2010, όπως φαίνεται από το τρίτο γράφημα – κυρίως επειδή συρρικνώθηκε ή δεν αυξήθηκε το ΑΕΠ τους, ακριβώς λόγω της πολιτικής λιτότητας. Η ύφεση δε που προκάλεσε έχει επιδεινώσει κατά πολύ τις μελλοντικές τους προοπτικές ανάπτυξης – ενώ τους έχει δημιουργήσει μία σειρά άλλων προβλημάτων.
Στο παράδειγμα της Ιταλίας, η οποία αποτελεί το νούμερο ένα κίνδυνο για την Ευρωζώνη, ειδικά όταν σταματήσει να τη βοηθάει η ΕΚΤ, η συρρίκνωση των δαπανών της προήλθε κυρίως από τη μείωση των δημοσίων επενδύσεων – από 53 δις € το 2009 στα 35 δις € πρόσφατα. Το βάρος δεν επικεντρώθηκε μόνο στην κατασκευή δρόμων (-20%) αλλά, επίσης, στην (μη) αγορά νέων Η/Υ και λοιπών εργαλείων πληροφορικής (-70%) – επί πλέον στον τομέα της έρευνας και ανάπτυξης (-10%).
Σε σχέση με το ΑΕΠ οι δημόσιες επενδύσεις της Ιταλίας μειώθηκαν από 5,2% το 2009 στο 3,4% το 2016 – ήτοι κατά -1,8%. Όσον αφορά τη συμμετοχή του κράτους στις ιδιωτικές επενδύσεις, περιορίσθηκε από 23 δις € το 2009 στα 16 δις € – ενώ το πλέον εντυπωσιακό είναι η έξοδος του κράτους από τον τομέα της παιδείας. Στο διπλανό γράφημα φαίνονται οι δημόσιες δαπάνες σε ευρώ για τα σχολεία και τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, κατά κεφαλήν του πληθυσμού που αφορούν (κάτω των 30 ετών) – στην Ιταλία (κόκκινη καμπύλη), στη Γαλλία (μπλε) και στη Γερμανία (γκρίζα).
Αναλυτικότερα, ενώ η Γερμανία πληρώνει για το εκπαιδευτικό της σύστημα 130 δις €, έχοντας αυξήσει τις δημόσιες δαπάνες για αυτό κατά περίπου 10% σε σχέση με το 2010, η Ιταλία τις μείωσε στο ίδιο χρονικό διάστημα κατά 5% στα 65 δις €. Κάτι ανάλογο συνέβη και στις υπόλοιπες ελλειμματικές χώρες περιορίζοντας τις δυνατότητες ανάπτυξης τους, με αποτελέσματα που θα φανούν αργότερα.
Ως εκ τούτου, η ανάπτυξη που διαπιστώνεται σήμερα στις χώρες του νότου και αλλού (στην Ανατολική Ευρώπη τροφοδοτείται κυρίως από την επί πιστώσει κατανάλωση) είναι παροδική – ενώ το βιοτικό επίπεδο πολλών κρατών θα συνεχίσει να μειώνεται τροφοδοτώντας κυρίως το γερμανικό και αυξάνοντας την απόσταση τους από τη Γερμανία.Επομένως η επόμενη κρίση δεν θα αργήσει πολύ, ενώ οι κίνδυνοι διάλυσης της Ευρωζώνης δεν έχουν καθόλου μειωθεί – εκτός εάν συμβιβαστούν οι χώρες με την μετατροπή τους σε γερμανικές επαρχίες. Σε κάθε περίπτωση το τέρας του χρέους ζει και βασιλεύει – έχοντας διογκωθεί σε τρομακτικό βαθμό.