Κανένας δεν ενδιαφέρεται για τη δημιουργία πλούτου και ανάπτυξης, έστω κάτω από τις δύσκολες σημερινές συνθήκες – πόσο μάλλον η Τρόικα η οποία, για το κλείσιμο της επόμενης αξιολόγησης, απαιτεί δύο βασικά πράγματα: την υφαρπαγή των σπιτιών των Ελλήνων, καθώς επίσης το ξεπούλημα της ΔΕΗ.
«Ο όρος «Κεφάλαιο» υπόκειται συνήθως σε μία μονοδιάστατη ερμηνεία, αφού θεωρείται συνώνυμος με το «Χρήμα» – όπως είναι οι αποταμιεύσεις, τα διαθέσιμα των ταμείων συνταξιοδότησης ή το αρχικό ποσόν που διαθέτουν οι νέες επιχειρήσεις. Το κεφάλαιο όμως διαφέρει από το χρήμα, το οποίο (χρήμα) ουσιαστικά χρησιμεύει μόνο ως βάση για την αξιολόγηση των ποικίλων μορφών του – οι οποίες είναι τα υφιστάμενα αγαθά, η γνώση, το φυσικό περιβάλλον, καθώς επίσης οι άνθρωποι με τα ταλέντα και τις εμπειρίες τους.
Περαιτέρω, το κεφάλαιο δεν αυξάνεται αυτόματα, ούτε διαιωνίζεται – αλλά πρέπει να δημιουργηθεί και να διατηρηθεί, μέσω της παραγωγής, της εξοικονόμησης πόρων και των λογικών επενδύσεων. Όσον αφορά τα αγαθά, διακρίνονται σε καταναλωτικά και κεφαλαιουχικά – όπου τα δεύτερα διαφέρουν από τα πρώτα, επειδή αποτελούν μέσο για την επίτευξη έμμεσων στόχων, έναν σταθμό δηλαδή για την παραγωγή καταναλωτικών αγαθών. Για παράδειγμα, ο φούρνος είναι ένα κεφαλαιουχικό αγαθό – το οποίο επιτρέπει στον αρτοποιό να παράγει ένα καταναλωτικό αγαθό: ψωμί για τους πελάτες του.
Μέσω του σχηματισμού κεφαλαίου τώρα, δημιουργείται το δυναμικό για την αύξηση της παραγωγικότητας – όπου προϋπόθεση είναι η προσωρινή τουλάχιστον μείωση της παραγωγής καταναλωτικών αγαθών, με στόχο οι περιορισμένοι πόροι να διατεθούν για τη δημιουργία κεφαλαιουχικών αγαθών. Όσο πιο δυναμική είναι η παραγωγική δομή μίας χώρας, τόσο πιο μεγάλη η οικονομική ευημερία της – γεγονός που σημαίνει ότι, το σημερινό υψηλό βιοτικό επίπεδο πολλών κρατών είναι το αποτέλεσμα δεκαετιών ή ακόμη και αιώνων πολιτιστικής και οικονομικής συσσώρευσης κεφαλαίου, από τις προηγούμενες γενιές.
Το υφιστάμενο συσσωρευμένο κεφάλαιο όμως είναι τελείως παροδικό, αφού φθείρεται, απαρχαιώνεται ή καταναλώνεται. Για να διατηρηθεί λοιπόν απαιτεί επαναλαμβανόμενες επανεπενδύσεις, οι οποίες μπορούν συνήθως να χρηματοδοτηθούν απ’ ευθείας από τα εξοικονομούμενα κέρδη. Εάν η επανεπένδυση τώρα παραμεληθεί, επειδή καταναλώνεται ολόκληρη η παραγωγή ή και ακόμη περισσότερη (=ελλείμματα ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών για μία χώρα), τότε το κεφάλαιο μειώνεται – ενώ μόλις εξαντληθούν τα αποθέματα του, η οικονομία καταρρέει. Αυτό συμβαίνει σήμερα σε ολόκληρη τη Δύση«. (πηγή: MISESInstitute).
Άρθρο
Στην Ελλάδα διαμαρτυρόμαστε για την έλλειψη χρημάτων, ρευστότητας – κατηγορώντας συνήθως το ευρώ. Εάν γνωρίζαμε όμως πως το χρήμα είναι μόνο η μονάδα μέτρησης γενικότερα των αγαθών και υπηρεσιών που παράγει μία οικονομία, θα κατανοούσαμε πως το πρόβλημα μας είναι η μειωμένη παραγωγή (ΑΕΠ) – η οποία ουσιαστικά ξεκίνησε από το 2008, όταν η χώρα μας βυθίστηκε στην κρίση.
Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται από το γράφημα που ακολουθεί, το οποίο αναφέρεται στην ποσότητα χρημάτων (γαλάζια καμπύλη, αριστερή κάθετος), σε σύγκριση με το ΑΕΠ (διακεκομμένη γραμμή, δεξιά κάθετος) – η οποία είναι περίπου η ίδια (η υπέρβαση της θα είχε λογικά πληθωριστικά επακόλουθα, τα οποία θα ήταν ίσως θετικά μόνο εάν η χώρα δεν είχε μεγάλα εξωτερικά χρέη).
Δεν μειώνεται όμως μόνο η μία αυτή μορφή κεφαλαίου αλλά, επίσης, όλες οι υπόλοιπες με εξαίρεση το φυσικό περιβάλλον, αφού οι Έλληνες μεταναστεύουν μαζικά, ενώ η γνώση, οι δεξιότητες, τα ταλέντα και οι εμπειρίες ενός μεγάλου μέρους αυτών που μένουν συρρικνώνονται – ως αποτέλεσμα της ανεργίας, των χρεοκοπιών των επιχειρήσεων, της μη διενέργειας επενδύσεων σε σύγχρονα μηχανήματα ή παραγωγικές διαδικασίες κοκ.
Περαιτέρω, λόγω του μη σχηματισμού κεφαλαίου, δεν δημιουργείται το δυναμικό για την αύξηση της παραγωγικότητας/ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας, παρά το ότι τα τελευταία χρόνια μειώνεται η παραγωγή καταναλωτικών αγαθών – επειδή οι πόροι που εξοικονομούνται οδηγούνται στην πληρωμή πολύ υψηλότερων φόρων λόγω των δημοσίων χρεών και ελλειμμάτων, στην κάλυψη των αναγκών που δεν εξασφαλίζεται πια εξαιτίας της ραγδαίας μείωσης των εισοδημάτων κοκ.
Για την ίδια αιτία αλλά όχι μόνο, δεν διενεργούνται επαναλαμβανόμενες επανεπενδύσεις. Επομένως μειώνεται συνεχώς το κεφάλαιο, όταν παράλληλα καταναλώνονται τα κεφάλαια που είχαν συσσωρευτεί από τις προηγούμενες γενιές – με αποτέλεσμα η Ελλάδα να οδηγείται με μαθηματική ακρίβεια στην απόλυτη οικονομική καταστροφή.
Συνεχίζοντας, η μοναδική διέξοδος είναι η δημιουργία πλούτου μέσω της χρησιμοποίησης κεφαλαίων που δεν έχουν καταναλωθεί – όπως είναι το φυσικό περιβάλλον. Στα πλαίσια αυτά η οικονομία μας οφείλει να βασιστεί εν πρώτοις στον πρωτογενή τομέα και στον τουρισμό – όπου ο τουρισμός είναι σε θέση να στηρίξει τη γεωργία, αφού τα αγαθά που καταναλώνει προέρχονται μόλις κατά 15% από την εγχώρια παραγωγή, έναντι 70% της Ιταλίας (επίσης τις εξαγωγές, επειδή οι τουρίστες αναζητούν τα προϊόντα των διακοπών τους στη χώρα τους). Όσον αφορά δε τους καταναλωτές, είναι σε θέση να στηρίξουν και τους δύο τομείς – αγοράζοντας μόνο ελληνικά προϊόντα και κάνοντας διακοπές μόνο στην Ελλάδα.
Εάν συνέβαινε κάτι τέτοιο, το ΑΕΠ μας θα ακολουθούσε ανοδική πορεία παρά την κρίση – αφού ο τέταρτος συντελεστής του (Εξαγωγές μείον Εισαγωγές) θα γινόταν αμέσως θετικός, λόγω της μείωσης των εισαγωγών. Αμέσως μετά θα δημιουργούταν ανάγκη διενέργειας επενδύσεων εκ μέρους του ιδιωτικού τομέα – οπότε θα γινόταν επίσης θετικότερος και ο τρίτος συντελεστής του ΑΕΠ (Ιδιωτικές Επενδύσεις).
Παρά το ότι λοιπόν οι δύο πρώτου συντελεστές (Κατανάλωση, Δημόσιες Δαπάνες) θα παρέμεναν στατικοί, το ΑΕΠ της χώρας θα άρχιζε να αυξάνεται – οπότε κάποια στιγμή θα ακολουθούσε και η κατανάλωση, η οποία στηρίζεται επί πλέον από τη ζήτηση των τουριστών. Έτσι θα δημιουργούταν οι κατάλληλες προϋποθέσεις για τη διεξαγωγή βιομηχανικών επενδύσεων, ειδικά σε εξαγωγικούς τομείς – αφού ο τουρισμός, οι υπηρεσίες γενικότερα, δεν αποτελούν σταθερές βάσεις για μία οικονομία.
Εν τούτοις κανένας δεν ενδιαφέρεται για τη δημιουργία πλούτου και ανάπτυξης, έστω κάτω από τις δύσκολες σημερινές συνθήκες – πόσο μάλλον η Τρόικα η οποία, για το κλείσιμο της επόμενης αξιολόγησης, απαιτεί δύο βασικά πράγματα: την υφαρπαγή των σπιτιών των Ελλήνων στις σημερινές εξευτελιστικές τιμές (= κατασχέσεις και πλειστηριασμούς εκ μέρους των αφελληνισμένων τραπεζών και του δημοσίου), καθώς επίσης το ξεπούλημα της ΔΕΗ.
Με δεδομένο δε το ότι, τα δύο μεγάλα πολιτικά κόμματα, η Τράπεζα της Ελλάδας, οι αγορές και πολλοί άλλοι θεωρούν απαραίτητο το κλείσιμο της αξιολόγησης το δυνατόν γρηγορότερα, σημαίνει ότι συμφωνούν με τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις που τίθενται – μέσω των οποίωναναβάλλεται σκόπιμα η ανάπτυξη για αργότερα, όταν η χώρα μας θα έχει πια αλλάξει ιδιοκτήτες. Εν προκειμένω, αφού η πλειοψηφία των πολιτικών κομμάτων τάσσεται υπέρ των μνημονίων, ενώ κανένας δεν διαμαρτύρεται ενεργητικά, η Τρόικα εισπράττει τη σιωπή, άρα την ανοχή ως συμφωνία – οπότε το μέλλον της Ελλάδας είναι προδιαγεγραμμένο.