Η τρομοκρατική επίθεση εναντίον του Λουκά Παπαδήμου και ιδίως τα σχόλια που την ακολούθησαν έφεραν στην επιφάνεια δύο Ελλάδες.
Τόσο ασύμβατες μεταξύ τους, ώστε στο μέτρο που παρακολουθώ και αξιολογώ σωστά τη διακύμανση του δημόσιου αισθήματος στους καιρούς της κρίσης να απορώ μέσα μου: Μέχρι πού μπορεί να πάει αυτός ο τόπος έτσι; Πόσο καιρό μπορούμε να συνυπάρξουμε κρύβοντας τα «σκουπίδια» κάτω από το χαλί; Εως πότε θα βράζουμε στο ζουμί μας;
Το αξιακό σχίσμα που καταγράφεται αυτές τις μέρες στην κοινωνία είναι μέγα και σοβαρό. Ο ανορθολογισμός σαρώνει -ιδού το πρώτο μπλοκ- τις ψυχές των Ελλήνων. Παρακολουθώντας τα δεκάδες μηνύματα των ακροατών στον Real FΜ κατάλαβα ότι πλέον υπάρχει μία νέα απαίτηση: να μισώ. Οι Ελληνες ελάχιστα ασχολήθηκαν με το μείζον ζήτημα δημοκρατίας που προέκυψε με την επίθεση. Δεν μπήκαν καν στον κόπο να αναλογιστούν ποιες οι συνέπειες για την πατρίδα, αν ο Παπαδήμος ήταν νεκρός. Και δεν ασχολήθηκαν, γιατί από τα σχόλιά τους κατάλαβα καλά ότι είναι απογοητευμένοι με αυτό που ονομάζουμε «δημοκρατία» σήμερα. Διότι, επίσης, δεν έχουν καμία ψυχική ταύτιση με το θύμα.
Απαριθμώ τα θέματα που μας έθεταν οι ακροατές επί δύο ημέρες προκειμένου να καταλάβετε περί τίνος ομιλώ: «Γιατί ο πρώην πρωθυπουργός έχει το προνόμιο να διατηρεί την πολυτελή Μερσεντές που είχε ως διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος;», «Γιατί οι πρώην διοικητές έχουν γραφείο στην τράπεζα, φρουρά και παροχές;», «Γιατί ανεστάλη η εφημερία του Ευαγγελισμού μετά την εισαγωγή Παπαδήμου και ο κοσμάκης ταλαιπωρείτο στην άλλη άκρη της Αθήνας, στο Αττικό Νοσοκομείο;», «Γιατί δεν είπατε για τους ανώνυμους τραυματίες από την έκρηξη στο εργοστάσιο υγραερίου στον Ασπρόπυργο δύο ώρες πριν από την επίθεση;», «Γιατί να νιώσω συμπάθεια για τον «δοτό» που κούρεψε με το PSI τα αποθεματικά των ταμείων μου;», «Είμαι άνεργη, η τράπεζα θέλει να μου πάρει το σπίτι, γιατί να νιώσω αλληλεγγύη για τον τραπεζίτη;»
Μάταια προσπάθησα υπομονετικά να εξηγήσω με λογικά επιχειρήματα πως ακόμη κι αν όλα τα παραπάνω ισχύουν, υπάρχουν μερικά θεμελιώδη ζητήματα για την οργάνωση μιας κοινωνίας, τα οποία δεν διαπραγματευόμαστε, θεωρούνται εκ των ων ουκ άνευ: Πρώτον, δεν δολοφονείς όποιον αντιπαθείς. Αν αρχίσουμε και σκοτώνουμε ο ένας τον άλλον, πάμε σε εμφύλιο. Δεύτερον, δεν έχεις κανένα δικαίωμα να ενεργείς ως τιμωρός στο όνομα του λαού. Τρίτον, η αφαίρεση μιας ζωής δεν συνιστά ιδεολογική επιλογή. Περιττό να σας πω ότι ο κόσμος δεν άκουγε.
Οι τρομοκράτες ήξεραν καλά ποιον είχαν στοχεύσει: τον πρώην τραπεζίτη, όχι τον πρώην πρωθυπουργό. Διαφωνώ κατηγορηματικά με την προσέγγιση του μίσους – μου είναι τόσο ξένη-, ωστόσο είμαι υποχρεωμένος να διερευνώ γιατί υπάρχει και μάλιστα σε ευρεία κλίμακα. Διότι, αν τυχόν ακολουθήσω την εξίσου λανθασμένη προσέγγιση της υπόθεσης αυτής από το άλλο μπλοκ, το μπλοκ του ορθολογισμού, πάλι δεν βγαίνω πουθενά. Οι δυνάμεις της «λογικής» δεν είχαν καμία αναστολή να ενισχύσουν την ένταση υποστηρίζοντας ότι ο ηθικός αυτουργός της επίθεσης είναι ο εμπρηστικός και διχαστικός λόγος της Αριστεράς.
Υπάρχει ένα πρόβλημα εδώ, αγαπητοί: Τα συναισθήματα τα «γεννούν» τα γεγονότα, όχι αυτοί που «σερφάρουν» πάνω σε αυτά. Δεν χρειάζεται ο αγανακτισμένος Ελλην την Αριστερά για να θυμώσει εναντίον ουδενός, τα καταφέρνει και μόνος του μια χαρά στην εποχή των πλειστηριασμών. Αν, λοιπόν, αδυνατείς να μπεις στην ψυχή του Ελληνα για να καταλάβεις ποιος την πλήγωσε, ώστε να μπορούν να «τρυπώνουν» σε αυτήν το μίσος, η βία και η ανοχή στην τρομοκρατία, τότε πώς θα τον κάνεις καλά αύριο;
Αν προκύπτει, λοιπόν, ένα στοίχημα με αφορμή την επίθεση κατά Παπαδήμου, δεν είναι να καταλαβαίνουμε – επιβεβαιώνουμε τους εαυτούς μας, ούτε να φλυαρούμε μεταξύ μας. Το μείζον είναι να καταλαβαίνουμε τους άλλους. Τους διπλανούς μας. Και να τους επαναφέρουμε.