Με τη διαβεβαίωση ότι θα ηγηθεί της καθοριστικής μάχης για το χρέος έχοντας στη φαρέτρα του την ψήφιση των μέτρων-αντιμέτρων από το 2019 περνά ο Αλέξης Τσίπρας στην «επόμενη μέρα», γνωρίζοντας ότι είναι εξαιρετικά κρίσιμα για τη σκληρή διαπραγμάτευση μεταξύ ΔΝΤ και Γερμανίας τα επόμενα 24ωρα.
Χαρακτηριστική ήταν και η δήλωση-μήνυμα του πρωθυπουργού προς τους δανειστές μετά την υπερψήφιση χθες στη Βουλή του πολυνομοσχεδίου. «Με το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας η Ελλάδα τηρεί τα συμφωνηθέντα και η μπάλα είναι τώρα στο γήπεδο των δανειστών. Είναι η σειρά τους να τηρήσουν τις δεσμεύσεις τους στο ακέραιο όπως κάνουμε και εμείς. Περιμένουμε και δικαιούμαστε από το Eurogroup μια απόφαση για τη ρύθμιση του ελληνικού χρέους που θα είναι αντίστοιχη των θυσιών του ελληνικού λαού», τόνισε ο Αλ. Τσίπρας.
Προειδοποίηση
Είναι πασιφανές ότι ο πρωθυπουργός έχει σοβαρές ενδείξεις ότι η μάχη για τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος φτάνει σύντομα σε θετικό φινάλε – έτσι κι αλλιώς έχει προειδοποιήσει με τη δήλωσή του προ δύο μηνών στο «Εθνος της Κυριακής» και την οποία επαναλαμβάνει ότι η εφαρμογή των μέτρων θα ισχύσει από τις αρχές του 2019, εφόσον έχουν ήδη αρχίσει να εφαρμόζονται τα μέτρα για το χρέος. «Θα τηρήσουμε στο ακέραιο τις δεσμεύσεις μας», τόνισε ο κ. Τσίπρας από το βήμα της Βουλής, υπενθυμίζοντας αυτό που επαναλαμβάνει επί μέρες ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Δημήτρης Τζανακόπουλος, για να το ενισχύσει, προσθέτοντας ότι από τη στιγμή που το ΔΝΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι η πλήρης συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα εξαρτάται από την απόφαση για το χρέος, τότε την ευθύνη θα έχουν κάποιες πλευρές στην Ευρώπη.
Ωστόσο εγκυρότατες πληροφορίες επιμένουν ότι όλα τα μηνύματα είναι θετικά σχετικά με τη λύση για το χρέος. Μάλιστα ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Νίκος Παππάς, μιλώντας στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ, δήλωσε χαρακτηριστικά χωρίς υπεκφυγές: «Ξέρω ότι μπορούμε να είμαστε αισιόδοξοι ότι θα δοθεί λύση για το χρέος». Η λύση για το χρέος -εκτίμησε ο υπουργός- θα βγάζει και το τελευταίο σύννεφο αβεβαιότητας. «Ο κ. Τσίπρας έφερε 200.000 νέες θέσεις εργασίας, ενώ επί των προηγούμενων μνημονιακών κυβερνήσεων χάθηκαν 800.000 θέσεις εργασίας, η δε ύπαρξη των αντιμέτρων που ισοσκελίζουν τα μέτρα και το γεγονός ότι η κυβέρνηση πέτυχε όλους τους στόχους του προγράμματος υπονομεύουν στρατηγικά την επιχειρηματολογία της ΝΔ».
Αυτό είναι -τόνισε ο κ. Παππάς- «που οδηγεί τον κ. Μητσοτάκη να κάνει πράγματα αλλοπρόσαλλα, να προτείνει δικά του αντίμετρα, που σε ορισμένα σημεία υπερακοντίζουν τα δικά μας».
Ο κ. Τζανακόπουλος, εν τω μεταξύ, υπογράμμισε χθες: «Η Γερμανία και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο βρίσκονται στην τελική ευθεία μιας πολύ σκληρής διαπραγμάτευσης, η οποία γίνεται μεταξύ τους. Εχουμε πει και στο παρελθόν ότι οι διαφωνίες μεταξύ Γερμανίας και ΔΝΤ δεν είναι για το θεαθήναι, είναι πραγματικές». Και κατέληξε: «Τα σήματα που παίρνουμε, τα μηνύματα που υπάρχουν και από το πολιτικό πεδίο αλλά και από το οικονομικό πεδίο είναι ότι βρισκόμαστε πια στην τελική ευθεία. Το βασικό σενάριο πάνω στο οποίο δουλεύουν οι πάντες είναι να υπάρξει μια συμφωνία στις 22 Μαΐου συνολική και με τον προσδιορισμό των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος αλλά και με την έγκριση της τεχνικής συμφωνίας. Η συντριπτικά μεγαλύτερη πιθανότητα είναι, λοιπόν, ότι θα υπάρξει συμφωνία είτε στις 22 Μαΐου είτε λίγες ημέρες μετά. Προς αυτή την κατεύθυνση δουλεύουμε».
Ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα ήταν η περιγραφή που έκανε ο κ. Τζανακόπουλος όσον αφορά τη διαπραγματευτική μάχη της ελληνικής κυβέρνησης για να ανατρέψει τις αρχικές απαιτήσεις του ΔΝΤ. Οπως είπε χαρακτηριστικά:
• «Κατ’ αρχάς δεν αποδεχτήκαμε το σύνολο της θέσης του ΔΝΤ. Γιατί και στην πρώτη αξιολόγηση και στη δεύτερη αξιολόγηση το ΔΝΤ ζητούσε 4,5 δισεκατομμύρια επιπλέον δημοσιονομικά μέτρα και όχι μια ρύθμιση η οποία καταλήγει σε μηδενικό δημοσιονομικό αντίκτυπο. Και έγινε πάρα πολύ μεγάλη διαπραγματευτική μάχη, έτσι ώστε να υποχωρήσει το ΔΝΤ ως προς αυτό το σημείο.
• Κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης έγινε μια δήλωση εκ μέρους της Γερμανίας, ότι -για εμάς δεν υπάρχει ελληνικό πρόγραμμα χωρίς το ΔΝΤ?. Με λίγα λόγια, η γερμανική πλευρά έδωσε ένα ιδιόμορφο δικαίωμα βέτο στο Ταμείο. Πλέον το Ταμείο είχε μια πάρα πολύ ενισχυμένη θέση στη διαπραγμάτευση και έλεγε ότι -παίρνοντας ακριβώς αυτή την ισχύ από τη Γερμανία- -αν δεν κάνετε ένα, δύο, τρία, δεν υπάρχει ελληνικό πρόγραμμα-. Οπως καταλαβαίνετε, λοιπόν, υπήρχε ένας μηχανισμός πολιτικής επιβολής».
Φώφη Γιωτάκη