Δικαστής αποφάσισε να υπαγάγει στο νόμο Κατσέλη και τις οφειλές στα ασφαλιστικά Ταμεία – Το ίδιο κάνουν και στη Γερμανία γράφει η Δικαστής στην απόφαση!
Κούρεψε και ασφαλιστικές εισφορές η Δικαιοσύνη ανοίγοντας για πρώτη φορά το δρόμο για την υπαγωγή στο νόμο Κατσέλη και των οφειλών προς τους οργανισμούς κοινωνικής ασφάλισης, με το σκεπτικό ότι τυχόν απαλλαγή από τα χρέη προς ιδιώτες με την διατήρηση των χρεών προς τους ασφαλιστικούς φορείς δεν θα ικανοποιούσε τον σκοπό του νόμου, αφού ο οφειλέτης θα εξακολουθούσε να βαρύνεται με τα εξαιρούμενα χρέη. Η απόφαση αυτή εκδόθηκε από το Ειρηνοδικείο Αθηνών και θέτει επι τάπητος το ζήτημα για το οποίο έχουν εκδοθεί τους τελευταίους μήνες αντιφατικές αποφάσεις. Νομικοί πάντως, χαρακτηρίζουν την επίμαχη απόφαση ιδιαίτερα σημαντική αφού αν επιβεβαιωθεί από τον Άρειο Πάγο τότε τα δεδομένα θα αλλάξουν οριστικά.
Η προσφεύγουσα που δικαιώθηκε όφειλε συνολικά 400.000 ευρώ, με τις τράπεζες να κατέχουν το μεγαλύτερο ποσοστό των οφειλών ενώ στον ΟΑΕΕ οφείλονταν 35.000 ευρώ. Το δικαστήριο αποφάσισε την υπαγωγή της οφειλέτριας στον νόμο Κατσέλη, με καταβολή 250 ευρώ το μήνα για μία 3ετία (σε τράπεζες και ασφαλιστικό φορέα) και την καταβολή του 80% της αντικειμενικής αξίας της πρώτης κατοικίας της για τα επόμενα 20 χρόνια. Ακόμη, ενέταξε σε καθεστώς εκκαθάρισης τα υπόλοιπα ακίνητα της δανειολήπτριας, προκειμένου αυτά να εκποιηθούν και να αποδοθούν τα οφειλόμενα στις τράπεζες. Για το δικαστήριο, η εξαίρεση των οφειλομένων στον ΟΑΕΕ δημιουργεί δανειστές δύο ταχυτήτων, “καθώς οι πιστωτές που εξαιρούνται από το πεδίο εφαρμογής βρίσκονται σε πλεονεκτικότερη θέση έναντι των υπολοίπων, διατηρώντας στο ακέραιο τις απαιτήσεις τους”. Για τα ασφαλιστικά ταμεία, η διάταξη του νόμου Κατσέλη που επιτρέπει την υπαγωγή στα υπερχρεωμένα, είναι αντισυνταγματική και συγκεκριμένα αντιβαίνει το άρθρο 22 του Συντάγματος που ορίζει ότι «το κράτος μεριμνά για την κοινωνική ασφάλιση των εργαζομένων, όπως νόμος ορίζει».
Για το δικαστήριο όμως, η συγκεκριμένη διάταξη, η οποία αποτελεί πράγματι “ειδικό συνταγματικό θεμέλιο του κοινωνικού κράτους” και “ θέτει την κοινωνική ασφάλιση υπό την εγγύηση του κράτους” δεν υπερέχει των λοιπών συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων και ελευθεριών, τα οποία έχουν την ίδια τυπική ισχύ. Μάλιστα στο σκεπτικό της δικαστικής απόφασης σημειώνεται ότι “δεν μπορεί δηλαδή να γίνει λόγος για «υπερέχοντα» και «υποδεέστερα» από νομικής απόψεως δικαιώματα, τυχόν δε σύγκρουσή τους δεν μπορεί να λυθεί με την αναφορά σε ιεραρχική κλίμακα ισχύος”. Το δικαστήριο κάνει μάλιστα ένα βήμα περισσότερο, εκφράζοντας την σκέψη “ότι εάν γίνει δεκτό πως η διάταξη του νόμου Κατσέλη θέτει σε κίνδυνο την βιωσιμότητα των φορέων κοινωνικής ασφάλισης, θα μπορούσε κανείς να κάνει λόγο για «σύγκρουση» μεταξύ του δικαιώματος στην κοινωνική ασφάλιση (άρθρο 22 παρ. 5 Συντ) και στο δικαίωμα της προσωπικής ελευθερίας (άρθρο 5 παρ. 1) υπό την έκφανση της συμμετοχής στην κοινωνική και οικονομική ζωή της χώρας, το οποίο ακριβώς έρχεται να προστατεύσει ο νομοθέτης με την συμπερίληψη των οφειλών έναντι των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης στις διατάξεις του ν. 3869/2010. Σε αυτή τη σύγκρουση δεν είναι δυνατό να αποφανθεί κανείς υπέρ της μίας ή της άλλης διάταξης, καθώς σκοπός του συνταγματικού νομοθέτη και αποστολή του ερμηνευτή του δικαίου είναι η πλήρης εναρμόνισή τους, κατά τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται η μέγιστη δυνατή προστασία αμφοτέρων”.
Η απόφαση
Στο σκεπτικό της απόφασης αναφέρεται ακόμη ότι ο υπερχρεωμένος πολίτης δεν θα καταφέρει ούτως ή άλλως να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του με αποτέλεσμα τη συνεχιζόμενη συσσώρευση των χρεών του. Εξάλλου, “η ρύθμιση των χρεών του οφειλέτη και η ενδεχόμενη απαλλαγή του από αυτά δεν επέρχεται αμέσως συνεπεία της αιτήσεώς του, αλλά τίθεται σειρά προϋποθέσεων, με συμμετοχή στη διαδικασία και των πιστωτών, η δε απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη συνιστά την απόληξη μιας διαδικασίας, συνδυαζόμενη ενδεχομένως με τη ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων του οφειλέτη, από την οποία και οι φορείς κοινωνικής ασφάλισης θα ικανοποιήσουν μέρος των απαιτήσεών τους. Πέραν των ανωτέρω, επισημαίνεται ότι απαλλαγή του οφειλέτη από χρέη συμπεριλαμβανομένων και των οφειλών έναντι των φορέων κοινωνικής ασφάλισης είναι ήδη γνωστή στο δικαιϊκό μας σύστημα, καθώς και στο θεσμό της πτώχευσης επέρχεται υπό προϋποθέσεις τέτοια απαλλαγή (ά. 170 παρ. 5 Ν. 3588/2007)….Εξάλλου, και σε άλλα δικαιϊκά συστήματα τα εν λόγω χρέη υπάγονται στις ρυθμίσεις για την απαλλαγή των υπερχρεωμένων οφειλετών από τα χρέη τους (έτσι και στο γερμανικό δίκαιο, § 302, 304 – 314 Insolvenzordnung)” Τέλος, το δικαστήριο απορρίπτει και τον ισχυρισμό ότι η επίμαχη διάταξη αντιβαίνει το άρθρο 4 του Συντάγματος περί ιςότητας, κρίνοντας ότι το Σύνταγμα με την εν λόγω διάταξη απαιτεί από το νομοθέτη να είναι δίκαιος και επομένως να επιδιώκει την ίση μεταχείριση όμοιων και την άνιση μεταχείριση ανόμοιων περιπτώσεων.