Κάθε Τετάρτη μεσημέρι, ο 60χρονος Π.Σ. παρακολουθεί μάθημα Ελληνικών στο Τελ Αβίβ. Η απόφαση του Π.Σ., που συνταξιοδοτήθηκε προ εξαμήνου, δεν εξέπληξε κανέναν στον κύκλο του, καθώς είναι γνωστό τοις πάσι ότι είναι κατά το ήμισυ Ελληνας. «Εχω ξεκινήσει εδώ και δώδεκα χρόνια τη διαδικασία απόκτησης της ελληνικής υπηκοότητας», λέει με καμάρι ο ίδιος στην «Κ». «Είναι σύνθετο, γιατί πολλά αρχεία εκείνης της εποχής έχουν καταστραφεί», προσθέτει χωρίς ίχνος δυσαρέσκειας για την αναμονή, «όμως αγαπώ την Ελλάδα, την επισκέπτομαι πολύ συχνά και θα περιμένω καρτερικά την έκδοση της απόφασης».
Εν προκειμένω, «άσος» στο μανίκι αποδείχθηκε το διαβατήριο, με το οποίο η οικογένεια εγκατάλειψε την Ξάνθη το 1935. «Ευελπιστώ, εντός του 2017, εγώ και οι κόρες μου να λάβουμε την ιθαγένεια», σημειώνει, χωρίς ακόμη να γνωρίζει για την τροπολογία που πέρασε την Τετάρτη στη Βουλή και προβλέπει τη δυνατότητα χορήγησης ελληνικής υπηκοότητας στη δεύτερη γενιά Ελλήνων Εβραίων.
Υπενθυμίζεται ότι στα τέλη της δεκαετίας του ’90 είχε ψηφιστεί σχετική νομοθεσία για την επανάκτηση της ιθαγένειας από Ελληνες Εβραίους, επιζήσαντες του Ολοκαυτώματος που δεν επανήλθαν στην Ελλάδα, αποκαθιστώντας εν μέρει μια ιστορική αδικία. «Ενα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζαμε ήταν η απόδειξη της ταυτοπροσωπίας, καθώς συχνά ο αιτών ήταν εγγεγραμμένος με διαφορετικό μικρό όνομα στις δύο χώρες», εξηγεί η δικηγόρος Στέλλα Σαλέμ, που έχει αναλάβει περί τις εκατό τέτοιες υποθέσεις έως σήμερα, πολλές εκ των οποίων δεν είχαν έως τώρα την επιθυμητή κατάληξη.
«Ενα άλλο εμπόδιο είναι οι διαγραφές από το μητρώο αρρένων, που έγιναν σχεδόν μαζικά, με πράξεις διοίκησης και βάσει του άρθρου 19 του παλιού κώδικα ιθαγένειας». H τροπολογία μπορεί να αποβεί λυτρωτική για αρκετούς Ελληνοεβραίους. «Το ενδιαφέρον για την ελληνική υπηκοότητα είναι μεγάλο από παιδιά και εγγόνια ανθρώπων που έζησαν στην Ελλάδα, μεγαλούργησαν επιχειρηματικά εν καιρώ ειρήνης και εν καιρώ πολέμου πολέμησαν πλάι στους υπόλοιπους Ελληνες πολίτες», καταλήγει η κ. Σαλέμ.
Η νέα νομοθετική εξέλιξη αφορά μεγάλο αριθμό απογόνων – στο Ισραήλ ζουν κάποιες χιλιάδες Εβραίοι ελληνικής καταγωγής, ίσως και 20.000, ενώ ακόμη περισσότεροι ζουν στις ΗΠΑ, όπου η μετανάστευση είχε ξεκινήσει πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Κάθε καλοκαίρι επισκέπτονται την Καστοριά νεαροί Αμερικανοί, απόγονοι των Εβραίων που ζούσαν στην πόλη μας, αναζητώντας τις ρίζες τους και ζητούν τη βοήθειά μας», λέει στην «Κ» η κ. Σουλτάνα Ζορπίδου από το Κέντρο Σπουδών Εβραϊκής Κληρονομιάς Καστοριάς, «πολλοί επικοινωνούν ηλεκτρονικά για να μάθουν τι ισχύει για την υπηκοότητα». Σύμφωνα με την ιστορικό, τη μικρή πόλη δεν έπαψαν ποτέ να επισκέπτονται ξένοι που παρατηρούσαν με συγκίνηση τα αρχοντικά και προσπαθούσαν να αποκωδικοποιήσουν τις επιγραφές.
Προ διετίας, η Ισπανία θεσμοθέτησε την απόδοση ιθαγένειας σε σεφαραδίτες Εβραίους που εκδιώχθηκαν από τη χώρα το 1492, επειδή αρνήθηκαν να ασπαστούν τον χριστιανισμό. Αν και οι προϋποθέσεις που έχουν θέσει οι Ισπανοί θεωρούνται αυστηρές, πολλές εβραϊκές οικογένειες ανά τον κόσμο αναθάρρησαν.
«Η Ελλάδα έχει πλέον γίνει ένας από τους δημοφιλέστερους τουριστικούς προορισμούς για εμάς», περιγράφει περιχαρής ο Π.Σ. τη σύσφιξη των διμερών σχέσεων. «Επειτα από την κρίση των σχέσεων με την Τουρκία, οι Ισραηλινοί ταξιδιώτες κατευθύνονται στα νησιά σας», διευκρινίζει, «την τελευταία πενταετία έχουμε πάει οικογενειακώς τρεις φορές στη Ρόδο». Αντίστοιχα μεγάλος είναι ο αριθμός των Ισραηλινών που αποφασίζουν να αγοράσουν κάποιο ακίνητο στην Ελλάδα. «Οι Ελληνες μπορούν να βρουν την πλησιέστερη με αυτούς κουλτούρα μόνον εδώ, στο Ισραήλ», ισχυρίζεται ο 60χρονος, που έχει μεγαλώσει με τις διηγήσεις του 91χρονου πατέρα του από την Ξάνθη. Ο ηλικιωμένος Ελληνοεβραίος επισκέφθηκε ύστερα από δεκαετίες τη γενέθλια πόλη του, της οποίας ο εβραϊκός πληθυσμός κυριολεκτικά αφανίστηκε στο στρατόπεδο της Τρεμπλίνκα. «Επέστρεψαν μόνο έξι από τους 560 κατοίκους».
«Ηθική αναγνώριση»
Η οικογένεια από την Ξάνθη έκανε μια νέα αρχή στο Ισραήλ. «Η δεύτερη και τρίτη γενιά Ελληνοεβραίων έχει πολύ καλή πορεία εδώ», επισημαίνει. Η απόφαση της Ελλάδας να αναγνωρίσει επισήμως την καταγωγή τους εκλαμβάνεται ως ένδειξη πολύ καλής θέλησης. «Είναι μια ηθική αναγνώριση που σημαίνει πολλά για εμάς», υπογραμμίζει, «είναι πάντοτε καλύτερο να ρίχνεις γέφυρες παρά να τις κόβεις, έτσι αποκτάς συμμάχους».