Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προσπάθησε να είναι ο αδίστακτος κήρυκας της αλήθειας στην τελευταία αξιολόγηση για την Ελλάδα, υποστήριξε σήμερα η Κριστίν Λαγκάρντ, ενώ σε ανάρτησή του το Ταμείο ξεκαθαρίζει ότι η χώρα δεν χρειάζεται δεν επιπλέον λιτότητα.
Σε ομιλία που έδωσε για τη διαφάνεια σε εκδήλωση του Atlantic Council η επικεφαλής του Ταμείου υποστήριξε ότι «όταν εκδίδουμε μια έκθεση όπως αυτήν της Ελλάδας, συμβάλλουμε στη διαφάνεια».
«Οι άνθρωποι μπορεί να διαφωνούν με τα συμπεράσματα μας, αλλά είμαστε πλήρως ανεξάρτητοι, με ξεκάθαρη δέσμευση να είμαστε ένα έμπιστος σύμβουλος και ένας αδίστακτος κήρυκας της αλήθειας» δήλωσε η γενική διευθύντρια του Ταμείου.
«Δεν παρουσιάζουμε τα πράγματα καλύτερα από ότι είναι» συμπλήρωσε για να προσθέσει: «Ναι, δεχόμαστε συχνά κριτική και από την ελληνική κυβέρνηση, αλλά αναγνωρίσαμε τις τεράστιες θυσίες που έγιναν από τον ελληνικό λαό. Αλλά αυτό που τονίζουμε στην έκθεση είναι πως ορισμένες μεταρρυθμίσεις δεν έχουν εφαρμοστεί».
Σημείωσε δε ότι η Ελλάδα έχει πολλή δουλειά να κάνει στο μέτωπο των στατιστικών μεγεθών, καθώς όπως είπε, συχνά προχωρά σε σημαντικές αναθεωρήσεις των στοιχείων.
Η κα. Λαγκάρντ ανέφερε ακόμα πως όταν μια κυβέρνηση δεν οικειοποιείται ένα πρόγραμμα διάσωσης, τότε το αποτέλεσμα δεν είναι καλό.
Στο μεταξύ, σε ανάρτησή του το Ταμείο επαναλαμβάνει τα βασικά του συμπεράσματα για την έξοδο από την κρίση: α) διεύρυνση της φορολογικής βάσης (με μοναδικό εργαλείο προς αυτόν τον σκοπό τη μείωση του αφορολόγητου) και β) μείωση των κρατικών δαπανών για τις συντάξεις.
Ξεκαθαρίζει ακόμη ότι «η Ελλάδα δεν χρειάζεται, αυτή τη στιγμή περισσότερη λιτότητα. Η χώρα, εφόσον εφαρμόσει τις εν εξελίξει μεταρρυθμίσεις, μπορεί να επιτύχει πρωτογενές πλεόνασμα 1,5% του ΑΕΠ σε μέσο-μακροπρόθεσμο διάστημα. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται να επιτύχει υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα».
Με δεδομένο, όμως, ότι βάσει του προγράμματος που εφαρμόζει η χώρα, στόχος είναι να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% από το 2018 και μετά, το ΔΝΤ φροντίζει να στείλει εκ νέου το μήνυμά του:
«Όμως εάν η Ελλάδα αποφασίσει ότι επιθυμεί την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος άνω του 1,5% του ΑΕΠ, τότε θα πρέπει να αποδείξει με αξιόπιστο τρόπο ότι μπορεί να τα καταφέρει αυτόν τον υψηλότερο στόχο. Σε αυτήν την περίπτωση, θα χρειαστούν επιπλέον δομικές μεταρρυθμίσεις. Όμως αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να εφαρμοστούν αφού πρώτα η ανάκαμψη έχει αποκτήσει γερές βάσεις».
Το Ταμείο επαναλαμβάνει την ανάγκη για πάταξη της φοροδιαφυγής, αλλά και την πάγια θέση του ότι το χρέος δεν πρόκειται να καταστεί βιώσιμο ακόμη και εάν η χώρα εφαρμόσει κατά γράμμα όλα αυτά στα οποία έχει δεσμευθεί.
Ως προς το ποιος είναι ο καλύτερος συνδυασμός προκειμένου η Ελλάδα να εξέλθει της κρίσης και φυσικά των μνημονίων το ΔΝΤ αναφέρει ότι «πρόκειται για μία προσέγγιση που διαθέτει δύο πυλώνες: εφαρμογή φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων από τις ελληνικές αρχές και ενός φιλόδοξου προγράμματος αναδιάρθρωσης του χρέους της χώρας εκ μέρους των Ευρωπαίων εταίρων της Ελλάδας».