Για πρώτη φορά εδώ και αιώνες, οι επιστήμονες έφεραν στο φως την αρχική επιφάνεια του τάφου του Ιησού Χριστού στην Εκκλησία του Παναγίου Τάφου στην Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ. Ο τάφος είχε καλυφθεί από μαρμάρινη επένδυση τουλάχιστον από το 1.555 μ.Χ. και ίσως αρκετούς αιώνες νωρίτερα.
«Το μαρμάρινο κάλυμμα του τάφου απομακρύνθηκε και εκπλαγήκαμε από την ποσότητα του υλικού πλήρωσης κάτω από αυτό» δήλωσε ο Fredrik Hiebert στο National Geographic Society, συνεργάτης στο έργο της αποκατάστασης. «Θα είναι μια μακρά επιστημονική ανάλυση, αλλά επιτέλους θα είμαστε σε θέση να δούμε την αρχική πέτρινη επιφάνεια πάνω στην οποία, σύμφωνα με την παράδοση, αναπαύθηκε το σώμα του Χριστού».
Σύμφωνα με την χριστιανική παράδοση, το σώμα του Ιησού Χριστού εναποτέθηκε σε ένα ράφι ή «ταφικό κρεβάτι» λαξευμένο στην ασβεστολιθική πλευρά του σπηλαίου μετά την σταύρωσή του από τους Ρωμαίους το 30 μ.Χ. ή ενδεχομένως το 33 μ.Χ..
Το ταφικό κρεβάτι περικλείεται τώρα από μια μικρή δομή γνωστή ως Κουβούκλιο, που ανακατασκευάστηκε για τελευταία φορά το 1808-1810, αφού καταστράφηκε από πυρκαγιά. Το Κουβούκλιο και ο εσωτερικός τάφος βρίσκονται σε φάση αποκατάστασης από ομάδα επιστημόνων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, υπό την καθοδήγηση της καθηγήτριας Αντωνίας Μοροπούλου.
Σύμφωνα με το National Geographic, που δημοσίευσε τα εντυπωσιακά ευρήματα, η αποκάλυψη του ταφικού κρεβατιού δίνει στους ερευνητές μια πρωτοφανή ευκαιρία να μελετήσουν την αρχική επιφάνεια του τι θεωρείται η πιο ιερή τοποθεσία στον Χριστιανισμό. Μια ανάλυση του αρχικού πετρώματος μπορεί να τους επιτρέψει να κατανοήσουν καλύτερα όχι μόνο την αρχική μορφή του ταφικού θαλάμου, αλλά και το πώς εξελίχθηκε ο συγκεκριμένος τόπος σε έναν από τους πιο ιερούς τόπους της Χριστιανοσύνης.
«Είμαστε σε μια κρίσιμη στιγμή για την αποκατάσταση του Κουβουκλίου» δήλωσε η Μοροπούλου. «Οι τεχνικές που χρησιμοποιούμε για την καταγραφή αυτού του μοναδικού μνημείου, θα επιτρέψουν στον κόσμο να μελετήσει τα ευρήματά μας, σαν να ήταν οι ίδιοι μέσα στον τάφο του Χριστού».
Η στιγμή της Αποκάλυψης
Οι πόρτες της εκκλησίας είχαν κλείσει νωρίς – αρκετές ώρες πριν την κανονική ώρα του κλεισίματος, αφήνοντας ένα σαστισμένο πλήθος προσκυνητών και τουριστών να στέκονται μπροστά στις πανύψηλές ξύλινες πόρτες. Στο εσωτερικό, μια ομάδα συντηρητών με κίτρινα καπέλα, Φραγκισκανούς με απλά καφέ ράσα και Κόπτες με εντυπωσιακές κεντημένες κουκούλες περιέβαλαν την είσοδο του Κουβουκλίου.
Στο εσωτερικό του τάφου, που συνήθως φωτίζεται με το αχνό φως των κεριών, ο έντονος φωτισμός των εργασιών αποκατάστασης γέμισε το μικρό χώρο, αποκαλύπτοντας μικρές λεπτομέρειες που συνήθως τις παραβλέπει κανείς. Η μαρμάρινη πλάκα που καλύπτει το ταφικό κρεβάτι είχε απομακρυνθεί από τον τοίχο. Από κάτω υπήρχε μια πέτρινη επιφάνεια χρώματος γκρι – μπεζ. «Τι είναι αυτό;» ρωτά ένας συντηρητής. «Δεν ξέρουμε ακόμη» απαντά η κυρία Μοροπούλου. «Ήρθε η ώρα να φέρουμε τα επιστημονικά εργαλεία παρακολούθησης».
Έξω από το Κουβούκλιο, ο Θεόφιλος ΙΙΙ, ο Έλληνας Πατριάρχης Ιεροσολύμων, παρακολουθούσε τα γεγονότα με ένα γαλήνιο χαμόγελο. «Χαίρομαι που το κλίμα είναι τόσο ξεχωριστό, υπάρχει μια κρυφή ευδαιμονία. Εδώ έχουμε Φραγκισκανούς, Αρμένιους, Έλληνες, Μουσουλμάνους φύλακες και Εβραίους αστυνομικούς. Ελπίζουμε και προσευχόμαστε πως αυτό θα αποτελέσει ένα αληθινό μήνυμα πως το αδύνατος μπορεί να γίνει δυνατό. Χρειαζόμαστε όλοι ειρήνη και αλληλοσεβασμό».
Η δομική ακεραιότητα του Κουβουκλίου αποτελούσε ένα μεγάλο θέμα για δεκαετίες. Υπέστη ζημιές κατά την διάρκεια ενός σεισμού το 1927 και οι βρετανικές αρχές είχαν αναγκαστεί να καλύψουν το κτίριο με αντιαισθητικούς εξωτερικούς δοκούς που παρέμεναν μέχρι πρότινος. Οι δυσκολίες μεταξύ των εκπροσώπων Status Quo και η έλλειψη οικονομικών πόρων εμπόδισαν την επισκευή του.
Το 2015, το Ελληνικό Ορθόδοξο Πατριαρχείο της Ιερουσαλήμ, με τη σύμφωνη γνώμη των άλλων δύο μεγάλων κοινοτήτων, κάλεσε το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (το οποίο προηγουμένως είχε αναλάβει τα έργα αποκατάστασης στην Ακρόπολη των Αθηνών και την Αγία Σοφία) να μελετήσει το Κουβούκλιο. Οι κοινότητες της εκκλησίας του Παναγίου Τάφου συμφώνησαν στην αποκατάσταση της δομής τον Μάρτιο του 2016, με το έργο να ολοκληρώνεται την άνοιξη του 2017.
Μεταξύ των σημαντικών δωρητών για το έργο ύψους 4 εκατομμυρίων δολαρίων, είναι η βασιλική δωρεά του βασιλιά της Ιορδανίας Αμπντάλα ΙΙ και το δώρο ύψους 1,3 εκατομμυρίων δολαρίων από το Mica Ertegun στο Παγκόσμιο Ταμείο Μνημείων για την υποστήριξη του έργου.
Πηγή: National Geographic