Στη προηγούμενη δεκαετία ξεκίνησε ένα συναρπαστικό ταξίδι για την Αριστερά. Καράβι στα αχαρτογράφητα νερά ο ΣΥΡΙΖΑ, ένα σχήμα που προέκυψε από τον «Χώρο Διαλόγου και Κοινής Δράσης της Αριστεράς», με το όραμα σε μεγάλο βαθμό του Γιάννη Μπανιά.
Επιβάτες στο ταξίδι ομάδες και κόμματα της Αριστεράς με διαφορετικές αφετηρίες, ανένταχτοι αριστεροί που τα προηγούμενα χρόνια με τον κατακερματισμό βρέθηκαν άστεγοι πολιτικά, ριζοσπάστες, άνθρωποι των νέων κινημάτων, φεμινίστριες, ενναλακτικοί, οικολόγοι κ.α.
Βασικές αρχές του σχήματος ο διάλογος, η κοινή δράση, η δημοκρατική λειτουργία, η αντιπαράθεση απόψεων, η ώσμωση και η λογική ότι προχωράμε με αυτά που μας ενώνουν. Το ταξίδι δεν ήταν πάντα με ούριο άνεμο. Υπήρξαν και τρικυμίες, υπήρξαν και άπνοιες. Όμως το καράβι προχωρούσε, συσπειρώνοντας κόσμο, προβάλλοντας το ριζοσπαστισμό, κάνοντας σημαία τα δικαιώματα των νέων, των γυναικών, των εργαζόμενων, των μειοψηφιών, των ανέργων και όλων αυτών που αναφέρονταν ως «οι από κάτω».
Η οικονομική κρίση και η πλήρης απαξίωση των δύο κομμάτων (ΠΑΣΟΚ και ΝΔ), που έχοντας ενστερνιστεί τη νεοφιλελεύθερη πολιτική θέλησαν να διαχειριστούν τα μνημόνια και τις εντολές των πολιτικών της ΕΕ, οδήγησε το ΣΥΡΙΖΑ να αναδειχθεί η μόνη πολιτική δύναμη αντίστασης, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη.
Αναλαμβάνοντας τη διακυβέρνηση, βρέθηκε να διαπραγματεύεται μέσα σε ένα πλαίσιο εχθρικό, κάτω από ασφυκτικές πιέσεις. Αποδείχθηκε ότι η Ευρώπη, δεν ήταν πλέον η Ευρώπη της αλληλεγγύης, του διαφωτισμού, του σεβασμού των δικαιωμάτων και των επιλογών των λαών της, δεν ήταν καν η Ευρώπη της ελεύθερης οικονομίας. Ήταν η Ευρώπη των πλέον σκληρών νεοφιλελεύθερων πολιτικών, των αντιλήψεων ότι οι λαοί δεν έχουν ουσιαστικά δικαιώματα να επιλέγουν τις κυβερνήσεις και τις πολιτικές που θέλουν, η Ευρώπη – φρούριο απέναντι στους πρόσφυγες και στους καταδιωγμένους. Δυστυχώς, ως κόμμα, αναλάβαμε την διακυβέρνηση και πήγαμε σε διαπραγματεύσεις, χωρίς να έχουμε επίγνωση αυτής της κατάστασης, θεωρώντας ότι θα γίνει σεβαστή η ετυμηγορία του λαού. Και έτσι αποδείχθηκε ότι αυτό που μας ρωτούσαν προεκλογικά «αν έχουμε plan b» και απαντούσαμε «όχι», ήταν δυστυχώς πραγματικότητα. Εκ των υστέρων φάνηκε ότι ούτε ως κόμμα συλλογικά, ούτε οι τάσεις, δεν είχαμε συγκροτημένη μία εναλλακτική πρόταση.
Με τα δεδομένα αυτά, και παρά το ηχηρό «ΟΧΙ» του δημοψηφίσματος της 5/7/2015 εν μέσω κλειστών τραπεζών και capital controls, οδηγηθήκαμε στην υπογραφή του νέου μνημονίου. Ένα μνημόνιο που επιβλήθηκε με το χειρότερο τρόπο από τις ευρωπαϊκές συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις, ένα μνημόνιο που αποτελεί μία συντριπτική ήττα για την Αριστερά.
Όλοι μας, τόσο τα μέλη και τα στελέχη, όσο και οι βουλευτές, βρεθήκαμε σε κατάσταση νευρικής κρίσης. Από τη μια να υπερασπιζόμαστε το δικαίωμα να ζούμε ως ελεύθεροι άνθρωποι και από την άλλη να είμαστε αναγκασμένοι να δεχθούμε ένα νέο μνημόνιο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, που μετά το ιδρυτικό του συνέδριο το 2013 (ένα συνέδριο που ήρθε αργά, ένα χρόνο μετά την ανάδειξή του σε αξιωματική αντιπολίτευση), θα περίμενε κανείς να ξεδιπλώσει την εσωκομματική δημοκρατία, να αναδείξει όλα εκείνα τα στοιχεία που τον έκανα
μοναδικό φαινόμενο στην Ευρώπη, άρχισε να εμφανίζει φαινόμενα παλαιού τύπου κόμματος.
Διαγκωνισμοί για την εσωκομματική επικράτηση, παραγοντισμοί, προσωπικές τακτικές, εγγραφές μελών (που οι αντιλήψεις τους πέρα από το αντιμνημονιακό κομμάτι, δεν πατούσαν σε τίποτε με τις ιδέες της Αριστεράς) εμφανίσθηκαν και ερχόταν σε σύγκρουση με εκείνους τους/τις συντρόφους/ισσες, που υποστήριζαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να είναι κάτι άλλο εκτός από το «ΣΥΡΙΖΑ των μελών». Το κόμμα, ιδιαίτερα με τις δημοτικές εκλογές του 2014, άρχισε να υπολειτουργεί και να δίνει την εικόνα εκλογικού μηχανισμού. Στις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, παρά την αισιοδοξία για την επερχόμενη νίκη, φάνηκε και το έλλειμα
δημοκρατίας με τις υποψηφιότητες των ψηφοδελτίων. Ομάδες που προωθούσαν υποψήφιους, σταυρωμένα ψηφοδέλτια, προσωπικές τακτικές υποψηφίων και πάνω απ’ όλα ορισμός από τα πάνω υποψηφίων (βλέπε Μακρή, Τζάκρη, Μητρόπουλος κλπ), που δεν είχαν καμία σχέση με τη πολιτική της Αριστεράς. Τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο έντονα με την ανάληψη της διακυβέρνησης και τον ορισμό του υπουργικού συμβουλίου. Δυστυχώς, δίπλα στις θετικές ενέργειες δημιουργίας υπουργείων Μεταναστευτικής Πολιτικής, Κοινωνικής Αλληλεγγύης κ.α., τοποθετήθηκαν υπουργοί σε άλλα υπουργεία, με αντιλήψεις απέναντι στη πολιτική του ΣΥ-
ΡΙΖΑ (Πανούσης, Σπίρτζης, Μάρδας).
Κατά τη διάρκεια του εξαμήνου, πολλά που θα έπρεπε να γίνουν από τη Κυβέρνηση δεν έγιναν. Νόμοι και μέτρα που θα έπρεπε να ψηφισθούν και που θα έδιναν το στίγμα της διαφορετικής πολιτικής, δεν φθάσανε στη Βουλή. Αφέθηκαν οι διάφοροι παράγοντες, ορι-
σμένοι από τις προηγούμενες διακυβερνήσεις, να αλωνίζουν στο δημόσιο και να δημιουργούν προβλήματα (χαρακτηριστικά Γενικοί Γραμματείς υπουργείων ορίσθηκαν και τέσσερις μήνες μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης).
Ταυτόχρονα, το κόμμα σχεδόν έπαψε ουσιαστικά να λειτουργεί (δύο συνεδριάσεις της ΚΕ σε διάστημα έξι μηνών, Νομαρχιακές Επιτροπές όπως της Καστοριάς, που ποτέ δεν λειτούργησε πολιτικά, οργανώσεις μελών που δεν συνεδρίασαν ούτε μία φορά σε ένα ολόκληρο χρόνο). Και όλα αυτά μέσα σε ένα πυκνό πολιτικά χρόνο. Αντίθετα, δεν υπήρξε σχεδόν καμία ενημέρωση για τη πορεία των διαπραγματεύσεων, ούτε το κόμμα, ούτε η κοινωνία δεν πληροφορήθηκε επίσημα και η πληροφόρηση ήταν από «κύκλους του Μαξίμου» (η χειρότερη εκδοχή των προηγούμενων κυβερνήσεων).
Και έτσι φθάσαμε στις περιβόητες ψηφοφορίες στη Βουλή. Αντί να υπάρξει μία ουσιαστική συζήτηση για την όλη κατάσταση, είδαμε ένθεν και ένθεν να υψώνονται φωνές που είτε κατηγορούσαν αυτούς που ψήφισαν «όχι» και τους καλούσαν να παραιτηθούν ως αποστάτες, είτε κατηγορούσαν τους άλλους ως μνημονιακούς και προσκυνημένους. Σύντροφοι και συντρόφισσες, που μέχρι πριν λίγες μέρες συμπορεύονταν, άρχισαν να αλληλοεπιτίθενται με τους χειρότερους τρόπους (και σίγουρα όχι πολιτικούς). Το έλλειμα δημοκρατίας που προϋπήρχε στο κόμμα, οι λογικές ομαδοποιήσεων που εμφανίζονταν σε παλαιότερες συγκλίσεις ΚΕ (με αποτέλεσμα να υπάρχουν λευκά ή διαφοροποιήσεις χωρίς ουσιαστικό λόγο), επιτάθηκαν και εντάθηκαν. Οι προσπάθειες μέρους του κόμματος (κύρια της κίνησης των 53+) για να κατέβουν οι τόνοι και να γίνει ουσιαστική συζήτηση για τη πορεία του κόμματος, δεν μπόρεσαν να δώσουν αποτελέσματα. Απόψεις περί «κοινωνικού ΣΥΡΙΖΑ» ακούσθηκαν, απέναντι στον «κομματικό ΣΥΡΙΖΑ», λες και θα ήταν δυνατό να υπάρχει αριστερή κυβέρνηση χωρίς αριστερό κόμμα. Γίναμε όλοι/ες μάρτυρες, αφενός της διάθεσης τμήματος συντρόφων/ισσων να γίνει διάσπαση και να δημιουργήσουν νέο κόμμα, αφετέρου να προκύπτει μία τάση δημιουργίας προσωποκεντρικού κόμματος γύρω από τον πρόεδρο (αλήθεια, οι προερχόμενοι από το ΠΑΣΟΚ, με τις χειρότερες εμπειρίες του προσωποκεντρικού κόμματος Παπανδρέου, τι έχουν να πουν;).
Περίμενα, όπως και πολλοί σύντροφοι/ισσες, να γίνει το Συνέδριο για να συζητηθούν όλα τα θέματα που μας καίνε. Να ακουστούν οι απόψεις για το πώς φθάσαμε στη συντριπτική ήττα, να υπάρξουν οι τοποθετήσεις για την επόμενη μέρα, είτε με μνημόνιο, είτε με έξοδο από το ευρώ. Να δούμε αν είναι δυνατός ο απεγκλωβισμός, να εξειδικευθεί η παραγωγική ανασυγκρότηση του κράτους (που σε γενικές γραμμές ήταν στο πρόγραμμα του Ιανουαρίου), να δούμε πως θα ανασυνταχθούμε για να δώσουμε νέες μάχες στο πόλεμο που συνεχίζεται. Αντ’ αυτού, με μια προσωπική απόφαση του προέδρου, πετώντας στα σκουπίδια την απόφαση της ΚΕ για συνέδριο τον Σεπτέμβρη, επιλέχθηκε η διενέργεια εκλογών. Αλήθεια με τι πρόγραμμα θα πάει το κόμμα στις εκλογές; Ποιο σώμα έδωσε έγκριση στο περιεχόμενο των προεκλογικών λεγομένων; Από ποιο καταστατικό προβλέπεται η επιλογή και τοποθέτηση των
υποψήφιων βουλευτών από κάποιο ιερατείο;
Σύντροφοι/ισσες λυπάμαι, αλλά αυτό το κόμμα δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ, για τον οποίο παλέψαμε. Ούτε φυσικά αποτελεί η ΛΑ.Ε. τη συνέχεια του αρχικού ΣΥΡΙΖΑ, όπως θέλει να υποστηρίζει ότι κρατά τις απόψεις και ιδέες του. (Αλήθεια, η Μακρή και ο Μητρόπουλος, τις απόψεις του αρχικού ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζουν;) Οι απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ προϋπέθεταν ένα κόμμα από τα κάτω, κόμμα των μελών, με τον δημοκρατικό δρόμο ως προϋπόθεση, με τον διάλογο, την συναποδοχή των απόψεων, την σύνθεση.
Αισθάνομαι πολύ άσχημα, που ο ΣΥΡΙΖΑ των ονείρων μας, ο ΣΥΡΙΖΑ των επιθυμιών μας, ο ΣΥΡΙΖΑ της δικής μας Αριστεράς, μάλλον τελείωσε πολύ γρήγορα. Μέσα στο νέο αυτό ΣΥΡΙΖΑ, λυπάμαι αλλά δεν μπορώ να συμμετέχω. Εύχομαι να κάνω λάθος εκτίμηση, αλλά νοιώθω για μια ακόμη φορά πολιτικά άστεγος, «παραμένοντας εν πλήρει συγχύσει αριστερός», όπως έλεγε ο Θόδωρος Αγγελόπουλος. Η Αριστερά είναι η μόνη που μπορεί και πρέπει να απελευθερώσει τον άνθρωπο, έστω και αν στη πορεία λοξοδρομεί, σκοντάφτει, ματώνει.
Στα χρόνια της νιότης μου και της συμμετοχής στο «Ρήγα», στα χρόνια των κυβερνήσεων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, είχαμε κάνει μοτο τους στίχους του Παπακωνσταντίνου «φοβάμ’ όλα αυτά που θα γίνουν για μένα, χωρίς εμένα». Δυστυχώς, οι ίδιοι στίχοι μου έρχονται συνεχώς στο μυαλό και με τη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ…
ΥΓ. Έχοντας βιώσει κομματικές διασπάσεις, αισθάνομαι τουλάχιστον άβολα να ακούω ανθρώπους που μέχρι χθες βρίσκονταν στο ίδιο κόμμα, να αλληλοκατηγορούνται σε προσωπικό επίπεδο. Επειδή σύντοφοι/ισσες, το μόνο σίγουρο είναι ότι, αν παραμένουμε αριστεροί, θα βρεθούμε αύριο να αγωνιζόμαστε μαζί σε κοινωνικούς, συνδικαλιστικούς, επιστημονικούς, αυτοδιοικητικούς και άλλους χώρους – και πιστεύω πολύ σύντομα και σε κοινό κομματικό χώρο – ας σταματήσουμε τον κανιβαλισμό, ας κρατήσουμε ψηλά το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς.
Καστοριά, 08/09/2015
Σίμος Καβελίδης