Την Πρωτοχρονιά στο Άργος Ορεστικό της Καστοριάς έλαβε χώρα το πατροπαράδοτο καρναβάλι στο οποίο συμμετείχα, όπως κάνω ανελλιπώς τα τελευταία 20 χρόνια.
Το φετινό θέμα ήταν όπως πάντα σατιρικό παριστάνοντας την κρίση που τελειώνει σύμφωνα με τους κυβερνώντες και πραγματοποιώντας την κηδεία της. Τον ρόλο του ιερέα ανέλαβα να υποδυθώ εγώ.
Αυτό λοιπόν στάθηκε αφορμή, τόσο για μια μικρή μερίδα ιερέων να σχολιάσει αρνητικά ανωνύμως , όσο και για έναν προβεβλημένο ιεράρχη τον μητροπολίτη Σιατίστης.
Η αλήθεια είναι πως δεν έπεσα από τα σύννεφα καθώς η εκκλησία παραδοσιακά αποστρέφεται κάθε αρχέγονο έθιμο, το οποίο κατάφερε να διατηρηθεί για αιώνες.
Εάν λοιπόν είχαν προκύψει οι ίδιες αντιδράσεις για έναν πολίτη ,τότε θα μιλούσαμε για μια απαράδεκτη παρέμβαση στην λογική της επιβολής των ηθικών κανόνων της επικρατούσας θρησκείας σε όλο το φάσμα της κοινωνίας, στην καθημερινότητα των πολιτών. Η εποχή στην οποία είχε γίνει κατορθωτό αυτό είναι ο Μεσαίωνας με όλη την αρνητική φόρτιση που φέρει και μόνο η αναφορά αυτής της εποχής.
Όμως η αντίδραση δεν πυροδοτήθηκε προς κάποιον από τους πολλούς πολίτες που ντύνονται ιερείς στα καρναβάλια, αλλά προς έμενα λόγω της βουλευτικής ιδιότητας μου.
Και αυτό γεννά ένα τεράστιο ζήτημα το οποίο προκύπτει από την στρεβλή λογική της εκκλησίας, πως έχει κάθε δικαίωμα να επεμβαίνει σε ζητήματα που έχουν, κατά την εκτίμηση της, πολιτικές προεκτάσεις και μάλιστα να προσπαθεί να διαμορφώνει τις πολιτικές εξελίξεις.
Όλα τα παραπάνω όντως συνιστούν μια διαφορετική αντίληψη περί πολιτισμού,σε αντίθεση με το “δικό μου” πολιτισμό που χαρακτηρίζεται από την αποδοχή του διαφορετικού, τον σεβασμό στην θρησκευτική, σεξουαλική, πολιτική επιλογή του καθενός -αρκεί αυτή να μην στρέφεται κατά του ανθρώπου- την ελευθερία έκφρασης της οποίας το απόγειο παραμένει η σάτιρα και ο αυτοσαρκασμός.
Το κυριότερο όμως σημείο στο οποίο ξεπέρασε τα εσκαμμένα στην ανοικτή επιστολή του ο Μητροπολίτης Σιατίστης ήταν το ζήτημα που έθεσε ευθέως προς τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ για την δυνατότητα να κυβερνήσει με πρόσωπα σαν έμενα.
Εδώ και πολλές δεκαετίες από την δημιουργία του ελληνικού κράτους κάποιοι από τους ιεράρχες της εκκλησίας έχουν μπερδέψει τον Σταυρό της Ορθοδοξίας με τον σταυρό των εκλογών και ποίμνιο τους με το εκλογικό σώμα.
Ο λαός προφανώς καλείται κάθε φορά να επιλέξει τους πολιτικούς που θα τον κυβερνήσουν όχι καθ’ υπόδειξη κάποιου ιεράρχη, αλλά με βάση την πρόταση τους για την κοινωνία που θέλουν να δημιουργήσουν.
Εδώ και χρόνια παλεύω σε όλα τα επίπεδα για μια κοινωνία ισότητας, ελευθερίας και ανεξιθρησκίας, μια κοινωνία δίκαιη και ανεκτική στην διαφορετικότητα, μια κοινωνία ίσων ευκαιριών και μηδενικής εκμετάλλευσης, μια κοινωνία με πρόσβαση όλων των πολιτών στα κοινά και κοινωνικά αγαθά, μια κοινωνία χωρίς πλούσιους και φτωχούς μια κοινωνία αλληλεγγύης στην οποία δεν θα χρειάζεται κανενός είδους φιλανθρωπία και ελεημοσύνη από κανέναν. Από τα παραπάνω λοιπόν με έκριναν οι συμπολίτες μου και από αυτά θα με κρίνουν και πάλι σύντομα, εάν αξίζω να τους εκπροσωπώ.