Του Θεόδωρου Τερζόπουλου*
Η έλευση της «5ης (5G) Γενιάς Καυσίμων»: Τα Ανανεώσιμα Αέρια Καύσιμα
Ο τομέας της ενέργειας, σε παγκόσμιο επίπεδο, έχει πλέον εισέλθει στην ιστορική περίοδο της λεγόμενης «5ης Γενιάς Καυσίμων», όπως εύστοχα την έχει ορίσει η Eurogas[1], η οποία χαρακτηρίζεται από την παραγωγή και χρήση των ανανεώσιμων αερίων καυσίμων κυρίως του υδρογόνου και του βιομεθανίου. Μέσω της εισαγωγής των ανανεώσιμων αερίων καυσίμων, η παγκόσμια κοινότητα επιδιώκει:
· να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, με πρωταρχικό στόχο τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και των εκπομπών μεθανίου[2],
· να μεγιστοποιήσει την εξοικονόμηση ενέργειας, κυρίως στα κτήρια αλλά και γενικότερα στις οικονομικές δραστηριότητες,
· να ικανοποιήσει την απαίτηση για αυξημένη ενεργειακή απόδοση συστημάτων και εξοπλισμού,
· να εξασφαλίσει την ενεργειακή επάρκεια,
· να διασφαλίσει τον ενεργειακό εφοδιασμό.
Ταυτόχρονα, στον ενεργειακό χώρο προωθούνται με ένταση σημαντικές καινοτομίες, με ιδιαίτερη έμφαση:
· στην ψηφιοποίηση των ενεργειακών δραστηριοτήτων και υπηρεσιών,
· στη διαλειτουργικότητα των ενεργειακών δικτύων (ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου),
· στην ανάδειξη των καταναλωτών σε prosumers, μία νέα έννοια που προκύπτει από τη σύντμηση των αγγλικών λέξεων παραγωγός (producer) και καταναλωτής (consumer).
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, η νέα ενεργειακή περίοδος διέπεται από μια μακρά σειρά Οδηγιών και ρυθμίσεων με κυρίαρχες την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία, την Οδηγία 2018/2001 για την προώθηση της χρήσης ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, το πακέτο μέτρων «Fit for 55», το Ευρωπαϊκό Πλαίσιο για τη Διευκόλυνση των Βιώσιμων Επενδύσεων καθώς και την πρόσφατη «Δέσμη Μέτρων για το Υδρογόνο και το Απανθρακοποιημένο Αέριο[3]» για την ανάπτυξη της αγοράς και χρήσης των ανανεώσιμων αερίων καυσίμων, δηλαδή των καυσίμων της «5ης Γενιάς» στην οποία, όπως προαναφέρθηκε, εντάσσονται κατά κύριο λόγο το υδρογόνο και το βιομεθάνιο.
Επί αυτής της τελευταίας Δέσμης Μέτρων, ο σύνδεσμος των κορυφαίων ευρωπαϊκών εταιριών μεταφοράς αερίου «Gas for Climate» δημοσίευσε τον Απρίλιο του 2020 μελέτη-αναφορά με τίτλο: «Η Διαδρομή προς το Απανθρακοποιημένο Αέριο από το 2020 στο 2050»[4], η οποία περιλαμβάνει αφενός έναν ρεαλιστικό οδικό χάρτη των δράσεων και προτεραιοτήτων που απαιτούνται έως το 2050 για την ολοκλήρωση του ευρωπαϊκού ενεργειακού συστήματος μηδενικού ανθρακικού αποτυπώματος με τη χρήση των καυσίμων αερίων 5ης Γενιάς, αφετέρου υπολογίζει με ιδιαίτερη ακρίβεια τη διαμόρφωση της παραγωγής/ζήτησης των καυσίμων αυτών έως το έτος-στόχο.
Πιο συγκεκριμένα, στη μελέτη-αναφορά του «Gas for Climate» εκτιμάται ότι έως το 2050 θα παράγονται 2.900 TWh ή 270 bcm βιομεθανίου και υδρογόνου.
Το 40,4% αυτής της παραγωγής, δηλαδή 1.172 TWh, αφορά στο βιομεθάνιο το οποίο θα παράγεται κατά τα 2/3 (782 TWh) με την τεχνολογία της αναερόβιας χώνευσης και το εναπομένον 1/3 (390 TWh) με την τεχνολογία της αεριοποίησης. Οι υπόλοιπες 1.708 TWh θα προέρχονται από υδρογόνο.
Εκτιμάται επίσης ότι το παραγόμενο βιομεθάνιο θα εγχύεται στα δίκτυα διανομής φυσικού αερίου και η χρήση του θα καλύπτει κυρίως τη ζήτηση του τομέα της θέρμανσης χώρων και παραγωγής ζεστού νερού χρήσης, με συνεισφορά 230 TWh και του τομέα των μεταφορών, ειδικά των βαρέων οχημάτων και της ναυσιπλοΐας, με συνεισφορά 845 TWh.
Το βιομεθάνιο
To παρόν άρθρο απασχολείται με την ανάπτυξη της αγοράς του βιομεθανίου ως ανανεώσιμου αερίου καυσίμου, ενώ η αναφορά στο υδρογόνο προγραμματίζεται να γίνει σε δεύτερο χρόνο. Τούτο διότι για το βιομεθάνιο:
· η τεχνολογία παραγωγής του είναι γνωστή, ολοκληρωμένη και ευρέως διαθέσιμη,
· είναι εγχώριες και επαρκείς οι πρώτες ύλες (βιομάζα) για την παραγωγή του,
· τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του ταυτίζονται με εκείνα του φυσικού αερίου, συνεπώς δύναται άμεσα να χρησιμοποιηθεί από τις υφιστάμενες υποδομές διανομής και τις συσκευές φυσικού αερίου.
Η προτεραιότητα αυτή καταγράφεται εξάλλου και σε επίσημα κείμενα κορυφαίων διεθνών οργανισμών, όπως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (IEA), ο Φορέας Ευρωπαίων Ρυθμιστών (Cerre) κ.ά.
Το βιομεθάνιο είναι παράγωγο του βιοαερίου που έχει υποβληθεί σε εξευγενισμό και καθαρισμό (αναβάθμιση).
Το βιοαέριο είναι ένα ακατέργαστο μίγμα αερίων που αποτελείται κυρίως από μεθάνιο (55%-65%) και διοξείδιο του άνθρακα, με υψηλή θερμογόνο δύναμη και μέχρι σήμερα χρησιμοποιείται ως αέριο καύσιμο για τη συμπαραγωγή ηλεκτρισμού και θερμότητας, συμβάλλοντας στη μερική απανθρακοποίηση της ενέργειας, αφού χαρακτηρίζεται ως ένα “ουδέτερο” αέριο σε ό,τι αφορά τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2). Ο χαρακτηρισμός “ουδέτερο” οφείλεται στο γεγονός ότι το βιοαέριο παράγεται μέσω της επεξεργασίας (αναερόβιας ζύμωσης) ανανεώσιμων πρώτων υλών.
Οι ανανεώσιμες πρώτες ύλες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή του βιοαερίου είναι η βιομάζα (δηλαδή τα υπολείμματα του αγροκτηνοτροφικού τομέα, το οργανικό κλάσμα των αστικών στερεών απορριμμάτων, η ιλύς των βιολογικών σταθμών επεξεργασίας υγρών αστικών αποβλήτων) και τα ενεργειακά φυτά (αραβόσιτο, σόργο κ.λπ.).
Η σημερινή παγκόσμια τάση στρέφεται προς τη σταδιακή εγκατάλειψη των ενεργειακών φυτών ως πρώτης ύλης για την παραγωγή βιοαερίου.
Μέχρι το τέλος του 2020, η ΕΕ αριθμούσε συνολικά 18.943 μονάδες βιοαερίου συνολικής εγκατεστημένης ισχύος 11.100MW, για την παραγωγή 167 TWh ή 15,8 bcm βιοαερίου και, μέσω αυτού, παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας ίσης με 64 TWh/έτος.
Κατά τη διαδικασία αναβάθμισης σε βιομεθάνιο, το βιοαέριο απαλλάσσεται από ανεπιθύμητα συστατικά (διοξείδιο του άνθρακα, υδρατμούς, άζωτο, αμμωνία, στερεά σωματίδια κ.λπ.) με αποτέλεσμα το τελικό μίγμα αερίων, που έχει περιεκτικότητα 98% σε μεθάνιο, να αποκτά ταυτόσημα χαρακτηριστικά με εκείνα του ορυκτού φυσικού αερίου και ως εκ τούτου να δύναται να υποκαταστήσει όλες τις χρήσεις του εγχεόμενο στα δίκτυα διανομής φυσικού αερίου.
Οι χρήσεις του φυσικού αερίου που αντικαθίστανται από το βιομεθάνιο είναι οι βιομηχανικές-επαγγελματικές (παραγωγικές διαδικασίες), οι οικιακές (θέρμανση χώρων, παραγωγή ζεστού νερού, μαγείρεμα) και η κίνηση οχημάτων.
Μέχρι τα τέλη του 2020, στην Ε.Ε. λειτουργούσαν 725 μονάδες βιομεθανίου, με παραγωγή 26 TWh ή 2,43 bcm.
Η χώρα με τη μεγαλύτερη παραγωγή βιομεθανίου το 2019 ήταν η Γερμανία με 10.167 GWh και ακολουθούν η Δανία με 2.667 GWh και η Γαλλία με 2.192 GWh. Οι κατηγορίες των μονάδων στην ευρωπαϊκή αγορά παραγωγής βιομεθανίου ανά πρώτη ύλη είναι οι αγρο-κτηνοτροφικές (69%) και οι ενεργειακές καλλιέργειες και συγκεκριμένα το ενσίρωμα αραβοσίτου. Ακολουθούν εκείνες που χρησιμοποιούν απόβλητα από βιομηχανίες τροφίμων και ποτών (23%), από βιολογικούς καθαρισμούς αστικών λυμάτων (7%) και από ΧΥΤΑ (1%).
Η ενεργειακή μετάβαση στα ανανεώσιμα αέρια καύσιμα στην Ελλάδα
Στην Ελλάδα, τα μέτρα πολιτικής για τη νέα ενεργειακή περίοδο περιγράφονται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ – Δεκέμβριος 2019), όπου τίθενται οι βασικοί ποιοτικοί και ποσοτικοί στόχοι/μέτρα/πολιτικές για την περίοδο έως το έτος 2030, που απορρέουν από τις προτεραιότητες που έχουν διαμορφωθεί τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και από εκείνες που έχουν συμφωνηθεί σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συγκεκριμένα, οι βασικές εθνικές ενεργειακές κατευθύνσεις και προκλήσεις για την περίοδο μέχρι το 2030 εστιάζονται στα ακόλουθα:
• στην ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού,
• στη διείσδυση των ΑΠΕ στην ακαθάριστη τελική κατανάλωση στο επίπεδο του 35%,
• στην εξοικονόμηση ενέργειας μέσω βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης και ορθολογικής
χρήσης σε όλους τους τομείς τελικής κατανάλωσης στο επίπεδο του 38%,
• στη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά 40%,
• στη λειτουργία ολοκληρωμένης και ανταγωνιστικής εσωτερικής αγοράς ενέργειας.
Κομβικός αρωγός για την επίτευξη των στόχων αυτών είναι το Ταμείο Ανάκαμψης, από το οποίο η Ελλάδα αναμένεται να αντλήσει περί τα 32 δις ευρώ την περίοδο 2021-2026.
Μια πρώτη προσέγγιση για τις σχεδιαζόμενες επενδύσεις στην αγορά ενέργειας ανεβάζει την αξία τους σε 15 δις ευρώ σε βάθος τουλάχιστον μιας 5ετίας, ενώ οι επενδύσεις που άμεσα ή έμμεσα αφορούν τα ανανεώσιμα αέρια καύσιμα και γενικότερα τις ΑΠΕ προσεγγίζουν τα 6,2 δις ευρώ. Κατά το διάστημα αυτό αναμένεται να δρομολογηθούν έργα εστιασμένα στα δίκτυα του φυσικού αερίου και ηλεκτρισμού, σε θερμικές μονάδες, σε υποδομές αποθήκευσης ενέργειας, σε ΑΠΕ και σε καινοτόμες υποδομές που αφορούν το βιομεθάνιο, το υδρογόνο και τη δέσμευση και αποθήκευση του διοξειδίου του άνθρακα.
Παραγωγή και έγχυση του βιομεθανίου στα δίκτυα διανομής φυσικού αερίου στην Ελλάδα
Σημειώνεται εισαγωγικά ότι:
Στη χώρα μας λειτουργούν μόνο 69 μονάδες παραγωγής βιοαερίου συνολικής εγκαταστημένης ισχύος 97,92 MWe[5], ενώ δεν υπάρχουν μονάδες βιομεθανίου.
Επιπρόσθετα, στον Εθνικό Σχεδιασμό δεν υπάρχει ιδιαίτερη μνεία και εξειδικευμένα μέτρα που να αναφέρονται στην ανάπτυξη της παραγωγής και στη συνέχεια έγχυσης του βιομεθανίου στα τοπικά δίκτυα διανομής φυσικού αερίου.
Αποτελεί όμως αδήριτη ανάγκη η θέσπιση σχετικών προβλέψεων για τους εξής κυρίως λόγους:
1. Το βιομεθάνιο, έχοντας ταυτόσημες ιδιότητες με το φυσικό αέριο, δύναται να εγχυθεί στα δίκτυα διανομής του φυσικού αερίου και να χρησιμοποιηθεί από τις συσκευές των καταναλωτών χωρίς την ανάγκη μετατροπών ή πρόσθετων επενδύσεων.
2. Η έγχυση του βιομεθανίου στα δίκτυα διανομής φυσικού αερίου είναι ιδιαίτερα επίκαιρη κατά την τρέχουσα χρονική περίοδο που η Δημόσια Επιχείρηση Διανομής Αερίου (ΔΕΔΑ) προχωρεί στην ιστορικά μεγαλύτερη επέκταση των δικτύων διανομής σε 36 πόλεις της περιφέρειας, δηλαδή εντός εκείνων των περιοχών όπου υπάρχει η βιομάζα για την παραγωγή βιομεθανίου, καθιστώντας με τον τρόπο αυτό την παραγωγή και χρήση του βιομεθανίου ιδιαίτερα οικονομική και, συνεπώς, απόλυτα βιώσιμη.
3. Το βιομεθάνιο αποτελεί εγχώριο καύσιμο και συνεπώς με την έγχυσή του στα δίκτυα διανομής και την υποκατάσταση του φυσικού αερίου:
· μειώνεται η εξάρτηση της χώρας από τις εισαγωγές φυσικού αερίου,
· συνεισφέρει στην ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας,
· συντελεί στη σταθεροποίηση των τιμών ενέργειας.
4. Για την υιοθέτηση του βιομεθανίου δεν απαιτείται η σύνταξη νέων νομοθετικών και ρυθμιστικών διατάξεων. Αρκεί η προσθήκη των εννοιών και ορισμών του βιομεθανίου στο υφιστάμενο πλαίσιο που διέπει τη διανομή φυσικού αερίου και τις άλλες ΑΠΕ.
5. Η αγορά βιομεθανίου δημιουργεί σημαντικά περισσότερες νέες μόνιμες θέσεις εργασίας, σε σχέση με άλλες ΑΠΕ (π.χ. φωτοβολταϊκά και αιολικά πάρκα).
6. Η παραγωγή βιομεθανίου συμβάλλει τα μέγιστα στην ανάπτυξη της κυκλικής οικονομίας, στην προστασία του περιβάλλοντος και στη μείωση των εκπομπών μεθανίου.
Πρόσφατα, απόλυτα έγκυρα στοιχεία καταδεικνύουν την ύπαρξη υψηλών διαθέσιμων ποσοτήτων πρώτων υλών για την τοπική παραγωγή βιομεθανίου, όπως φαίνεται στον ακόλουθο πίνακα που περιλαμβάνει 59 Δήμους των Περιφερειών Ανατολικής Μακεδονίας – Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας και Στερεάς Ελλάδος:
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία του Πίνακα 1 σε συνδυασμό με τις εμπορικές μελέτες διείσδυσης της ΔΕΔΑ, το υφιστάμενο θεωρητικό δυναμικό του παραγόμενου βιομεθανίου εγχεόμενο στα τοπικά δίκτυα διανομής φυσικού αερίου της ΔΕΔΑ είναι σε θέση να υποκαταστήσει, ουσιαστικά πλήρως, τις θεωρητικά προβλεπόμενες καταναλώσεις φυσικού αερίου για το έτος 2036[2] στις πόλεις: Αλεξανδρούπολη, Ορεστιάδα, Ξάνθη, Κομοτηνή, Καβάλα, Δράμα, Σέρρες, Κιλκίς, Γιαννιτσά, Βέροια, Αλεξάνδρεια, Κατερίνη, Λαμία, Καρπενήσι, Θήβα, Άμφισσα, Λειβαδιά και Χαλκίδα.
Σημειώνεται επίσης ότι στη χώρα μας, το υφιστάμενο νομοθετικό/ρυθμιστικό πλαίσιο που διέπει τόσο τη διανομή του φυσικού αερίου όσο και το βιοαέριο που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας είναι ευνοϊκό για την ανάπτυξη και έγχυση του βιομεθανίου στα πλησιέστερα τοπικά δίκτυα διανομής φυσικού αερίου.
Τούτο προκύπτει από σχετικές μελέτες που έχει διεξάγει η ΔΕΔΑ – η εταιρία που μέχρι στιγμής πρωτοστατεί στις πρωτοβουλίες για την ανάπτυξη του βιομεθανίου στη χώρα μας- με βάση τις οποίες αρκεί να γίνει μια σειρά από προσθήκες/επεκτάσεις/αναφορές στο υφιστάμενο πλαίσιο, για παράδειγμα στο ΕΣΕΚ, τον Κώδικα Διαχείρισης Δικτύων Διανομής, τον Κανονισμό Αδειών, τον Κανονισμό Μετρήσεων, τον Μηχανισμό Τιμών Στήριξης, τον ρόλο του ΔΑΠΕΕΠ, των ΦοΣΕ κ.λπ., προκειμένου να αναπτυχθεί με ταχύτατους ρυθμούς η αγορά του βιομεθανίου στη χώρα μας.
Τέλος, η χρονική υστέρηση, σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, στη θέσπιση του νομοθετικού πλαισίου για την παραγωγή βιομεθανίου, παρέχει στη χώρα μας τη μοναδική ευκαιρία να συμπεριλάβει τεχνολογίες αιχμής, όπως η δέσμευση και χρήση του παραγόμενου διοξειδίου του άνθρακα και η λιπασματοποίηση του χωνεμένου υπολείμματος από την αναερόβια χώνευση (digestate) και η διάθεσή του για γεωργικές χρήσεις.
Συμπερασματικά, εκ των ανωτέρω εκτεθέντων στοιχείων και αναλύσεων, βάσιμα μπορούμε να ισχυριστούμε ότι:
η ένταξη των «Καυσίμων 5ης Γενιάς» ή τουλάχιστον ενός εξ αυτών (του βιομεθανίου) στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας μας αναδεικνύεται όχι μόνον ως επιβεβλημένη επιλογή αλλά ως εφικτή και βιώσιμη προοπτική.
*Λίγα λόγια για τον κ. Θεόδωρο Δημ. Τερζόπουλο, Χημικό Μηχανικό MSc, Μηχανικό Αερίου CEng, Προέδρου της Επιτροπής Φυσικού Αερίου, Βιομεθανίου & Υδρογόνου του ΙΕΝΕ
Χημικός Μηχανικός- MSc, Μηχανικός Αερίου-CEng, με μεταπτυχιακές σπουδές στην Περιβαλλοντική Μηχανική και κάτοχος Executive ΜΒΑ. Από το 1989 απασχολείται συνεχώς και αδιαλείπτως στον τομέα διανομής φυσικού αερίου της χώρας και του εξωτερικού (British Gas), αρχικά ως Μηχανικός Σχεδιασμού δικτύων διανομής και στη συνέχεια ως στέλεχος όλων των ιεραρχικών βαθμίδων του τομέα (Προϊστάμενος Κατασκευής δικτύων διανομής, Διευθυντής Θυγατρικών Εταιριών Διανομής, Γενικός Διευθυντής Δραστηριοτήτων Διανομής), απασχολούμενος με το σύνολο των εργασιών διανομής αερίου (κατασκευές, λειτουργία, συντήρηση, τιμολόγηση, πρόσκτηση νέων πελατών, διοίκηση).
Είχε σημαντική συμβολή στην υιοθέτηση και εφαρμογή στη χώρα μας νέων τεχνολογιών και καινοτομιών, όπως ο δενδροειδής σχεδιασμός των δικτύων διανομής, η διανομή αερίου σε πίεση 4 bar, η χρήση σωλήνων πολυαιθυλενίου, η υπόγεια (trenchless) κατευθυνόμενη τοποθέτηση δικτύων, η ιδιωτικοποίηση των εταιριών παροχής αερίου, ο διαχωρισμός των δραστηριοτήτων διανομής και εμπορίας (unbundling), η εγκατάσταση έξυπνων μετρητών αερίου, η τροφοδοσία απομακρυσμένων δικτύων με την τεχνολογία του LNG κ.ά.
Υπηρέτησε τον τομέα της διανομής ως Διευθύνων Σύμβουλος των εταιριών: ΕΔΑ ΑΕ (2010-2012) και ΔΕΔΑ (2017-2018). Σήμερα κατέχει τη θέση του Συντονιστή Διευθυντή Στρατηγικής & Διακεκριμένων Εταιρικών Θεμάτων στη ΔΕΔΑ ΑΕ.
Είναι μέλος των διεθνών οργανισμών και φορέων: The Institution of Gas Engineers, The Engineering Council, Eurogas Distribution Committee, GEODE The Federation of European Distribution System Operators, The International Society for Trenchless Technology και Πρόεδρος της Επιτροπής Φυσικού Αερίου, Βιομεθανίου & Υδρογόνου του Ινστιτούτου Ενέργειας ΝΑ Ευρώπης.
[1] Μελέτη της ΔΕΔΑ για τη Χρήση του Βιομεθανίου στα Δίκτυα Διανομής της ΔΕΔΑ αναφορικά με τις Περιφέρειες Αν. Μακεδονίας – Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Στ. Ελλάδας: Χ. Ζαφείρης – Μ. Χρήστου_ ΚΑΠΕ (2021)
[2] ΔΕΔΑ: Μελέτη Διείσδυσης του φυσικού αερίου στις Περιφέρειες Αν. Μακεδονίας – Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας, Στ. Ελλάδας: Συνολικά προβλεπόμενη ετήσια κατανάλωση φυσικού αερίου για το 2036, 4.823.521 ΜWh
[1] https://eurogas.org/knowledge_centre/renewable-gas-the-fifth-generation-of-energy-provision/
[2] Τον Οκτώβριο 2020, η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθέτησε ως τμήμα της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας τη «Στρατηγική για το Μεθάνιο» η οποία εστιάζει σε διατομεακές και στοχευμένες δράσεις στους τομείς της ενέργειας, της γεωργίας, των απορριμμάτων και των αποβλήτων, για την μείωση των εκπομπών μεθανίου στην Ε.Ε. και παγκοσμίως.
[3] https://ec.europa.eu/commission/presscorner/detail/el/qanda_21_6685
[4] https://gasforclimate2050.eu/wp-content/uploads/2020/04/Gas-for-Climate-Gas-Decarbonisation-Pathways-2020-2050.pdf
[5] Χ. Ζαφείρης – Μ. Χρήστου_ ΚΑΠΕ_ Μελέτη Χρήσης Βιομεθανίου στο Δίκτυο Διανομής της ΔΕΔΑ στην Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας και Θράκης (2021)