Επί δεκαετίες η Monsanto, η αμερικανική εταιρεία με το πιο κακόφημο όνομα στην επιχειρηματική ιστορία, απασχολούσε τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων. Τώρα τη θέση της έχει πάρει η γερμανική φαρμακευτική εταιρεία Bayer η οποία εξαγόρασε τη Monsanto έναντι 63 δισ. δολ. τον Ιούνιο του 2018. Το καρκινογόνο ζιζανιοκτόνο Roundup ήταν της Monsanto αλλά τώρα είναι της Bayer. Το Roundup έγινε δημοφιλές επειδή σκοτώνει όλα τα φυτά εκτός από εκείνα που έχουν γενετικά σχεδιαστεί για να αντισταθούν. Η Bayer και η Monsanto λένε φυσικά ότι είναι ασφαλές για την ανθρώπινη υγεία αλλά οι αποφάσεις των δικαστηρίων είχαν διαφορετική γνώμη. Πρόσφατα, η Bayer συμφώνησε να πληρώσει σχεδόν 11 δισ. δολ. για να διευθετήσει δεκάδες χιλιάδες οικονομικές αξιώσεις ανθρώπων που επλήγησαν από το Roundup.
Το ζιζανιοκτόνο και η κύρια δραστική ουσία του, η γλυφοσάτη, επηρεάζει όχι μόνο την ανθρώπινη ζωή προκαλώντας καρκίνους αλλά και τα οικοσυστήματα. Για παράδειγμα, η πεταλούδα μονάρχης έχει μειωθεί κατά 90% λόγω της εξάπλωσης των καλλιεργειών που χρησιμοποιούν το Roundup. Το ζιζανιοκτόνο καταστρέφει τα αγριολούλουδα και ειδικότερα την ασκληπιάδα που αποτελεί τροφή για την πεταλούδα μονάρχη.
Το μέλλον θα δείξει αν η απόφαση της Bayer να εξαγοράσει τη Monsanto ήταν ένα μεγάλο επιχειρηματικό λάθος αλλά οι δύο εταιρείες έχουν μακρά ιστορία συνεργασίας. Το “Poison Cartel” (Καρτέλ των Δηλητηρίων) ξεκίνησε ως IG Farben στη Γερμανία του Χίτλερ και η Bayer ήταν ένα σημαντικό μέρος του. Bayer και Monsanto συνεργάστηκαν στενά ως MOBAY (MonsantoBayer) σ’ αυτό το καρτέλ.
Η Monsanto, μέχρι τη δεκαετία του 1940, ήταν μία από τις πολλές εταιρείες που παρήγαγαν το εντομοκτόνο DDT το οποίο στη συνέχεια απαγορεύτηκε. Στη δεκαετία του 1960 είχε γίνει γνωστή ως βασική προμηθεύτρια της αμερικανικής κυβέρνησης του Agent Orange, το οποίο περιείχε μια πολύ τοξική διοξίνη. Με το Agent Orange ο αμερικανικός στρατός κατέστρεφε μαζικά τις φυτείες στο Βιετνάμ. Στη δεκαετία του 1970, η Monsanto προσπάθησε να ξεφύγει από το σκοτεινό σύννεφο του διοξινών παράγοντας το Roundup το οποίο χρησιμοποιήθηκε ευρέως ως ζιζανιοκτόνο στον γεωργικό τομέα και σε εφαρμογές κήπου.
Monsanto Papers
Τον Μάρτιο του 2015 τo International Agency for Research on Cancer (IARC) που ανήκει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ταξινόμησε τη γλυφοσάτη ως “πιθανώς καρκινογόνο για τον άνθρωπο” με βάση μελέτες επιδημιολογικές, σε ζώα και στον δοκιμαστικό σωλήνα. Η επιστημονική ομάδα που αξιολόγησε τη γλυφοσάτη αποτελούνταν από 17 επιστήμονες 11 χωρών. Το IARC διαπίστωσε ότι μελέτες έδειχναν μια ξεχωριστή σύνδεση μεταξύ του μη-Hodgkin λεμφώματος και της γλυφοσάτης. Κατέγραψε επίσης ότι συνδεόταν με το πολλαπλό μυέλωμα σε τρεις μελέτες.
Μια ομάδα Βραζιλιάνων επιστημόνων διαπίστωσε ότι το Roundup διαταράσσει τις αρσενικές αναπαραγωγικές λειτουργίες προκαλώντας κυτταρικό θάνατο στους όρχεις αρουραίων. Το 2017, μια ομάδα Βρετανών επιστημόνων συνέδεσε τη χαμηλή δοσολογία του Roundup με την λιπώδη ηπατική νόσο σε ανθρώπους. Μελέτη σε αρσενικά ποντίκια έδειξε ότι ανέπτυξαν σάρκωμα που ξεκίνησε από την επένδυση των αιμοφόρων αγγείων τους. Άλλες έρευνες βρήκαν ότι η γλυφοσάτη παρήγαγε εμβρυϊκές δυσπλασίες σε εργαστηριακά ζώα.
Αντιδρώντας στην επιστημονική έρευνα, η Monsanto έστησε ένα intelligence fusion center -όρος που χρησιμοποιεί το FBI για την επιτήρηση της τρομοκρατίας- με καθημερινή παρακολούθηση της online δραστηριότητας όσων επιχειρούσαν να πουν κάτι που δεν ήταν προς το συμφέρον της εταιρείας. Σε μια σειρά άρθρων με τίτλο “The Monsanto Papers”, η γαλλική εφημερίδα Le Monde άρχισε στις 6/1/17 να περιγράφει τις επιθέσεις της εταιρείας κατά της επιστήμης. Η εφημερίδα ανέφερε: «Για να σώσει τη γλυφοσάτη, η εταιρεία [Monsanto] ανέλαβε να βλάψει τον οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών κατά του καρκίνου με όλα της τα μέσα».
Τα Monsanto Papers ήταν εσωτερικά έγγραφα της εταιρείας που δημοσιοποιήθηκαν από δικηγόρους οι οποίοι στράφηκαν εναντίον της. Τα έγγραφα έδειξαν ότι η Monsanto είχε προγραμματίσει μια προσπάθεια δημοσίων σχέσεων για να δυσφημίσει την έκθεση του IARC. Είχε δεσμεύσει τον Henry Miller, πρώην αξιωματούχο του αμερικανικού FDA (Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων) και ιδρυτικού διευθυντή του τομέα βιοτεχνολογίας του FDA, να γράψει ένα άρθρο το 2015 στο περιοδικό Forbes που αμφισβητούσε την έκθεση του IARC. Ο Miller δεν αποκάλυψε τη σχέση αυτή στο Forbes, και σύμφωνα με τους New York Times, όταν ο Monsanto τον ρώτησε αν ενδιαφέρεται να γράψει ένα τέτοιο άρθρο, απάντησε: “Θα μπορούσα να ξεκινήσω από ένα σχέδιο υψηλής ποιότητας” της εταιρείας. Όταν αυτό έγινε δημόσια γνωστό, το Forbes εξαφάνισε από το ιστολόγιό του το άρθρο.
Αίσθηση έχει προκαλέσει η αποκάλυψη της βρετανικής εφημερίδας The Guardian, ότι η Monsanto, είχε στήσει έναν ολόκληρο μηχανισμό προκειμένου να αποδομήσει τη δημοσιογράφο Carey Gillam η οποία ετοίμαζε βιβλίο για το Roundup. Το βιβλίο θα έθετε υπό αναξιοπιστία τις αναφορές ότι το Roundup είναι ασφαλές. Οι έρευνες που κατέληγαν σε αυτό το συμπέρασμα είχαν χρηματοδοτηθεί από τη Monsanto. Η εταιρεία είχε μια λεπτομερή στρατηγική για να αμαυρώσει τη φήμη της δημοσιογράφου. Έστησε έναν ολόκληρο μηχανισμό μέσω μιας ιστοσελίδας ονόματι Genetic Literacy Project, όπου για περίπου ένα χρόνο τοποθετούσε σταθερά ένα άρθρο κάθε 2-3 μέρες κατά της δημοσιογράφου. Παράλληλα, έστησε μια σειρά από ψευδή προφίλ στα social media που έκαναν link σ’ αυτά τα άρθρα.
Η εξαγορά της Monsanto επέφερε κάποια στιγμή μείωση της τιμής της μετοχής της Bayer κατά 40% και φυσικά δυσφήμισε τη γερμανική εταιρεία. Αλλά η Bayer δεν είναι γνωστή μόνο για την παραγωγή της ασπιρίνης. Είναι γνωστή και για το παρελθόν της που είναι ακόμα πιο σκοτεινό και από αυτό της Monsanto. Επί χρόνια θησαύρισε πουλώντας την ηρωίνη ως αντιβηχικό και μη εθιστικό υποκατάστατο της μορφίνης. Ακόμα, χειρότερα, έχει ταυτιστεί με τα πιο άγρια εγκλήματα του ναζισμού.
Η Bayer συγχωνεύτηκε το 1925 με άλλες φαρμακευτικές εταιρείες της Γερμανίας προκειμένου να συγκροτήσουν το IG Farben, το μεγαλύτερο χημικό καρτέλ του πλανήτη. Η εταιρεία συνεργάστηκε με το ναζιστικό καθεστώς και έπαιξε ενεργό ρόλο στο Ολοκαύτωμα. Έχτισε εργοστάσια δίπλα σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως το Άουσβιτς, για να χρησιμοποιεί ως εργάτες και πειραματόζωα τους κρατουμένους. Μετά τον Δεύτερο παγκόσμιο, η Bayer ανεξαρτητοποιήθηκε επιστρέφοντας ένα αμόλυντο όνομα στις αγορές.