Ελπίδες για τερματισμό της έντασης ξύπνησαν οι συνομιλίες υψηλού επιπέδου μεταξύ Βόρειας και Νότιας Κορέας.
Στις συζητήσεις συμμετείχαν από πλευράς Πιονγιάνγκ ο διευθυντής του πολιτικού γραφείου του Λαϊκού Στρατού και ο γενικός γραμματέας του Εργατικού Κόμματος και από πλευράς Σεούλ ο επικεφαλής του γραφείου Εθνικής Ασφάλειας και ο υπουργός Ενοποίησης.
Οι διαβουλεύσεις διεξάγονται στην αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη, μισή ώρα μετά το βορειοκορεατικό τελεσίγραφο
Η κατάσταση στην κορεατική χερσόνησο χαρακτηρίζεται έκρυθμη μετά την ανταλλαγή πυρών την Πέμπτη, η οποία ανάγκασε τον ΟΗΕ, τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Κίνα να ζητήσουν να πέσουν οι τόνοι.
Παρά την έναρξη συνομιλιών μεταξύ των δύο χωρών, πάντως, και οι δύο πλευρές παραμένουν σε συναγερμό.
Η Νότια Κορέα τόνισε πως θα συνεχίσει τις προπαγανδιστικές της μεταδόσεις στη μεθόριο, εκτός αν το βορειοκορεατικό καθεστώς αποδεχθεί πως ευθύνεται για τις εκρήξεις ναρκών στην αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη που τραυμάτισαν δύο Νοτιοκορεάτες στρατιώτες.
«Ξέρω πως δεν είναι εύκολο, όμως ελπίζω οι συζητήσεις να έχουν αίσιο τέλος και οι πολίτες μας να παραμείνουν σώοι και ασφαλείς. Όλοι λένε ότι θα χρειαστεί χρόνος για να λυθεί το πρόβλημα, αλλά ελπίζω αυτή η κατάσταση να τελειώσει σύντομα και με ασφάλεια», λέει μια νεαρή γυναίκα στη Σεούλ.
Την ίδια ώρα, στην Πιονγιάνγκ, νεαροί εθελοντές στριμώχνονται για μια θέση στο στρατό. Η βορειοκορεατική τηλεόφαση μετέδωσε ότι αμέσως μετά το τελεσίγραφο, πάνω από ένα εκατομμύριο άτομα κατετάγησαν ή επανακατετάγησαν.
«Εμείς, οι νεότερες γενιές, ανυπομονούμε να εξαφανίσουμε τους Αμερικανούς και τους Νοτιοκορεάτες εγκληματίες από την κορεατική χερσόνησο», τονίζει μια νεαρή Βορειοκορεάτισσα.
Η Βόρεια Κορέα εξακολουθεί τυπικά να βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση με τους νότιους γείτονές της, καθώς ο μεταξύ τους πόλεμος που ξεκίνησε το 1950 τερματίστηκε τρία χρόνια μετά όχι με συνθήκη ειρήνευσης, αλλά με ανακωχή.