Από την Καστοριά με… μεράκι: Τα φημισμένα γλυκά που ταξίδεψαν μέχρι τον Λευκό Οίκο!

Ηταν η δεύτερη φορά που η Καστοριά έµπαινε στο χάρτη των προορισµών µου. Ο τόπος, οι άνθρωποι, το υγρό στοιχείο που πρωταγωνιστεί στη φύση της, όλα αφήνουν ένα «άρωµα» γαλήνης
Από την Καστοριά με… μεράκι: Τα φημισμένα γλυκά που ταξίδεψαν μέχρι τον Λευκό Οίκο!
ΜΕ ΦΟΝΤΟ ΤΟ ΜΥΣΤΗΡΙΟ ΚΑΙ ΤΗ ΓΑΛΗΝΗ ΠΟΥ ΑΠΟΠΝΕΕΙ Ο ΤΟΠΟΣ, ΜΙΑ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΣΤΟ 120 ΕΤΩΝ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΜΟΥΣΙΟΥ, ΣΗΜΑ ΚΑΤΑΤΕΘΕΝ ΤΗΣ ΝΤΟΠΙΑΣ ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΙΚΗΣ, ΗΤΑΝ ΑΡΚΕΤΟ ΓΙΑ ΝΑ ΦΕΡΕΙ ΜΙΑ ΓΛΥΚΙΑ ΑΝΑΣΤΑΤΩΣΗ ΣΤΗΝ ΗΡΕΜΙΑ. ΑΛΛΩΣΤΕ ΤΑ ΛΟΥΚΟΥΜΙΑ ΤΟΥ «ΤΑΞΙΔΕΨΑΝ»

ΜΕΧΡΙ ΤΟΝ ΛΕΥΚΟ ΟΙΚΟ, ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ ΤΑΞΙΔΕΨΑΜΕ ΜΕΧΡΙ ΤΗΝ ΚΑΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΧΑΡΗ ΤΟΥΣ!

Ρεπορτάζ – κείμενο: Γιώργος Λ. Παπαχατζής

Φωτογραφία: Κώστας Καπαρελιώτης

Ηταν η δεύτερη φορά που η Καστοριά έµπαινε στο χάρτη των προορισµών µου. Ο τόπος, οι άνθρωποι, το υγρό στοιχείο που πρωταγωνιστεί στη φύση της, όλα αφήνουν ένα «άρωµα» γαλήνης. Μέχρι που αυτό σµίγει µε ευωδιές εξαίσιες και τριανταφυλλένιες. Όχι δεν είναι ένας κήπος του παραδείσου αλλά ένα εργαστήριο που φέτος συµπλήρωσε 120 χρόνια ζωής και αποτελεί το σήµα κατατεθέν του Νοµού Καστοριάς. Είναι το εργαστήριο του Μούσιου στο Άργος Ορεστικό, µόλις λίγα χιλιόµετρα έξω από την πόλη της Καστοριάς. Εκεί µε περιµένει η φιλόξενη ιδιοκτήτριά του, Εύη Βλάχου.

Χρώµατα και αρώµατα
Αδύνατον να µε υποδεχτεί µε χειραψία καθώς τα χέρια της ανοίγουν µε µαστοριά µια κατακόκκινη καραµέλα πάνω σε ένα µαρµάρινο πάγκο και µοσχοβολούν τριαντάφυλλο. Είναι θεαµατικό να βλέπεις ένα σιρόπι, που έβραζε ζωηρά πριν από λίγη ώρα, µόλις χυθεί πάνω στον πάγκο να γίνεται αργά αργά µια σφιχτή µάζα που πλάθεται σε µπαστούνια τα οποία κόβονται µε ένα χειροκίνητο κοπτικό και γίνονται οι πιο νόστιµες καραµέλες τριαντάφυλλου που γεύτηκα ποτέ µου. «Βλάχου το επίθετό σας, Μούσιου η επωνυµία των προϊόντων σας», της λέω για να λύσω την απορία µου.

«Το Μούσιος ήταν το µικρό όνοµα του παππού µου που έφτιαξε το εργαστήριό του το 1895. Σκεφτείτε ότι ο πατέρας µου, που ως δεύτερη γενιά τo ανέλαβε, ήταν τόσο ευφυής που φρόντισε να κατοχυρώσει την επωνυµία από την τότε αρµόδια υπηρεσία, το σηµερινό Υπουργείο Εµπορίου ας πούµε, έτσι ώστε τα προϊόντα Μούσιου να γίνουν ένα brand που κανένας δεν θα µπορέσει να οικειοποιηθεί…». Τα θεµέλια για να χτίσει ο παππούς Μούσιος τη µικρή του «αυτοκρατορία» ήταν η ίδια του η τέχνη. Δηλαδή τα λουκούµια µε άρωµα βανίλιας, οι καραµέλες σε γεύση µέντα και τριαντάφυλλο, τα ζαχαροστράγαλα, η βανίλια υποβρύχιο αλλά και γλυκά του κουταλιού, ειδικά ο «ντολµάς» (τριµµένη γλυκιά κολοκύθα µε ολόκληρο αµύγδαλο). «Δίπλα του πήρε το βάπτισµα του πυρός ο µπαµπάς µου, ο Νικόλαος Τζώτζας. Ο παππούς µου ήταν µέγας µάστορας αλλά ο “εγκέφαλος” θα σας έλεγα ότι ήταν ο πατέρας µου. Ήταν ένας οραµατιστής που ήθελε να διαφυλάξει σαν κόρη οφθαλµού τη νοστιµιά των προϊόντων και µε την ίδια πάντα φιλοσοφία να εµπλουτίσει την γκάµα των γλυκισµάτων, να διευρύνει τη φήµη τους και να εξελίξει τη συσκευασία τους. Την πρωτοκαθεδρία στα προϊόντα µας έχει µέχρι σήµερα το λουκούµι.

Σκεφτείτε ότι µια µέρα ο Πρόεδρος της Ελληνικής Οµογένειας στην Αµερική τον συνεχάρη και του λέει έχεις γίνει γνωστός στην Αµερική χωρίς να δώσεις ούτε ένα δολάριο σε διαφήµιση… Τι είχε κάνει; Είχε προσφέρει ένα κουτί µε λουκούµια στον Πρόεδρο της Αµερικής και εκείνος είχε ενθουσιαστεί. Μέχρι και σήµερα έχει καθιερωθεί ο εκάστοτε Πρόεδρος της Ελληνικής Οµογένειας, όταν έρχεται η ώρα να δώσει τα διαπιστευτήρια του στον εκάστοτε Πρόεδρο των Η.Π.Α., να του προσφέρει ένα κουτί µε τα λουκούµια µας. Αλλά και στο Άγιον Όρος, σε ειδικές περιστάσεις, προσφέρουν λουκούµια Μούσιου.

Ο µπαµπάς µου, όµως, δεν έµεινε εκεί. Με το πέρασµα του χρόνου µεγάλωσε την γκάµα φτιάχνοντας ακιντέδες (πολύχρωµες καραµέλες). Να σκεφτείτε ότι επειδή η Ιταλία φηµιζόταν για την καραµελοποιία της, πήγε εκεί για να εξειδικεύσει τις γνώσεις που έµαθε δίπλα στον παππού µου. Μετά προστέθηκαν και καραµέλες σε άλλες γεύσεις, κεράσµατα όπως σοκολατάκια και φοντάν», µας λέει η κυρία Βλάχου.

Έµαθε τέχνη και… δεν την άφησε

Μέσα στο εργαστήριο στα µυστικά της τέχνης µυήθηκε και η τρίτη γενιά, δηλαδή η Εύη Βλάχου. Δεν µπορώ να µην τη ρωτήσω αν ανέλαβε την επιχείρηση γιατί πραγµατικά της άρεσε ή αν αυτό ήταν µια επιλογή-µονόδροµος. «Κάθε άλλο… Αυτό είναι η ζωή µου, δεν µπορούσα ποτέ να φανταστώ τον εαυτό µου µακριά από τη µαγεία που επικρατεί στο εργαστήριο. Βέβαια, σε αυτή την αγάπη έπαιξε ρόλο και η αδυναµία που µας είχε ο πατέρας µου αλλά και η µεγάλη συµπαράσταση που είχε και από τη µητέρα µου. Έτσι ένιωθα το χρέος κι εγώ να συνεχίσω αυτό που µε τόσους κόπους συνέχισε από τον παππού µου».

Την πιστεύω απόλυτα. Άλλωστε αν δεν είχε αγάπη για τη ζαχαροπλαστική παράδοση της οικογένειας για πόσα χρόνια θα άντεχε να κάνει αυτό που τη βλέπω να κάνει τώρα, να ανακατεύει για δύο ολόκληρες ώρες µέσα σε ένα χάλκινο καζάνι το µείγµα για να φτιάξει λουκούµια. Βάζω στοίχηµα ότι αν της έδενες τα µάτια µε ένα µαντίλι, θα ήξερε πότε πρέπει να αποσύρει την κατσαρόλα από τη φωτιά για να αδειάσει το µείγµα σε καλούπι και να το αφήσει για 24 ώρες να σταθεί, για να πάρει το δρόµο της συσκευασίας όταν κοπεί σε κύβους που θα πασπαλιστούν µε ένα σύννεφο ζάχαρης άχνης. Και τώρα που δοκιµάζω ένα µαστιχωτό λουκούµι… σκέτη τρέλα, πλένει γρήγορα τα χέρια, βγάζει την ποδιά και πάµε µε το αµάξι της στο κατάστηµα Μούσιου στο κέντρο της Καστοριάς. Εκεί τα είδα όλα, κυριολεκτικά και µεταφορικά!

Ένα κατάστηµα, δεκάδες πειρασµοί
Να και οι καραµέλες, να και τα µπισκοτολούκουµα, να και κάτι περίεργα µπισκοτένια φεγγαράκια, πασπαλισµένα µε κρυσταλλική ζάχαρη που έχουν δίπλα τους ένα ταµπελάκι που αναγράφει «σάλιαροι». Η ζωγραφισµένη στα µάτια µου απορία σβήνει, όταν µαθαίνω ότι αυτό είναι ένα παραδοσιακό γλύκισµα της Δυτικής Μακεδονίας που µοιάζει µε κουραµπιέ µε τη διαφορά ότι γεµίζεται µε καρύδι, και ειδικά στην Καστοριά πασπαλίζεται µε κρυσταλλική ζάχαρη. Το έφτιαχναν µου λέει η κυρία Βλάχου οι γυναίκες της περιοχής σε νηστείες και σε γιορτές, και το παρασκευάζουν στο εργαστήριο όλο το χρόνο.

Η εντυπωσιακή διακόσµηση του καταστήµατος σε συνδυασµό µε τα βαζάκια µε γλυκά του κουταλιού που ακουµπούν σε µια ραφιέρα, τα λικεράκια, τις κασετίνες µε τα λουκούµια, τα σακουλάκια µε τα ζαχαροστράγαλα, αλλά και τα βιολογικά ντόπια όσπρια όπως φασόλια, τα οποία µάλιστα γίνονται ένα πρωτότυπο γλυκό κουταλιού, συµπληρώνουν ένα παραµυθένιο σκηνικό. Εντύπωση µας έκανε το µοναδικό γλυκό κουταλιού µανιτάρι και δεν παραλείψαµε να πάρουµε µαζί µας, ένα σακουλάκι µε χειροποίητα ζυµαρικά από βουβαλίσιο γάλα και ένα µπουκάλι ντόπιο κρασί για τα τραπέζια µας. Ξαφνικά έρχεται κόσµος στο µαγαζί και µάλιστα αυτή τη φορά όχι Έλληνες αλλά Ρώσοι τουρίστες. Αφού τα είπαµε… η Καστοριά είναι τόπος µαγικός και µέσα από τη γλύκα του Μούσιου γίνεται µια αξέχαστη ταξιδιωτική εµπειρία!

Info
Λεωφ. Κύκνων 2, Καστοριά, τηλ. 2467 770380, www.mousiou.com

Κοινοποίηση
recurring
Σας αρέσει το OlaDeka?
Κάντε μας like στο Facebook!
Κλείσιμο
Ola Deka Kastoria